Στάθης Κουρνιώτης
Η νήσος Εύβοια και τα τοπωνύμια της, όπως εμφανίζονται στους χάρτες που κυκλοφόρησαν επί της οθωμανικής της εποχής.
Η οθωμανική περίοδος της χαρτογραφίας της Εύβοιας
Ο Νικόλαος Σοφιανός γεννήθηκε στην Κέρκυρα, πιθανότατα γύρω στο 1500.
Ήταν γόνος τοπικής οικογένειας ευγενών και είχε την ευκαιρία να ταξιδέψει στη Ρώμη, όπου μορφώθηκε και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του εργαζόμενος ως αντιγραφέας κειμένων και βιβλιοθηκάριος. Έγινε γνωστός για την έκδοση μιας γραμματικής της ελληνικής γλώσσας και για την κατασκευή ενός χάρτη που είναι γνωστός με την ονομασία Totius Graeciae Descriptio. Η καινοτομία του χάρτη ήταν ότι περιλάμβανε τα γνωστά αρχαία τοπωνύμια σε ένα μοντέρνο γεωγραφικό υπόβαθρο. Ήταν δηλαδή ένας πτολεμαϊκός χάρτης[1]. Πιστεύεται ότι εκδόθηκε για πρώτη φορά στη Ρώμη γύρω στο 1540 από τον εκδότη Antonio Salamanca, ωστόσο η πρώτη έκδοση δεν σώζεται. Η παλαιότερη γνωστή έκδοση είναι του 1545. Ο χάρτης του Σοφιανού ανατυπώθηκε πολλές φορές, αντιγράφηκε και χρησιμοποιήθηκε σε γνωστούς άτλαντες των επόμενων χρόνων. Μια αρκετά γνωστή έκδοση είναι εκείνη που τυπώθηκε από τον Vincenzo Luchini στη Βενετία το 1558[2].
Ο χάρτης του Σοφιανού είναι ένας προπαγανδιστικός χάρτης. Καθορίζει μια νέα Ελλάδα, την ορίζει χωρικά, τη συνδέει με την ελληνική ιστορία και την περιγράφει με ελληνικούς χαρακτήρες καθώς πολλές αναφορές του χάρτη είναι γραμμένες στα ελληνικά. Tο νησί της Εύβοιας αναφέρεται ως «ΕΥΒΟΙΑ» και με λατινικούς χαρακτήρες ως «EVBOEA» για πρώτη φορά στην ιστορία της χαρτογραφίας. Τα υπόλοιπα τοπωνύμια είναι με λατινικούς χαρακτήρες και περιλαμβάνουν γνωστές από την αρχαιότητα πόλεις (π.χ. Chalkis, Eretria, Amarynthus, Carystus, κλπ.) και γεωφυσικά χαρακτηριστικά (π.χ. ακρωτήρια Caphareus, Phalasia, Dion, κλπ). Γενικά, οι πτολεμαϊκοί χάρτες ήταν πολύ κοινοί από τον 16ο έως και τον 18ο αιώνα. Ωστόσο κατά καιρούς δημιουργήθηκαν χάρτες στους οποίους έχει γίνει προσπάθεια να μπουν και μοντέρνα στοιχεία που γίνονταν γνωστά από τα ναυτικά ταξίδια δυτικοευρωπαίων στην περιοχή.
Εικ. 2: Η Εύβοια όπως τη σχεδίασε ο Sebastian Munster το 1544 (λεπτομέρεια).
Η αφαιρετική Εύβοια του Munster
Σταδιακά, η Βενετία έπαψε να έχει σημαντικό ρόλο στη ναυτιλία της ανατολικής Μεσογείου, όπως επίσης γενικότερα η Μεσόγειος έπαψε να έχει τη σημασία που είχε τους προηγούμενους αιώνες.
Το ναυτικό εμπόριο επικεντρώθηκε στα υπερπόντια ταξίδια, το ίδιο και η χαρτογραφία. Οι Ολλανδοί και οι Γερμανοί απέκτησαν τη δική τους χαρτογραφική σχολή και οι χάρτες τους που αφορούν την Ανατολική Μεσόγειο είναι κατά βάση πτολεμαϊκοί. Ένας από τους πρώιμους σημαντικούς Γερμανούς χαρτογράφους ήταν ο Sebastian Munster. Στη γεωγραφία του που εκδόθηκε το 1544[3] δίνει ένα χάρτη της Ελλάδας, χωρίς πολλές λεπτομέρειες. Είναι ωστόσο ένας πολύ όμορφος χάρτης καθώς κάθε περιοχή ζωγραφίζεται με διαφορετικό χρώμα. Την εποχή εκείνη, οι χάρτες επιχρωματίζονταν χειρόγραφα μετά την έκδοσή τους με εγχάραξη σε πλάκες ξύλου ή, αργότερα, χαλκού. Η Εύβοια απεικονίζεται με πράσινο χρώμα, όπως και η Κρήτη και τα περισσότερα νησιά του Αρχιπελάγους, ίσως σε μια υπόμνηση των συμφερόντων της Βενετίας σε αυτές τις περιοχές.
Εικ. 3: Η Εύβοια, όπως τυπώθηκε στον ενετικό άτλαντα του Rucelli, το 1562 (λεπτομέρεια).
Η ενετική χαρτογραφία του 16ου αιώνα
Η γεωγραφία του Munster γνώρισε αλλεπάλληλες εκδόσεις τις επόμενες δεκαετίες, πολλές από τις οποίες επιμελήθηκε ο ίδιος.
Σε κάποιες περιλαμβάνονται πολύ αξιόλογες αισθητικά απεικονίσεις[4] της Ελλάδας και της Εύβοιας. Ο πρώτος ενετικός άτλαντας για τον οποίο χρησιμοποιήθηκε η τεχνική εγχάραξης σε πλάκες χαλκού ήταν εκείνος του Rucelli το 1562[5]. Σχεδόν ταυτόχρονα, το 1564, ένας ακόμη σημαντικός χάρτης της Ελλάδας παρουσιάστηκε, από το τυπογραφείο του Ferdinando Bertelli στη Βενετία. Ο χάρτης δημιουργήθηκε με βάση εκείνον του Νικόλαου Σοφιανού.
Εικ. 4: Η Εύβοια του De Jode (λεπτομέρεια).
Εικ. 5: Η Εύβοια όπως αποδόθηκε από τον Abraham Ortelius (λεπτομέρεια).
Πως είδαν την Εύβοια οι Ολλανδοί χαρτογράφοι του 16-17ου αιώνα
Στο τέλος του 16ου αιώνα, η Αμβέρσα και το Άμστερνταμ έγιναν σημαντικά κέντρα της Ολλανδικής χαρτογραφίας.
Χαρτογράφοι όπως οι De Jode[6] και Abraham Ortelius[7] δημιούργησαν ενδιαφέροντες χάρτες της Ελλάδας στηριζόμενοι σε γεωγραφικά υπόβαθρα άλλων, κυρίως Ιταλών και του Σοφιανού. Η προσοχή τους βέβαια ήταν στραμμένη περισσότερο στην Κρήτη και την Κύπρο και πολύ λιγότερο στην ηπειρωτική Ελλάδα και την Εύβοια, περιοχές που θεωρούνται τμήματα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δυσπρόσιτες για τους Ολλανδούς πλοιάρχους και εμπόρους.
Εικ. 6: Η Εύβοια ως «Macris et Euboea», από τον Abraham Ortelius (λεπτομέρεια).
H Εύβοια ως «Μάκρις»
Ο Ορτέλιους, δημιούργησε και μια σειρά από θεματικούς χάρτες της περιοχής, όπως τα ταξίδια του Απόστολου Παύλου και η αργοναυτική εκστρατεία.
Ειδικά ο τελευταίος χάρτης έχει ενδιαφέρον γιατί η Εύβοια δεν αναφέρεται ως Νεγροπόντε, όπως συνήθως γινόταν εκείνη την εποχή αλλά με τα αρχαία της ονόματα, ως Macris et Euboea[8], κάτι σπάνιο μέχρι τότε. Οι θεματικοί χάρτες με θρησκευτικά και αρχαιοελληνικά θέματα έγιναν της μόδας τα επόμενα χρόνια και αναπαράγονταν σε πολλές περιοχές της Δυτικής Ευρώπης. Για παράδειγμα, το 1625[9] εκδόθηκε στο Λονδίνο ένα βιβλίο, σε σελίδες του οποίου έχουμε χάρτες που παρουσιάζουν διάφορα θρησκευτικά θέματα. Και πάλι, η Εύβοια αναφέρεται ως Euboea, δηλαδή με το αρχαίο της όνομα.
Εικ. 7: Η Εύβοια όπως εμφανίζεται σε χάρτη που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1625 (λεπτομέρεια).
Εικ. 8: Λεπτομέρεια από χάρτη του 1630 που εκδόθηκε στο Άμστερνταμ και περιλαμβάνει τμήμα της Εύβοιας, πλούσιο σε τοπωνυμικές αναφορές.
Οι δύο Ερέτριες
Ένας από τους καλύτερους θεματικούς χάρτες που διασώζονται και αφορούν την περιοχή μας εκδόθηκε το 1630[10] στο Άμστερνταμ και δείχνει λεπτομέρειες της Εύβοιας, Βοιωτίας, Αττικής και Φθιώτιδας.
Η Εύβοια δεν περιλαμβάνεται ολόκληρη σε αυτόν τον χάρτη, μόνο το κεντρικό και βόρειο τμήμα της. Είναι ενδιαφέρον ότι στο χάρτη είναι εμφανείς οι δύο όρμοι στο Βαθύ και μάλιστα ο όρμος Μεγάλο Βαθύ ονομάζεται “Magnusportus”. Ένα άλλο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του χάρτη είναι η γενικά σωστή ορογραφία τόσο της Εύβοιας όσο και της ηπειρωτικής περιοχής που περιλαμβάνεται σε αυτόν. Τέλος, ο χάρτης έχει την ιδιαιτερότητα ότι αναφέρει δύο Ερέτριες, την παλαιά και τη Νέα Ερέτρια, όπου η Νέα Ερέτρια πιθανότατα ταυτίζεται με έναν σύγχρονο οικισμό της εποχής του, ίσως την Άνω Βάθεια ή το Αλιβέρι. Αυτή η λεπτομέρεια υπάρχει και σε χάρτες πολλών Ολλανδών και Γερμανών της ίδιας εποχής. Λαμβάνοντας υπόψη ότι κάποιοι αναφέρουν απλά το τοπωνύμιο “Valia”[11] (βλ. εικ. 9), πιθανότατα αφορά την Άνω Βάθεια.
Εικ. 9: Grece Moderne ou Partie Meridionale De La Turquie En L’Europe. Paris 1656 (Λεπτομέρεια).
Χάρτες υψηλής αισθητικής
Στο Duisburg της σημερινής Γερμανίας που βρίσκεται κοντά στην Αμβέρσα και το Άμστερνταμ, ο Mercator εξέδωσε τον πρώτο του άτλαντα το 1595[12], στον οποίο περιλαμβάνονται αρκετά τοπωνύμια στην Εύβοια αν και τίποτα που να μην είχε ήδη παρουσιαστεί και παλαιότερα.
Ο Mercator εξέδωσε πολλούς χάρτες και άτλαντες που περιλαμβάνουν την Ελλάδα και την Εύβοια. Όλοι είναι χάρτες υψηλής αισθητικής, όπως για παράδειγμα αυτός που εκδόθηκε το 1619[13] στο Άμστερνταμ. Πολλοί από αυτούς χρησιμοποιούνται έως και στις μέρες μας για την παραγωγή διακοσμητικών γκραβούρων.
Εικ. 10: Η Εύβοια, όπως παρουσιάζεται στον άτλαντα του Mercator (1595 – λεπτομέρεια).
Εικ. 11: Η επιχρωματισμένη εκδοχή της Εύβοιας, από τον άτλαντα του Mercator (1619 – λεπτομέρεια).
Οι «οθωμανικές λίμνες»
Το 17ο αιώνα εκδόθηκαν πολλοί χάρτες της περιοχής με γενικό τίτλο “Turcicum Imperium”.
Σε αυτούς αναγνωρίζεται ουσιαστικά ότι η Ανατολική Μεσόγειος και η Μαύρη Θάλασσα αποτελούν Οθωμανικές λίμνες, στις οποίες λίγα βορειοευρωπαϊκά πλοία είχαν πρόσβαση για μια σειρά από λόγους που περιλάμβαναν την εκτεταμένη πειρατεία, την εχθρικότητα των Οθωμανών αλλά και τη μείωση της σημασίας του εμπορίου στην περιοχή καθώς για τους Ισπανούς, τους Ολλανδούς και τους Άγγλους γίνονταν όλο και πιο κερδοφόροι οι ποντοπόροι ναύλοι σε Αμερική, Αφρική και Ασία. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις, η ακρίβεια του γεωγραφικού υποβάθρου χειροτερεύει σαφώς, όπως για παράδειγμα σε έναν γαλλικό χάρτη του 1643 με γενικό τίτλο L’Empire Des Turcs, στον οποίο η Εύβοια φαίνεται ενωμένη με την ηπειρωτική Ελλάδα.
Εικ. 12: Η Εύβοια, στα μάτια του Nicolas Sanson (1637 – λεπτομέρεια).
Οι Γάλλοι παίρνουν τα ηνία της χαρτογράφησης από τους Ενετούς
Σταδιακά από τις αρχές του 17ου αιώνα οι Γάλλοι αντικατέστησαν τους Ενετούς ως η μεγάλη ναυτική δύναμη της ανατολικής Μεσογείου και παράλληλα δημιούργησαν τη δική τους χαρτογραφική σχολή, παράλληλα με του Ολλανδούς και τους Γερμανούς που έχουν ήδη αναφερθεί.
Πατριάρχης της γαλλικής χαρτογραφίας θεωρείται ο Nicolas Sanson (1600 – 1667). Σε έναν χάρτη του 1637[14] δίνει την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου όπου είναι εμφανής η άγνοια των Γάλλων για την περιοχή. Στην Εύβοια αναφέρονται μόνο η Χαλκίδα, η Κάρυστος, η Αιδηψός, οι Ωρεοί και η Κήρινθος.
Εικ. 13: Χάρτης της Εύβοιας που εκδόθηκε στη Ρώμη το 1684 (λεπτομέρεια).
Η βελτίωση των χαρτών
Οι γαλλικοί χάρτες βελτιώθηκαν με τον καιρό, τόσο ως προς το γεωγραφικό τους υπόβαθρο όσο και ως προς τις αναφορές τους σε οικισμούς της περιοχής.
Παρατηρείται δε ότι οι οικισμοί και τα γεωφυσικά χαρακτηριστικά του Νότιου Ευβοϊκού αναγράφονται συχνότερα και με τη σωστή γεωγραφική σειρά, ενώ αντίστοιχα στο Βόρειο Ευβοϊκό γίνονται συχνά λάθη. Για παράδειγμα η Αταλάντη και η Τανάγρα συχνά μεταφέρονται στην Εύβοια ενώ η Λίμνη μερικές φορές ταυτίζεται με τα Πολιτικά. Αυτό ενδεχομένως δείχνει ότι η προσέγγιση ευρωπαϊκών πλοίων στην περιοχή γίνονταν κατά βάση από το Νότιο Ευβοϊκό μέχρι τη Χαλκίδα. Αντίθετα, ο Βόρειος Ευβοϊκός, ο Μαλιακός και ο Παγασητικός δεν περιλαμβάνονταν στους διεθνείς εμπορικούς δρόμους κατά τον 17ο αιώνα. Συχνά, στους χάρτες της εποχής αναφέρεται το τοπωνύμιο «Tronco» νοτιοανατολικά της Χαλκίδας. Είναι πιθανό να αναφέρεται στην περιοχή «Τροχός», όπως ονομάζονταν επί Οθωμανικής περιόδου η νότια απόληξη του Βαθροβουνίου στην σημερινή περιοχή μεταξύ Χαλκίδας και Ν. Λαμψάκου, περιοχή που ίσως λειτούργησε και ως ρεμέτζο για τα πλοία της περιοχής.
Μια χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου χάρτη είναι αυτός που εκδόθηκε στη Ρώμη το 1684[15], δηλαδή οριακά πριν τον επικείμενο Βενετο-Τουρκικό πόλεμο, και είναι εμφανής η διαφορά ποιότητας του γεωγραφικού υποβάθρου και των τοπωνυμίων μεταξύ Νότιου και Βόρειου Ευβοϊκού. Δύο σημαντικά στοιχεία του χάρτη είναι ότι η Χαλκίδα αναφέρεται και με το Οθωμανικό της όνομα “Egriboz” ενώ ο χάρτης δίνει ουσιαστικά τη σημερινή διάρθρωση των οικισμών στην Ανατολική Αττική αφού κάνει αναφορές σχεδόν σε όλους τους σημαντικούς οικισμούς, ακόμη και σε οικισμούς που δεν είναι παραθαλάσσιοι, όπως το Καπανδρίτι και το Μαρκόπουλο Ωρωπού.
Εικ. 14. Λεπτομέρεια από τον χάρτη του Guillaume de l’Isle (1707).
Ο εμπλουτισμός των τοπωνυμίων με την πάροδο του χρόνου
Ο πρώτος Γάλλος χαρτογράφος που πρόσθεσε αξιόπιστες νέες πληροφορίες για την περιοχή μας είναι μάλλον ο Guillaume de l’Isle.
Σε χάρτη του που χρονολογείται το 1707[16], περιλαμβάνονται όλα τα σημαντικά αστικά κέντρα που έχουν διαμορφωθεί στην περιοχή μας, όπως η Χαλκίδα (που εξακολουθεί να αποκαλείται Νεγροπόντε), η Θήβα, η Λιβαδειά, το Ζητούνι (Λαμία), η Στυλίδα, ο Βόλος, τα Μέγαρα, η Αθήνα, τα Σάλωνα (Άμφισσα), κλπ. Ειδικά στο νησί της Εύβοιας αναφέρονται κατά βάση οι Πτολεμαϊκοί οικισμοί. Ωστόσο, στη Βόρεια Εύβοια και στη θέση που λογικά ήταν το Ξηροχώρι, αναφέρεται ο οικισμός «Neso» που παραπέμπει στη σχετική αναφορά του Ρωμαίου ιστορικού Πλίνιου του Νεότερου, ο οποίος περιλαμβάνει την ίδια ονομασία στην απαρίθμηση οικισμών της Εύβοιας στο έργο του «Historia Naturalis». Ο ίδιος όρος εξελληνισμένος περιλαμβάνεται στη Χάρτα του Ρήγα ως «Νέσιον». Oι αναφορές στα σημαντικά οικιστικά κέντρα της Ρούμελης κατά την οθωμανική εποχή δείχνουν τις μεγάλες δημογραφικές και χωροταξικές αλλαγές που έχουν επέλθει στην περιοχή μας από την εποχή της φραγκοκρατίας, από την οποία έχουν βέβαια περάσει περισσότεροι από 2 αιώνες. Με βάση το χαρτογραφικό υπόβαθρο του De L’Isle, διασώζεται ένας σπάνιος χάρτης της Νότιας Ελλάδας που δημιουργήθηκε από το γνωστό μαθηματικό Euler[17].
Εικ. 15: Η Εύβοια του Euler (λεπτομέρεια).
Η περίπτωση της Κύμης
Μια ιδιαίτερη περίπτωση όλων των χαρτών της εποχής είναι η αναφορά της Κύμης.
Στην περιοχή αναφέρονται συχνότερα το Αυλωνάρι, το ακρωτήρι Χερσονήσι και περιστασιακά η Πλατάνα ενώ μετά από κάποιο χρονικό σημείο αναφέρονται και οι Πετριές. Ωστόσο, η Κύμη είτε λείπει εντελώς, είτε αναφέρεται μεν αλλά πολύ νοτιότερα από τη σωστή της θέση, συνήθως κοντά στον Καφηρέα. Η αναφορά σε μια Κύμη (Chimi) κοντά στον Καφηρέα ξεκινά ήδη από τους Ενετικούς χάρτες και ίσως αυτή η αρχικά λάθος τοποθέτηση να μεταφέρεται και σε άλλους χάρτες για αρκετούς αιώνες. Ωστόσο, υπάρχει περίπτωση, το συγκεκριμένο τοπωνύμιο να μην αναφέρεται στη σημερινή Κύμη αλλά σε άλλο οικισμό που πράγματι βρισκόταν στην περιοχή. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η «Chimi» των Ενετών τοποθετείται σχεδόν πάντα δίπλα σε ποτάμι στη νότια απόληξη της Εύβοιας, είναι πιθανό να αναφέρεται είτε στην παραλία Καλλιανών είτε ακόμη και στον οικισμό Ποτάμι του Καφηρέα. Επίσης, σε κάποιους χάρτες της εποχής, στην περιοχή της Κύμης ή βορειότερα αναφέρεται οικισμός με το τοπωνύμιο «Lore» ή «Lero» (βλ. εικ. 16[18]), για το οποίο δεν εντοπίστηκαν άλλες πληροφορίες. Λαμβάνοντας υπόψη περισσότερο ακριβείς χάρτες που εμφανίστηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα, είναι πιθανό ότι το τοπωνύμιο αναφέρεται σε μία από τις παραλίες Λάμαρης (Χιλιαδού) ή Μετοχίου. Σημειώνεται ότι η Κύμη εμφανίζεται στο σωστό σημείο και με το σωστό όνομα μόλις προς το τέλος του 18ου αιώνα.
Εικ. 16: Sr d’Anville, Les Côtes de la Grèce et l’Archipel (λεπτομέρεια).
Η χαρτογραφική κυριαρχία των Γάλλων
Ένας ενδιαφέρον χάρτης είναι αυτός που εκδόθηκε στην Τουλόν το 1746[19] από τον Francois Olivier.
Η Τουλόν ήταν μια σημαντική ναυτική βάση των Γάλλων στη Μεσόγειο και ο Olivier ονομάζει τον εαυτό του αντιναύαρχο. Ο χάρτης περιλαμβάνει αναλυτικές βυθομετρήσεις κυρίως του νότιου Ευβοϊκού. Δηλαδή, ο γαλλικός στόλος όχι μόνο έχει παρουσία στο Αιγαίο και τον Ευβοϊκό αλλά ασκεί και αυτό που σήμερα θα λέγαμε κυριαρχικά δικαιώματα χαρτογραφώντας και βυθομετρώντας της περιοχή. Σημειώνεται ότι για εκείνη την εποχή δεν υπάρχουν αντίστοιχοι αγγλικοί ή ρωσικοί χάρτες. Έτσι, πιστοποιείται και χαρτογραφικά η κυριαρχία των Γάλλων στο Αιγαίο που είχε ξεκινήσει ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, με την αποστολή του Λουδοβίκου 14ου για την χαρτογράφηση των Κυκλάδων. Και σε αυτόν το χάρτη αναφέρεται το τοπωνύμιο «Lero» εκεί που θα έπρεπε να είναι η Κύμη. Επίσης, και σε αυτό το χάρτη αναφέρεται το τοπωνύμιο «Trance» νοτιοανατολικά της Χαλκίδας, το οποίο πιθανότατα αναφέρεται στην περιοχή Τροχός, στην απόληξη του Βαθροβουνίου στον Ευβοϊκό, όπως έχει ήδη αναφερθεί.
Εικ. 17: Η έκδοση του Francois Olivier (1746 -λεπτομέρεια).
Ένας χάρτης με πρωτότυπη και σύγχρονη πληροφορία
Το 1756, ο Jean Baptiste Bourguignon[20] (1697 – 1782) διάσημος γεωγράφος και χαρτογράφος, ετοίμασε ένα χάρτη της Μεσογείου, στον οποίο υπάρχουν πολλά στοιχεία για την Εύβοια.
Για πρώτη φορά περιλαμβάνεται στο χάρτη το Εγγλεζονήσι με την παλαιότερη ονομασία του ως Γαιδουρονήσι (Gaithronisi). Γίνεται διάκριση μεταξύ της Ερέτριας (Palaiocastri) και της Βάθειας (Vathias). Γίνεται επίσης διάκριση μεταξύ Αλιβερίου και Prothimos, όπου το τελευταίο αναφέρεται στους παλαιότερους χάρτες ως Protimo ή Πορθμός και στο συγκεκριμένο χάρτη μάλλον ταυτίζεται με το Ριζόκαστρο του Αλιβερίου, ανατολικά του οικισμού του Μηλακίου. Στο Βόρειο Ευβοϊκό τοποθετούνται με ακρίβεια η Λίμνη, οι Ροβιές, η Αιδηψός και η Λιχάδα αλλά και οι παραθαλάσσιοι οικισμοί της Βοιωτικής πλευράς. Γενικά, φαίνεται πως ο χάρτης έχει πρωτότυπη και σύγχρονη πληροφορία για τον Ευβοϊκό κόλπο και τα χωριά που βρίσκονται στην περιοχή. Στον χάρτη σημειώνεται επίσης ο κόλπος της Κύμης αν και, παραδόξως, όχι η ίδια η Κύμη. Στη θέση της Κύμης αναφέρεται ο οικισμός “Tilida”.
Εικ. 18: Η Εύβοια, όπως αποδόθηκε από τον Jean Baptiste Bourguignon το 1756 (λεπτομέρεια).
Το τέλος του 18ου αιώνα φέρνει ακόμη πιο ενδιαφέροντες χάρτες
Προς το τέλος του 18ου αιώνα άρχισαν να δημοσιεύονται πιο λεπτομερείς και ενδιαφέροντες χάρτες της περιοχής μας καθώς όλες οι μεγάλες Ευρωπαϊκές χώρες είχαν πια μόνιμη ναυτική παρουσία στην περιοχή.
Αυτοί οι χάρτες δεν παρέμειναν μυστικοί στα γραφεία των ναυαρχείων. Οι νέες πληροφορίες, τουλάχιστο όσο αφορά τα τοπωνύμια, πέρασαν και σε εκδόσεις που κυκλοφόρησαν ευρέως. Για παράδειγμα, στο Λονδίνο κυκλοφόρησε το 1791[21] ένας χάρτης με σημαντικές πληροφορίες για την Εύβοια, αντίστοιχες με εκείνες που είχαν εμφανιστεί στο χάρτη του Bourguignon.
Εικ. 19: Η Εύβοια σε χάρτη του L.S. de la Rochette που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1791.
Η χαρτογραφική απεικόνιση της Εύβοιας στην αυγή του 19ου αιώνα
Το 1801[22], δημοσιεύτηκε ένας ακόμη χάρτης στο Λονδίνο, αντίστοιχος με τον προηγούμενο αλλά με τις σημαντικές λεπτομέρειες ότι δεν αναφέρεται μόνο ο κόλπος αλλά και η ίδια η Κύμη (Kuma) σωστά τοποθετημένη στο χάρτη όπως και ο κόλπος των Πετριών.
Στον ίδιο χάρτη βλέπουμε σωστά τοποθετημένους όλους του οικισμούς του Βόρειου Ευβοϊκού, τόσο στην Εύβοια όσο και στην ηπειρωτική ακτή. Αυτό το γεωγραφικό υπόβαθρο και τα τοπωνύμια είναι τυπικά του συνόλου σχεδόν των αγγλικών χαρτών των πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα, δηλαδή την εποχή ακριβώς πριν την Ελληνική Επανάσταση.
Εικ. 20: Αγγλικός χάρτης του 1801 (λεπτομέρεια).
Τοπωνύμια σε επίσημη πρώτη εμφάνιση
Το 1816[23] εκδόθηκε στο Παρίσι από τον χαρτογράφο Giacomo Orgiazzi ένας «στατιστικός, πολιτικός και ορυκτολογικός χάρτης της Ιταλίας».
Το ενδιαφέρον είναι ότι στην κάτω αριστερή γωνία περιλαμβάνεται και ένας ένθετος χάρτης της περιοχής της Ελλάδας. Στην Εύβοια, εκτός των τυπικών τοπωνυμίων που αναφέρονται και σε άλλους χάρτες, συναντάμε για πρώτη φορά τα Ελληνικά στην Βόρεια Εύβοια αλλά και οικισμούς όπως τα Φύλλα, το Βασιλικό, τα Λουκίσια και το Δράμεσι (σημερινή παραλία Αυλίδας).
Εικ. 21: Η Εύβοια, όπως απεικονίζεται στον χάρτη του Giacomo Orgiazzi (1816, λεπτομέρεια).
Οι χάρτες του ελληνικού διαφωτισμού
Στο τέλος του 18ου αιώνα, δύο από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού διαφωτισμού δημιούργησαν τους πρώτους χάρτες της νεότερης Ελλάδας.
Την περίοδο 1796/97 ετοιμάστηκε από το Ρήγα Βελεστινλή και τυπώθηκε στη Βιέννη η Χάρτα της Ελλάδας. Πρόκειται για πολύ μεγάλο χάρτη, 12 φύλλων το καθένα διαστάσεων 50×70 εκατοστά. Η Χάρτα του Ρήγα είναι εξαιρετικής πολιτικής σημασίας διότι για πρώτη φορά ορίζεται χωρικά, οπτικοποιείται και ονομάζεται ρητά η Ελλάδα. Τεχνικά, για την κατασκευή του χάρτη χρησιμοποιήθηκαν προϋπάρχοντα χαρτογραφικά υπόβαθρα Γάλλων και Γερμανών χαρτογράφων, στα οποία ο Ρήγας πρόσθεσε περίπου 5.800 τοπωνύμια και επιπλέον αναφέρονται ονόματα σημαντικών ανθρώπων, αρχαίων ηρώων, φιλοσόφων, κλπ.
Εικ. 22: Η Εύβοια, στη Χάρτα της Ελλάδας του Ρήγα Βελεστινλή (1796/97, λεπτομέρεια).
Η Εύβοια του Ρήγα
Στην Εύβοια[24] δίνονται αρκετά τοπωνύμια σε ένα μίγμα που περιλαμβάνει ταυτόχρονα αρχαιοελληνικά και οθωμανικά ονόματα.
Συνολικά ο Ρήγας αναφέρει περίπου 50 τοπωνύμια για το νησί ενώ γύρω από αυτό ζωγραφίζει τρία αρχαία νομίσματα, δύο της Χαλκίδας και ένα της Καρύστου. Η Χαλκίδα αναφέρεται ως «ΧΑΛΚΙΣ» και με μικρότερα γράμματα ως «Εύριππος» ενώ στην περιοχή αναφέρονται επίσης ο «Καρά Μπαμπάς», η «Αυλίς» και το «Βαθύ» ως διπλή ονομασία, όπως επίσης δίνονται οι «Ανθηδών» και το «Λουκίσι» επίσης ως διπλή ονομασία. Ενδιαφέρον έχουν η αναφορά στο τοπωνύμιο «Κάνετος Δράκο» στην παραθαλάσσια περιοχή κοντά στα Πολιτικά καθώς και η αναφορά σε «Θερμά Λουτρά» κάπου στο οροπέδιο των Καθενών. Σημειώνεται ότι στο χάρτη του Giacomo Orgiazzi που αναφέρθηκε παραπάνω υπάρχει επίσης αναφορά στον οικισμό “Drako”, στην ίδια περιοχή. Στο χάρτη αναφέρεται ο ποταμός «Κυραίος» που φαίνεται όμως να ταυτίζεται μάλλον με τον Μεσσάπιο και όχι με τον Κηρέα καθώς εκβάλει στον Βόρειο Ευβοϊκό και όχι στο Αιγαίο. Παράλληλα, στις εκβολές του αναφέρεται και ο οικισμός «Κύρος».
Ο χάρτης του Ρήγα τυπώθηκε σε 1220 αντίτυπα. Το μεγάλο μέγεθός του αλλά και το πλήθος της πληροφορίας που περιλάμβανε έκανε ακριβή την εκτύπωσή του.
Εικ. 23: Η λεπτομέρεια από το χάρτη του Άνθιμου Γαζη (1800) όπου σκιαγραφείται η Εύβοια.
Το νησί όπως το είδε ο Γαζής
Την ίδια εποχή, στη Βιέννη ήταν εφημέριος της ελληνορθόδοξης κοινότητας του Αγίου Γεωργίου ο Άνθιμος Γαζής, μία επίσης σημαντική προσωπικότητα του Ελληνικού Διαφωτισμού.
Ο Άνθιμος Γαζής ασχολήθηκε με τη χαρτογραφία και εξέδωσε συνολικά επτά χάρτες την περίοδο 1800 – 1814. Ο πρώτος χάρτης[25] του Άνθιμου Γαζή εκδόθηκε το 1800, τρία χρόνια μετά την έκδοση της χάρτας του Ρήγα και από πολλούς θεωρείται αντίγραφο αυτής. Το 1810 επανεκδόθηκε διορθωμένος («επιδιορθωθείς») και πάλι στη Βιέννη. Οι δύο αυτοί χάρτες του Άνθιμου Γαζή είναι μικρότεροι σε μέγεθος από τη χάρτα του Ρήγα και περιέχουν λιγότερη πληροφορία. Δεν περιλαμβάνουν αρχαία νομίσματα και καταλόγους ηρώων. Αντίθετα, περιλαμβάνουν μια μεγαλύτερη γεωγραφικά περιοχή καθώς σε αυτούς απεικονίζονται η Σικελία και η Κύπρος. Ειδικά όσο αφορά την Εύβοια, οι δύο χάρτες του Ρήγα και του Άνθιμου Γαζή έχουν διαφορές. Στο χάρτη του Άνθιμου Γαζή εμφανίζονται επιπλέον τα τοπωνύμια «Ζαραξ Ορ.» ως βουνό της Βόρειας Εύβοιας, το όρος Κοτύλαιο, το ακρωτήριο Λέων και ο κόλπος «Αυληβοός» στην περιοχή Χιλαδούς – Μετοχίου. Η ομοιότητα της ονομασίας Ζαραξ με το Ζάρακα της νότιας Εύβοιας είναι προφανής. Σημειώνεται ότι ο ιστορικός Karl Hopf[26] είχε προτείνει το 19ο αιώνα την ταυτοποίηση της επισκοπής «Ζορκών» με τους Ωρεούς. Η πρωτεύουσα του νησιού ονομάζεται απλά «ΧΑΛΚΙΣ» χωρίς τη διπλή ονομασία «Εύριππος» του Ρήγα αν και οι διπλές ονομασίες συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται για γειτονικές περιοχές όπως η Ανθηδώνα (Λουκίσι) και η Αυλίδα (Βαθύ).
Οι δύο χάρτες του Ρήγα και του Άνθιμου Γαζή υπήρξαν καταρχήν εξαιρετικά σημαντικοί και επιδραστικοί για τον ορισμό της γεωγραφικής περιοχής της Ελλάδας, της περιοχής που θα προσπαθούσαν να οργανώσουν το νέο Ελληνικό κράτος μόλις λίγα χρόνια αργότερα. Μάλιστα, ο Άνθιμος Γαζής είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην επανάσταση του 1821. Στη συνέχεια, με την οργάνωση της χώρας σε Νομούς και Δήμους από τον Όθωνα, τα τοπωνύμια των χαρτών υιοθετήθηκαν σε πολλές περιπτώσεις για να αλλάξουν οι οθωμανικές ονομασίες. Έτσι, για παράδειγμα επιλέχθηκε η ονομασία Χαλκίς και όχι το φράγκικο Νεγροπόντε ή το βυζαντινό Εύριπος.
Εικ. 24: Finley’s New General Atlas (1824, λεπτομέρεια).
Οι χάρτες της επανάστασης
Η έναρξη της επανάστασης τράβηξε την προσοχή όλων των μεγάλων Ευρωπαϊκών δυνάμεων της εποχής. Πολλές χώρες είχαν ήδη μοίρες πολεμικών πλοίων να περιπολούν στην ανατολική Μεσόγειο και ακόμη περισσότερες έστειλαν πλοία μετά την έναρξη της επανάστασης.
Η ανάγκη αναλυτικής και ρεαλιστικής χαρτογράφησης της περιοχής ήταν άμεση. Γνωρίζουμε ότι πολλά πλοία είχαν ως αποστολή τους τη χαρτογράφηση της ανατολικής Μεσογείου, παράλληλα με την καταστολή της πειρατείας, την προστασία ομοεθνών τους εμπορικών πλοίων, την παρακολούθηση των γεγονότων στην περιοχή αλλά και την προβολή δύναμης των χωρών τους.
Το 1824[27] εκδόθηκε στο Λονδίνο ο άτλας Finley’s New General Atlas, στον οποίο είναι πια καθαρό ότι τα Γιαλτρά αναφέρονται με το όνομά τους και όχι ως Λιθάδα, όπως συνήθως γινόταν μέχρι τότε. Σημειώνεται ότι στις αρχές της επανάστασης τα Γιαλτρά υπήρξαν έδρα τμήματος του Αρείου Πάγου, δηλαδή της πολιτικής οργάνωσης των επαναστατημένων Ελλήνων στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα.
Εικ. 25: H Εύβοια, σε χάρτη που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1826.
Οι πρώτες βυθομετρήσεις
Το 1826[28], εκδόθηκε στο Λονδίνο ένας ακόμη χάρτης που περιλάμβανε όλη τη Μεσόγειο.
Σε αυτόν, δίνονται αναλυτικά στοιχεία βυθομέτρησης του Βόρειου Ευβοϊκού, του Μαλιακού, του Παγασητικού και της Σκύρου (πρώτη φορά το βλέπουμε σε αγγλικό χάρτη ευρέως γνωστό).
Εικ. 26: Λεπτομέρεια από χάρτη του 1829.
Η Σπηλιά της Γριάς
Σε χάρτη του 1829[29] (J. & C. Walker, Λονδίνο 1829) αναφέρονται στη Βόρεια Εύβοια το χωριό Παπάδες, ο Άγιος (σε λάθος θέση) και η Gaja βόρεια των Πολιτικών που στους παλαιότερους γαλλικούς χάρτες αναφέρεται ως “Graias Spyliais”.
Πρόκειται για τοπωνύμιο που ακόμη χρησιμοποιείται στην περιοχή (Σπηλιά της Γριάς) και αναφέρεται σε φαράγγι βόρεια της Δάφνης που προσφέρει μια απότομη αλλά γρήγορη επικοινωνία μεταξύ του κάστρου της Κλεισούρας που ήταν σε χρήση εκείνη την εποχή και του Βόρειου Ευβοϊκού.
Εικ. 27: Η Εύβοια όπως καταγράφεται στον χάρτη του Pierre Lapie (1826, λεπτομέρεια).
Η Εύβοια αποκτά τη σωστή της γεωγραφική μορφή
Ο πιο ενδιαφέρον χάρτης της εποχής είναι εκείνος που ετοιμάστηκε από τον τοπογράφο και χαρτογράφο του Γαλλικού στρατού Pierre Lapie[30].
Εκείνος πρώτος παρουσίασε ένα χάρτη των Βαλκανίων το 1822 και το 1826 ένα χάρτη της Ελλάδας σε κλίμακα 1:400.000. Σε αυτό το χάρτη, η Εύβοια όχι μόνο παίρνει τη σωστή της γεωγραφική μορφή (αφού ο Lapie χρησιμοποίησε την αναλυτική χαρτογράφηση των γαλλικών και αγγλικών πλοίων) αλλά αποκτά οδικό δίκτυο και πολλά πραγματικά τοπωνύμια. Ο Lapie στηρίχθηκε στις αναφορές των William Gell και Edward Dodwell που είχαν επισκεφθεί την περιοχή την δεκαετία του 1810. Έτσι στην Εύβοια βλέπουμε για πρώτη φορά σε χάρτη το Βασιλικό, τις Μηλιές, τους Παππάδες το Αχμέτ Αγά (Προκόπι), τα Βρυσάκια, το Καστέλλι (Καστέλλα), το όρος Καντήλι και το “Βουνό Κτυπάς” (και όχι Μεσσάπιο όπως το έλεγε ο Ρήγας). Ο χάρτης του Lapie επιλύει μια σειρά από προβλήματα που εμφανίζονται όταν κάποιος κοιτά παλαιότερους χάρτες. Έτσι, ο χάρτης μας ενημερώνει ότι τα Πολιτικά είναι ο «Κύρος», οι Αμέλαντες (Lantes) και το επίνειό τους η Αγκάλη είναι η Περιάς των Ρήγα και Γαζή και ότι οι Ροβιές είναι η «Τανάγρα» που αναφέρεται σε παλαιότερους χάρτες στην Εύβοια. Είναι ενδιαφέρον ότι ο χάρτης εμπλουτίζεται κυρίως στη Βόρεια Εύβοια και λιγότερο στη Νότια, κάτι που ίσως σχετίζεται με το γεγονός ότι η Βόρεια Εύβοια έμεινε για ένα σημαντικό διάστημα στην κατοχή των εξεγερμένων Ελλήνων και άρα ήταν ευκολότερα προσβάσιμη για τους Γάλλους σε σχέση με τη Νότια Εύβοια όπου ο Οθωμανικός ζυγός ήταν αμείλικτος.
Πρέπει επίσης να έχουμε στο μυαλό μας ότι αν και ο χάρτης του Lapie ήταν ένας πραγματικός γεωγραφικός χάρτης που θα μπορούσε κάποιος να χρησιμοποιήσει για να ταξιδέψει, ήταν παράλληλα και ένας διπλωματικός χάρτης των Γάλλων που έδειχνε την αντίληψή τους για το που πρέπει να είναι τα σύνορα της Ελλάδας. Η έκδοση του 1828 έδειχνε μια Ελλάδα σαφώς μικρότερη από εκείνη που αποκτήσαμε λίγο καιρό αργότερα αφού δεν περιλάμβανε την Αιτωλοακαρνανία. Ο χάρτης αυτός πιθανότατα αποτέλεσε το υπόβαθρο της χαρτογράφησης της Γαλλικής αποστολής και του Ferdinand Aldenhoven μετά το 1830.
Εικ. 28: Young & Delleker Sc., 1830 (λεπτομέρεια).
Ένας αμερικάνικος χάρτης
To 1830[31] δημοσιεύτηκε ένας χάρτης στη Φιλαδέλφεια (Young & Delleker Sc.), όπου αναφέρεται πλέον η Ελλάδα.
Ο χάρτης δημοσιεύτηκε πριν τον οριστικό καθορισμό των ελληνικών συνόρων και περιλαμβάνει στην Ελλάδα μόνο την Πελοπόννησο, ενώ η Εύβοια και όλη η Στερεά συνεχίζουν να είναι τμήματα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Εικ. 29: Η Εύβοια του J.F. Dessiou (1835, λεπτομέρεια).
Οι πρώτοι χάρτες επί ελληνικού κράτους
Τη δεκαετία του 1830, συνέχισαν να κυκλοφορούν χάρτες όπου τα σύνορα της Ελλάδας δεν είναι σαφώς προσδιορισμένα.
Όπως για παράδειγμα ο χάρτης[32] του 1835 (J.F. Dessiou) όπου η Εύβοια φαίνεται να ανήκει στην Ελλάδα αλλά τα χερσαία σύνορα δεν αναφέρονται ενώ στην Ελλάδα φαίνεται να ανήκει και ο Βόλος, κάτι που βέβαια δεν ίσχυε. Στο χάρτη αυτό, στην Εύβοια αναφέρεται η Οκτωνιά ενώ, παραδόξως, η Χαλκίδα συνεχίζει να λέγεται Νεγροπόντε και η Κύμη απουσιάζει.
Τον Οκτώβριο του 1827, ο Αιγυπτιο–οθωμανικός στόλος νικήθηκε από το στόλο των Άγγλων, Γάλλων και Ρώσων που είχε καταπλεύσει στην περιοχή για να επιβάλλει τη διακοπή των εχθροπραξιών. Το επόμενο έτος, τον Αύγουστο του 1828 μια εκστρατευτική δύναμη Γάλλων έφτασε στην Πελοπόννησο με σκοπό να εκδιώξει τα εναπομείναντα στρατεύματα του Ιμπραήμ και να βοηθήσει στην οργάνωση του Ελληνικού κράτους. Οι Γάλλοι έκαναν σημαντική δουλειά στην περιοχή που περιλάμβανε πολλές αναλυτικές τοπογραφικές μελέτες. Στη χαρτογραφική τους εργασία περιλήφθηκε αργότερα και η αναλυτική καταγραφή των πρώτων συνόρων μεταξύ της Ελλάδας και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τελικά, ανατέθηκε σε Γάλλους χαρτογράφους και μηχανικούς το έργο της πλήρους χαρτογράφησης της χώρας που ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του 1860.
Στην αποστολή των Βαυαρών που συνόδευαν τον Όθωνα όταν ήρθε στην Ελλάδα συμμετείχε και ο Φερδινάνδος Αλντενχόφεν (Ferdinand Aldenhoven), Γερμανός στρατιωτικός τοπογράφος. Αυτός εξέδωσε το 1838 τον πρώτο αναλυτικό τοπογραφικό χάρτη του Ελληνικού Βασιλείου.
Οι εργασίες της Γαλλικής αποστολής στην Ελλάδα και η εργασία των Βαυαρών επιστημόνων που ήρθαν στην Ελλάδα μαζί με τον Όθωνα το 1833, οδήγησαν στη δημιουργία επιστημονικών χαρτών, μεγάλης λεπτομέρειας. Ο χάρτης του Αλντενχόφεν αποτυπώνει με ακρίβεια την Εύβοια στις απαρχές του νέου Ελληνικού Βασιλείου και συμπληρώνεται από τις «χωρογραφίες» που εκδόθηκαν την ίδια εποχή και μας δίνουν αναλυτικές πληροφορίες για την θέση, τις μεταξύ τους αποστάσεις και τον πληθυσμό όλων των οικισμών της Εύβοιας. Από τις πιο γνωστές χωρογραφίες είναι αυτές των Ι. Σταματάκη (1846), Ιάκωβου Ραγκαβή (1853) και Α. Μανσόλα (1867).
Η Εύβοια του 19ου αιώνα ήταν πολύ διαφορετική από τη σημερινή όσο αφορά τους οικισμούς της και τη σχετική σημασία αυτών. Η αποτύπωσή της σε χάρτες και γεωγραφίες της εποχής είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και θα εξεταστεί σε επόμενο άρθρο.
Παραπομπές
[1] Γενικά, πτολεμαϊκούς χάρτες ονομάζουμε όσους χρησιμοποιούν τις λίστες τοπωνυμίων πόλεων και γεωφυσικών χαρακτηριστικών που αναφέρονται στη Γεωγραφία του Πτολεμαίου, ανεξάρτητα από το γεωγραφικό υπόβαθρο που χρησιμοποιούν.
[8] Δείτε τον εδώ. https://exhibits.stanford.edu/ruderman/catalog/ty672qj4812
[9] Δείτε τον εδώ. https://exhibits.stanford.edu/ruderman/catalog/cn840vp9566