Ξενάγηση στις συνοικίες της Χαλκίδας του 19ου αιώνα και η διαδρομή τους μέχρι σήμερα.
To άρθρο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο «1836 – 2000. Η ιστορία του Δήμου Χαλκιδέων» του Ελευθέριου Μ. Ιωαννίδη. Έκδοση: Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών – τμήμα Χαλκίδας, 2002. Ευχαριστούμε το συγγραφέα για την παραχώρηση άδειας ψηφιοποίησης και πρώτης δημοσίευσης στο internet, αποκλειστικά στο square.gr
Οι τίτλοι, οι υπότιτλοι, τα lead των άρθρων, οι λεζάντες των φωτογραφιών, όπως και οι παραθέσεις διευκρινιστικών σχολίων, εντός αγκυλών είναι του επιμελητή της δημοσίευσης στο square.gr Βάγια Κατσού.
Προηγούμενο άρθρο από το ίδιο βιβλίο: «1858-1859: Περιγράφοντας τη Χαλκίδα που χάθηκε».
Ταξίδι στην εποχή που το σημερινό εμπορικό κέντρο της Χαλκίδας ήταν το προάστιό της.
Tο «Προάστιο» ή «Ξώχωρο» της Χαλκίδος είχε αναπτυχθεί αρκετά από τα χρόνια της τουρκοκρατίας και εκεί κατοικούσαν, κυρίως, οι λίγοι Χριστιανοί, αφού στο «Κάστρο» ζούσαν αποκλειστικά οι Τούρκοι με τις Αρχές τους και ο Εβραίοι γύρω από τη συναγωγή τους[1].
Εν τούτοις, με το χρόνο, και αρκετές οικογένειες Τούρκων άρχισαν να κατοικούν στο «Ξώχωρο» και αυτό το πιστοποιούν τα δύο μεγάλα τεμένη τους, που χτίστηκαν σ’ αυτό· το ένα στην πλατεία των Εμπόρων [σημερινή πλατεία αγοράς] και το άλλο στη θέση του Αγ. Νικολάου [δείτε εδώ όλα τα τεμένη που υπήρχαν κάποτε στη Χαλκίδα].
Όμως, αν και κατοικήθηκε το Προάστιο πολύ νωρίς, μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα δεν είχε ξεπεράσει ο κατοικημένος χώρος του ούτε το μισό των ορίων του. Αυτά τα όρια -σαφώς καθορισμένα- ήταν ως επί το πλείστον αποτυπωμένα σε χάρτες. Μια σειρά από φυσικά ερείσματα ή τεχνικά προχώματα – αναχώματα και χάνδακες δημιουργούσαν ένα δεύτερο προστατευτικό περίφραγμα της πόλεως, το οποίο σε συνδυασμό με πασαλώσεις- συρματοπλέγματα και άλλους φράκτες, δεν επέτρεπαν την είσοδο στο Προάστιο από τα γύρω χωριά, παρά μόνον από τις σχετικές πύλες.
Το Μπαϊρακλί τζαμί στην πλατεία Εμπόρων σε περίοδο εμποροπανηγύρεως. Διακρίνονται τα κτήρια παραπλεύρως της αρχής της οδού Νεοφύτου. Από αριστερά προς τα δεξιά οι ιδιοκτησίες Ανδρ. Σταϊκίδη (δίπατο) , Γεωργ. Λεοντή Αθανασίου (σήμερα Φαρμακείο) και Αφοί. Νικολάου (σήμερα σ/μ). Στο βάθος το παλαιό ρολόι της πόλεως – σημερινή Σειρήνα. Ευχαριστούμε τον κ. Α. Μακαρώνα (Φίλοι Ιστορίας Χαλκίδας – ομάδα Facebook) για τη διόρθωση της αρχικής λεζάντας του βιβλίου. Φωτογραφία που χρονολογείται στα 1880. Ψηφιακή επεξεργασία 2015: Βάγιας Κατσός
«Οι τούμπες»
Μια πρόχειρη περιγραφή αυτού του περιφράγματος του Προαστίου της πόλης επιχειρώ βάσει των στοιχείων που έχω συγκεντρώσει, αλλά και των αναμνήσεων των παιδικών μου χρόνων, γιατί σε πολλά σημεία παρέμεναν άθικτα τα προχώματα αυτά, «οι τούμπες», όπως χαρακτηριστικά ονομάζονταν, στις οποίες με τους συνομηλίκους και τους μεγαλυτέρους μου έχουμε περάσει ατελείωτες ώρες απολαμβάνοντας «τσουλήθρα» πάνω σ’ ένα ανοιγμένο φύλλο από γκαζοτενεκέ.
Το ανάχωμα αυτό ξεκινούσε από το σημερινό τέρμα της οδού Σαμαρτζή, προς τη θάλασσα [Καναπίτσα], κατά μήκος της παραλίας και μέχρι την οδό Κατσικογιάννη, πάνω από τα απόκρημνα πρασινόχρωμα βράχια του όρμου «Δου» σχηματίζοντας μια πολεμίστρα προς τη θάλασσα, την ονομαστή «Μισύρ Ντάπια»[2]. Από εκεί το ανάχωμα -ή μεγάλη «τούμπα»- και ο παράπλευρος χάνδακας κατευθύνονταν ανατολικά, κατά μήκος των σημερινών οδών Κατσικογιάννη και Προαστίου μέχρι το «Βελή – Μπαμπά», τον χώρο δηλαδή όπου σήμερα βρίσκεται το Γ΄ Γυμνάσιο και οι δεξαμενές υδρεύσεως της πόλεως[3]. Εκεί, υπήρχε η μεγάλη πέτρινη πόρτα, η «Πορτάρα»[4], όπως την αποκαλούσαν, και από αυτήν γινόταν η είσοδος προς το Προάστιο, όταν το Οχύρωμα (περίφραγμα) χρησιμοποιούνταν. Στη συνέχεια, το οχύρωμα αυτό, με σχετικό ανάχωμα και χάνδακα περνούσε έξω ακριβώς από το δυτικό περίβολο του ισραηλιτικού Νεκροταφείου και κατευθυνόταν προς Νότον και, αφού εκτεινόταν ως την περιοχή του Νοσοκομείου, από εκεί με νοτιοανατολική κατεύθυνση[5] έφθανε στην εκ του φυσικού οχυρή τοποθεσία «Νταμάρια», «Κρεμάλα» και «Σπηλιές» και κατέληγε στο Βούρκο.
Η πορτάρα κατεδαφίστηκε χωρίς λόγο, όταν αποχωματώθηκε, γύρω στα 1962-63· το τελευταίο υπόλοιπο του αναχώματος προς δημιουργία γηπέδου, για το τότε Γυμνάσιο θηλέων, βάσει των έργων απασχολήσεως ανέργων, για τα οποία είχε χρηματοδοτηθεί ο Δήμος Χαλκιδέων από σχετικό πρόγραμμα των Υπουργείων Εργασίας και Δημοσίων Έργων. Τα χώματα μεταφέρθηκαν στο Βούρκο για τη δημιουργία του Πάρκου που απέβλεπε στην εξυγίανση της περιοχής.
Δεν κατοικήθηκε, όπως προαναφέρθηκε, όλος ο χώρος του Προαστίου τον περασμένο αιώνα, ούτε και πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο σύνολό του. Η περιοχή γύρω από τη σημερινή λεωφόρο Βενιζέλου, μέχρι την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, ήταν ένας «βρωμερός όχθος», πριν κατεδαφιστούν τα τείχη.
Μετά την τμηματική κατεδάφιση των τειχών και τους σεισμούς του 1894, ο Δήμος παραχώρησε τμηματικά οικόπεδα για ανέγερση δημοσίων κτηρίων από την έκταση που προέκυψε μετά την επίχωση του χάνδακα του κυρίως φρουρίου, μεταξύ Άνω και Κάτω Πύλης. Τότε μόνο άρχιζε να μορφοποιείται κατά την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα, αυτή η κεντρική περιοχή της πόλης.
Τα κτήρια που κατασκευάστηκαν μετά την παραχώρηση των στρατοπέδων ήταν το 1ο και 2ο Δημοτικό σχολείο [σημερινή τοποθεσία του ΟΤΕ και της Τράπεζας Πειραιώς], το Γυμνάσιο και Σχολαρχείο (όπου σήμερα στεγάζεται πάρκινγκ παραπλεύρως Εθνικής Τράπεζας και ΠΙΚΠΑ), το Δημόσιο Ταμείο και η Εφορία (όπου σήμερα βρίσκεται η Εθνική Τράπεζα), το αρχαιολογικό Μουσείο και τα Δικαστήρια, αλλά και ο Σταθμός της Ηλεκτρικής Εταιρείας (όπου ως πρόσφατα λειτουργούσε το πάρκινγκ στην αρχή της οδού Αβάντων).
Πολύ νωρίτερα – ίσως είναι από τα πρώτα σημεία οικήσεως του Προαστίου- εμφανίζονται αποθήκες, εργοστάσια, κυρίως πνευματοποιίας[6], ιχθυοπωλεία και εμπορικά καταστήματα, στο χώρο μεταξύ των οδών Κριεζώτου – Καραμουρτζούνη – πλατείας Αγ. Νικολάου και παραλίας. Στο σημείο αυτό αναπτύχθηκε το θαλάσσιο εμπόριο μέσω του οποίου ενισχυόταν η οικονομία της πόλης. Τα κτήρια, όπως αποδεικνύουν παλαιές φωτογραφίες, στα οποία δεσπόζουν οι πανύψηλες καμινάδες, προορίζονταν για εμποροβιομηχανικές δραστηριότητες. Σ’ αυτό το χώρο, σημειώνεται και μία πρώτη σοβαρή και εμφανής καταπάτηση κοινοχρήστου χώρου, την οποία στηλιτεύει ο «Ευβοϊκός Κήρυξ»[7].
Τα κτήρια της Ηλεκτρικής Εταιρείας Χαλκίδας που βρίσκονταν στο χώρο του παλιού πάρκινκ Σολογιάννη, στη διασταύρωση των οδών Αβάντων με Κριεζώτου. Άκρη αριστερά φαίνεται το κτήριο που σήμερα στεγάζει το «Public». Άκρη δεξιά, ο τοίχος της ταβέρνας «η Παπαρούνα» των Α/φων Αγγέλου. Γωνία Κριεζώτου & Αβάντων. Πηγή φωτογραφίας: προσωπικό αρχείο Α. Μακαρώνα (από το βιβλίο «Μία προσπάθεια δια την Χαλκίδα»).
Η συνοικία γύρω από τον άγιο Νικόλαο
Δυστυχώς μέχρι σήμερα, δεν έχει εντοπιστεί το πρώτο ρυμοτομικό διάγραμμα του Προαστίου της Χαλκίδος, ώστε να έχουμε υπ’ όψιν τα σαφή όριά του και μια λεπτομερέστατη εικόνα από τη διάταξή του, και τις πρώτες, μετά την απελευθέρωση της Χαλκίδος από τον τουρκικό ζυγό, δεκαετίες.
Όμως, έμμεσες πληροφορίες από πηγές στα μέσα 19ου αιώνα, και οι πρώτες φωτογραφίες από το δεύτερο ήμισυ αυτού του αιώνα, μας κάνουν να πιθανολογούμε ότι δυο πυρήνες συνοικιών έχουν αναπτυχθεί στο Ξώχωρο της Χαλκίδος από τον καιρό της Τουρκοκρατίας. Η πρώτη περιλαμβάνει το «Παράλιον», όπου αναπτύσσεται το εμπόριο κοντά στο λιμάνι. Περικλειόταν, από τους σημερινούς δρόμους Κριεζώτου – Μπαλαλαίων – Βύρωνος – Κριεζή, και ενδεχομένως έφτανε μέχρι την αρχή της Σουβάλας (Τόλια – Τομαρά – Αγγελάτου).
Στην Αβάντων υπήρχαν ο «παλαιός Τούρκικος Λουτρός» – στη θέση όπου το Δημαρχείο από το 1980 έως 1995– και από εκεί άρχιζε, Βορειοανατολικά η τοποθεσία «Καπνός», με χωράφια καπνοφυτειών. Δίπλα στο παλαιό αυτό Λουτρό εγκαταστάθηκε από τα πρώτα χρόνια της απελευθερώσεως ο «Στρατών Χωροφυλακής»[8].Το κέντρο αυτής της συνοικίας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν το Τζαμί στη θέση του σημερινού I. Ναού του Αγίου Νικολάου, του οποίου το κτήριο μετατράπηκε, μετά την απελευθέρωση, στον πρώτο χριστιανικό ναό, με το όνομα του Αγίου.
Το κεφαλόσκαλο, η κύρια προβλήτα του βόρειου λιμανιού της Χαλκίδας, στις αρχές του 20ου αιώνα. Αριστερά διακρίνεται το εργοστάσιο Α.Β.Ε.Ν.Α.. Στο βάθος, το πρόχειρο καμπαναριό του Αγίου Νικολάου.
Η συνοικία γύρω από τον Άγιο Δημήτριο
Η δεύτερη συνοικία στο Ξώχωρο, όπως πιο συχνά αποκαλούσαν το Προάστιο οι κάτοικοί του, είναι αυτή που αναπτύσσεται γύρω από τον I. Ναό του Αγίου Δημητρίου.
Κοντά στη θέση του σημερινού Ναού, ο οποίος ανεγέρθη το 1837[9], τέσσερα μόλις χρόνια μετά την απελευθέρωση της Χαλκίδας, υπήρχε κατά πάσα πιθανότητα ο μοναδικός χριστιανικός ναΐσκος της πόλεως κατά την Τουρκοκρατία [βλ. «το μυστήριο του Αγίου Φραγκίσκου»].
Εκεί αρχίζει να σχηματίζεται ένας χριστιανικός πυρήνας προς το Πλάτωμα, αλλά και γύρω από τη θέση του Ναού. Όμως, και οι Τούρκοι που διέμεναν πριν από την απελευθέρωση στη συνοικία αυτή, έχουν και τζαμί στη πλατεία Εμπόρων, το «Περγιακλί», ή ορθότερα «Μπαϊρακλί» τζαμί, δηλαδή «τζαμί της σημαίας», όπως μεταφράζεται[10].
Ο τελευταίος στρατιωτικός τούρκος Διοικητής της Ευβοίας, ο τρομερός Ομέρ Πασσάς διέμενε στο Προάστιο και συγκεκριμένα στο «Κριεζώτειο» της οδού Τζαβέλλα, όπου τα μεταπελευθερωτικά χρόνια κατοικούσε ο στρατηγός του Αγώνα Νικόλαος Κριεζώτης και η οικογένειά του και σήμερα ανακαινισμένο στεγάζει τα Ιστορικά Αρχεία Ευβοίας. Όπως προαναφέρθηκε, τα όρια των δύο αυτών πυρήνων των συνοικιών δεν είναι σαφώς ξεκαθαρισμένα καθώς συνόρευαν είτε με την οδό Αβάντων, είτε με την οδό Βύρωνος, που και σήμερα αποτελεί σημείο – μεταίχμιο των δυο ενοριών.
Πανοραμική φωτογραφία της Χαλκίδας που χρονολογείται στα 1906-1908. Συλλογή Α. Αίσωπου.
Προς νότο η συνοικία το «Παράλιον» ή του Αγίου Νικολάου για τα μετέπειτα χρόνια, δεν ξεπερνούσε τη σημερινή οδό Κριεζώτου, γιατί ο πέραν αυτής χώρος προς το Κάστρο ήταν αδιαμόρφωτος και καταλαμβανόταν από το βαθύ χάνδακα [τάφρος] και τους όχθους του, προ του φρουρίου. Βορειοανατολικά ήταν ο χώρος όπου η συνοικία αυτή είχε τη μοναδική διέξοδο για τη συνεχή ανάπτυξή της και πάντως μέχρι τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, δεν είχε επεκταθεί πέρα της σημερινής οδού Κριεζή.
Η συνοικία του Αγίου Δημητρίου, πέρα των συνόρων της με το Παράλιο, αρχικά έφθανε νότια μέχρι τη σημερινή οδό Μπαλαλαίων και την πλατεία Εμπόρων και ανατολικά μέχρι τις υπό διαμόρφωση τότε οδούς Κοτοπούλη και Γαζέπη. Βορειοανατολικά δεν περιελάμβανε το Πλάτωμα, όπου και τελείωνε η έκτασή της γύρω από τη σημερινή οδό Κριεζή ή και Αποστόλη. Η σχηματιζόμενη με υποτυπώδη σχέδιο τότε οδός Γαζέπη ήταν και ο δρόμος που οδήγησε τόσο προς τα χωριά Δοκός – Αφράτι – Στενή – Βατώντας – Ψαχνά μέσω της «Πορτάρας» του «Βελή Μπαμπά», αλλά και στα δυο νεκροταφεία, πρώτα το εβραϊκό και λίγο μακρύτερα το χριστιανικό, που ήταν έξω από το Προάστιο της πόλης.
Βόρειο λιμάνι Χαλκίδας, σημερινό τμήμα παραλίας από το «στρογγυλό» ως το κόκκινο σπίτι, όπως ήταν τον Μάιο του 1906. Φωτογραφία: Charles Andre. Πηγή φωτογραφίας: «Χαλκίδα η ακτινοβολούσα πόλη του Ευβοικού», Γιάννης Λ. Λάμπρου. Ψηφιακή επεξεργασία 2015: Βάγιας Κατσός.
Παραπομπές
[1] Περιγραφές, πάνω σ’ αυτό το θέμα, μας δίδουν όλοι σχεδόν οι περιηγητές και οι γεωγράφοι της εποχής, με τα περίφημα οδοιπορικά τους. Βλ. Α.Ε.Μ. – Τόμοι Α’ /1935 έως ΛΑ’ 11994-95 στις ειδικές αναφορές των περιηγητών για την πόλη της Χαλκίδας.
[2] Αυτό το παραλιακό ανάχωμα προς τη θάλασσα, δύο περίπου μέτρα ψηλότερο από το εσωτερικό επίπεδο του χώρου, το 1958 ο τότε δήμαρχος, αείμνηστος Αντώνιος Μαργαρίτης με το πρώτο γκρέιντερ του δημοτικού και κοινοτικού εξοπλισμού που διαχειριζόταν η Νομαρχία, το ισοπέδωσε, σπρώχνοντας τα χώματά του προς την θάλασσα και καλύπτοντας τα βράχια στο μέρος του μυχού του κολπίσκου κατά 5 έως και 10 μέτρα, προς διεύρυνση του παραλιακού χώρου.
[3] Στο τμήμα του αναχώματος που βρισκόταν στα δεξιά της οδού Προαστείου προς τη δεξαμενή, όλα τα απέναντι προσφυγικά σπίτια της Νεαπόλεως άνοιξαν σπηλαιώδη καταφύγια για προφύλαξη των κατοίκων από τους βομβαρδισμούς κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
[4] Κατεδαφίστηκε χωρίς λόγο όταν αποχωματώθηκε, γύρω στα 1962-63, το τελευταίο υπόλοιπο του αναχώματος προς δημιουργία γηπέδου, για το τότε Γυμνάσιο θηλέων, βάσει των έργων απασχολήσεως ανέργων, για τα οποία είχε χρηματοδοτηθεί ο Δήμος Χαλκιδέων από σχετικό πρόγραμμα των Υπουργείων Εργασίας και Δημοσίων Έργων. Τα χώματα μεταφέρονταν στο Βούρκο για τη δημιουργία του Πάρκου που απέβλεπε στην εξυγίανση της περιοχής.
[5] Τα αναχώματα στην περιοχή αυτή, που περιλαμβάνεται μεταξύ των οδών Χατζοπούλου και Πήλικα, πρέπει να ισοπεδώθηκαν πολύ νωρίς, περί τα μέσα του 19ου αιώνα, και έτσι δημιουργήθηκε γήπεδο τουλάχιστον 18 στρεμμάτων -στρατόπεδο το αποκαλούσαν- με το οποίο «επροικίσθη» ο Δήμος Χαλκιδέων προ του 1895 (όρα Δημ. Κτηματολόγιον 1895). Από το 1896 αυτή την έκταση ο Δήμος, με το ψήφισμα 105/1896, την χώρισε σε οικόπεδα και την εκποίησε για να αποκτήσει έσοδα «ουχί ελάσονα των 40.000 δραχμών» προς βελτίωση του υδραγωγείου της πόλεως (βλέπε και ψηφίσματα 20911897,238/1898 244/ 1898 κ.λ,π.).
[6] Πρέπει να αναφερθεί ότι η ονομαστή σήμερα βιομηχανία που παράγει το παγκοσμίως φημισμένο κονιάκ «Μεταξά», όχι μόνο κατάγεται από οικογένεια της Χαλκίδας, αλλά ότι μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας, συνέχιζε τις εργασίες της στη Χαλκίδα κοντά στο σημερινό μέγαρο του Δημαρχείου και σιγά σιγά τις επεξέτεινε στον Πειραιά. Στο Νεκροταφείο μας διασώζεται ο οικογενειακός τάφος Μεταξά, προ του Ιερού Ναού Αγ. Ιωάννου.
[7] φύλλο 26, 6-7-1872.
[8] Όπως προκύπτει από το Κτηματολόγιο του Δήμου Χαλκιδέων, έτους 1895, ήταν μια διώροφη οικία, ιδιοκτησίας του Δήμου Χαλκιδέων, με 6 δωμάτια στον άνω όροφο και 2 στον κάτω.
[9] Η κτητορική επιγραφή στην αρχική πρόσοψη του Ναού, που σήμερα ευρίσκεται μέσα στον μεταγενέστερο πρόναο, αναφέρει: «Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΟΥΤΟΣ ΗΚΟΔΟΜΗΘΗ ΕΝ ΕΤΗ 1837».
[10] Εσφαλμένα η κ. Ελένη Γούτου-Φωτοπούλου σημειώνει στο βιβλίο της «Σύσταση και εξέλιξη του Δήμου Χαλκιδέων» (σελ. 29) ότι το «Μπαϊρακλί τζαμί» ήταν στη θέση όπου ανεγέρθηκε ο Αγ. Νικόλαος και ότι εκεί δημιουργήθηκε νέο Ο.Τ. Το τζαμί με την ονομασία αυτή – ή ακόμη και με την παραφθαρμένη λαϊκή ονομασία «Περγιακλί Τζαμί», είναι το τζαμί στην πλατεία Εμπόρων της Αγοράς, αυτό δε προκύπτει ξεκάθαρα από το σχετικό φάκελο και το ίδιο το Κτηματολόγιο του Δήμου Χαλκιδέων του έτους 1895.