Το κάστρο στον πορθμό του Ευρίπου, σε μια φωτογραφία του Ναυάρχου Αρθούρου Μένσελ, τραβηγμένη στις 18-5-1870 από τις επάλξεις των τειχών που βρίσκονταν πίσω από το σπίτι του. Πάνω από τη βόρεια, πλευρική πύλη (που πριν το 1858 ένωνε μέσω πεντάτοξης γέφυρας το κάστρο με τη βοιωτική ακτή) διακρίνεται ο εντοιχισμένος Βενετικός θυρεός, ο φτερωτός λέοντας του Αγίου Μάρκου, ο οποίος τοποθετούνταν συνήθως στα τείχη και πάνω από τις πύλες των Βενετοκρατούμενων φρουρίων και καστροπολιτειών. Όπως είχε δείξει στην ομάδα «Φίλοι Ιστορίας Χαλκίδας» του Facebook ο Βάγιας Κατσός, ο λέοντας αυτός σήμερα διασώζεται στη μόνιμη έκθεση γλυπτών από το Νεγροπόντε, στο κάστρο του Καραμπαμπά, στη Χαλκίδα. Ψηφιακή αποκατάσταση – φωτογραφία θυρεού: Βάγιας Κατσός.
Γιώργος Λόης
Τα απομεινάρια της Βενετσιάνικης αριστοκρατίας στη σημερινή Χαλκίδα.
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
1. «Τα Φραγκικά οικόσημα της Χαλκίδος», Γ. Ε Τιπάλδου, Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τόμος Δ’, σελίδες 352 – 364, Αθήναι, 1927.
2. Σχετικές πληροφοριακές πινακίδες του εκθεσιακού χώρου της συλλογής γλυπτών στον δυτικό προμαχώνα του κάστρου Καραμπαμπά Χαλκίδας.
Ανάμεσα στα αξιόλογα κομψοτεχνήματα της μόνιμης έκθεσης μεσαιωνικών γλυπτών, που φιλοξενείται στο δυτικό προμαχώνα του κάστρου στο λόφο του Καραμπαμπά της Χαλκίδας, συγκαταλέγονται και αρκετά οικόσημα Βενετσιάνων αξιωματούχων, οι οποίοι υπηρέτησαν σε διάφορες διοικητικές θέσεις στο Νεγροπόντε στα τελευταία χρόνια της Λατινοκρατίας στην Εύβοια.
Οι εμβληματικοί θυρεοί είναι φιλοτεχνημένοι ανάγλυφα σε λίθινες πλάκες και οι περισσότεροι εκτίθενται σε ιδιαίτερη θεματική ενότητα, ενώ ορισμένοι πλαισιώνουν εγχάρακτες επιγραφές σε άλλο μέρος του εκθεσιακού χώρου. Συνιστούν δε αντιπροσωπευτικά δείγματα εραλδικής τέχνης[1] και παράλληλα προσλαμβάνουν μία μείζονα ιστορική σπουδαιότητα, καθώς αντικατοπτρίζουν την αδιαφιλονίκητη κυριαρχία της Βενετίας στην καστροπολιτεία του Ευρίπου, και κατ’ επέκταση σε ολόκληρη την νησιωτική επικράτεια, ουσιαστικά έπειτα από το 1383, όταν δολοφονήθηκε ο τελευταίος ανταγωνιστής Λομβαρδός βαρώνος της Εύβοιας, ο Nicolo Dalle Carceri. Κατά την προσφιλή τακτική της Γαληνότατης Δημοκρατίας, μόλις περιέρχονταν στην κατοχή της κάποιο φρούριο ή οχυρωμένη πόλη, μεριμνούσε έτσι ώστε να τοποθετηθεί σε περίοπτη θέση στα τείχη και ιδίως πλησίον ή πάνω από τις πύλες ο επιβλητικός θυρεός της με την περίφημη παράσταση του φτερωτού λέοντα του Αγίου Μάρκου και να αφαιρεθεί κάθε άλλο έμβλημα, που μαρτυρούσε προηγούμενους κατόχους. Αυτός λοιπόν είναι και ο λόγος που δεν διασώθηκε κανένα οικόσημο των έτερων Λομβαρδών αυθεντών της νήσου πριν από τα τέλη του 14ου αιώνα, δηλαδή των συγγενικών δυναστικών οίκων των Dalle Carceri και Da Verona, όπως και του βραχύβιου βαρώνου Peccoraro de Pecorari.
Σύμφωνα με την κρατούσα εθιμοτυπία, οι ανώτεροι αποικιακοί αξιωματούχοι της Βενετίας (γενικοί προβλέπτες της θάλασσας, βάϊλοι κ.λπ.) εντοίχιζαν τους οικογενειακούς θυρεούς τους επίσης στα τείχη και στα υπέρθυρα των πυλών παραπλεύρως ή κάτω από τον φτερωτό λέοντα. Οι δε κρατικοί τιτλούχοι δευτέρας τάξεως (προβλέπτες, φρούραρχοι, σύμβουλοι κ.λπ.) προσάρμοζαν και αυτοί το οικόσημο τους στα τείχη, σε εκκλησίες, στις οικίες τους, αλλά και ως κατασκευαστικοί χορηγοί σε δημόσια κτίρια, αποθήκες, δεξαμενές ή ακόμα και φρεατοστόμια, χωρίς όμως να συνοδεύεται από το επίσημο κρατικό έμβλημα του λέοντα του Αγίου Μάρκου.
Ανάγλυφοι θυρεοί Ενετικών οίκων επί λίθινων πλακών, όπως εκτίθενται στην σχετική θεματική ενότητα της μόνιμης έκθεσης μεσαιωνικών γλυπτών στον δυτικό προμαχώνα του κάστρου στο λόφο του Καραμπαμπά, στη Χαλκίδα. Φωτογραφία: Βάγιας Κατσός.
Ποιοι κατέγραψαν τους Βενετικούς θυρεούς του Νεγροπόντε.
Όσον αφορά τους θυρεούς των Ενετικών οίκων από το Νεγροπόντε, ο πρώτος που ασχολήθηκε με την καταγραφή τους ήταν ο περιηγητής Jean Alexandre Buchon.
O Γάλλος ιστοριοδίφης επισκέφτηκε τη Χαλκίδα στα 1841, πριν κατεδαφιστούν οι μεσαιωνικές οχυρώσεις της πόλης, και εντόπισε συνολικά έντεκα οικόσημα εντοιχισμένα πάνω από πύλες και κτίρια, τα οποία και δημοσίευσε μεταξύ άλλων σε δύο πίνακες (υπ’ αρίθμ’ 40 και 41) στον διερευνητικό «Άτλαντα» του[2], αποδίδοντας όμως πλημμελώς σχεδιαστικά κυρίως τους χρωματισμούς των επιμέρους επιφανειών και σε μία περίπτωση τα διακρινόμενα σύμβολα εντός των ανάγλυφων πεδίων, ενώ δεν ανέφερε σε ποιες οικογένειες ευγενών ανήκαν. Εκτός από τον Buchon, και ο διακεκριμένος Γερμανός βυζαντινολόγος Josef Strzygowski παρέθεσε άλλους δύο θυρεούς στη θεμελιώδη μελέτη του για την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής Χαλκίδας στα 1889, που ήταν ενταγμένοι σε μία ενιαία ανάγλυφη σύνθεση[3] μαζί με τον λέοντα του Αγίου Μάρκου, χωρίς να προβεί σε καμία συσχέτιση με Βενετσιάνους αξιωματούχους. Επίσης, ο πολυγραφότατος ιστορικός Σπυρίδων Λάμπρου, στη δίτομη έκδοση της μετάφρασης του μνημειώδους έργου του καταξιωμένου Βρετανού μεσαιωνολόγου William Miller περί της «Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι» στα 1909 – 1910, παρουσίασε έντεκα οικόσημα από την αλλοτινή καστροπολιτεία του Ευρίπου[4], εκ των οποίων τα τέσσερα είχαν δημοσιευτεί από τον Buchon και τα δύο από τον Strzygowski. Μάλιστα αρκετά από αυτά είχαν ήδη περισυλλεγεί και φυλάσσονταν στο τότε Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης. Ο δε Έλληνας ακαδημαϊκός, ομοίως με τους προηγουμένους, δεν κάνει καμία μνεία σχετικά με την αριστοκρατική προέλευση των εραλδικών ανάγλυφων.
Ωστόσο, ο υποναύαρχος Γεώργιος Ε. Τυπάλδος – Αλφονσάτος[5] θα εμβαθύνει εξ’ αντικειμένου περισσότερο στην εξέταση και τεκμηρίωση των μεσαιωνικών οικοσήμων του Νεγροπόντε, συντάσσοντας ένα λίαν διαφωτιστικό σύγγραμμα στα 1927, στο οποίο αποσαφηνίζονται τα στοιχεία της ταυτότητας τους. Ο πρωτοπόρος Έλληνας εραλδιστής μέσα από την επισταμένη έρευνα του, πιστοποίησε ότι τα διαλαμβανόμενα εμβλήματα ήταν όλα Ενετικών καταβολών, συγκρίνοντας τα χαρακτηριστικά τους με εκείνα ανάλογων θυρεών οίκων ευγενών από την Γαληνότατη Δημοκρατία, μέλη των οποίων είχαν διατελέσει ως κρατικοί υπάλληλοι στο Νεγροπόντε. Έτσι κατάφερε να καθορίσει τις Βενετσιάνικες οικογένειες, καθώς και αρκετά από τα φυσικά πρόσωπα, στα οποία ανταποκρίνονταν οι παραστάσεις των πεδίων τους. Βέβαια, όπως ο ίδιος τονίζει, αυτό το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο, γιατί μετά από την παρέλευση τόσων αιώνων τα λίθινα πλαίσια τους είχαν υποστεί φυσιολογική φθορά, με αποτέλεσμα να σε αρκετές περιπτώσεις να είναι δυσδιάκριτα τα ανάγλυφα περιγράμματα, ενώ οι αυθεντικοί χρωματισμοί των πεδίων και των γραμμών τους είχαν σχεδόν εξαλειφθεί πλήρως, όπως άλλωστε γίνεται αντιληπτό και σήμερα από την υφιστάμενη κατάσταση τους. Με βάση λοιπόν τα διασταυρωμένα συμπεράσματα του Τυπάλδου, θα επιδιώξουμε στην συνέχεια να παρουσιάσουμε εκ νέου και με απλό τρόπο, τα οικόσημα των Βενετσιάνων αξιωματούχων από το Νεγροπόντε, τα οποία είτε εκτίθενται στην συλλογή γλυπτών στο κάστρο του Καραμπαμπά, είτε βρίσκονται σε άλλα μέρη, είτε έχουν χαθεί με την πάροδο του χρόνου, στοχεύοντας σε μία γενικότερη αναγνώριση της σημασίας τους για την ιστορία της Λατινοκρατούμενης Εύβοιας από ένα ευρύτερο κοινό.
Σύνθεση τριών θυρεών στη σημερινή εκτιθέμενη μορφή της (επάνω) και στην έγχρωμη αναπαράσταση της (κάτω). Στο μέσο ο φτερωτός λέοντας του Αγίου Μάρκου, πλαισιωμένος εκατέρωθεν με τα οικόσημα των Βενετσιάνικων οικογενειών Bembo (αριστερά) και Loredano (δεξιά). Βρίσκονται στην έκθεση γλυπτών στο κάστρο του Καραμπαμπά. Φωτογραφία, ψηφιακή επιχρωμάτιση γλυπτών: Βάγιας Κατσός.
-
Σύνθεση φτερωτού λέοντα και δύο θυρεών των οίκων Bembo και Loredan.
Στο κέντρο αυτής της μαρμάρινης πλάκας απεικονίζεται ανάγλυφος ο Ενετικός φτερωτός λέοντας του Αγίου Μάρκου, που είχε κίτρινο χρωματισμό.
Αριστερά διακρίνεται το οικόσημο της οικογένειας Bembo και περιγράφεται ως: «κυανό πεδίο με χρυσό αμείβοντα (τελαμώνας σε γωνία) και τρία επίσης χρυσά ρόδα στα επιμέρους τμήματα». Εικάζεται ότι πιθανόν να ανήκε στον Girolamo Bembo, ο οποίος διατέλεσε βάϊλος του Νεγροπόντε στα 1456 – 1459. Πέντε μέλη του οίκου των Bembo διετέλεσαν βάϊλοι και ένα προβλέπτης, στη νησιωτική πρωτεύουσα κατά την διάρκεια της Λατινοκρατίας. Δεξιά εμφανίζεται ο θυρεός της οικογένειας Loredan και παριστάνεται ως: «οριζόντια διαχωρισμένο πεδίο, με το άνω τμήμα να είναι χρυσό με τρία κυανά ρόδα και το κάτω κυανό με τρία χρυσά ρόδα, σε διάταξη δύο επί ένα». Αποδίδεται στον Francesco Loredano, που υπηρέτησε ως γενικός καπετάνιος της Βενετίας με έδρα την καστροπολιτεία του Ευρίπου στα 1456 – 1458, δηλαδή συνυπήρξαν με τον προαναφερθέντα βάϊλο Girolamo Bembo. Παρομοίως, και από τον οίκο των Loredan, τρία μέλη του τοποθετήθηκαν ως βάϊλοι και δύο ως γενικοί καπετάνιοι.
Η υπόψη ανάγλυφη σύνθεση επισημάνθηκε και φωτογραφήθηκε από τον Josef Strzygowski περί το 1885 – 1889, καθώς βρίσκονταν εντοιχισμένη σε δεύτερη χρήση στη δυτική πλευρά του κωδωνοστασίου στα αριστερά της πρόσοψης της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου[6]. Είχε προσαρμοστεί εκεί μαζί με δύο, άνωθεν αυτής, γλυπτά τουρμπάνια από Οθωμανικές επιτύμβιες στήλες και έναν υπερκείμενο όλων έκτυπο σταυρό. Ο δε ενθουσιώδης Josef Strzygowski εξέφρασε τη ρομαντική θεώρηση ότι σε αυτό το σύμπλεγμα των ετερόκλητων ανάγλυφων ενσωματώνονταν η νεότερη ιστορία της Χαλκίδας, και κατ’ επέκταση της Εύβοιας, καθώς η Ενετική σύνθεση με τους θυρεούς αντανακλούσε το διάστημα της Λατινοκρατίας, τα τουρμπάνια παρέπεμπαν στους ζοφερούς χρόνους της Τουρκοκρατίας, ενώ ο δεσπόζων Χριστιανικός σταυρός αντανακλούσε την πρότερη ένδοξη Βυζαντινή εποχή και την περίοδο της παλιγγενεσίας του έθνους έπειτα από την απελευθέρωση από τον Οθωμανικό ζυγό, η οποία δηλώνονταν εμφατικά με την υπάρχουσα εκεί επιγραφή: «αυτή εστίν η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών».
Σύνθεση τριών θυρεών στη σημερινή εκτιθέμενη μορφή της (επάνω) και στην έγχρωμη αναπαράσταση της (κάτω). Εξ’ αριστερών παρουσιάζονται τα οικόσημα των Βενετσιάνικων οικογενειών Marcello ή Pascaligo, Grandenigo και Barbarigo. Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών του κάστρου στον Καραμπαμπά. Φωτογραφία, ψηφιακή επιχρωμάτιση γλυπτών: Βάγιας Κατσός.
-
Σύνθεση τριών θυρεών σε πλάκα από τιτανόλιθο των οίκων Marcello ή Pascaligo, Grandenigo και Barbarigo.
Στη σύνθεση αυτή οι γραμμές του αριστερού οικοσήμου είναι εξαιρετικά φθαρμένες και συνεπώς δυσδιάκριτες, ωστόσο μοιάζουν να είναι κυματοειδείς.
Σύμφωνα δε με τον Γεώργιο Τυπάλδο η περιγραφή του είναι: «κυανό πεδίο με χρυσό κυματοειδή τελαμώνα». Αυτό το διακριτικό χρησιμοποιούνταν από τον οίκο Marcello, αλλά κατά παράδοξη σύμπτωση αντιστοιχούσε και ένα κλάδο του οίκου Pascaligo. Ενδεχομένως λοιπόν να ανήκει σε κάποιο άγνωστο μέλος μίας από τις δύο Βενετσιάνικες οικογένειες, το οποίο να τοποθετήθηκε σε κάποια διοικητική θέση στο Νεγροπόντε, ίσως ως σύμβουλος μεταξύ των ετών 1458 και 1468.
Το μεσαίο οικόσημο αν και επίσης είναι αρκετά διαβρωμένο, εντούτοις διακρίνεται στην επιφάνεια του να σχηματίζεται μία διαγώνια κλίμακα και αποδίδεται με βεβαιότητα στην οικογένεια Gradenigo (εκ του όρου «gradino = βαθμίδα, σκαλί»). Παριστάνεται δε ως εξής: «ερυθρό πεδίο με μία αργυρή κλίμακα τοποθετημένη κατά τελαμώνα (διαγωνίως), ενώ το πλευρικό περίγραμμα της κλίμακας είναι κυανό». Σημειώνεται ότι έξι μέλη του οίκου Gradenigo διατέλεσαν βάϊλοι του Νεγροπόντε με τελευταίο τον Francesco Gradenigo στα 1465 – 1468.
Το δεξιά οικόσημο ανήκει αδιαφιλονίκητα στον Δογικό οίκο των Barbarigo, όπως φανερώνουν οι γενειάδες που αποτυπώνονται σε αυτό (εκ του όρου «barba = γενειάδα»). Η δε απεικόνιση του είναι η ακόλουθη: «αργυρό πεδίο με κυανό τελαμώνα, ο οποίος φέρει τρεις χρυσούς ανασηκωμένους λέοντες, συνοδευόμενους από τρεις μαύρες γενειάδες σε έκαστο εκατέρωθεν τμήμα». Πολλά μέλη της οικογένειας Barbarigo υπηρέτησαν σε κρατικές θέσεις στην Λατινοκρατούμενη Χαλκίδα, τρία εξ’ αυτών ως βάϊλοι, ενώ ο Paolo Barbarigo μνημονεύεται ως προβλέπτης στα 1458 – 1460.
Από τα παραπάνω στοιχεία καθίσταται σαφές ότι δεν μπορούμε να κάνουμε καμία ακριβή απόδοση των υπόψη θυρεών σε φυσικά πρόσωπα αξιωματούχων, μολονότι οι αναφερόμενες χρονολογίες εντάσσονται στο ίδιο χρονικό φάσμα, πλην όμως δεν ταυτίζονται πλήρως.
Τεθραυσμένη σύνθεση τριών θυρεών των οίκων Lippamano, Zorzi και Dandolo στην εκτιθέμενη ελλιπή μορφή της (Α) και όπως ανακαλύφθηκε στα 1910 (Β). Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών Καραμπαμπά.
- Τεθραυσμένη σύνθεση τριών θυρεών των οίκων Lippamano, Zorzi και Dandolo
Το διαλαμβανόμενο σύμπλεγμα θυρεών βρέθηκε το 1910 με τεθραυσμένη τη λίθινη πλάκα του στην τοποθεσία των δύο πύργων του Μύτικα Φύλλων, και συγκεκριμένα εντός ενός χάνδακα κοντά στην βάση του βορειοανατολικού μεσαιωνικού πύργου[7].
Εντοπίστηκε από τον τότε Υποπλοίαρχο Γεώργιο Τυπάλδο μαζί με τους Χαλκιδαίους αδερφούς Ιωάννη και Χρήστο Οικονόμου, οι οποίοι μετέφεραν τα τεμάχια του στην Χαλκίδα και τα παρέδωσαν τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Μετά τον επιμελή καθαρισμό και την συναρμολόγηση των θραυσμάτων, κατέστη πλέον δυνατόν να διακριθούν έστω και ατελώς οι απεικονίσεις των εμβλημάτων, παρά την μεγάλη φθορά από την παλαιότητα και την κατάτμηση της πλάκας και να αντιστοιχιστούν με γνωστούς Βενετσιάνικους οίκους.
Σύμφωνα με την εκτίμηση του Τυπάλδου, το αριστερό οικόσημο ανήκει στην οικογένεια Lippamano και περιγράφεται ως εξής: «ερυθρό πεδίο με αργυρά τελαμώνα, εκατέρωθεν της οποίας υπάρχει από μία αργυρά λεοντοκεφαλή»[8]. Ίσως να ανταποκρίνεται σε ένα μέλος των Lippamano, που να κατείχε το αξίωμα του συμβούλου στο Νεγροπόντε το διάστημα μεταξύ των ετών 1462 – 1465. Μάλιστα πιθανότατα να ήταν άμεσος απόγονος του ιδρυτή του υπόψη οίκου, του Pietro Lippamano, ο οποίος απεβίωσε στα 1398 και η περίπτωση του θα μας απασχολήσει και στην συνέχεια του παρόντος άρθρου.
Σχεδιαστική αναπαράσταση από τον Γεώργιο Τυπάλδο της τεθραυσμένης σύνθεσης με τους τρεις θυρεούς, που ανακάλυψε ο ίδιος μαζί με τους Χαλκιδέους αδερφούς Ιωάννη και Χρήστο Οικονόμου στα 1910. Εξ’ αριστερών παρουσιάζονται τα οικόσημα των Βενετσιάνικων οικογενειών Lippamano, Zorzi και Dandolo.
Το κεντρικό οικόσημο διατηρείται τμηματικά και διαφαίνονται τα τρία πόδια από ένα όρθιο λέοντα. Ο δε Τυπάλδος επισημαίνει ότι δεν είναι λίγες οι Ενετικές οικογένειες που έχουν ως έμβλημα τον «βασιλέα των θηρίων» και αρκετές εξ’ αυτών είχαν ενεργή παρουσία στην Εύβοια, όπως οι Alberto, Barbo, Barozzi, Giorgio ή Zorzi κ.α.. Ο ίδιος διατείνεται πως σε εκείνη στην οποία δύναται να αποδοθεί ο θυρεός είναι αυτή ενός κλάδου των Giorgio ή Zorzi, έχοντας την ακόλουθη παράσταση: «χρυσό πεδίο με μέλανα λέοντα». Καταλήγει σε αυτό το συμπέρασμα θεωρώντας ότι ανήκει στον Fantino Giorgio, βάϊλο του Νεγροπόντε στα 1463 – 1465, σε αντιπαραβολή με τον εικαζόμενο κάτοχο του δεξιού οικοσήμου, αν και υποπίπτει σε ένα υπηρεσιακό σφάλμα στην διάκριση των καθηκόντων, μάλλον εκ παραδρομής.
Το δεξιό οικόσημο είναι ελλιπές, καθώς διασώζεται και αυτό αποσπασματικά και τα μόνα που διακρίνονται καθαρά είναι οι αποτυπώσεις δύο κρίνων. Σύμφωνα με τις αμυδρές άλλα πρόδηλες ενδείξεις, αντιστοιχεί στην οικογένεια των Dandolo και εξιστορείται ως ακολούθως: «Πεδίον οριζόντια τετμημένο, με αργυρό το επάνω τμήμα και κυανό το κάτω, φέροντας έξι κρίνα σε έκαστο τμήμα, εναλλασσόμενα ανά τρία, με αντίστροφους χρωματισμούς». Κατά τον Τυπάλδο, αποδίδεται στον Giovanni Dandolo που χρημάτισε ως προβλέπτης στο Νεγροπόντε στα 1462 – 1464 και συνεπώς συνυπηρέτησε με τον Fantino Giorgio για ένα έτος. Ωστόσο, ο Έλληνας εραλδιστής αναφέρει λανθασμένα τον πρώτο ως βάϊλο του Νεγροπόντε και προκάτοχο του δεύτερου[9]. Ο συγκεκριμένος θυρεός της σύνθεσης δεν εκτίθεται στην σχετική ενότητα της συλλογής γλυπτών στο κάστρο του Καραμπαμπά, λόγω εκτεταμένης φθοράς.
Θυρεός του οίκου Quirini στην εκτιθέμενη μορφή του (αριστερά) και στην έγχρωμη αναπαράσταση του (δεξιά). Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών Καραμπαμπά.
-
Θυρεός από πωρόλιθο του οίκου Quirini
Η περιγραφή του οικοσήμου έχει ως εξής: «οριζόντια διαχωρισμένο πεδίο, που το άνω τμήμα του είναι κυανό και φέρει τρεις αργυρούς αστέρες, ενώ το κάτω τμήμα του είναι ερυθρό επί του οποίου διαγράφεται ένα αργυρό κεφαλαίο γράμμα Β».
Ανήκει στο 4ο κλάδο της οικογένειας Quirini, από την οποία έξι μέλη της διατέλεσαν βάϊλοι του Νεγροπόντε κατά την διάρκεια της Λατινοκρατίας και ένα υπηρέτησε ως προβλέπτης. Αν κρίνουμε από τις χρονικές αναγωγές και ατομικές αποδόσεις των προηγούμενων θυρεών, το υπόψη έμβλημα ενδεχομένως να ανήκει στον Antonio Quirini, τον προαναφερόμενο προβλέπτη της Βενετσιάνικης παροικίας του Ευρίπου στα 1460 – 1462.
Σύνθεση τριών θυρεών στην εκτιθέμενη μορφή της (επάνω) και στην έγχρωμη αναπαράσταση της (κάτω). Εξ’ αριστερών παρουσιάζονται τα οικόσημα των Βενετσιάνικων οικογενειών Dandolo, Calbo και Barbaro. Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών, στο κάστρο του Καράμπαμπα. Φωτογραφία, ψηφιακή επιχρωμάτιση γλυπτών: Βάγιας Κατσός.
-
Σύνθεση τριών θυρεών των οίκων Dandolo, Calbo και Barbaro.
Το αριστερό οικόσημο ανήκει προφανώς στη Δογική οικογένεια Dandolo και η περιγραφή του εξετάστηκε στην παραπάνω ανάγλυφη σύνθεση υπ’ αριθμ’ 3.
Ο Τυπάλδος το αποδίδει και αυτό στον Giovanni Dandolo, τον προβλέπτη του Νεγροπόντε στα 1462 – 1464. Αξιοσημείωτο είναι ότι εκτός από τον προαναφερθέντα, άλλα έντεκα μέλη από τον υπόψη οίκο είχαν υπηρετήσει ως βάϊλοι στην Ευβοϊκή πρωτεύουσα από το δεύτερο μισό του 13ου έως το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Ένα όμοιο θυρεό φέρεται να είχε εντοπίσει ο Buchon στα 1841 να είναι εντοιχισμένος στα τείχη του «Κάστρου» της Χαλκίδας, πάνω από την μεγάλη πύλη του Ευρίπου.
Το μεσαίο οικόσημο είναι του οίκου Calbo και η παράσταση του έχει ως εξής: «τετραγωνισμένο πεδίο με το 1ο και το 4ο τεταρτημόριο σε χρυσό χρωματισμό και το 2ο και το 3ο σε ερυθρά απόχρωση, ενώ το 2ο τεταρτημόριο φέρει χρυσό σταυρό». O Leonardo Calbo διατέλεσε βάϊλος του Νεγροπόντε στα 1461 – 1463 και ενδεχομένως το εν λόγω έμβλημα να ανταποκρίνεται στο πρόσωπο του. Επίσης, ο Alvise Calbo είχε τοποθετηθεί ως προβλέπτης στα 1470 και πολέμησε γενναία κατά την πολιορκία της καστροπολιτείας του Ευρίπου από τους Τούρκους εκείνο το έτος και μάλιστα όπως καταγράφεται στα μεσαιωνικά χρονικά της άλωσης, έπεσε μαχόμενος με το ξίφος στον χέρι. Ένα ανάλογο θυρεό φέρεται να είχε εντοπίσει ο Buchon στα 1841 να είναι εντοιχισμένος παρά την οικία του του Γάλλου υποπρόξενου στην Χαλκίδα Juste Pierre Thiesse, κοντά στην θαλάσσια πύλη των τειχών.
Το δεξί οικόσημο αντιστοιχεί στην οικογένεια Barbaro, της οποίας το επίσημο έμβλημα είναι κάπως διαφοροποιημένο απεικονίζοντας: «αργυρό πεδίο με μία ερυθρά στεφάνη στο κέντρο». Ο Τυπάλδος υπογραμμίζει ότι είναι άγνωστο το γιατί τέθηκε η παράσταση του κογχυλιού εντός του κύκλου[10], εικάζοντας ότι μάλλον υποδηλώνει συγγένεια με μία οικογένεια που είχε αυτό το όστρακο ως σύμβολο, πιθανόν τον οίκο Bonzi. O Matteo Barbaro χρημάτισε βάϊλος του Νεγροπόντε στα 1444 – 1446 και ο Bertucci Barbaro υπήρξε προβλέπτης στα 1466 – 1468. Ο τελευταίος φαντάζει ως ο επικρατέστερος υποψήφιος για την κυριότητα του υπόψη οικοσήμου, αν και δεν συμβαδίζει χρονολογικά με τους υποτιθέμενους κατόχους των άλλων δύο θυρεών της σύνθεσης, εκτός και αν ανήκει σε ένα άγνωστο μέλος του Βενετσιάνικου οίκου, το οποίο ήταν τοποθετημένο σε άλλη διοικητική θέση στο Νεγροπόντε, ίσως ως σύμβουλος, περί το 1462 – 1463. Ένα παρόμοιο θυρεό φέρεται να είχε εντοπίσει ο Buchon στα 1841 να είναι εντοιχισμένος πάνω από κάποια πύλη των τειχών της πόλης με υπερκείμενο τον φτερωτό λέοντα του Αγίου Μάρκου.
Επί της λίθινης πλάκας και ανάμεσα στα διαλαμβανόμενα οικόσημα διαγράφονται ανάγλυφα τρίλοβα φύλλα άκανθας. Η συγκεκριμένη ανάγλυφη σύνθεση των τριών θυρεών των οίκων Dandolo, Calbo και Barbaro, βρίσκονταν εντοιχισμένη στη βόρεια όψη του καστελιού του Ευρίπου, άνωθεν της πλευρικής πύλης, έχοντας από πάνω ένα φτερωτό λέοντα του Αγίου Μάρκου.
Σύνθεση τριών θυρεών στην εκτιθέμενη μορφή της (επάνω) και στην έγχρωμη αναπαράσταση της (κάτω). Εξ’ αριστερών παρουσιάζονται τα οικόσημα των Βενετσιάνικων οικογενειών Sagredo, Quirini και Morosini. Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών Καραμπαμπά.
-
Σύνθεση τριών θυρεών των οίκων Sagredo, Quirini και Morosini
Το αριστερά οικόσημο ανήκει στην οικογένεια Sagredo και παριστάνεται ως εξής: «χρυσό πεδίο με ερυθρά ζώνη».
Ο Albano Sagredo διατέλεσε βάϊλος του Νεγροπόντε στα 1434 – 1436. Ένα όμοιο θυρεό φέρεται να είχε εντοπίσει ο Buchon στα 1841 να είναι εντοιχισμένος στα τείχη του «Κάστρου» της Χαλκίδας, πάνω από τη μεγάλη πύλη του Ευρίπου.
Σύμφωνα με τον Τυπάλδο, το μεσαίο οικόσημο αποδίδεται στον 3ο κλάδο του προαναφερθέντος οίκου Quirini, που τα μέλη του συγγένευαν με απογόνους της Ισπανικής βασιλικής οικογένειας της Καστίλλης. Ο θυρεός περιγράφεται ως: «διαχωρισμένο πεδίο στα 2/3, με το κάτω τμήμα να είναι ερυθρό φέροντας το έμβλημα της Καστίλλης, δηλαδή φρούριο με τρεις χρυσούς πύργους, ενώ το άνω τμήμα έχει κυανή απόχρωση διαθέτοντας τρεις χρυσούς αστέρες».
Το δεξιά οικόσημο αντιστοιχεί σε ένα από τους κλάδους της Δογικής οικογένειας Morosini και έχει παράσταση: «χρυσό πεδίο με κυανό τελαμώνα, επί του οποίου υπάρχουν τρία χρυσά κρίνα». Πέντε μέλη αυτού του ιστορικού οίκου χρημάτισαν ως βάϊλοι του Νεγροπόντε από το δεύτερο μισό του 13ου έως το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, επιδεικνύοντας έντονη και πολυσχιδή δραστηριότητα. Ο δε Carlo Morosini τοποθετήθηκε ως γενικός καπετάνιος της Βενετίας στα 1464 με έδρα την πρωτεύουσα της Εύβοιας.
Επί της λίθινης πλάκας και ανάμεσα στα αναφερόμενα οικόσημα διαγράφονται ανάγλυφα ανθέμια.
Βενετικό Οικόσημο με γρύπα σε βηματισμό. Δεξιά στην εκτιθέμενη μορφή του (επάνω) και αριστερά στην έγχρωμη αναπαράσταση του, όπως το βλέπουμε εδώ για πρώτη φορά. Στα διάκενα μεταξύ ασπίδας και πλαισίου φτερωτοί δράκοι με δύο πόδια (wyvern ή wivern ). Κατασκευάστηκε στη Βενετία. Εκτίθεται στο μουσείο του προμαχώνα στο κάστρο του Καράμπαμπα (μόνιμη έκθεση μεσαιωνικών γλυπτών). Φωτογραφία, ψηφιακή επιχρωμάτιση γλυπτού: Βάγιας Κατσός.
-
Θυρεός με παράσταση γρύπα
Κατά την εκτίμηση του γράφοντος, το συγκεκριμένο εντυπωσιακό οικόσημο ενδεχομένως και με κάθε επιφύλαξη να ανήκει στον Βενετσιάνικο κλάδο της οικογένειας Griffi (εκ του όρου «grifone = γρύπας»).
Μία πιθανή περιγραφή του είναι η εξής: «χρυσός γρύπας όρθιος σε βηματισμό επί ερυθρού ή κυανού πεδίου». Στα διάκενα μεταξύ της ασπίδας και του οδοντωτού τετράγωνου πλαισίου υπάρχουν φτερωτοί δράκοι με δύο πόδια. Το ανάγλυφο φέρεται να κατασκευάστηκε στην Βενετία από λίθο προερχόμενο από την Ίστρια της Κροατίας.
Αταύτιστος θυρεός αποτελούμενος από τρία συγκολλημένα τμήματα. Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών του κάστρου στο λόφο του Καραμπαμπά.
-
Αταύτιστος τεθραυσμένος θυρεός
Το οικόσημο στην παρούσα μορφή του έχει αποκατασταθεί μερικώς, με τη συγκόλληση τριών διασωθέντων τμημάτων του.
Στο καλύτερα διατηρούμενο επάνω μέρος διακρίνονται ορισμένα σημεία του οικοσήμου, όπως δύο τεθλασμένες ζώνες, σειρές μικρών σταυρών και κρίνων στο θεωρητικό 3ο τεταρτημόριο, ενώ τουλάχιστον η επιφάνεια του διαφαινόμενου 1ου τεταρτημόριου είχε ερυθρά απόχρωση, όπως διαπιστώνεται από τα υπολείμματα χρώματος. Παραμένει αταύτιστος.
Από την αντιπαραβολή των υφιστάμενων χαρακτηριστικών του με άλλους θυρεούς Βενετσιάνικων οίκων, που παρατίθενται στο λεύκωμα «Blasone Veneto, o gentilizie insigne…, 1706» του χαρτογράφου και εκδότη Vincenzo Maria Coronelli, δεν κατέστη εφικτός οποιοσδήποτε συσχετισμός από τον γράφοντα. Η ασπίδα επιστέφεται με φυτικό διάκοσμο. Το ανάγλυφο φέρεται να κατασκευάστηκε στην Βενετία από λίθο προερχόμενο από την Ίστρια της Κροατίας.
Θραύσμα θυρεού με ανάγλυφη φτερούγα αετού. Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών στο κάστρο του Καραμπαμπά.
-
Θραύσμα θυρεού με οδοντωτό πλαίσιο
Στο διατηρούμενο τμήμα του πεδίου διαγράφεται μία φτερούγα αετού κατά μέτωπο.
Κατά μία εκδοχή, ίσως να αντιστοιχεί σε οικόσημο ενός κλάδου της οικογένειας Contarini, που να χρησιμοποιούσε τον μονοκέφαλο ή δικέφαλο αετό ως έμβλημα. Ωστόσο, αυτή η παράσταση εμφανίζεται σε αρκετούς θυρεούς και άλλων αριστοκρατικών οίκων της Γαληνότατης Δημοκρατίας. Ενδεχομένως να δύναται να αποδοθεί ακόμα και στον Βενετσιάνικο κλάδο της οικογένειας Giustiniani ή Zustiniani, που το βασικό γνώρισμα στο οικόσημο της ήταν ο δικέφαλος αετός. Σημειώνεται ότι στα 1386, η βαρωνία της Καρύστου ενοικιάστηκε από την Βενετία σε τρία αδέρφια, τους Michele, Andrea και Giovanni Giustiniani, ενώ το φέουδο παρέμεινε στην κατοχή της οικογένειας τους έως το 1406. Είναι φιλοτεχνημένο σε λίθο προερχόμενο από την Ίστρια της Κροατίας.
Φρεατοστόμιο με θυρεό, που ανάγεται στα τέλη 14ου με αρχές 15ου αιώνα. Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών στο κάστρο του Καραμπαμπά. Φωτογραφία: Βάγιας Κατσός.
-
Φρεατοστόμιο με θυρεό
Το περίτεχνο φρεατοστόμιο διαθέτει εξαγωνικό χείλος, που προεξέχει σχηματίζοντας τόξα διπλής καμπυλότητας και οι γωνίες του απολήγουν σε τοξύλια.
Το κυρίως σώμα του είναι κυλινδρικό και κάτω από τα οξύκορφα τόξα εναλλάσσονται τα ανάγλυφα κρίνου (κρινάνθεμου), αστεριού, πεντάφυλλου ρόδακα και ενός οικοσήμου, το οποίο φαίνεται να ανταποκρίνεται στο οικόσημο των Dandolo, όπως παρουσιάστηκε στις παραπάνω συνθέσεις 3 και 5. Είναι κατασκευασμένο από λίθο προερχόμενο από την Ίστριας την Κροατίας και χρονολογείται στα τέλη 14ου με αρχές 15ου αιώνα, ενώ πιθανότατα εισήχθη στο Νεγροπόντε από τη Βενετία.
Το φρεατοστόμιο, είτε ιδιωτικού, είτε δημόσιου χαρακτήρα, ίσως να κάλυπτε το στόμιο κάποιου πηγαδιού ή να σηματοδοτούσε την πρόσβαση σε κάποια υπόγεια δεξαμενή για την άντληση πόσιμου ύδατος, που περισύλλεγονταν από όμβρια και κατέληγε σε αυτή μέσω ενός ιδιότυπου συστήματος διήθησης, αν κρίνουμε από ανάλογα πολυάριθμα παραδείγματα στις πλατείες της Βενετίας. Το φρεατοστόμιο αυτό υπήρχε πιθανότατα έως το 19ο αιώνα στον προαύλιο χώρο εξωτερικά της βόρειας πλευράς της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής, καθώς το αποτύπωσε σε σχέδιο του ο Δανός νεοκλασικιστής αρχιτέκτονας Christian Hansen, κατά την επίσκεψη του στην Χαλκίδα στις 12 – 15 Μάϊου 1838, ταυτίζοντας τα δύο αυτά για πρώτη φορά ο Βάγιας Κατσός στη μελέτη του «Η Χαλκίδα με το βλέμμα του Χάνσεν (μέρος 1ο)» (Square History, 09-03-17).
Λίθινη πλάκα με εγχάρακτη επιγραφή, στην οποία διαμορφώνονταν ένα οξύκορφο τόξο, φέροντας τον κυκλικό θυρεό του οίκου Foscarini στην δεξιά γωνία του πλαισίου. Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών που φιλοξενείται στο κάστρο του Καραμπαμπά.
-
Τμήμα ενεπίγραφής τοξωτής πλάκας με το θυρεό του οίκου Foscarini.
Η λίθινη πλάκα στην αυθεντική της κατάσταση φαίνεται να διέθετε ορθογώνιο σχήμα, με το κάτω μέρος να είναι διαμορφωμένο ως ένα οξύκορφο τόξο.
Περιμετρικά στο περιθώριο του πλαισίου υπάρχει αποσπασματική εγχάρακτη Λατινική επιγραφή με κεφαλαία γράμματα, στην οποία αναγράφεται: «υπερένδοξου ανθρώπου / Βερνάρδου». Στη δεξιά γωνία του ορθογώνιου πλαισίου και συγκεκριμένα στο διάχωρο ανάμεσα στο τόξο και το ενεπίγραφο περιθώριο, διακρίνεται υπό τύπο μεταλλίου ο θυρεός της οικογένειας Foscarini, διαθέτοντας παράπλευρο φυτικό διάκοσμο. Η δε περιγραφή του εμβλήματος έχει ως εξής: «επί χρυσού πεδίου διαγράφεται κυανός ρομβοειδής τελαμώνας» και κατά πάσα πιθανότητα λόγω του ονόματος της επιγραφής ανήκει στον Bernardo Foscarini, που διατέλεσε βάϊλος του Νεγροπόντε στα 1403 – 1405, διαδεχόμενος τον συγγενή του Tommaso Foscarini ή τον Tommaso Mocenigo, για τους οποίους διίστανται οι απόψεις όσον αφορά για το ποιος από τους δύο κατείχε αυτό το αξίωμα στα 1402 – 1403, με επικρατέστερο πάντως τον δεύτερο.
Ένα παρόμοιο θυρεό φέρεται να είχε εντοπίσει ο Buchon στα 1841 να είναι εντοιχισμένος πάνω από μία θύρα του «Κάστρου» της Χαλκίδας. Ίσως να πρόκειται για την υπόψη λίθινη πλάκα, η οποία λόγω του τοξοειδούς ανοίγματος της εκτιμάται ότι στην αρχική της μορφή θα μπορούσε θα μπορούσε να είναι προσαρμοσμένη πάνω από κάποια θύρα και να την έστεφε ως διακοσμητικό τιμητικό υπέρθυρο, ενώ δεν παραπέμπει σε επιτύμβιο μνημείο. Ωστόσο, στη σχετική πραγματεία του Τυπάλδου αφήνεται να εννοηθεί ότι ο θυρεός των Foscarini που είδε δει ο Buchon, φυλάσσονταν στα 1927 στο τότε Αρχαιολογικό Μουσείο Χαλκίδας και ήταν ξεχωριστός από αυτόν στην διαλαμβανόμενη ενεπίγραφή πλάκα, η οποία βρίσκονταν επίσης εκεί, εκτός και αν ο Έλληνας εραλδιστής υποπίπτει σε σφάλμα εκ συντακτικής παραδρομής ή από παραπληροφόρηση.
Επιτύμβια ενεπίγραφή στήλη με τον θυρεό του οίκου Contarini. Στην ένθετη φωτογραφία παρουσιάζεται η έγχρωμη αναπαράσταση του υπόψη θυρεού. Βρίσκεται στην έκθεση γλυπτών στο κάστρο του Καραμπαμπά.
-
Επιτύμβια στήλη με το θυρεό του οίκου Contarini.
Πρόκειται για τμήμα μαρμάρινης πλάκας από ταφικό μνημείο, που φέρει στην κορυφή την εξής εγχάρακτη Λατινική επιγραφή με κεφαλαία γράμματα: «εδώ κείτεται ο συνετός / (ανήρ) Turinus Contarino / που αποβίωσε στις 15 Μαρτίου 1346».
Στο κάτω μέρος αποτυπώνεται ο θυρεός ενός κλάδου της διαπρεπούς Δογικής οικογένειας Contarini με παράσταση: «χρυσού πεδίου με τρεις κυανούς τελαμώνες». Το συγκεκριμένο μέλος της με το όνομα Turinus δεν αναφέρεται στους γνωστούς καταλόγους των Βενετσιάνων αξιωματούχων, οι οποίοι υπηρέτησαν στο Νεγροπόντε. Ο δε Τυπάλδος εικάζει ότι μάλλον πρόκειται για ένα κατώτερο υπάλληλο της Γαληνότατης Δημοκρατίας, που ήταν τοποθετημένος είτε στην καστροπολιτεία του Ευρίπου, είτε κάπου αλλού και αποβίωσε στην Χαλκίδα κατά την διάρκεια της θητείας του ή της διέλευσης του από αυτήν.
Σύνθεση τριών οικοσήμων σε συνδυασμό με υπερκείμενο φτερωτό λέοντα του Αγίου Μάρκου. Εξ’ αριστερών παρουσιάζονται οι θυρεοί των Βενετσιάνικων οικογενειών Civrani, Quirini (3ος κλάδος) και Michieli. Ανήκει στην συλλογή γλυπτών της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ευβοίας. Πηγή φωτογραφίας: ιστότοπος www.medievalroutes.gr/el/psifiakes-sylloges.
-
Σύνθεση φτερωτού λέοντα και δύο θυρεών των οίκων Civrani, Quirini και Michieli.
Στο πάνω μέρος της μαρμάρινης πλάκας απεικονίζεται ανάγλυφος ο Ενετικός φτερωτός λέοντας του Αγίου Μάρκου, πιθανόν σε αργυρή ή χρυσή απόχρωση στην αυθεντική του μορφή, ο οποίος έχει καταστραφεί με εργαλείο, όπως διαπιστώνεται από τα διακρινόμενα σημάδια.
Από την κάτωθεν σειρά Βενετσιάνικων οικοσήμων, στο αριστερό παριστάνονταν «ένα αργυρό ελάφι να βαδίζει σε ένα κυανό πεδίο». Πρόκειται εμφανώς για τον θυρεό της οικογένειας Civrani (εκ της ελαφράς παραποιήσεως του όρου «cervo» = ελάφι), από την οποία δύο μέλη διατέλεσαν βάϊλοι του Νεγροπόντε τον 14ο και 15ο αιώνα. Μάλιστα, ενδεχομένως να ανήκει στον Bertuccio Civrano που κατείχε αυτό το αξίωμα στα 1442 – 1444.
Έγχρωμες αναπαραστάσεις των θυρεών των Βενετσιάνικων οικογενειών Civrani, Quirini και Michieli, που εμφανίζονται στην παραπάνω ανάγλυφη σύνθεση από το Νεγροπόντε, μαζί με τον φτερωτό λέοντα του Αγίου Μάρκου της Γαληνότατης Δημοκρατίας. Πηγή δεξιά και αριστερά σχεδίου. Σχεδιασμός μεσαίου θυρεού: Βάγιας Κατσός.
Το μεσαίο οικόσημο της σύνθεσης έχει εξεταστεί παραπάνω στην σύνθεση θυρεών υπ’ αρίθμ’ 5 και ανήκει στον 3ο κλάδο του οίκου Quirini.
Ο δεξιός θυρεός αποδίδεται από τον Τυπάλδο στην εξέχουσα οικογένεια Michieli με την ακόλουθη περιγραφή: «Έξι ζώνες κυανές και αργυρές εναλλασσόμενες με δώδεκα Βυζαντινά χρυσά νομίσματα επί των κυανών ζωνών 6, 4 και 2, με αρίθμηση ζωνών από κάτω προς τα επάνω, και εννέα κυανά δισκία (ή πλακούντες) επί των αργυρών ζωνών 5, 3 και 1». Από τα τέλη του 13ου αιώνα, τέσσερα από τα μέλη αυτού του οίκου υπηρέτησαν ως βάϊλοι στο Νεγροπόντε με τελευταίο, τον Antonio Michieli στα 1425 – 1427.
Επί της μαρμάρινης πλάκας και ανάμεσα στα οικόσημα διαγράφεται ανάγλυφος ανθεμωτός διάκοσμος.
Ενεπίγραφη επιτύμβια στήλη με τον θυρεό του οίκου των Lippamano, που είναι εντοιχισμένη στο βορειοανατολικό παρεκκλήσι του Ιερού Βήματος στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής Χαλκίδας. Φωτογραφία: Βάγιας κατσός.
-
Επιτύμβια στήλη με τον θυρεό του οίκου Lippamano
Η επιτύμβια στήλη ανήκει στον ιδρυτή του οίκου, τον Pietro Lippamano, ο οποίος αποβίωσε στα 1398 και ενταφιάστηκε στο σημερινό βορειοανατολικό παρεκκλήσιο του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η υφιστάμενη εμβληματική βασιλική ανοικοδομήθηκε λίγο μετά τα μέσα του 13ου αιώνα και αφιερώθηκε στον Άγιο Δομίνικο, όντας ο κυρίως ναός της ομώνυμης Ρωμαιοκαθολικής μονής του τάγματος των Δομινικανών μοναχών στο Νεγροπόντε, και ο ισόγειος χώρος κάτω από το κωδωνοστάσιο διαμορφώθηκε στο προαναφερθέν ταφικό παρεκκλήσιο στο τέλος του 14ου αιώνα[11]. Στην επιτύμβια στήλη διακρίνεται η αναθηματική επιγραφή εντός σπειροειδούς πλαισίου, από την οποία λαμβάνουμε πληροφορίες για ταυτότητα του νεκρού. Σε αυτήν αναγράφεται στα Λατινικά με κεφαλαία γράμματα: «Ενθάδε κείτεται ο ευγενής και διακεκριμένος άρχοντας Pietro Lippamano, ο οποίος ήταν επίσης διορισμένος σύμβουλος του Νεγροπόντε από την Βενετσιάνικη Δόγικη κυβέρνηση. Απήλθε από αυτόν τον κόσμο την Πέμπτη, το έτος 1398, την έβδομη του Σεπτεμβρίου (με δαπάνες) των κληρονόμων του». Τα δε χαρακτηριστικά του οικοσήμου περιεγράφηκαν παραπάνω στην σύνθεση υπ’ αρίθμ’ 3, ενώ στην προκειμένη περίπτωση ο θυρεός απεικονίζεται να υποστηρίζεται από το μπροστινό πόδι δύο εκατέρωθεν ανακαθήμενων λεόντων.
Ο αναφερόμενος Pietro Lippamano υπήρξε μία αινιγματική φυσιογνωμία και κατάγονταν από το Νεγροπόντε, έχοντας μάλλον μακρινές Εβραϊκές γενεαλογικές καταβολές[12]. Σύμφωνα με τα θρυλούμενα, ο ίδιος ανακάλυψε απρόσμενα έναν αμύθητο θησαυρό θαμμένο στην ιδιοκτησία του και αναχώρησε αμέσως από την καστροπολιτεία του Ευρίπου με προορισμό την Βενετία. Εκεί διήγαγε μία πολυκύμαντη ζωή και κατόρθωσε να ανελιχθεί στην στις τάξεις της τοπικής αριστοκρατίας μέσω χρηματικών δωρεών προς την κυβέρνηση. Μάλιστα εκλέχτηκε ως μέλος του Μεγάλου Συμβουλίου της Γαληνότατης Δημοκρατίας στις 4 Σεπτεμβρίου 1381, λαμβάνοντας τίτλο ευγενείας (nobilis)». Κατόπιν επέστρεψε καταξιωμένος στο Νεγροπόντε ως σύμβουλος της πόλης (Consilarius Nigripontis) παρά τον βάϊλο, πιθανότατα ως μόνιμος, διορισμένος από την Βενετσιάνικη κυβέρνηση, η οποία απαλλάχτηκε από τα έξοδα της τοποθέτησης και μισθοδοσίας ενός αντίστοιχου αιρετού υπαλλήλου. Πρωτύτερα ο Pietro Lippamano είχε μεριμνήσει να επιτύχει την κληρονομική μεταβίβαση των δημόσιων καθηκόντων του στην πόλη της Βενετίας στον γιό του Giovanni, εξασφαλίζοντας μελλοντικά τους απογόνους του. Έτσι λοιπόν, τα μέλη της οικογένεια Lippamano συμμετείχαν στην Βενετσιάνικη Σύγκλητο έως το έτος 1797, όταν η Γαληνότατη Βενετία έχασε την ανεξαρτησία της από τον Μέγα Ναπολέοντα, ενώ παρείχαν αρκετές κρατικές και εκκλησιαστικές προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων και τρεις δούκες της Κρήτης.
Έγχρωμη σχεδίαση του θυρεού του οίκου των Bondumier, τον οποίο είχε εντοπίσει ο Jean Alexandre Buchon στα 1841 πάνω από μία πύλη των τειχών στο «Κάστρο» της Χαλκίδας. Πηγή σχεδίου.
-
Απολεσθέντας θυρεός του οίκου Bondumier
Στα 1841 ο Buchon είχε εντοπίσει ένα Βενετσιάνικο οικόσημο εντοιχισμένο πάνω από κάποια πύλη των τειχών του «Κάστρου» της Χαλκίδας με υπερκείμενο τον φτερωτό λέοντα του Αγίου Μάρκου με τα εξής ορθά χαρακτηριστικά διορθωμένα κατά τον Τυπάλδο: «διχοτομημένο πεδίο οριζόντια με το πάνω μέρος κυανό και το κάτω αργυρό, ενώ επί της συνολικής επιφάνειας τίθεται τελαμώνας με εναλλασσόμενους τους προαναφερθέντες χρωματισμούς».
Ο θυρεός ανήκει στον αριστοκρατικό οίκο των Bondumier και πιθανότατα ανήκε στον Giovanni Bondumieri, οποίος υπηρέτησε ως προβλέπτης στο Νεγροπόντε στα 1468 – 1470. Αν και είχε λήξει η θητεία του ο Βενετσιάνος αξιωματούχος είχε παραμείνει στην πρωτεύουσα της Εύβοιας και έλαβε ενεργό μέρος στην άμυνα της πόλης, κατά την πολιορκία της από τον σουλτάνο Μωάμεθ Β’ τον Πορθητή στα 1470, όπως παρατίθεται στα χρονικά της άλωσης. Ο Giovanni Bondumieri τραυματίστηκε κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις της τελευταίας ημέρας ως διοικητής του κεντρικού τομέα των χερσαίων τειχών και αποσύρθηκε σε μία οικία, όπου συνελήφθη από τους Τούρκους και σφαγιάστηκε επί τόπου. Ο υπόψη θυρεός δεν διασώζεται σήμερα και συγκαταλέγεται μεταξύ των απολεσθέντων ήδη από το 1927.
Έγχρωμη σχεδίαση του θυρεού του οίκου των Cicogna, τον οποίο είχε εντοπίσει ο Jean Alexandre Buchon στα 1841 πάνω μία θύρα των μεσαιωνικών οχυρώσεων της Χαλκίδας. Πηγή σχεδίου: ιστότοπος http://bibliotecaestense.beniculturali.it.
-
Απολεσθέντας θυρεός του οίκου Cicogna
Το οικόσημο καταγράφεται από τον Buchon στα 1841 ότι ήταν προσαρμοσμένο πάνω από μία θύρα, μάλλον εσωτερική, επί των μεσαιωνικών οχυρώσεων της Χαλκίδας και περιγράφεται ως εξής: «κυανό πεδίο φέροντα παράσταση αργυρού πελαργού».
Αποδίδεται με βεβαιότητα στον Βενετσιάνικο οίκο των Cicogna (= πελαργός) και ενδεχομένως να ανήκει σε κάποιο άγνωστο μέλος αυτής, το οποίο να ήταν τοποθετημένο σε μία κατώτερη διοικητική θέση στο Νεγροπόντε, ίσως περί τα μέσα του 15ου αιώνα. Ο υπόψη θυρεός δεν διασώζεται σήμερα και συγκαταλέγεται μεταξύ των απολεσθέντων ήδη από το 1927.
Έγχρωμη αναπαράσταση του θυρεού ενός κλάδου του οίκου των Onorati, τον οποίο είχε εντοπίσει ο Jean Alexandre Buchon στα 1841 πάνω από μία θύρα του οχυρωματικού περιβόλου της Χαλκίδας. Σχεδίαση από τον γράφοντα.
-
Απολεσθέντας θυρεός του οίκου Onorati
O Buchon μνημονεύει ότι το συγκεκριμένο οικόσημο βρίσκονταν πάνω από μία θύρα, μάλλον εσωτερική, του οχυρωματικού περιβόλου της Χαλκίδας, έχοντας υπερκείμενο τον φτερωτό λέοντα του Αγίου Μάρκου.
Σε αυτό απεικονίζονται «τρεις ερυθροί κρίνοι διατεταγμένοι σε βέλος, δύο προς ένα, επί αργυρού πεδίου» και αποδίδεται σε ένα κλάδο της Ενετικής οικογένεια των Onorati. Πιθανότατα να ανήκει στο μοναδικό μέλος αυτής, που φέρεται να υπηρέτησε στο Νεγροπόντε, δηλαδή στον Lorenzo Onorati, ο οποίος διατέλεσε βάϊλος στα 1451 – 1453. Ο υπόψη θυρεός δεν διασώζεται σήμερα και συγκαταλέγεται μεταξύ των απολεσθέντων ήδη από το 1927.
Έγχρωμη σχεδίαση του θυρεού ενός κλάδου του οίκου των Gabrieli, τον οποίο είχε εντοπίσει ο Jean Alexandre Buchon στα 1841 πάνω από μία πύλη των τειχών του «Κάστρου» της Χαλκίδας. Πηγή σχεδίου.
-
Απολεσθέντας θυρεός του οίκου Gabrieli
Το οικόσημο επισημάνθηκε από τον Buchon στα 1841 να είναι εντοιχισμένο πάνω από μία πύλη των μεσαιωνικών τειχών της Χαλκίδας και περιγράφεται ως εξής: «χρυσό πεδίο επί του οποίου διέρχεται αβακοφόρος ζώνη τριών σειρών με εναλλασσόμενα κυανά και χρυσά τετραγωνίδια».
Αντιστοιχεί σε ένα κλάδο της Ενετικής οικογένειας των Gabrieli και ενδεχομένως να ανήκει στο μοναδικό μέλος αυτής που φέρεται να υπηρέτησε στο Νεγροπόντε, στον Andrea Gabrieli, ο οποίος διατέλεσε βάϊλος στα 1431 – 1432. Ο υπόψη θυρεός δεν διασώζεται σήμερα και συγκαταλέγεται μεταξύ των απολεσθέντων ήδη από το 1927.
Έγχρωμη ενδεικτική αναπαράσταση ενός αμφισβητούμενου θυρεού, που φέρεται να υπήρχε στα 1927 εντοιχισμένος σε μία οικία, απέναντι από τον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Δημητρίου Χαλκίδας. Σχεδίαση από τον γράφοντα.
-
Απολεσθέντας αμφισβητούμενος θυρεός
Κατά την παραμονή του στην Χαλκίδα στα 1841, ο Buchon μεταξύ άλλων επισημαίνει και ένα οικόσημο εντοιχισμένο πάνω από την θύρα μίας οικίας στην Χαλκίδα, για την οποία δεν μνημονεύει σε ποιο πολεοδομικό τομέα βρίσκονταν.
Σύμφωνα με το χαραγμένο έτος στο πορώδες λίθινο πλαίσιο, το κτίριο είχε ανεγερθεί στα 1752, αλλά κατά την γνώμη του Γάλλου ιστοριοδίφη, η χάραξη του θυρεού ήταν πολύ παλαιότερη, υπονοώντας ότι η χρονολογία τέθηκε μεταγενέστερα. Ο δε Τυπάλδος χωρίς να έχει δει προσωπικά το ανάγλυφο, στηριζόμενος αρχικά στη δημοσίευση του Buchon και διορθώνοντας τον σχεδιασμό του, το αναπαριστά με χωρισμένο το πεδίο της ασπίδας, με το πάνω τμήμα να έχει χρώμα πιθανόν αργυρό με τρείς μάλλον χρυσούς αστέρες επ’ αυτού, ενώ το κάτω τμήμα ενδεχομένως να διέθετε κυανή απόχρωση, φέροντας την παράσταση ενός οριζόντιου χρυσού δελφινιού, έχοντας εκατέρωθεν του χαραγμένα τα Λατινικά γράμματα «L» και «D». Κάνοντας λοιπόν μία πρώτη εκτίμηση και με κάποια σχετική επιφύλαξη, το απέδωσε στον κλάδο του Βενετσιάνικου οίκου των Dolfin (ή Delfini), που είχε ως βασικό έμβλημα ένα δελφίνι, αντί των τριών επάλληλων, όπως είναι και το συνηθέστερο παράδειγμα. Θεώρησε δε ότι τα μέλη της θα πρέπει να συγγένευαν με μία οικογένεια, η οποία είχε στο οικόσημο της τρεις αστέρες, υποδεικνύοντας ενδεικτικά τους Querini και Boldu. Επίσης, από τα διακρινόμενα γράμματα «L» και «D» υπέθεσε πως ίσως να ανήκε σε ένα άτομο ονομαζόμενο ως Λέων, Λαυρέντιος, Λουδοβίκος, κ.λπ., αν και σε κανένα από τους τρεις γνωστούς βάϊλους του Νεγροπόντε με το επώνυμο Dolfin, δεν αρχίζει το κύριο όνομα με το γράμμα «L».
Ωστόσο, ο Έλληνας εραλδιστής στην συνέχεια θα ανασκευάσει την άποψη του, καθώς κατά την εκτύπωση της συναφούς μελέτης του στα 1927, πληροφορήθηκε ότι το εν λόγω οικόσημο βρίσκονταν ακόμα στην Χαλκίδα, εντοιχισμένο στην τότε οικία της παλαιάς αρχοντικής οικογένειας των Θεοδοσίου, απέναντι από την μητροπολιτική εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Μολονότι το κτίριο ήταν σαφώς κατοπινής εποχής από την εγχάρακτη χρονολογία 1752 επί του λίθινου πλαισίου, εντούτοις το ανάγλυφο παραλήφθηκε από τους Θεοδοσίου από την παλαιότερη οικία τους, εκείνη που αναφέρονταν από τον Buchon και τοποθετήθηκε τιμής ένεκεν στην νέα θέση του. Όταν ο Τυπάλδος παρέλαβε το αποσταλέν ακριβές σχεδιάγραμμα του επίμαχου θυρεού διαπίστωσε με έκπληξη ότι το δελφίνι δεν παριστάνονταν οριζόντιο, όπως το είχε ιχνογραφήσει ο Γάλλος λόγιος, αλλά κατακόρυφο. Αυτή η σημαντική διαφορά τον οδήγησε να αναιρέσει την εκτίμηση του για την Βενετσιάνικη προέλευση του εμβλήματος, χρονολογώντας την κατασκευή του ανάγλυφου στα 1752 και όχι την περίοδο της Λατινοκρατίας. Έτσι λοιπόν, λαμβάνοντας υπόψη ότι στα μέσα του 18ου αιώνα η Γαληνότατη Δημοκρατία δεν είχε πλέον υπαλλήλους στην Χαλκίδα, διατύπωσε την εικασία πως το αμφισβητούμενο οικόσημο στην τότε οικία των Θεοδοσίου, θα μπορούσε να ανήκει σε έναν πρόξενο της Γαλλίας, με καταβολές από το Γαλλικό οίκο των Dauphins (= δελφίνι), καθώς τουλάχιστον ένας από τους κλάδους του έχει ως κύριο έμβλημα το κατακόρυφο δελφίνι, όπως συνέβαινε με την συγκεκριμένη περίπτωση. Όμως αυτή εκδοχή δεν κατέστη δυνατόν να επιβεβαιωθεί σαφώς από τον Τυπάλδο, καθόσον τα μέλη της οικογένειας Θεοδοσίου δεν ήταν σε θέση να δώσουν σαφέστερες πληροφορίες, αν δηλαδή στην παλαιά οικία των προγόνων τους διέμεινε ποτέ κάποιος αλλοδαπός αξιωματούχος ή αν την είχαν αγοράσει από κάποιο ξένο προκάτοχο αυτής.
Σήμερα δε διασώζεται κανένας θυρεός με παράσταση δελφινιού, είτε σε κατακόρυφη, είτε σε οριζόντια στάση με τρεις άνωθεν αστέρες ή τουλάχιστον δεν βρίσκεται κάπου σε εμφανή θέση στην Χαλκίδα, προκειμένου να εξεταστεί και να πιστοποιηθεί επακριβώς η ταυτότητα του, με συνέπεια να διατηρεί την αμφισβητούμενη χροιά του, αν και η αντίληψη του Τυπάλδου περί Γαλλικής προέλευσης του εμβλήματος φαίνεται να προκρίνεται ως πιο εύλογη.
Αταύτιστος θυρεός εντοιχισμένος στη νότια εξωτερική πλευρά της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου στον οικισμό Φύλλα Ληλαντίων. Πηγή φωτογραφίας.
-
Αταύτιστος θυρεός στον οικισμό Φύλλα.
Στην νότια εξωτερική πλευρά της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου εντός του οικισμού Φύλλα Ληλαντίων, διακρίνεται εντοιχισμένος ένας εντυπωσιακός θυρεός φιλοτεχνημένος σε λευκή πλάκα μαρμάρου.
Μία ενδεικτική περιγραφή του ανάγλυφου είναι η εξής: «επί του πεδίου της καρδιόσχημης ασπίδας αναπτύσσονται έξι επάλληλες ζώνες με εναλλασσόμενα τετράγωνα, ανά ένα σε προβολή, ενώ επιστέφεται από κράνος με προσωπίδα, φέροντας εκατέρωθεν στην κορυφή του ένα κέρατο και ένα φτερό[13], και καλύπτεται από μακρύ κεφαλόδεσμο τύπου καταυχενίου, που διαθέτει παρόμοια εναλλασσόμενα τετράγωνα πέφτοντας πλευρικά», χωρίς όμως να μπορούν να προσδιοριστούν οι τυχόν χρωματισμοί των χαρακτηριστικών. Η όλη παράσταση βρίσκεται εντός οδοντωτού πλαισίου και τα δύο γωνιακά διάκενα κάτωθεν της ασπίδας σκεπάζονται με φυτικό διάκοσμο. Το δε κράνος συμβολίζει τον βαθμό ευγενείας του κατόχου.
Σύμφωνα με μία ελκυστική εκδοχή, που είναι αρκετά διαδεδομένη στην τοπική κοινωνία, το περίτεχνο οικόσημο προέρχεται από το γειτονικό κάστρο των Φύλλων και από πολλούς ευφάνταστους αποδίδεται στον πλέον φημισμένο από τους ενοίκους του, τον διαβόητο Ιταλοκαρυστινό ιππότη Λικάριο, ο οποίος έδρασε στην Εύβοια μεταξύ των ετών 1264 – 1282, ενεργώντας για λογαριασμό των Βυζαντινών. Ωστόσο, αυτή η αυθαίρετη αναγωγή εμπίπτει στην σφαίρα της φανταστικής εικοτολογίας, με δεδομένο ότι όταν η Βενετία απόκτησε την απόλυτη κυριαρχία ολόκληρης της νήσου έπειτα από το 1383, μερίμνησε έτσι ώστε να καθαιρεθεί και να καταστραφεί κάθε θυρεός των προηγούμενων αυθεντών, όπως αναφέρθηκε στην αρχή του παρόντος άρθρου. Πολύ δε περισσότερο δεν θα άφηνε ακέραιο το έμβλημα μίας προγενέστερης εχθρικά διακείμενης προσωπικότητας.
Έπειτα από μία αρκετά επισταμένη έρευνα του γράφοντος δεν κατέστη εφικτό να ταυτιστεί το εντοιχισμένο οικόσημο στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου με το αντίστοιχο κάποιας Βενετσιάνικης οικογένειας. Φαίνεται να προσεγγίζει κάπως το σχέδιο του θυρεού ενός κλάδου του οίκου των Zorzi, που παρατίθεται στην σελίδα 111 του λευκώματος «Blasone Veneto, o gentilizie insigne….., 1706» του χαρτογράφου και εκδότη Vincenzo Maria Coronelli, αλλά ο αριθμός τόσο των επάλληλων ζωνών, όσο και των εναλλασσόμενων τετραγώνων τους, είναι διαφορετικός. Ας ελπίσουμε ότι μελλοντικά θα αποτελέσει αντικείμενο εξειδικευμένης μελέτης, μαζί με τα υπόλοιπα πέντε ανάγλυφα τεμάχια που είναι εντοιχισμένα σε δεύτερη χρήση στην πρόσοψη της εκκλησίας και θα πιστοποιηθεί με σαφήνεια η πραγματική προέλευση του.
Σύνθεση με τον φτερωτό λέοντα του Αγίου Μάρκου και τους εκατέρωθεν θυρεούς των Βενετσιάνικων οίκων Bembo και Loredan, η οποία ήταν εντοιχισμένη σε δεύτερη χρήση μαζί με άλλα ανάγλυφα, στην δυτική πλευρά του κωδωνοστασίου στα αριστερά της πρόσοψης του ναού του Αγίου Δημητρίου, σε φωτογραφία του Josef Strzygowski περί το 1885 – 1889.
Κατακλείδα.
Στο παρόν άρθρο παρουσιάστηκαν και περιγράφηκαν συνολικά 31 θυρεοί επί ανάγλυφων συνθέσεων ή μεμονωμένοι, και αντιστοιχίστηκαν κατά περίπτωση με εμβλήματα επιφανών οικογενειών της Βενετίας, μέλη των οποίων υπηρέτησαν ως αξιωματούχοι σε διάφορες διοικητικές θέσεις στο Νεγροπόντε κατά την Λατινοκρατία.
Η πλειονότητα τους εκτίθεται στην μόνιμη έκθεση γλυπτών στον δυτικό προμαχώνα του κάστρου του Καραμπαμπά, ενώ 5 εξ’ αυτών έχουν χαθεί με την πάροδο του χρόνου, αλλά τουλάχιστον διασώθηκε το σχεδίασμα τους στα συγγράμματα του Jean Alexandre Buchon και του Γεώργιου Ε. Τυπάλδου. Τα Βενετσιάνικα οικόσημα της Χαλκίδας, εκτός από εξαιρετικά εραλδικά ανάγλυφα, περιβάλλονται και από μία αύρα σπανιότητας, καθώς είναι τα μοναδικά του είδους τους, που διασώθηκαν από την περίοδο της απόλυτης κυριαρχίας της Γαληνότατης Δημοκρατίας στην νήσο, ανήκοντας σε κρατικούς υπαλλήλους της, οι οποίοι θήτευσαν στην μεσαιωνική καστροπολιτεία του Ευρίπου, αναπτύσσοντας ενίοτε έντονη δράση και συνδέοντας άρρηκτα το όνομα τους με σημαντικά γεγονότα του τόπου. Υπό αυτό το πρίσμα, εντάσσονται ανεπιφύλακτα στην πλούσια πολιτιστική κληρονομία της Εύβοιας, αποτελώντας πολύτιμα πετράδια στο ιστορικό στέμμα της.
Παραπομπές
[1] Η «εραλδική τέχνη» αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους βοηθητικούς κλάδους της ιστορίας, με αντικείμενο τη μελέτη και την εξέλιξη των οικογενειακών και εθνικών, ιπποτικών και εκκλησιαστικών σημάτων, δηλαδή οικοσήμων, θυρεών, εμβλημάτων και λοιπών συμβολικών διακριτικών από την αρχαιότητα μέχρι την σύγχρονη εποχή.
[2] Jean Alexandre Buchon: «Recherches et matériaux pour servir à une histoire de la domination française aux XIIIe, XIVe et XVe siècles…, 1840» – «Nouvelles recherches historiques sur la principauté française de Morée…, 1843 – «La Grèce continentale et la Morée, voyage, séjour et études historiques en 1840 et 1841, 1843 – «Voyage dans l’Eubée: les Iles ioniennes et les Cyclades en 1841, 1911», etc.
[3] «Παλαιά Βυζαντιακή Βασιλική της Αγίας Παρασκευής εν Χαλκίδι», Josef Strzygowski, Δελτίον Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, τόμος Β’, σελίδες 711 έως 728, 1889.
[4] «Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι (1204-1566)», William Miller, μετάφραση Σπυρίδωνος. Π. Λάμπρου (μετά προσθηκών και βελτιώσεων), τόμος Α’, σελίδα 308, τόμος Β’, σελίδες 48, 203, 212 και 367, Εν Αθήναις, Ελληνική Εκδοτική Εταιρεία, 1909-1910.
[5] Ο Γεώργιος Ε. Τυπάλδος, (προτιμούσε να το γράφει Τιπάλδος), κατάγονταν από τον αριστοκρατικό κλάδο των Τυπάλδων – Αλφονσάτων της Κεφαλλονιάς. Υπήρξε αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού και διατέλεσε Πρόεδρος του Εραλδικού Τμήματος της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας στα 1925, ενώ συνέταξε στην Ελληνική γλώσσα και με την συνεργασία του στρατιωτικού και συγγραφέα Ευγένιου Ρίζου – Ραγκαβή, το πρώτο ενδελεχές «Εγχειρίδιον Οικοσημολογίας, μετά Γαλλοελληνικού λεξιλογίου» (Παράρτημα του τόμου Θ’ του Δελτίου Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, εκδοτικός οίκος «Ελευθερουδάκης», εν Αθήναις, 1926).
[6] Ο ναός του Αγίου Δημητρίου οικοδομήθηκε στα 1837 και το συγκεκριμένο κωδωνοστάσιο ανεγέρθηκε στα 1852, ενώ προφανώς τότε εντοιχίστηκαν τα αναφερόμενα ανάγλυφα στην δυτική πλευρά του δεύτερου. Σήμερα αποτελεί την μητροπολιτική εκκλησία της Χαλκίδας και πλέον διαθέτει δύο κωδωνοστάσια εκατέρωθεν της πρόσοψης.
[7] Στην σχετική πληροφοριακή πινακίδα της έκθεσης γλυπτών στο κάστρο του Καραμπαμπά, αναγράφεται πως τα θραύσματα της λίθινης πλάκας βρέθηκαν στο ΒΑ πύργο του κάστρου των Φύλλων. Ωστόσο, από τις επεξηγήσεις των συναφών φωτογραφιών του δικηγόρου Χρήστου Οικονόμου, που συμπεριλαμβάνονται στην μεταφρασμένη έκδοση του Σπυρίδωνα Λάμπρου «Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι» στις σελίδες 199 και 367, συνάγεται ότι το πραγματικό σημείο εύρεσης της ανάγλυφης σύνθεσης οικοσήμων ήταν ο βορειοανατολικός πύργος με τους πλίνθινους κύκλους στο ύψος του τελευταίου ορόφου του, εκ των υφιστάμενων δύο στην τοποθεσία του Μύτικα Φύλλων. Ο δε Γεώργιος Τυπάλδος ναι μεν αναφέρει κάπως παραπλανητικά το επίμαχο μέρος ως «το Καστέλλι», αλλά αυτή η επωνυμία δεν πρέπει να αφορά το μεσαιωνικό κάστρο των Φύλλων, το οποίο ο εταίρος του στην εν λόγω ανακάλυψη, ο Χρήστος Οικονόμου, το χαρακτηρίζει ως «φρούριο».
[8] Στους πίνακες του Buchon το υπόψη οικόσημο παριστάνεται παραποιημένο, καθώς στην θέση των λεοντοκεφαλών απεικονίζονται πύργοι. Αυτή η εσφαλμένη εκδοχή που οφείλεται στην έλλειψη επαρκούς γνώσεως της εραλδικής από τον Γάλλο ιστοριοδίφη, οδήγησε ορισμένους ερευνητές στην αμφισβήτηση της απόδοσης του εμβλήματος στον οίκο των Lippomano, χωρίς όμως να το συσχετίζουν με κάποια άλλη αριστοκρατική οικογένεια της Βενετίας.
[9] Η διάκριση των αξιωμάτων του Fantino Giorgio και του Giovanni Dandolo, προκύπτει από τους εξακριβωμένους καταλόγους των Βενετσιάνων βάϊλων, προβλεπτών και γενικών καπετάνιων, που υπηρέτησαν στο Νεγροπόντε και οι οποίοι παρατίθενται στις μελέτες του Αρχείου Ευβοϊκών Μελετών «Οι δυνάστες της Εύβοιας στα χρόνια της Φραγκοκρατίας», Γεώργιου Ι. Φουσάρα, τόμος Θ’, σελίδες 147 έως 151, Αθήνα, 1962 και «Δύο Βενετσιάνικα χρονικά για την άλωση της Χαλκίδας από τους Τούρκους στα 1470», Γιάννη Γκίκα, τόμος ΣΤ’, σελίδα 245, Αθήνα, 1959.
[10] Ο Τυπάλδος σημειώνει ότι στον «κώδικα της Ζακύνθου» περιλαμβάνεται ένα οικόσημο των Barbaro, το οποίο επίσης φέρει εντός του κύκλου ένα αντικείμενο που μοιάζει με κογχύλι.
[11] Η ταυτοποίηση της βασιλικής της Αγίας Παρασκευής Χαλκίδας ως καθολικό της Δομινικανής μονής του Νεγροπόντε παρατίθεται αναλυτικά στο άρθρο «Η ιστορία του ναού της Αγίας Παρασκευής, Γεώργιος Λόης, www.square.gr, 15-12-2016». Το δε βορειοανατολικό παρεκκλήσιο του Ιερού Βήματος παλαιότερα ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Ελευθέριο.
[12] Τα συνοπτικά βιογραφικά στοιχεία για τον Lippomano προέρχονται από την μελέτη «What did Syropoulos miss? Appreciating the art of Lippomano chapel in Venetian Negroponte» – Nikos D. Kontogiannis – in «Sylvester Syropoulos on politics and culture in the Mediterranean» – Edited by Fotini Kondyli, Vera Andriopoulou, Eirini Panou and Mary Cunningham – Birmingham – Byzantine and Ottoman Studies – Ashgate Publishing Limited – 2014.
[13] Το κέρατο και το φτερό έχουν υποστεί μεγάλη φορά στο ανάγλυφο τους από ανθρώπινη παρέμβαση με εργαλείο.