Η συνύπαρξη τριών θρησκειών στην τουρκοκρατούμενη Χαλκίδα, οι λατρευτικοί χώροι και τα νεκροταφεία της.
To άρθρο αποτελεί απόσπασμα από την πτυχιακή εργασία του Βασίλη Παπαδόπουλου «Έγριπος. Η πόλη της Χαλκίδας κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών (15ος – 19ος αιώνας). Μαρτυρίες από περιηγητικά κείμενα» που είχε συγγραφεί για τις ανάγκες του πρώτου κύκλου των μεταπτυχιακών σπουδών του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με ειδίκευση στη νεώτερη και σύγχρονη Ελληνική ιστορία. Επόπτρια: Όλγα Κατσιαρδή – Hering.
Οι τίτλοι, οι υπότιτλοι, τα lead των άρθρων, οι λεζάντες των φωτογραφιών καθώς και οι παραθέσεις διευκρινιστικών σχολίων εντός αγκυλών είναι του επιμελητή της δημοσίευσης στο square.gr Βάγια Κατσού. Ευχαριστούμε το συγγραφέα για την άδεια πρώτης δημοσίευσης αποκλειστικά στο square.gr
Προηγούμενα άρθρα από την ίδια πτυχιακή εργασία:
Τα μουσουλμανικά κτίσματα
Σποραδικές είναι οι μαρτυρίες που παρέχουν τα περιηγητικά κείμενα για μουσουλμανικά κτίσματα θρησκευτικής χρήσης [πέρα των τεμενών, που μπορείτε να δείτε εδώ] στην Τουρκοκρατούμενη Χαλκίδα.
Ο Εβλιά Τσελεμπή υπογραμμίζει την ύπαρξη μεντρεσέδων [μουσουλμανικό ιεροσπουδαστήριο], σχολείων και τεκέδων τόσο στο Κάστρο όσο και στο Προάστιο, αναφέροντας μάλιστα δύο μεντρεσέδες, πέντε σχολεία και τέσσερις τεκέδες στο χώρο έξω από τα τείχη[1]. Οι αριθμοί αυτοί δεν είναι δυνατό να διασταυρωθούν, καθώς ελάχιστες μαρτυρίες παρέχονται από άλλους περιηγητές.
Επιβεβαιωμένη, τόσο από αφηγηματικές πηγές όσο και από φωτογραφική απεικόνιση, είναι η ύπαρξη κτίσματος που λειτουργούσε ως τεκές στην κορυφή του λόφου Βελήμπαμπα στα όρια του Προαστίου. Μαρτυρία για το κτίσμα αυτό παρέχει ο Baedeker γύρω στο 1880, ο οποίος κάνει λόγο για έναν παλιό τούρκικο τεκέ που λειτουργεί ως παρεκκλήσιο του Προφήτη Ηλία[2]. Μια φωτογραφία των αρχών του 20ου αιώνα, η οποία φέρεται να αφορά το κτίσμα, εικονίζει ένα κτήριο απλής κατασκευής, με τετράγωνο σχήμα και στέγαση με μικρό τρούλο[3].
Μαρτυρία για την παρουσία κτίσματος, το οποίο αναφέρεται ως Τεκές, παραθέτει ο Γεώργιος Φιλάρετος. Σύμφωνα με την αφήγησή του, καθώς περιγράφει τη συνοικία της Σουβάλας, παρατηρεί στο ύψωμα του ομώνυμου κόλπου, κοντά στη σημερινή εκκλησία της Παναγίτσας, ένα κτίσμα στη θέση «Τεκέ», το οποίο χρησίμευε ως αλαταποθήκη[4].
Ερείπια μουσουλμανικού τεμένους ή τεκέ, πιθανότατα στη θέση της σημερινής «Δεξαμενής» Χαλκίδας. Φωτογραφία Hans Hold Ruins, 1923.
Ο τεκές στη θέση της σημερινής «Δεξαμενής» Χαλκίδας.
Η εβραϊκή συναγωγή
Η παρουσία εβραϊκού πληθυσμού στην πόλη επί Τουρκοκρατίας οδηγεί αυτόματα στην εύλογη υπόθεση για την ύπαρξη Συναγωγής, παρά τις ιδιαίτερα πενιχρές μαρτυρίες.
Κατά τη βενετική περίοδο η Συναγωγή βρισκόταν εκτός των τειχών [δείτε σχετική αναφορά εδώ], καθώς απαγορευόταν η άσκηση της ιουδαϊκής λατρείας μέσα στην τειχισμένη πόλη· παρά λοιπόν τη μετοίκηση του εβραϊκού πληθυσμού στο χώρο του Κάστρου, η Συναγωγή εξακολούθησε να βρίσκεται στην παλιά βενετική συνοικία, στα νότια της πόλης[5]. Η κατοπινή μαρτυρία του Εβλιά Τσελεμπή για την ύπαρξη εβραϊκής συνοικίας και μίας «χάβρας» εντός του τειχισμένου οικισμού οδηγεί στην υπόθεση, ότι το κτήριο της Συναγωγής μεταφέρθηκε σε κάποια χρονική στιγμή μέσα στο Κάστρο[6]. Ο κατάλογος κτισμάτων του Κάστρου του 1840 αναγράφει κτήριο Συναγωγής στην οδό Άνω Πύλης, εκεί όπου βρίσκεται και σήμερα το νεότερο κτήριο.
Εντός κύκλου, ο τεκές στη θέση της σημερινής «Δεξαμενής» Χαλκίδας, όπως φαινόταν από μακριά. Λεπτομέρεια πανοραμικής φωτογραφίας του 1884-90.
Οι χώροι λατρείας των Χριστιανών
Για τους χώρους λατρείας του χριστιανικού πληθυσμού οι πληροφορίες είναι ακόμη πιο ασαφείς.
Λόγω της καταστροφής που υπέστη το Προάστιο το 1470 και της έλλειψης μαρτυριών, δεν είμαστε σε θέση να ανιχνεύσουμε ποιοι από τους ναούς που μαρτυρούνται κατά τη βενετική περίοδο εξακολούθησαν να σώζονται και να χρησιμοποιούνται και στα κατοπινά χρόνια· επίσης καμιά παρατήρηση δεν υπάρχει για κατασκευή ναού κατά τα οθωμανικά χρόνια. Κοινή είναι η επισήμανση πολλών περιηγητών, ότι οι εκκλησίες των χριστιανών βρίσκονταν μόνο στο χώρο του Προαστίου, γεγονός που συνάδει και με τις μαρτυρίες για την αποκλειστική παρουσία χριστιανών στο Προάστιο· ωστόσο, οι πηγές μιλούν αόριστα για «μερικές εκκλησίες», χωρίς να προβαίνουν σε περισσότερες λεπτομέρειες[7].
Ο Εβλιά Τσελεμπή κάνει λόγο για πέντε εκκλησίες που αντιστοιχούσαν σε πέντε χριστιανικούς μαχαλάδες. Πολλοί, επίσης, περιηγητές αναφέρονται στη δράση Ιησουϊτών μοναχών στην πόλη, οι οποίοι διατηρούσαν ένα μικρό ναό στο χώρο του Προαστίου με σκοπό τη διδασκαλία των νέων, αλλά και την προσφορά υπηρεσίας στην Καθολική Εκκλησία[8]. Η μόνη ένδειξη για την ύπαρξη ορθόδοξου χριστιανικού ναού προέρχεται από την παρατήρηση του Ιωαννίδη, ο οποίος τοποθετεί στη θέση του ναού του Αγίου Δημητρίου που χτίστηκε στα 1837 το μοναδικό χριστιανικό ναΐσκο της πόλης κατά την οθωμανική περίοδο[9] [δείτε επίσης σχετικά εδώ].
Εντός κύκλου, η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη και το χριστιανικό νεκροταφείο, όπως φαίνονταν από μακριά. Λεπτομέρεια πανοραμικής φωτογραφίας του 1884-90.
Τα νεκροταφεία της τουρκοκρατούμενης πολιτείας
Σημαντική θέση μέσα στον αστικό ιστό κάθε πόλης καταλαμβάνουν τα νεκροταφεία.
Στην οθωμανοκρατούμενη Χαλκίδα, όπως και στις περισσότερες πόλεις του ελληνικού χώρου την ίδια περίοδο, υπήρχαν, λόγω της συνύπαρξης διαφορετικών θρησκευμάτων, διαφορετικές τοποθεσίες που λειτουργούσαν ως χώροι ταφής. Παρά το γεγονός ότι από το Μεσαίωνα δεν ίσχυε η αυστηρή ταφή των νεκρών έξω από τα αστικά τείχη,[10] η αρχαιολογική έρευνα έχει εντοπίσει – τουλάχιστο όσον αφορά τη Χαλκίδα – ότι οι περισσότεροι τάφοι βρίσκονταν στην εκτός των τειχών αστική περιοχή[11].
Για το οθωμανικό νεκροταφείο της πόλης σημαντική είναι η μαρτυρία του Leake, ο οποίος ορίζει την περιοχή που παρεμβαλλόταν ανάμεσα στην τάφρο και την χριστιανική πόλη του Βούργου ως την τοποθεσία του τουρκικού νεκροταφείου[12]. Την πληροφορία αυτή επιβεβαιώνουν τόσο ο Βρετανός Raikes, όσο και ο ανώνυμος Γερμανός, οι οποίοι ορίζουν την περιοχή του νεκροταφείου ως διαχωριστική μεταξύ Κάστρου και Προαστίου[13]. Ο Καλλίας κατά το β΄ μισό του 19ου αιώνα τοποθετεί το τούρκικο νεκροταφείο στα νότια της πόλης. Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, το οθωμανικό νεκροταφείο βρισκόταν στην περιοχή που ήταν γνωστή μέχρι πρόσφατα ως Τούρκικα Μνήματα και βρισκόταν έξω από την περίφραξη του Προαστίου, κατά μήκος της οδού Αρεθούσης μεταξύ της οδού Πήλικα και του εργοστασίου Δάριγκ. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να υπήρχε η συνήθεια της μεμονωμένης ταφής προσώπων σε τοποθεσίες εκτός του «επίσημου» νεκροταφείου[14]. Κάποιοι περιηγητές παρατηρούν την ύπαρξη πολλών τάφων, διασκορπισμένων σε διάφορα σημεία του Προαστίου[15]. Η επισήμανση αυτή συμφωνεί και με τα ευρήματα της αρχαιολογικής έρευνας[16].
Για την περιοχή ταφής των χριστιανών δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες. Η ανακάλυψη πληθώρας συστάδων αλλά και μεμονωμένων τάφων στον εκτός των τειχών χώρο οδηγεί στην υπόθεση, ότι πιθανώς δεν υπήρχε οργανωμένος τόπος ταφής για τους χριστιανούς. Μοναδική είναι η μαρτυρία του Καλλία, ότι πριν το 1840 οι χριστιανοί έθαβαν τους νεκρούς τους γύρω από τους ενοριακούς ναούς· επίσης περιγράφει το νεκροταφείο του Αγίου Ιωάννη, το οποίο βρισκόταν στις ανατολικές παρυφές της πόλης[17]. Το νεκροταφείο αυτό αποτελεί κατασκευή του 19ου αιώνα και χρησιμοποιούνταν μέχρι πρόσφατα. Τέλος, το εβραϊκό νεκροταφείο φαίνεται ότι βρισκόταν επίσης έξω από την περίφραξη του Προαστίου στους ανατολικούς πρόποδες του Βελήμπαμπα, στο χώρο όπου βρίσκεται και σήμερα[18].
Επόμενο άρθρο: Η οικονομική ζωή στην Οθωμανική Χαλκίδα
Παραπομπές
[1] Φουσάρας, ΑΕΜ 6, σ. 161-163.
[2] Baedeker, ό.π., σ. 224: «Προς τα ανατολικά τα σπίτια εκτείνονται προς το ύψωμα του Βελήμπαμπα, όπου βρισκόταν ένας παλιός τούρκικος τεκές (οίκημα προσευχής), τώρα παρεκκλήσιο του Προφήτη Ηλία».
[3] Η φωτογραφία βρίσκεται στην έκδοση του Ιωαννίδη, ό.π., σ. 38.
[4] Σκούρας, ΑΕΜ 25, σ. 29. Στο ίδιο άρθρο ο Σκούρας αναφέρεται στην ύπαρξη μερικών ακόμη τεκέδων στην πόλη.
[5] Koder, Negroponte, σ. 94.
[6] Φουσάρας, ΑΕΜ 6, σ. 161.
[7] Spon, σ. 60, Coronelli, Account, σ. 206, Randolph, σ. 5, Dapper, σ. 290.
[8] Όλοι σχεδόν οι περιηγητές του τέλους του 17ου αιώνα, όπως ο Coronelli, ο Randolph, ο Spon, Magni και ο Dapper αναφέρονται στους Ιησουΐτες μοναχούς και το «Σεμινάριό» τους που λειτουργούσε στην πόλη. Ενδεικτικά: Magni, ό.π., σ. 105-106: «Γυρίσαμε έπειτα την θαυμάσια περιοχή στην οποία βρήκαμε κάποια χαρακώματα φτιαγμένα από τους χριστιανούς τον καιρό της επίθεσης που παραμένουν σε απόσταση το πολύ μισό μίλι από το φρούριο. Εκεί μένουν πατέρες Ιησουΐτες σε ένα στενό μοναστήρι και λειτουργούν σε μία εκκλησίτσα πολύ καλά φροντισμένη. Μένουν έξω από το φρούριο στο προάστιο, όπου φροντίζουν να βοηθούν με μεγάλη συμπόνια τους φτωχούς. Τους σκλάβους και ειδικά αυτούς που μιλούν φράγκικα τους παρηγορούν και τους παρέχουν πνευματική βοήθεια ακόμη και εγκόσμια, όταν τους το επιτρέπει η κατάστασή τους». Dapper, ό.π., σ. 290: «Οι Ιησουίτες έχουν μια εκκλησία, την οποία ισχυρίζονται πως διατηρούν με μοναδικό σκοπό την ανατροφή και εκπαίδευση των παιδιών των νησιωτών. Εντούτοις, επιδίδονται, όσο μπορούν, στη διάδοση και ανάπτυξη της Ρωμαϊκής θρησκείας».
[9] Ιωαννίδης, ό.π., σ. 34. Ωστόσο ούτε η πληροφορία αυτή είναι κοινώς αποδεκτή: η Γούτου-Φωτοπούλου (ό.π., σ. 23) παρατηρεί ότι ο ναός του Αγίου Δημητρίου χτίστηκε «σε αραβικού μνημειακού κτηρίου ερείπια». Βλ. εδώ.
[10] Την επισήμανση αυτή κάνει ο Τριανταφυλλόπουλος, Συνέδριο, σ. 188, υποσημ. 137.
[11] Βλ. τον κατάλογο αρχαιολογικών ευρημάτων στο: Τριανταφυλλόπουλος, Συνέδριο, σ. 210-221.
[12] Leake, ό.π., τ. 2, σ. 255-256.
[13] Walpole 1818, ό.π., σ. 299. Ανώνυμος, στο Koder, ΑΕΜ 17, σ. 115: «Το κέντρο της πόλης κατοικείται μόνο από τους Τούρκους· οι Έλληνες και οι Εβραίοι – οι τελευταίοι εδώ λίαν πολυάριθμοι – κατοικούν σ’ ένα μεγάλο προάστιο, το οποίο χωρίζεται από την πόλη με ένα τείχος και έναν εκτεταμένο χώρο, που χρησιμεύει ως νεκροταφείο».
[14] Η ύπαρξη χώρων ταφής διασκορπισμένων μέσα στον αστικό ιστό υπογραμμίζεται και από τη βιβλιογραφία. Βλ. ενδεικτικά: Δημητριάδης, Γιάννενα, ό.π., σ. 113.
[15] Ο Predl (ό.π., σ. 152) κάνει λόγο για πολλούς τούρκικους τάφους στο Προάστιο: «Το προάστιο είναι εξαιρετικά γεμάτο με τούρκικους τάφους. Πολλοί είχαν καταπέσει, και μισοσαπισμένα κρανία έβγαιναν από μέσα» Βλ. επίσης Bronzetti, ό.π., σ. 89.
[16] Βλ. τον πίνακα αρχαιολογικών ευρημάτων στην πόλη της Χαλκίδας που δημοσιεύει ο Τριανταφυλλόπουλος, Συνέδριο, σ. 210-220.
[17] Καλλίας, ό.π., σ. 45-46.
[18] Τριανταφυλλόπουλος, Συνέδριο, σ. 188, υποσημ. 137. Καλλίας, ό.π., σ. 46.