Καταγραφή των μουσουλμανικών τεμενών στη Χαλκίδα επί Τουρκοκρατίας. Ποια διασώθηκαν κατά τα μεταπαναστατικά χρόνια και ποια ήταν η τύχη τους. Οι είκοσι καλύτερες εικόνες τους.
To άρθρο αποτελεί απόσπασμα από την πτυχιακή εργασία του Βασίλη Παπαδόπουλου «Έγριπος. Η πόλη της Χαλκίδας κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών (15ος – 19ος αιώνας). Μαρτυρίες από περιηγητικά κείμενα» που είχε συγγραφεί για τις ανάγκες του πρώτου κύκλου των μεταπτυχιακών σπουδών του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με ειδίκευση στη νεώτερη και σύγχρονη Ελληνική ιστορία. Επόπτρια: Όλγα Κατσιαρδή – Hering.
Οι τίτλοι, οι υπότιτλοι, τα lead των άρθρων, οι λεζάντες των φωτογραφιών καθώς και οι παραθέσεις διευκρινιστικών σχολίων εντός αγκυλών είναι του επιμελητή της δημοσίευσης στο square.gr Βάγια Κατσού. Ευχαριστούμε το συγγραφέα για την άδεια πρώτης δημοσίευσης αποκλειστικά στο square.gr
Προηγούμενα άρθρα από την ίδια πτυχιακή εργασία:
Από τα κτήρια που χρησίμευαν για την κάλυψη των λατρευτικών αναγκών του μουσουλμανικού πληθυσμού στη Χαλκίδα κυρίαρχη θέση καταλάμβαναν τα ισλαμικά τεμένη και τα mescids, τα μικρά συνοικιακά τζαμιά. Η εξέτασή τους θα βασιστεί τόσο στις αφηγηματικές πηγές, όσο στις σχεδιαστικές αναπαραστάσεις και την αρχαιολογική έρευνα.
Για τα τζαμιά που υπήρχαν μέσα στην περιφέρεια του οχυρωμένου Κάστρου οι μαρτυρίες είναι ποικίλες. Τα δημοσιευμένα οθωμανικά κατάστιχα του 16ου αιώνα, από τις οκτώ μουσουλμανικές συνοικίες που καταγράφουν, οι τρεις έχουν το όνομα τεμένους: το κατάστιχο που δημοσίευσε η Μπαλτά αναφέρει τα τζαμιά Cami-i Atik, Cami-i Davud Bey και το Mescid-i Topçi Hızır, ενώ στο κατάστιχο που δημοσίευσαν οι Καρύδης και Kiel γίνεται λόγος για το τζαμί Cami-i Şerif, το Mescid-i Topçi Hızır και το όνομα Davud Bey, το οποίο πιθανότατα αφορά το ίδιο τζαμί που αναφέρεται στο προηγούμενο έγγραφο. Ο Εβλιά Τσελεμπή του 17ου αιώνα κάνει λόγο για έντεκα τζαμιά μέσα στο Κάστρο, από τα οποία περιγράφει πέντε κεντρικά και έξι mescids: στην πρώτη κατηγορία ανήκουν τα εξής: το τζαμί του Μωάμεθ του Πορθητή, το οποίο σύμφωνα με τον περιηγητή ήταν παλιά χριστιανική εκκλησία [Aγία Παρασκευή], του Νταούτ, του Εμίρ-Ζαδέ, του Φιλ-Ζαδέ και του Καρλή-Ζαδέ, ενώ στα mescids συγκαταλέγονται αυτά του Οσμάν-αγά, του Τουρχάν μπέη, του Χασάν-Μπαμπά, του Κιουτσούκ Ιλιάς και του Μουσά αγά[1]. Ο Εβλιά αναφέρεται επίσης και σε έναν αριθμό τεμενών στο Προάστιο: ανάμεσα σε αυτά περιγράφει δύο κεντρικά τεμένη, ενώ επισημαίνει την ύπαρξη εννιά mescids [μικρά τζαμιά χωρίς μιναρέ][2]. Οι αριθμοί αυτοί δε μπορούν να επιβεβαιωθούν ούτε από άλλες πηγές ούτε από την αρχαιολογική έρευνα, η οποία είναι σε θέση να ταυτίσει μόνο κάποια από τα τεμένη αυτά. Αντίθετα, τα κείμενα Ευρωπαίων περιηγητών, μεταξύ αυτών οι αναφορές των Coronelli, Spon, Wheler, Randolph, Dapper, κάνουν λόγο για δύο τζαμιά στο εσωτερικό των τειχών και δύο τζαμιά στο Προάστιο. Ποικίλες πληροφορίες αναφορικά με τα τζαμιά περιλαμβάνουν τα κείμενα των ταξιδιωτών που περιγράφουν την πόλη μετά την ενσωμάτωσή της στο ελληνικό κράτος. Ο Brandis αναφέρεται σε δύο τζαμιά, τα οποία συναντά καθώς διασχίζει την κεντρική οδό του Κάστρου[3]. Oι Neigebaur και Aldenhoven κάνουν λόγο για αρκετά τζαμιά στην πόλη και στο προάστιο, από τα οποία περιγράφουν δύο τεμένη του προαστίου[4], ενώ αρκετοί μιλούν αόριστα για έναν αριθμό τζαμιών που είτε ήταν ερειπωμένα, είτε είχαν μεταβληθεί σε εκκλησίες, στρατώνες ή σχολεία[5].
Ο Εβλιά Τσελεμπή στα τέλη του 17ου αιώνα ανέφερε έντεκα τζαμιά μέσα στο Κάστρο (πέντε κεντρικά και έξι μικρότερα mescids). Στο Προάστιο περιέγραψε δύο κεντρικά τεμένη, ενώ επεσήμανε την ύπαρξη εννιά μικρότερων mescids. Εικόνα: Μονόφυλλο του 1690. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Δύο μιναρέδες (Ουρσύ – Μπαϊρακλί) και ένα καμπαναριό στο κέντρο (Άγιος Δημήτριος), στο παραλιακό μετεπαναστατικό Προάστιο της Χαλκίδας. Εικόνα: Otto Magnus von Stackelberg, La Grece, Vues pittoresques et topographiques… 1829-1834 (λεπτομέρεια). Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Μια επιπλέον μαρτυρία για τον αριθμό των οθωμανικών κτισμάτων στην πόλη, τουλάχιστο μέσα στο οχυρωμένο Κάστρο, μπορεί να αντληθεί από το πολεοδομικό διάγραμμα του 1840. Στο σχεδιάγραμμα αυτό σημειώνονται τρεις τοποθεσίες με την ημισέληνο, σημείο που υποδηλώνει την παρουσία μουσουλμανικού κτίσματος. Τα στοιχεία μπορούν να συμπληρωθούν από διάφορα σχέδια και φωτογραφίες της πόλης, τα πιο αξιόπιστα από τα οποία ανάγονται στο 19ο αιώνα. Σε έγχρωμο σχέδιο του περιηγητή Etienne Rey, το οποίο περιλαμβάνεται σε έργο του που εκδόθηκε στα 1867 και απεικονίζει το περιτειχισμένο Κάστρο, μπορεί να διακρίνει κανείς δύο μιναρέδες, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται η απουσία μιναρέ από κάποιο τέμενος[6]. Επίσης, σε σχέδιο του Stackelberg σε έργο με χρονολογίες έκδοσης 1829-1834, διακρίνονται δύο μιναρέδες εντός του Κάστρου και δύο μιναρέδες στο Προάστιο[7].
Το τζαμί Εμιρ Ζαδέ, όπως ήταν την εποχή που είχε ακόμη το κιονοστήρικτο προστώο (ρεβάκ) με τους τρεις τρουλίσκους του. Εικόνα: Antoine Marie Chenavard, voyage en Grece et dans le Levant… 1858. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Το τζαμί Εμιρ Ζαδέ όπως ήταν στα 1905-7. Φωτογραφία Frederick Boissonnas.
Σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς, στη θέση του Εμιρ Ζαδέ κατά την Ενετοκρατία βρισκόταν η εκκλησία του Αγίου Μάρκου. Η αντίθετη άποψη υποστηρίζει πως ο ναός αυτός της Γαληνότατης βρισκόταν βορειότερα, σε κάποιο σημείο επί της σημερινής οδού Αγγελή Γοβιού. Φωτογραφία: δεκαετία 1960, αγνώστου.
Το Εμιρ Ζαδέ ανήκε αναμφίβολα στα σημαντικότερα τεμένη της πόλης, γεγονός που μαρτυρείται από τη θέση του στην κεντρική πλατεία του Κάστρου της Χαλκίδας. Φωτογραφία: δεκαετία 1928, αγνώστου.
Το Εμίρ Ζαδέ
Ένα από τα κυριότερα τεμένη του Κάστρου είναι το μοναδικό που σώζεται μέχρι σήμερα στην πλατεία Πεσόντων Οπλιτών, την κεντρική πλατεία του τειχισμένου οικισμού.
Για την ονομασία του η έρευνα δεν έχει καταλήξει σε οριστικό συμπέρασμα. Κάποιοι ερευνητές το ταυτίζουν με το τζαμί του Μωάμεθ του Πορθητή[8] το οποίο περιγράφει ο Εβλιά Τσελεμπή ως «το τζαμί που στον καιρό των γκιαούρηδων ήταν μεγάλη εκκλησία χριστιανικής λατρείας»[9]. Η περιγραφή που παραδίδει ο Εβλιά ταιριάζει με την εικόνα του τεμένους, ενώ η εκκλησία που αναφέρει ταυτίζεται με το ναό του Αγίου Μάρκου, στη θέση του οποίου κτίστηκε το τέμενος. Την ύπαρξη τζαμιού στη θέση του Αγίου Μάρκου επισημαίνει και ο Randolph στα τέλη του 17ου αιώνα[10]. Άλλοι ερευνητές, ωστόσο, ταυτίζουν το τέμενος με αυτό που αναφέρει ο Εβλιά ως τζαμί Εμίρ Ζαδέ, καθώς συνδέουν το τζαμί του Πορθητή με το ναό της Αγίας Παρασκευής[11]. Το οικοδόμημα έχει αποτυπωθεί σχεδιαστικά στα μέσα του 19ου αιώνα από τον Γάλλο περιηγητή Antoine-Marie Chenavard[12]. Πρόκειται για ένα τέμενος του κλασικού οθωμανικού τύπου, το οποίο διέθετε τρούλο και τέσσερις κίονες στην όψη, οι οποίοι στήριζαν εξωτερική τοξοστοιχία με τρεις καμάρες όπου στηρίζονταν τρεις μικροί τρούλοι, ενώ στην πλαϊνή πλευρά του κτίσματος υπήρχε μιναρές. Από το κτίσμα σήμερα λείπουν η εξωτερική θολωτή τοξοστοιχία και ο μιναρές, από τον οποίο σώζεται μόνο η βάση. Το τέμενος ανήκε αναμφίβολα στα σημαντικότερα της πόλης, γεγονός που μαρτυρείται από τη θέση του στην κεντρική πλατεία του οθωμανικού αστικού τμήματος, και μάλιστα στη θέση του ναού του Αγίου Μάρκου, του επώνυμου ναού των Βενετών, όπου βρίσκονταν τα κύρια δημόσια κτήρια της βενετικής διοίκησης. Στην ίδια πλατεία πιθανολογείται η ύπαρξη και δεύτερου τζαμιού, το οποίο ταυτίζεται με το Νταούτ, το οποίο αναφέρεται από τον Εβλιά[13].
Το Εμίρ-Ζαδέ στις αρχές του εικοστού αιώνα. Άγνωστος φωτογράφος.
Σε πρώτο πλάνο το Κάστρο του Ευρίπου και το πεντάτοξο γεφύρι του. Στο βάθος το Εμιρ Ζαδέ, με την εξωτερική θολωτή τοξοστοιχία και τον μιναρέ του, που σήμερα δεν διασώζονται. Εικόνα: Antoine Marie Chenavard, voyage en Grece et dans le Levant… 1858. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Φωτογραφία τραβηγμένη περίπου απ’ το ίδιο σημείο που ο Chenavard ζωγράφισε την προηγούμενη γκραβούρα, με διαφορά περίπου 20-30 χρόνων, όπου πολλά είχαν πλέον αλλάξει. Το Εμιρ Ζαδέ στα 1884-90. Λεπτομέρεια πανοραμικής φωτογραφίας, συλλογή Μ. Γ. Τσαγκάρη, αγνώστου.
Η πίσω αθέατη πλευρά του Εμιρ Ζαδέ, σήμερα. Φωτογραφία: Βάγιας Κατσός.
Τα τζαμιά Φιλίογλου και Νταούτ Μπέη.
Μέσα στο χώρο του Κάστρου υπάρχουν μαρτυρίες από το 19ο αιώνα για την ύπαρξη δύο ακόμα τεμενών. Το ονομαζόμενο Φιλίογλου τζαμί βρισκόταν στη σημερινή οδό Ιουστινιανού, πολύ κοντά στο ναό της Αγίας Βαρβάρας· η θέση του σημειώνεται και στο πολεοδομικό διάγραμμα του 1840[14].
Πιθανή θεωρείται η ταύτισή του με το τέμενος Φιλ Ζαδέ που αναφέρει ο Εβλιά Τσελεμπή[15]. Τέλος σε φωτογραφίες της πόλης που χρονολογούνται στα τέλη του 19ου αιώνα διακρίνεται κοντά στο ναό της Αγίας Παρασκευής ένα κτίσμα με τρούλο, το οποίο πρόκειται προφανώς για οθωμανικό τέμενος [Νταούτ Μπέη. Τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια μετεσκευάστηκε σε στρατιωτικό θεραπευτήριο][16]. Ο Ιωαννίδης το τοποθετεί στη συμβολή των οδών Ερωτοκρίτου και Ανδρούτσου[17]. Εξακριβωμένη είναι, επίσης, η χρήση του ναού της Αγίας Παρασκευής στο Κάστρο ως μουσουλμανικού τεμένους. Εύλογα μπορεί να υποθέσει κανείς, ότι με την επικράτησή τους οι Οθωμανοί θα χρησιμοποίησαν έναν από τους κύριους χριστιανικούς ναούς της τειχισμένης πόλης, όπου επρόκειτο να εγκατασταθεί ο μουσουλμανικός πληθυσμός, για τις ανάγκες της δικής τους, κυρίαρχης πλέον, θρησκείας. Την πληροφορία δίνει πρώτος ο Εβλιά, ο οποίος κάνει λόγο για «το τζαμί του Μωάμεθ του Πορθητή που στον καιρό των γκιαούρηδων ήταν μεγάλη εκκλησία χριστιανικής λατρείας»[18].
Το Νταούτ Μπέη τζαμί (τέρμα αριστερά), πίσω από τα ανατολικά τείχη του Κάστρου της Χαλκίδας. Φωτογραφία: Frederick Hasluck, 1905-1910. Βρετανική Σχολή Αθηνών (λεπτομέρεια).
Το Νταούτ Μπέη τζαμί όπως το ζωγράφισε ο Λ. Φ. Κλέντσε, το 1834.
Το Νταούτ Μπέη τζαμί βρισκόταν -σύμφωνα με τον Ε. Ιωαννίδη- στη συμβολή των οδών Ερωτοκρίτου και Ανδρούτσου. Σχεδόν δίπλα του, το καμπαναριό της αγίας Παρασκευής. Λεπτομέρεια πανοραμικής φωτογραφίας, συλλογή Μ. Γ. Τσαγκάρη, αγνώστου, 1884-90.
Τα τεμένη του Προαστίου – το Ουρσύ τζαμί στη θέση του σημερινού Αγίου Νικολάου.
Στο χώρο του Προαστίου επιβεβαιωμένη είναι η ύπαρξη δύο τεμενών, ενώ σποραδικές μαρτυρίες υπάρχουν για μερικά άλλα μουσουλμανικά κτίσματα.
Από τα σημαντικότερα τεμένη στο χώρο έξω από τα τείχη ήταν αυτό που βρισκόταν στη θέση του σημερινού ναού του Αγίου Νικολάου, κοντά στην προκυμαία. Για την ονομασία του τεμένους υπάρχουν δύο απόψεις: η πρώτη υποστηρίζει ότι πρόκειται για το Μπαϊρακλί τζαμί[19], νεώτεροι όμως ερευνητές προτείνουν την ονομασία Ουρσύ τζαμί και τοποθετούν την ανέγερσή του γύρω στο 1794. [Λέγεται πως το έχτισε ο γνωστός Αλή Πασάς της Ηπείρου, ο οποίος εξουσίαζε και τη βόρεια Εύβοια. Έχοντας στις βλέψεις του και το κάστρο της Χαλκίδας, έκανε δωρεά το τζαμί αυτό, για να καλοπιάσει τους κατοίκους. Την πληροφορία πως χτίστηκε περίπου το 1794 επιβεβαιώνει και ο Ελ. Ιωαννίδης στο βιβλίο του «1836 – 2000. Η ιστορία του Δήμου Χαλκιδέων». Όπως συγκεκριμένα αναφέρει, αυτό «προκύπτει από πληροφορία που μας διασώζει η “Παλίρροια”, η μακροβιότερη τοπική εφημερίδα, στο φύλλο της 25.2.1884, σύμφωνα με την οποία ζούσαν ακόμη στη Χαλκίδα “οι άνθρωποι που εργάστηκαν στην ανέγερση του κτιρίου”»][20]. Μια αποτύπωση του τεμένους του Αγίου Νικολάου περιλαμβάνει στο έργο του «Voyage en Grèce et dans le Levant…» ο Γάλλος περιηγητής Etienne Rey[21]. Το σχέδιο αποτυπώνει ένα κτίσμα τετράγωνης μορφής με ημισφαιρικό τρούλο που εδραζόταν σε πολυγωνική βάση, ενώ στην πλευρά της εισόδου υπήρχε πρόπυλο με θόλους και κιονοστοιχία. Δίπλα στο τέμενος βρισκόταν ως ανεξάρτητο κτίσμα ένας κυλινδρικός μιναρές που κατέληγε σε εξώστη. Στο σχέδιο, το οποίο φέρει την ημερομηνία 6 Οκτωβρίου 1843, είναι εμφανής η μετασκευή του τζαμιού σε χριστιανικό ναό, καθώς υπάρχει σταυρός στην κορυφή του τρούλου, ενώ ο μιναρές έχει μετατραπεί σε καμπαναριό. Το τέμενος αναφέρεται από τους περιηγητές Neigebaur και Aldenhoven, οι οποίοι επισκέφθηκαν την πόλη στα πρώτα χρόνια της ένταξής της στο νεοελληνικό κράτος, επισημαίνοντας μάλιστα τη χρήση του ως εκκλησίας, καθώς εντοπίζουν στο μιναρέ το σταυρό αντί για την ημισέληνο[22].
[Το 1880 ξεκίνησε η μερική κατεδάφιση του πρόναου του τεμένους Ουρσί, που από τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια λειτουργούσε ως μετασκευασμένος χριστιανικός ναός του Αγ. Νικολάου και είχε χαρακτηρισθεί ετοιμόρροπος προ δεκαετίας. Ο τρούλος του ήταν επικίνδυνος να πέσει στα κεφάλια των εκκλησιαζόμενων, κάτι που είχε συμβεί πρόσφατα στην Αθήνα με τον τρούλο της Ζωοδόχου Πηγής και είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 12 πιστών. Ο αρχιερέας του Αγίου Νικολάου μαζί με το δήμαρχο Ηρακλή Γαζέπη, ως πρόεδρος και του εκκλησιαστικού συμβουλίου, έκλεισαν το ναό στις 29 Ιανουαρίου 1883, έχοντας πριν πάρει την απόφαση να χτίσουν στην ίδια θέση νέο ορθόδοξο, καθώς ήταν ντροπή για τους Χαλκιδέους, να εκκλησιάζονται στο κέντρο της Χαλκίδας μέσα σ’ ένα τζαμί…]
[Κατεδαφίστηκε ολοκληρωτικά το Φεβρουάριο του 1890. Στις 20 Μαΐου 1890, παρουσία των αρχών της πόλης, και πλήθους Χαλκιδαίων, εψάλει αγιασμός για την κατάθεση του θεμέλιου λίθου της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου στη θέση του.]
Το Ουρσύ τζαμί σύμφωνα με νεώτερους μελετητές ανεγέρθηκε γύρω στα 1794. Στη θέση του ανεγέρθηκε η εκκλησία του Αγίου Νικολάου στα τέλη του 19ου αιώνα. Εικόνα: Etienne Rey, Voyage en Grece et dans le Levant, 1867. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Ο τρούλος του Ουρσύ τζαμί, όπως φαινόταν από τη θάλασσα. Σε πρώτο πλάνο, το εργοστάσιο ποτοποιίας Χατζηπαναγιώτη, που λίγο αργότερα έδωσε τη θέση του στο σημερινό μέγαρο Κότσικα, στην παραλία της Χαλκίδας. Λεπτομέρεια πανοραμικής φωτογραφίας, συλλογή Μ. Γ. Τσαγκάρη, αγνώστου, 1884-90.
Το Μπαϊρακλί τζαμί στην πλατεία αγοράς.
Το δεύτερο τζαμί του Προαστίου, το Μπαϊρακλί ή Περγιακλί τζαμί (τζαμί της σημαίας) του οποίου η ύπαρξη είναι εξακριβωμένη από τις πηγές, βρισκόταν στη σημερινή πλατεία Αγοράς, στη γωνία της με την οδό Νεοφύτου. [Η εξακρίβωση της ονομασία του προκύπτει από το σχετικό φάκελο και το ίδιο το Κτηματολόγιο του Δήμου Χαλκιδέων του έτους 1895, σύμφωνα με τον Ελ. Ιωαννίδη]
Μαρτυρίες για το συγκεκριμένο τέμενος δίνουν οι περιηγητές Neigebaur και Aldenhoven γύρω στα 1840, οι οποίοι αναφέρονται σε δύο τζαμιά στο Προάστιο: το ένα έχει μετατραπεί σε εκκλησία – πρόκειται για το τζαμί στη θέση του Αγίου Νικολάου που από νωρίς χρησιμοποιήθηκε για τη χριστιανική λατρεία, ενώ το δεύτερο χρησιμοποιούνταν από τους εναπομείναντες Τούρκους της πόλης για τις θρησκευτικές τους ανάγκες[23]. Την ίδια πληροφορία παραδίδει και ο Γεώργιος Φιλάρετος στα 1863, ο οποίος περιγράφοντας την πλατεία Αγοράς αναφέρεται στο μοναδικό τζαμί που διατηρούσε την αρχική του λατρευτική χρήση[24]. Η μορφή του τεμένους μπορεί να αναπαρασταθεί με βάση τη μοναδική σωζόμενη απεικόνισή του σε μια φωτογραφία που χρονολογείται γύρω στα 1880. Στη φωτογραφία εικονίζεται ένα κτίσμα με αρκετές ομοιότητες με τα άλλα τεμένη της πόλης, σχεδόν τετράγωνης κατασκευής, με τρούλο και μιναρέ, ενώ στην πλάγια όψη φαίνεται ότι μάλλον διέθετε θολωτή τοξοστοιχία[25].
[Η ακριβής ημερομηνία κατεδάφισης του τεμένους στη δημοτική αγορά δεν είναι γνωστή. Ο Ελ. Ιωαννίδης στο βιβλίο του «Η ιστορία του Δήμου Χαλκιδέων» αναφέρει πως αυτή έγινε το 1987, λάθος προφανώς εκ’ παραδρομής. Επίσης, η Ελένη Γούτου Φωτοπούλου στο βιβλίο της «Σύσταση και εξέλιξη του Δήμου Χαλκιδέων» αναφέρει ως ημερομηνία κατεδάφισης του τον Φεβρουάριο του 1890, χωρίς να παραθέτει περαιτέρω στοιχεία.
Το πιθανότερο είναι πως γκρεμίστηκε στα 1900-1905. Σε αυτό συνηγορούν δύο στοιχεία: Α) Φωτογραφία που το εμφανίζει, με ημερομηνία 1889. Β) δημοσίευμα της εφημερίδας Εύριπος (15.7.1899) το οποίο αναφέρει τα εξής (σε νεοελληνική ελεύθερη απόδοση): «Το παρά την εβδομαδιαία αγορά τζαμί προ πολλών ετών κρίθηκε ετοιμόρροπο και ζητήθηκε από το Νομάρχη η κατεδάφιση του, αλλά τίποτα έκτοτε δε συνέβη, καθώς παραμένει ετοιμόρροπο απειλώντας τους πολίτες που περνούν δίπλα του και ασχημίζοντας την περιοχή του. Όπως μαθαίνουμε, αιτία της μη κατεδαφίσεως του είναι η Τουρκική πρεσβεία, η οποία αγνοούμε για ποιους λόγους επιμένει να διατηρηθεί το τέμενος αυτό, καθώς προ πολλού έπαυσε να λειτουργεί λατρευτικά, έχει παραμεληθεί εντελώς και χρησιμοποιείται ως αποθήκη ξυλείας. Νομίζουμε επίσης πως δεν αποτίει φόρο τιμής στους λίγους εναπομείναντες Οθωμανούς συμπολίτες μας, των οποίων ο αριθμός σημειωτέον έχει μειωθεί πρόσφατα, ο ναός τους να βρίσκεται σε αυτή την ελεεινή κατάσταση, κάτι που αποτελεί ύβρη προς την θρησκεία τους. Ελπίζουμε πως σύντομα, μαζί με την κατεδάφιση του Φρουρίου, οι αρμόδιοι να προνοήσουν και να ενεργήσουν τα δέοντα, ώστε να κατεδαφιστεί το άκομψο αυτό κτίριο, που οι εξωτερικοί του τοίχοι είναι κατερειπωμένοι και η γύρω από αυτό περιοχή έχει μεταβληθεί σε δημόσια ουρητήρια που βρωμούν ανυπόφορα».
Τα θεμέλιά του Μπαϊρακλί τζαμί βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές στην πλατεία για την κατασκευή του υπόγειου παρκινγκ της πλατείας αγοράς].
Το Μπαϊρακλί ή Περγιακλί τζαμί στην πλατεία εμπόρων (σημερινή «αγοράς»), το 1880. Δίπλα του περνά η σημερινή οδός Νεοφύτου. Ξεχωρίζει στο βάθος το τότε ρολόι και σήμερινή σειρήνα της πόλης. Αγνώστου φωτογράφου.
Σπάνια γενική άποψη της πλατείας εμπόρων (σημερινή «αγοράς») στα 1889. Ξεχωρίζει στο κέντρο το Μπαϊρακλί τζαμί.
Τα υπόλοιπα τζαμιά του Προαστίου.
Ασαφείς είναι οι πληροφορίες που υπάρχουν για άλλα τζαμιά.
Ο Ιωαννίδης επισημαίνει την ύπαρξη ενός μικρού τεμένους, το οποίο λεγόταν Κουτουρλό τζαμί και βρισκόταν στο Προάστιο, στη συμβολή των οδών Αποστόλη και Λεμπέση[26]. Η ύπαρξη του τεμένους αυτού διασταυρώνεται από το Δημοτικό Κτηματολόγιο του 1895 και από συμβόλαια της περιοχής. Επίσης η Γούτου-Φωτοπούλου, αναφερόμενη στο ναό του Αγίου Δημητρίου, παρατηρεί ότι η ανέγερσή του το 1837 έγινε πάνω στα ερείπια αραβικού μνημειακού κτίσματος[27].
Επόμενο άρθρο: “Τρεις θρησκείες σε μια πολιτεία”.
Ερείπια μουσουλμανικού τεμένους ή τεκέ, πιθανότατα στη θέση της σημερινής «Δεξαμενής» Χαλκίδας. Φωτογραφία Hans Hold Ruins, 1923.
Ο τεκές στη θέση της σημερινής «Δεξαμενής» Χαλκίδας.
Παραπομπές
[1] Φουσάρας, ΑΕΜ 6, σ. 160-161.
[2] Φουσάρας, ΑΕΜ 6, σ. 162-163.
[3] Brandis, ό.π., σ. 121 : «Ανάμεσα στα σπίτια και τις καλύβες της τωρινής πόλης, τα οποία κείτονται ερειπωμένα μέσα στα χαλάσματα στην ευρεία περιοχή της πρώην τούρκικης Χαλκίδας, περνά μια στενή, μακριά οδός μέχρι τη γέφυρα, όπου προεξέχουν δύο πρώην τζαμιά, τώρα χριστιανικές εκκλησίες, μεγάλα τετραγωνισμένα κτήρια με πολυγωνική εξωτερική όψη, όπου ο χαμηλός, στρογγυλός τρούλος σχηματίζει καμάρα, δίπλα σε κομψούς μιναρέδες. Αυτοί είναι τόσο στενοί, που μετά βίας μένει χώρος για μια στενή, σκοτεινή σκάλα στο εσωτερικό, απ’ όπου κανείς καταλήγει με δυσκολία σε μια μικρή πλατφόρμα, απ’ όπου βλέπει κανείς την πόλη, με τις λίγες φοινικιές, κυπαρίσσια και πορτοκαλιές, τα λίγα απομεινάρια των παλιών τούρκικων κήπων».
[4] Neigebaur – Aldenhoven, ό.π., τ. Β΄, σ. 153.
[5] Μεταξύ άλλων: Stephani, ό.π., σ. 20-21: «Ένας αριθμός τζαμιών, χτισμένων στο ωραιότερο στυλ, των οποίων οι μιναρέδες κατοικούνται από πελαργούς, έχουν μετατραπεί εν μέρει σε εκκλησίες και σχολεία, ενώ άλλα παραμένουν σε αχρηστία και κοντεύουν να καταρρεύσουν, αφού κανείς δε φροντίζει για τη διατήρηση και τη σκόπιμη χρήση τους», επίσης Girard, ό.π., σ. 10, Vischer, ό.π., σ. 675, Wyse, ό.π., σ. 202.
[6] Το έργο του Rey είναι το: Voyage pittoresque en Grèce et dans le Levant…, 1867. Βλ. Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 1999, εικ. 64.
[7] Το σχέδιο περιλαμβάνεται στο έργο La Grèce : Vues pittoresques et topographiques…, 1829-1834. Βλ. Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 1999, εικ. 72.
[8] Koder, Negroponte, σ. 90, υποσημ. 135.
[9] Φουσάρας, ΑΕΜ 6, σ. 160.
[10] Randolph, ό.π., σ. 4.
[11] Τριανταφυλλόπουλος, Συνέδριο, σ. 190.
[12] Χαρακτικά της Εύβοιας, ό.π., εικ. 79.
[13] Τριανταφυλλόπουλος, Συνέδριο, σ. 190.
[14] Ο Ιωαννίδης μάλιστα επισημαίνει ότι τμήμα της οικοδομής του τεμένους είναι ενσωματωμένο στο κτίσμα του πρώην κινηματογράφου «Νίκη» στην οδό Κώτσου. Βλ. Ιωαννίδης, ό.π., σ. 23.
[15] Φουσάρας, ΑΕΜ 6, σ. 161.
[16] Πρόκειται για πανοραμική εικόνα της Χαλκίδας, τυπωμένη μάλιστα ανάστροφα, η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο του Σπύρου Κοκκίνη, «Ιστορικά μνημεία και λαϊκή αρχιτεκτονική» ΑΕΜ 15 (1969), εικ. 28.
[17] Ιωαννίδης, ό.π., σ. 23.
[18] Φουσάρας, ΑΕΜ 6, σ. 160.
[19] Τριανταφυλλόπουλος, Συνέδριο, σ. 190, Γούτου-Φωτοπούλου, ό.π., σ. 29.
[20] Ιωαννίδης, ό.π., σ. 31, 34.
[21] Χαρακτικά της Εύβοιας, ό.π., εικ. 80.
[22] Neigebaur – Aldenhoven, ό.π., τ. 2, σ. 153.
[23] Neigebaur – Aldenhoven, ό.π., τ. 2, σ. 153. «Υπάρχουν τόσο στο Κάστρο όσο και στο Προάστιο αρκετά καλοφτιαγμένα τζαμιά· ένα στο Προάστιο είναι ακόμα σε χρήση από τους εναπομείναντες εδώ Τούρκους, ένα άλλο επίσης στο Προάστιο έχει μετατραπεί σε ελληνική εκκλησία και βλέπει κανείς στο μιναρέ αντί για την ημισέληνο το χριστιανικό σταυρό».
[24] Σκούρας, ό.π., ΑΕΜ 25, σ. 33-34.
[25] Βλ. Ιωαννίδης, ό.π., σ. 34.
[26] Ιωαννίδης, ό.π., σ. 31, 40-41.
[27] Γούτου-Φωτοπούλου, ό.π., σ. 23.