Οι άνθρωποι που επισκέφτηκαν και περιέγραψαν τη Χαλκίδα κατά τη διάρκεια των 353 χρόνων Τουρκοκρατίας.
To άρθρο αποτελεί απόσπασμα από την πτυχιακή εργασία του Βασίλη Παπαδόπουλου «Έγριπος. Η πόλη της Χαλκίδας κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών (15ος – 19ος αιώνας). Μαρτυρίες από περιηγητικά κείμενα» που είχε συγγραφεί για τις ανάγκες του πρώτου κύκλου των μεταπτυχιακών σπουδών του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με ειδίκευση στη νεώτερη και σύγχρονη Ελληνική ιστορία. Επόπτρια: κα Όλγα Κατσιαρδή – Hering.
Οι τίτλοι, οι υπότιτλοι, τα lead των άρθρων, οι λεζάντες των φωτογραφιών καθώς και οι παραθέσεις διευκρινιστικών σχολίων εντός αγκυλών είναι του επιμελητή της δημοσίευσης στο square.gr Βάγια Κατσού. Ευχαριστούμε το συγγραφέα για την άδεια πρώτης δημοσίευσης αποκλειστικά στο square.gr
Προηγούμενα άρθρα από την ίδια πτυχιακή εργασία:
Πριν εισέλθουμε στην περιγραφή της πόλης της Χαλκίδας κατά την οθωμανική της περίοδο με βάση τις μαρτυρίες των περιηγητών [στα άρθρα που θα ακολουθήσουν], σκόπιμο θεωρείται να προηγηθεί μια σύντομη αναφορά στους ίδιους τους ταξιδιώτες που επισκέφθηκαν την πόλη μεταξύ 15ου και 19ου αιώνα, στα κείμενα των οποίων βασίστηκε η έρευνα.
Οι πρώτες περιγραφές για την πόλη της Χαλκίδας έγιναν με αφορμή την κατάληψή της από τους Τούρκους στα 1470. Πρόκειται για αφηγήσεις αυτοπτών κατά βάση μαρτύρων, κυρίως Ιταλών, οι οποίοι βρίσκονταν στην πόλη την εποχή εκείνη. Τρία είναι τα βασικά κείμενα αυτής της κατηγορίας: τα χρονικά των Giacomo Rizzardo, Jacopo dalla Castellana και Giovan Maria Angiolello[1]. Και οι τρεις μας άφησαν περιγραφές των γεγονότων της πολιορκίας και της άλωσης της πόλης. Ο Rizzardo ήταν γραμματικός του πλοιάρχου Lorenzo Contarini, ο οποίος συμμετείχε με το πλοίο του στο βενετικό στόλο με επικεφαλής τον Da Canale που είχε σπεύσει να βοηθήσει την πολιορκούμενη πόλη. Ο Jacopo dalla Castellana μαρτυρά ότι βρισκόταν στη Χαλκίδα τις μέρες της πολιορκίας και κατάληψής της, το ίδιο και ο Giovan Maria Angiolello, ο οποίος μάλιστα πιάστηκε αιχμάλωτος και αφού ακολούθησε το σουλτάνο στην Κωνσταντινούπολη μπήκε στην υπηρεσία του.
Κατά το 16ο αιώνα οι μαρτυρίες περιηγητών για την πόλη της Χαλκίδας είναι αρκετά περιορισμένες. Ο Πρώσος Reinhold Lubenau, ο οποίος στα 1587 συνόδευσε τον αυτοκράτορα Ροδόλφο Α΄ σε μια αποστολή προς το σουλτάνο στην Κωνσταντινούπολη, τον επόμενο χρόνο αποχώρησε από την αποστολή και ακολούθησε τον Άγγλο πρεσβευτή στην Πύλη σε ένα ταξίδι επιθεώρησης στη Μεσόγειο. Στο ταξίδι αυτό του δόθηκε η ευκαιρία να επισκεφθεί τις ελληνικές θάλασσες, καταγράφοντας τις εντυπώσεις του σε ημερολόγιο. Στα κείμενά του περιλαμβάνεται μια αρκετά κατατοπιστική περιγραφή της πόλης, η οποία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε επιτόπια παρατήρηση[2]. Ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση του Ισπανού Diego Galan: αιχμάλωτος από Αλγερινούς πειρατές, καθώς κατευθυνόταν προς την Κωνσταντινούπολη, σε μια στάση του πλοίου στη Χαλκίδα το Μάιο του 1589, κατάφερε να δραπετεύσει. Το οδοιπορικό του, μολονότι είναι αρκετά λεπτομερειακό, δεν περιέχει παρά ελάχιστες πληροφορίες για την πόλη του τέλους του 16ου αιώνα[3]. Παράλληλα, μια ενδιαφέρουσα αλλά αμφισβητήσιμου κύρους πηγή από την ίδια περίοδο αποτελούν τα λεγόμενα «ιζολάρια» ή «νησολόγια». Από τα κείμενα αυτά, και κυρίως εκείνα που απομακρύνονται από τη «λόγια» παράδοση και παραθέτουν στοιχεία που σχετίζονται με τη σύγχρονή τους πραγματικότητα, μπορεί κανείς να αντλήσει χρήσιμες πληροφορίες για την πόλη. Στα πιο κατατοπιστικά έργα του είδους, τα οποία περιέχουν και πολύ ενδιαφέροντα σχέδια και χάρτες, ανήκουν εκείνα των Ιταλών χαρτογράφων Camocio και Rosaccio από το 16ο και Boschini από το 17ο αιώνα[4].
Κατά το 17ο αιώνα επισκέφτηκαν τη Χαλκίδα σημαντικοί περιηγητές, οι οποίοι περιέγραψαν αναλυτικά και με σημαντική ακρίβεια τη σύγχρονή τους κατάσταση της πόλης, παρά τα άφθονα μυθολογικά και «ανεκδοτολογικού» τύπου στοιχεία που εξακολουθούν να συνυπάρχουν στα έργα τους. Ο Τούρκος Εβλιά Τσελεμπή, κατά την περιπλάνησή του στον ελληνικό χώρο, πέρασε από το «Εγριμπόζ» [βλ. ιστορία ονομασιών της Χαλκίδας] στα 1667 και κατέγραψε την κατάσταση της πόλης, περιγράφοντας τα τζαμιά και τους τούρκικους μαχαλάδες, πολύτιμες πληροφορίες που απουσιάζουν από τα ευρωπαϊκά περιηγητικά κείμενα της εποχής[5]. Από τους Ευρωπαίους περιηγητές που πέρασαν την ίδια περίπου εποχή την πόλη ξεχωρίζει το όνομα του Γάλλου γιατρού και αρχαιοδίφη Jacob Spon· συνοδευόμενος από τον Άγγλο βοτανολόγο George Wheler, ο Spon επισκέφτηκε στα 1674-75 και 1676 τον ελληνικό χώρο και κατήρτισε ένα από τα πλέον μεθοδικά και κατατοπιστικά ταξιδιωτικά έργα της εποχής[6]. Σημαντικός ταξιδιώτης της εποχής ήταν και ο Ιταλός Cornelio Magni, ο οποίος περιηγήθηκε σε περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταξύ 1671-1675, συνοδεύοντας το Γάλλο πρέσβη στην Υψηλή Πύλη μαρκήσιο του Nointel. Το βασικότερο ταξιδιωτικό του έργο “Relazione della città d’ Athene, colle Provincie dell’ Attica, Focia, Beozia, e Negroponte…”, παρά τις εμφανείς επιρροές από παρόμοια έργα – και κυρίως από έργα του Spon – διακρίνεται για το προσωπικό και γλαφυρό του ύφος[7]. Ο Vincenzo Maria Coronelli, γεωγράφος και χαρτογράφος της Βενετικής Δημοκρατίας, μολονότι δεν ταξίδεψε ποτέ ο ίδιος, παραθέτει χρήσιμες πληροφορίες για τη Χαλκίδα του τέλους του 17ου αιώνα. Στα έργα του περιλαμβάνονται και σημαντικά σχέδια και απεικονίσεις των οχυρωματικών έργων της πόλης[8]. Τέλος, άξιο λόγου είναι και τα ταξιδιωτικά κείμενα του Βρετανού Bernard Randolph, ο οποίος στα πλαίσια ειδικής αποστολής περιηγήθηκε την Πελοπόννησο, τη Στερεά και τα νησιά του Αιγαίου. Απόρροια του ταξιδιού αυτού ήταν δύο έργα, ένα για την ηπειρωτική χώρα και ένα για τη νησιωτική· στο δεύτερο περιγράφεται η σύγχρονη κατάσταση πολλών νησιών του Αρχιπελάγους, μεταξύ αυτών και της Εύβοιας[9].
Τα χρονικά του Bergamense, 1553. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Περιδιαβαίνοντας το Εγριμπόζ του 18ου αιώνα
Κατά τον επόμενο αιώνα η πόλη της Χαλκίδας δε φαίνεται να προσελκύει το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων περιηγητών. Το γεγονός αυτό αποτελεί πιθανή ένδειξη της παρακμής, στην οποία είχε περιέλθει η πόλη την εποχή εκείνη.
Στους λιγοστούς ταξιδιώτες που πέρασαν από τη Χαλκίδα κατά το 18ο αιώνα συγκαταλέγονται οι εξής: ο Paul Lucas, απεσταλμένος του Γάλλου βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ΄, περιηγήθηκε στις ελληνικές χώρες στα τέλη του 17ου και τις αρχές του 18ου αιώνα, με σκοπό τη συγκέντρωση αρχαιοτήτων. Τα έργα του, μολονότι γραμμένα από άλλους, διακρίνονται για το πλήθος των πληροφοριών που περιέχουν. Ο Άγγλος Charles Thompson περιηγήθηκε στα 1730-1732 στα νησιά του Αιγαίου και την Αττικοβοιωτία για εμπορικούς σκοπούς, έχοντας στο επίκεντρο της προσοχής του τη σύγχρονη ζωή των περιοχών που επισκέφτηκε[10].
Οι επόμενοι σημαντικοί ταξιδιώτες που επισκέφτηκαν την πόλη εντοπίζονται χρονικά στις αρχές του 19ου αιώνα· οι περισσότεροι προέρχονταν από την Αγγλία και ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα ονόματα των Leake, Hobhouse και Dodwell. Από τους παραπάνω κορυφαία περίπτωση είναι αναμφίβολα εκείνη του William Martin Leake, ο οποίος περιπλανήθηκε στο σύνολο των ελληνικών περιοχών στα πλαίσια μιας στρατιωτικής αποστολής και κατήρτισε ένα μεθοδικό και λεπτομερειακό έργο περιγραφής τους, περιλαμβάνοντας ιστορικά, αρχαιολογικά, γεωγραφικά και λαογραφικά στοιχεία για τις περιοχές και τους κατοίκους τους. Ο Leake πέρασε από τη Χαλκίδα το Δεκέμβριο του 1805 και ενδιαφέρθηκε τόσο για τη σύγχρονη κατάσταση της πόλης – κυρίως για τα οχυρωματικά έργα – όσο και για τα μνημεία του ιστορικού της παρελθόντος[11]. Άξιο λόγου είναι και το ταξίδι που πραγματοποίησε στα 1809-1810 ο John Hobhouse, Άγγλος πολιτικός και φιλέλληνας, συνοδός για ένα διάστημα του λόρδου Byron στις περιπλανήσεις του· στο ταξιδιωτικό του έργο “A journey through Albania and other provinces of Turkey…” παραθέτει μια γενική περιγραφή της εικόνας της Χαλκίδας στα προεπαναστατικά χρόνια[12]. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί το όνομα του Άγγλου Edward Dodwell, Άγγλου αρχαιολόγου, ο οποίος συνέγραψε ένα σημαντικό τοπογραφικό και αρχαιολογικό οδοιπορικό, προϊόν της περιπλάνησής του στον ελληνικό χώρο στα 1801 και 1805-1806[13]. Συνοδός του στο ταξίδι του ήταν ο Ιταλός ζωγράφος Simone Pomardi, ο οποίος, εκτός από τα σχέδια που φιλοτέχνησε για λογαριασμό του Dodwell, κρατούσε και προσωπικό ημερολόγιο, όπου παρέθετε μαζί με τις περιγραφές μνημείων και κάποιες σημαντικές πληροφορίες για τις περιοχές που επισκέφτηκε[14].
Στα χρόνια που ακολούθησαν την ενσωμάτωση της Χαλκίδας στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος στα 1833, πολλοί ήταν οι ταξιδιώτες που την επισκέφθηκαν, καθώς εκ των πραγμάτων αναδείχθηκε σε μία από τις σημαντικότερες πόλεις του ελληνικού βασιλείου. Σημαντικό χαρακτηριστικό των περιηγητών αυτής της περιόδου είναι ότι περιγράφουν την κατάσταση της πόλης όπως ακριβώς την είδαν οι ίδιοι, χωρίς να αντιγράφουν έργα παλαιότερων ταξιδιωτών. Ενδιαφέροντες πληροφορίες παραθέτουν στα έργα τους οι Γερμανοί Ross και Bronzetti, οι οποίοι παρουσιάζουν την εικόνα της πόλης στα πρώτα χρόνια της οθωνικής περιόδου. Ο Βαυαρός Ludwig Ross, πρώτος καθηγητής αρχαιολογίας και φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, συνόδευσε το βασιλικό ζεύγος Όθωνα και Αμαλία στα ταξίδια τους στο ελληνικό κράτος[15]. Τελική ημερομηνία υποβολής υποψηφιοτήτων: έως 14 Δεκεμβρίου 2016. Ο C. J. Bronzetti, αξιωματούχος της βαυαρικής διοίκησης, ήταν παρών και περιέγραψε στο έργο του την τελετή παράδοσης της πόλης από τον εκπρόσωπο του Τούρκου μπέη στους Βαυαρούς τον Απρίλιο του 1833[16]. Την ίδια περίπου εποχή επισκέφτηκε την πόλη και ο Γερμανός Ulrichs, ο οποίος αφιέρωσε ένα ολόκληρο κεφάλαιο του έργου του για την περιγραφή της τοπογραφίας του νησιού της Εύβοιας και της Χαλκίδας[17]. Από τα κατοπινά έργα ξεχωρίζουν αυτά του Γερμανού Stephani και των Γάλλων Buchon και Girard για το μεγάλο πλήθος μαρτυριών που περιέχουν. Ο Γάλλος ιστορικός συγγραφέας Alexandre Buchon επισκέφτηκε τη Χαλκίδα στα 1841, διεξάγοντας μάλιστα επισταμένη έρευνα για να εντοπίσει μια επιγραφή που αναφέρει ο παλιότερος περιηγητής Wheler και σχετίζεται με έναν Βενετό βάιλο[18]. Ο Γάλλος Jules Girard επισκέφθηκε τρεις φορές τη Χαλκίδα μεταξύ των ετών 1850-51 και κατήρτισε ένα σημαντικό έργο, αφιερωμένο αποκλειστικά στο ταξίδι του στο νησί της Εύβοιας[19].
Επόμενο άρθρο: Η Χαλκίδα επί Τουρκοκρατίας
Παραπομπές:
[1] Τα δύο πρώτα κείμενα έχουν εκδοθεί στα ελληνικά από τον Γ. Γκίκα στο άρθρο του «Δύο βενετσιάνικα χρονικά για την άλωση της Χαλκίδας από τους Τούρκους στα 1470» Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών 6 (1959) 194-255. Το έργο του Angiolello έχει επίσης μεταφραστεί στα ελληνικά: Αντζολέλλο, Τζιοβάν Μαρία, Ένας Βενετός του 15ου αιώνα στην αυλή του Μεγάλου Τούρκου, Στοχαστής, Αθήνα 19891, 19983.
[2] Lubenau, Reinhold, Beschreibung der Reisen des Reinhold Lubenau (έκδ. W. Sahm), Königsberg 1912. Επίσης βλ. Koder, Johannes, «Ένας Γερμανός ταξιδιώτης στη Χαλκίδα του 1588», Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών 14 (1968) 87-112, Σιμόπουλος, Κυριάκος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, Αθήνα 1984-5, τ. Α, σ. 422-423.
[3] Galan, Diego, Cautiverio y trobajos de Diego Galan, natural de Consuegra y vecino de Toledo, 1589 a 1600, Madrid 1913. Επίσης βλ. Βιγγοπούλου, Ιόλη, «Ένας Ισπανός λιποτάκτης του 16ου αιώνα στη Μάνη» στο Μάνη. Μαρτυρίες για το χώρο και την κοινωνία. Περιηγητές και επιστημονικές αποστολές 15ος – 19ος αιώνας, Πρακτικά συμποσίου, Αθήνα 1996, σ. 197-213.
[4] Camocio, G.F., Isole famose, porti, fortezze e terre marittime…, Venezia 1571-1575, Rosaccio, Gioseppe, Viaggio da Venetia, a Constantinopoli per mare, e per terra, & insieme quello di Terra Santa, Venezia 1598, Boschini, Marco, L’ Arcipelago con tutte le Isole, scogli secche e bassi fondi…, Venetia 1658.
[5] Η περιγραφή της Εύβοιας από τον Εβλιά Τσελεμπή έχει εκδοθεί από τον Φουσάρα: βλ. Φουσάρας, Γ. Ι., «Τα Ευβοϊκά του Εβλιά Τσελεμπή», ΑΕΜ 6 (1959) 150-171. Βλ. επίσης Σιμόπουλος, ό.π., τ. Α, σ. 580-600.
[6] Spon, Jacob – Wheler, George, Italiänische, Dalmatische, Griechische und Orientalische Reise- Bescheibung…, Nürnberg 1690. Wheler, George, A journey into Greece by George Wheler Esq; in company of Dr Spon of Lyons, London 1682. Επίσης: Σιμόπουλος, ό.π., τ. Α, σ. 689-698.
[7] Magni, Cornelio, Relazione della città d’ Athene, colle Provincie dell’ Attica, Focia, Beozia, e Negroponte, ne’ tempi, che furono queste passeggiate da Cornelio Magni, Parma 1688. Για τον Magni βλ. Ιέλο, Μαριάντζελα, «Ένας Ιταλός περιηγητής στην Αθήνα του 17ου αιώνα», στο Αρχιτεκτονική και πολεοδομία από την αρχαιότητα έως σήμερα. Η περίπτωση της Αθήνας, Πρακτικά διεπιστημονικού συνεδρίου. Μουσείο Βούρου-Ευταξία (της πόλεως των Αθηνών), 15-18 Φεβρουαρίου 1996, Αθήνα 1997, σ. 125-127, επίσης Σιμόπουλος, ό.π., τ. Α, σ. 662-666.
[8] Από τα έργα του Coronelli εκείνα που περιέχουν στοιχεία για τη Χαλκίδα είναι τα εξής: An historical and geographical account of the Morea, Negropont and the maritime places as far as Thessalonica, London 1687 και Historia del Regno di Negroponte e sue isole adiacenti, Venetia 1695.
[9] Randolph, Bernard, The present state of the islands in the Archipelago (or Arches), Oxford 1687. Επίσης: Σιμόπουλος, ό.π., τ. Α, σ. 683-689.
[10] Thompson, Charles, The travels of the late Charles Thompson esq, Reading 1752, επίσης Σιμόπουλος, ό.π., σ. 163-171.
[11] Leake, William Martin, Travels in northern Greece, Amsterdam 1967. Επίσης βλ. Αποστόλου, Νότα, «Ένας σχολαστικός παρατηρητής στην Εύβοια του 1805», ΑΕΜ 19 (1974) 259-272. Επίσης Σιμόπουλος, ό.π., τ. Γ1, σ. 317-505.
[12] Hobhouse, J.C., A journey through Albania and other provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople during the years 1809 and 1810, London 1813. Βλ. επίσης: Γκίκας, Γιάννης, «Ο Χομπχάουζ στην προεπαναστατική Χαλκίδα», ΑΕΜ 17 (1971) 18-32, Σιμόπουλος, ό.π., τ. Γ2, σ. 66-113.
[13] Dodwell, Edward, A classical and topographical tour through Greece during the years 1801, 1805 and 1806, 2 τόμοι, London 1819. Επίσης Σιμόπουλος, ό.π., τ. Γ1, σ. 144-179.
[14] Pomardi, Simone, Viaggio nella Grecia negli anni 1804, 1805 e 1806, Roma 1820. Επίσης Σιμόπουλος, ό.π., τ. Γ1, σ. 233-244.
[15] Ross, Ludwig, Erinnerungen und Mittheilungen aus Griechenland, Berlin 1863 και Wanderungen in Griechenland im Gefolge des Königs Otto und der Königinnn Amalie, 2 τόμ. σε 1, Halle 1851.
[16] Bronzetti, C.J., Erinnerung an Griechenland aus den Jahren 1832-1835, Würzburg 1842.
[17] Ulrichs, H.N., Reisen und Forschungen in Griechenland. Zweiter Theil: Topographische und archäologische Abhandlungen, Berlin 1863.
[18] Buchon, Alexandre, Voyage dans l’ Eubee, les isles Ioniennes et les Cyclades en 1841, Paris 1911. Βλ. επίσης Κοκκίνης, Σπύρος (επιμ.), «Το ημερολόγιο του Buchon. Μια επίσκεψη στη Χαλκίδα του 1841», στο Παλιά κείμενα που μιλάνε για την Εύβοια, Χαλκίδα χ. χ., σ. 5-14. (ανατύπωση από Ευβοϊκός Λόγος 19-20 (Σεπτ. – Οκτ. 1959).
[19] Girard, J., Memoire sur l’ ile d’ Eubée, Paris 1852.