Ο Όθων -Φρειδερίκος- Λουδοβίκος, πλήρες όνομα Όττο Φρίντριχ Λούντβιχ φον Βίττελσμπαχ (Otto Friedrich Ludwig von Wittelsbach, 1 Ιουνίου 1815 – 26 Ιουλίου 1867), ήταν Πρίγκιπας της Βαυαρίας και πρώτος Βασιλιάς του Βασιλείου της Ελλάδος, ο μοναδικός με τον επίσημο τίτλο «Βασιλεύς της Ελλάδος», δεδομένου ότι οι επόμενοι, της δυναστείας Γκλύξμπουργκ (Γεώργιος Α’ – Κωνσταντίνος Β’), είχαν τον τίτλο «Βασιλεύς των Ελλήνων».
Ποια μέρη επισκέφτηκε το 1841 ο πρώτος βασιλιάς του Ελληνικού κράτους. Ποιες οι εντυπώσεις του ανθρώπου που περιέγραψε το ταξίδι.
Πηγή:
«Η πρώτη επίσκεψη του Βασιλέως Όθωνος στην Εύβοια», Παν. Μπουρνέλου. Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών. Τόμος Δ΄, Αθήνα 1956. Μετάφραση του αρχικού κειμένου του Λουδοβίκου Ρος: Τάκης Γιαννιός.
Διόρθωση – φιλολογική επιμέλεια: Γιώργος Παπανικολάου.
Πρόλογος
Το Σεπτέμβριο του 1841 ο Όθωνας, ο πρώτος βασιλιάς του Ελληνικού Κράτους, επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Εύβοια.
Η άφιξή του στο νησί, όπως ήταν επόμενο, ενθουσίασε τον καθημαγμένο εκείνη την περίοδο ελληνικό πληθυσμό στις περιοχές που επισκέφτηκε, ο οποίος μόλις προ οκταετίας είχε αποκτήσει την ελευθερία του (αναλυτικά εδώ και εδώ). Οι πληγές που είχαν αφήσει η αποτυχημένη επανάσταση στην Εύβοια και η σκληρή αντιμετώπισή της από τον Οθωμανό κατακτητή δεν είχαν ακόμα κλείσει. Παρόλα αυτά, υποδέχτηκαν τον άνακτα και την αριστοκρατική συντροφιά του με τιμές, δείχνοντας πως βάζουν έστω για λίγο στην άκρη όλα τα καθημερινά τους προβλήματα.
Στην Κάρυστο ήταν τέτοια η υποδοχή του Όθωνα, ώστε κατενθουσιασμένος από τη θερμή υποδοχή που του επεφύλαξαν οι κάτοικοί της θέλησε να ανταποδώσει. Μετά την επίσκεψη, όπου παρακάτω περιγράφουμε, έστειλε τον Βαυαρό μηχανικό Μίρμπαχ vα σχεδιάσει ένα νέο μοντέρνο ρυμοτομικό σχέδιο στην κωμόπολη. Επίσης, ικανοποίησε το χρόνιο αίτημα των κατοίκων για μεταφορά της έδρας του νεότευκτου δήμου στην παραλιακή πόλη, από το χωριό Μύλοι όπου βρισκόταν τότε, καθώς πλέον δεν εξυπηρετούσε τις ολοένα και αυξανόμενες νέες ανάγκες της περιοχής. Η μεταφορά ολοκληρώθηκε το 1848, οι δε Καρυστινοί ικανοποιημένοι και θέλοντας να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους στο βασιλιά τους, μετονόμασαν την κωμόπολη τους σε «Οθωνόπολη», ονομασία που κράτησαν ως τη μεταπολίτευση του 1862, ξαναγυρνώντας στο αρχαιοελληνικό Κάρυστος.
Το ταξίδι στην Εύβοια περιέγραψε ο Λουδοβίκος Ρος[1] (Ludwig Ross),πρώτος καθηγητής αρχαιολογίας του Οθώνειου Πανεπιστημίου Αθηνών (ίδρυση: 1837)[2], που πάντα συνόδευε τον Όθωνα στις περιηγήσεις του. Η επιστημονική φύση της εργασίας του είναι και ο λόγος που η περιγραφή του είναι πλήρης αρχαιολογικών και ιστορικών επεξηγήσεων. Οι σελίδες που αναφέρονται στο ταξίδι στην Εύβοια και παρακάτω μεταφέρουμε αυτούσιες, είναι σε ελεύθερη νεοελληνική απόδοση, για ευκολότερη ανάγνωση, μαζί με λίγες επεξηγηματικές παραπομπές, όπου αυτό κρίθηκε απαραίτητο.
Ομοίωμα κορβέτας, Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος.
Το ταξίδι στην Εύβοια
16 Σεπτεμβρίου 1841
Ενώ η Βασίλισσα Αμαλία το καλοκαίρι του 1841 περνούσε τις μέρες της στη Γερμανία, κι’ ύστερα από πενταετή απουσία έκανε την πρώτη επίσκεψη της στον πατρικό πύργο στο Όλντενμπουργκ, η Α.Μ. ο Βασιλεύς αποφάσισε να κάνει μια εκδρομή στην Εύβοια, που δεν είχε ποτέ επισκεφθεί και στις Βόρειες Σποράδες, όπως ονομάζονται τα νησιά που αποτελούσαν τα ακρότατα βορειοανατολικά θαλάσσια σύνορα του Ελληνικού Κράτους.
Ο Βασιλεύς συνοδευόταν από τον Στρατηγό Τζαβέλα[3], τους Συνταγματάρχες Γρίβα, Γαρδικιώτη και φον Εςς[4], τον Ταγματάρχη φον Κρόπερ, τους Λοχαγούς Μαυρομιχάλη και φον Στάϊνσντορφ, τον Γραμματέα Βέντλαντ, τον Βαρώνο φον Στένγκελ, τον κ. Σ. Βουδούρη, τους καθηγητές Βούρο, τον συγγραφέα Βούρη, και το γενναίο πυρπολητή Παπανικολή, που τότε κυβερνούσε την κορβέτα «Αμαλία»[5].
Ήταν το πρώτο ταξίδι, εδώ και πέντε χρόνια, χωρίς την Βασίλισσα και την ακολουθία της.
Το καστέλο Ρόσσο, στην Κάρυστο.
Η άφιξη στην Κάρυστο
Ξεκινήσαμε στις 16 Σεπτεμβρίου το βράδυ από τον Πειραιά, και βρεθήκαμε το επόμενο πρωί στον κόλπο της Καρύστου, στη νότια ακτή της Εύβοιας.
Η δυτική πλευρά του κόλπου σχηματίζεται από ένα λοφώδες ακρωτήριο, την Λευκή Ακτή[6], προ του οποίου βρίσκεται μία ομάδα νησιών που ονομάζεται Πεταλιοί, όπου αρχίζει το Μυρτώον Πέλαγος· στην ανατολική πλευρά εκτείνεται το ακρωτήριο του Γεραιστού, ακόμη νοτιότερα, και μπροστά στο βάθος τού κόλπου ορθώνεται το επιβλητικό βουνό της Όχης, ύψους 4.500 ποδών (1.404 Γαλλικών μέτρων). Σ’ ένα ύψωμα στους πρόποδες της, σχεδόν μια ώρα από την παραλία, βρισκόταν ή αρχαία Κάρυστος.
Στις οκτώ αποβιβαστήκαμε και καβάλα ανεβήκαμε στη σημερινή κωμόπολη, πού βρίσκεται κάτω από λεμονόκηπους και άλλα οπωροφόρα δένδρα. Αποτελείται από πέντε χωριά, μεταξύ των οποίων τα κυριότερα είναι ο Μάρκωνας και οι Μύλοι, τα οποία μαζί αριθμούν 400 σπίτια. Το κυριότερο προϊόν της περιοχής, είναι τα φρούτα· οι καλοποτισμένοι κήποι δίνουν το χρόνο 25 έως 35 εκατομμύρια λεμόνια και περί τα τέσσερα εκατομμύρια κίτρα. Όταν ο Βασιλιάς κατέβηκε στην κατοικία του επισκόπου[7], χρησιμοποίησα το διάστημα των παρουσιάσεων για να ρίξω μια ματιά γύρω, μια και άλλοτε δεν είχα ξανάρθει. Παρατηρεί κανείς σε πολλά μέρη στους απέναντι της παλαιάς πόλεως λόφους, θεμέλια και ακόμη μεγάλα υπολείμματα τειχών. Όλα αυτά τα υπολείμματα φαίνεται να ανήκουν σε μνημεία ή σε άλλες εγκαταστάσεις έξω απ’ την πόλη. Σε καμιά εκατοστή βήματα πάνω από την κατοικία του Επισκόπου, βρήκαν, μόλις προ λίγων εβδομάδων, σ’ ένα χωράφι, κάτω από μια βραχώδη προεξοχή, δυο αγάλματα αρκετά καλά δουλεμένα, έναν άνδρα και μια γυναίκα και οι δυο ως κάτω στα πόδια ντυμένοι, όμως χωρίς κεφάλι και χέρια. Εκεί κοντά βρισκόταν ακόμη ένα μέρος της βάσης, με την επιγραφή:
IΠΠΟΣΒΟΛΗΚΛΕΟΣ
Φαίνεται ότι βρισκόταν πάνω από έναν οικογενειακό τάφο, όπως το αγαλματένιο ζευγάρι από την αρχαία πόλη της Άνδρου. Έτσι επανεξετάστηκε και στην Εύβοια η συνήθεια των νησιών του Αιγαίου Πελάγους, της Θήρας, της Ανάφης, της Φολεγάνδρου, της Δήλου, της Άνδρου και άλλων, να ανεγείρουν στους τάφους των νεκρών τις εικόνες ολόκληρες, ή μόνο προτομές μέχρι το μέσο τού κορμού, ενώ στις νεκρουπόλεις της Αττικής αρκούνται γενικά στα ανάγλυφα ή τις ζωγραφικές παραστάσεις πάνω σε τάφους ή στα μαρμάρινα δοχεία.
Άλλες αξιομνημόνευτες αρχαιότητες δεν συνάντησα, εκτός μιας μεγάλη επιγραφή στα ερείπια μιας εκκλησίας, στον κήπο τού επισκόπου.
Το αρχαίο υδραγωγείο της Καρύστου, με το Καστέλο Ρόσσο στο βάθος. Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλάς. πηγή φωτογραφίας: Travelbook.
Περιήγηση στο Castelo Rosso και στα αρχαία λατομεία της Καρύστου
Μετά το πρόγευμα, ο Βασιλιάς και η ακολουθία του ανέβηκαν στο κατεστραμμένο φρούριο[8], πού βρίσκεται στην αιχμηρή κορυφή της αρχαίας πόλης.
Στο δρόμο παρατηρεί κανείς ίχνη της ελληνικής πόλης. Η μετέπειτα τουρκική πόλη, είναι σήμερα σχεδόν ερειπωμένη και ακατοίκητη. Στο πίσω μέρος χωρίζεται το φρούριο από τον κύριο όγκο της Όχης, με μια απότομη χαράδρα, στην οποία υπάρχουν ακόμη τα τόξα ενός υδραγωγείου, που εφοδίαζε τη νεότερη πόλη με νερό. Εδώ βρίσκεται το χωριό Μύλοι[9]. Κατεβήκαμε από τα ερείπια του φρουρίου, βορειοανατολικά μέσα στην χαράδρα και ανεβήκαμε στην άλλη πλευρά, άλλοτε πεζοί και άλλοτε πάνω σε ζώα, στις απότομες πλαγιές της Όχης, ως ένα από τα πολυάριθμα αρχαία λατομεία, των οποίων το γραμμωτό μάρμαρο (cipollino), όπως αυτό των γειτονικών λατομείων στα Στύρα, τόσο πολύτιμο ήταν την εποχή των Ρωμαίων[10]. Κατά τα φαινόμενα οι εργασίες των αρχαίων διεκόπησαν εδώ πολύ απότομα, πιθανόν περί τα μέσα του τρίτου μ.Χ. αιώνα, όταν οι εισβολές των βαρβάρων στο Ρωμαϊκό Κράτος έστρεψαν τις φροντίδες του αυτοκράτορα σε άλλα πράγματα, και όχι στα κοιτάσματα του μαρμάρου. Τα ελαφρώς επικλινή, σχεδόν οριζόντια στρώματα, διευκόλυναν εδώ την εξαγωγή τόσο μεγάλων μονόλιθων, πράγμα που στην Πεντέλη και στην Πάρο θα ήταν πολύ δυσκολότερο. Επίσης και ή μεταφορά στην πεδιάδα και το λιμάνι, δεν είναι διόλου δύσκολη, λόγω της απότομης καθόδου του βουνού, αν πρώτα τοποθετηθεί ένα κατάλληλο μηχάνημα ολίσθησης.
Ημικατεργασμένες κολώνες στα αρχαία μαρμαρορυχεία της Όχης. Φωτογραφία από το βιβλίο «Ιστορία της αρχαίας Εύβοιας, από τους προϊστορικούς χρόνους ως και τη Ρωμαιοκρατία», Επαμ. Α. Βρανόπουλος, Δρ. Ιστορικός Αρχαιολόγος, Αθήνα 1987.
Οι εντυπώσεις από τις μεγαλιθικές κατασκευές στην κορυφή της Όχης.
Πάνω από το λατομείο υψώνεται η Όχη, κατά το μεγαλύτερο μέρος γυμνή, στο ύψος που είπαμε παραπάνω.
Όχι μακριά από την κορυφή της, βρίσκονται τα ερείπια ενός οικοδομήματος από μεγάλες πλάκες πού μοιάζει ίσως με ναό και για τον οποίο γίνεται συχνά λόγος. Οι αρχαιολόγοι ισχυρίσθηκαν ομόφωνα ότι πρέπει να είναι ιερό. Για μένα αυτό είναι πολύ αμφίβολο, και ακόμη περισσότερο από τότε πού, κατά νεώτερες πληροφορίες, ανακάλυψαν στο μόλις γνωστό αυτό βουνό και άλλα παρόμοια οικοδομήματα. Είμαι πεπεισμένος ότι αυτά τα οικοδομήματα – για τα οποία μιλάει ακόμη και η όλη τους εγκατάσταση, με την είσοδο επί της κατά μήκος πλευράς απέναντι στον νοτιά και το εσωτερικό τους σχέδιο – δεν είναι Ναοί, αλλ’ απλώς καταφύγια[11], στα όποια οι βοσκοί του βουνού με τα κοπάδια τους εύρισκαν προστασία από τα λιοντάρια και τους λύκους ή σε περίπτωση κακοκαιρίας μια στέγη, όπως οι χοιροβοσκοί του Οδυσσέα στην Οδύσσεια. Ας αναλογιστούμε επίσης με πόση σφοδρότητα φυσά ο βόρειος άνεμος στην κορυφή του βουνού, όταν ακόμη και κάτω στην πεδιάδα εκσφενδονίζει στη θάλασσα τα δεμάτια από τους αγρούς και τα αλώνια. Παρόμοιας στερεότητας, αν και άλλου σχήματος, είναι οι σημερινοί στάβλοι στα βουνά της Τήνου, που και αυτοί οφείλουν την ύπαρξή τους στην σφοδρότητα του άνεμου αυτού.
Μεγαλιθική κατασκευή στην κορυφή της Όχης (γνωστό και ως «Δρακόσπιτο»), VictorDuruy, HistoiredesGrecs, 1887. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας.Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Ταξίδι στη Σκύρο
Μόλις άρχισε να νυχτώνει, κατεβήκαμε πάλι από τα λατομεία και καβάλα κατευθυνθήκαμε κατ’ ευθείαν στην αποβάθρα.
Στις εννέα ξεκινήσαμε απ’ εδώ, περιπλεύσαμε τo απέναντι από την Άνδρο ακρότατο σημείο του Γεραιστού με το ακρωτήριο του Καφηρέα και το επόμενο πρωί την αυγή αποβιβαστήκαμε σ’ ένα μεγάλο έρημο λιμάνι, στη νοτιοδυτική πλευρά της νήσου Σκύρου, πριν από το οποίο βρίσκονται μερικά νησάκια και ως εκ τούτου ονομάζονται από τους ναυτικούς «οι τρεις Μπούκες». Στην βόρεια πλευρά του κόλπου υπάρχουν εκτεταμένα παλαιά λατομεία. Επειδή οι κάτοικοι δεν είχαν ειδοποιηθεί για την επικείμενη επίσκεψη της Α.Μ., πέρασε ολόκληρο το πρωί, χωρίς να έλθουν τα ζώα. Μόλις στη μία μπορέσαμε να ξεκινήσουμε και δια μέσου της γεμάτης βουνά και δάση νήσου, που σε αυτή τη πλευράτης έχει πολύ λίγα σπίτια, φθάσαμε σε δυο ώρες στην μικρή πόλη που βρίσκεται σ’ έναν αιχμηρό βράχο, όχι μακριά από την βορειοανατολική ακτή. Αριστερά τού δρόμου είδαμε το μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου, κοντά στο οποίο ο κύριος Φίντλερ ισχυρίζεται ότι βρήκε στην άμμο του ποταμού ίχνη χρυσού.
Η χώρα της Σκύρου είναι μικρή και φτωχή και το άλλοτε φρούριο, πού στεφανώνει το κέντρο της και που περικλείει το πάλαι ποτέ περίφημο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, ελεεινό και κατεστραμμένο τώρα. Ο άγιος δεν κάνει πια τα θαύματα που άλλοτε του έδωσαν τόσο μεγάλη φήμη. Πάνω από την μεγάλη πύλη τού φρουρίου είναι εντοιχισμένο, αλλά πολύ κατεστραμμένο, το άγαλμα ενός λιονταριού από άσπρο μάρμαρο και πάνω από μια άλλη πορτούλα είδαμε το οικόσημο ενός βενετού ευγενούς, με το λέοντα του Αγίου Μάρκου. Από έναν απ’ αυτούς τους βράχους ο Λυκομήδης, ο άρχοντας του νησιού, κατακρήμνισε τον θησέα, όταν αυτός είχε καταφύγει σ’ εκείνον. Ένας αφανής τάφος περιέκλειε τον Αττικό ήρωα, ωσότου ο Κίμωνας κατ’ επιταγή του μαντείου αναζήτησε και μετέφερε τα οστά του στην Αθήνα και υπέταξε το νησί στους Αθηναίους. Ακόμη περιφημότερη ήταν η Σκύρος με τα θρυλούμενα για τον έρωτα του Αχιλλέα προς την κόρη του Λυκομήδη, Δηιδάμεια, για το κρύψιμο του μεταξύ των γυναικών για να αποφύγει την συμμετοχή του στον Τρωικό πόλεμο και για την γέννηση του γιου του Νεοπτόλεμου ή Πύρρου, πληροφορίες που παρά την διαμόρφωση τους και το χτένισμά τους από τους ποιητές, περικλείουν ασφαλώς ένα πυρήνα ιστορικής αλήθειας. Από το φρούριο κοιτάξαμε νοτιοανατολικά μια ώρα μακρύτερα, στο σημείο που το νησί είναι πολύ στενό, έναν βαθύ κόλπο πού διατηρεί ακόμη το όνομα Αχίλλι, απ’ όπου ο Αχιλλέας κατά την ερμηνεία των κατοίκων έφυγε για την Τροία. Χωρίς αμφιβολία, όπως φανερώνει το όνομα, είχε εδώ ο ήρωας ένα ιερό. Το σπουδαιότερο ιερό της Σκύρου ήταν ο Ναός της Αθήνας, του οποίου τα υπολείμματα μπορούν να αναζητηθούν βόρεια κάτω από την πόλη, στα γύρω του λιμανιού της. Όμως το μικρό απόγευμα του Σεπτεμβρίου, δεν μας επέτρεψε άλλες εκδρομές[12] και το βράδυ είχε ήδη έλθει, όταν φθάσαμε πάλι στην δυτική ακτή και επιστρέψαμε στο πλοίο[13].
Ο Άγιος Γεώργιος στη Σκύρο. Le tour du Monde, 1876. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Παραπομπές
[1] Στο βιβλίο του «Reisen des Konigs Otto und der Koniginn Amalia in Griechenland, Halle 1848» (Γ. Φουσάρα. Ευβοϊκή Βιβλιογραφία, τεύχος πρώτο (1473— 1906), Αθήνα 1955, σελ. 63 (227) και 65-238).
[2] Ο Ρος έπαιξε επίσης ενεργό ρόλο στην προστασία των αρχαιοτήτων και στην ίδρυση μουσείων, ενώ έκανε πολλές σημαντικές ανασκαφές και αποκατάσταση αρχαιολογικών μνημείων κατά την διάρκεια της καριέρας του. Από τις πιο σημαντικές είναι η δημιουργία του Εθνικού Μουσείου της Αθήνας και η μετατροπή της Ακρόπολης, από στρατιωτικό οχυρό σε αρχαιολογικό χώρο. Wikipedia.com.
[3] Πρόκειται ασφαλώς για τον Κυριάκο «Κίτσο» Τζαβέλα ή Τσαβέλλα (Σούλι, 1800 – Αθήνα, 9 Μαρτίου 1855), που ήταν Έλληνας αγωνιστής της επανάστασης του 1821 από το Σούλι της Ηπείρου και μετέπειτα στρατηγός, υπουργός και πρωθυπουργός.
[4] Ο Πέτερ φον Ες (Peter von Hess. 29 Ιουλίου 1792 – 4 Απριλίου 1871) ήταν Γερμανός ζωγράφος που διακρίθηκε κυρίως στις αναπαραστάσεις μαχών. Συνόδευσε το βασιλιά Όθωνα σε πολλά ταξίδια του για να γνωρίσει την ελληνική ύπαιθρο και να αποδώσει καλύτερα τις ιστορικές στιγμές της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Προφανώς πρόκειται περί λάθους εκ’ παραδρομής του μεταφραστή η αναφορά του ως συνταγματάρχη.
[5] Στο αρχικό κείμενο του Π. Μπουρνέλου αναφέρεται πως ο Δημήτριος Παπανικολής κυβερνούσε τον «Όθωνα» και πως με αυτό το πλοίο ήρθε η αριστοκρατική παρέα στην Εύβοια. Προφανώς πρόκειται περί λάθους του μεταφραστή: ο σπουδαίος ναυμάχος Δημήτριος Παπανικολής το 1841 μόλις είχε επανέλθει στο βασιλικό ναυτικό κατόπιν παρέμβασης υπασπιστού του Όθωνα, μετά από πρόσκαιρη απομάκρυνση, αλλά είχε τοποθετηθεί κυβερνήτης της κορβέτας «Αμαλία» και όχι του Όθωνα. Η κορβέτα Αμαλία κατασκευάστηκε στο Ναύσταθμο του Πόρου το 1836 και η καθέλκυση της συνέπεσε με τους γάμους του Όθωνα και της Αμαλίας (10 – 22 Νοεμβρίου 1836). Αυτό το γεγονός είχε ως συνέπεια την απόδοση του ονόματος του πλοίου. Χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα καλύτερα πλοία της εποχής εκείνης. Το πλήρωμα της αποτελούσαν επτά Αξιωματικοί, 15 Υπαξιωματικοί και 103 Ναύτες. Ο οπλισμός της ήταν δύο πυροβόλα των 12 λιβρών και 20 ολμοπυροβόλα των 32 λιβρών. Χρησιμοποιήθηκε για σοβαρές αποστολές, όπως την δίωξη ληστών και πειρατών, αλλά και για μεταφορά επισήμων, όπως στην περίπτωση που παρουσιάζουμε. Στις 14 Οκτωβρίου 1852 βυθίστηκε στη Σαλαμίνα εξαιτίας σφοδρής καταιγίδας. Wikipedia.com και wikiwand.com
[6] Ή Λευκή ακτή δεν είναι η δυτική πλευρά του κόλπου άλλα ή ανατολική, η Λευκή ακτή ή Πούρος (Μπούρος) όπως είναι μέχρι σήμερα γνωστή. Η δυτική πλευρά ονομάζεται ακρωτήριο Παξιμάδας ή Λέοντος. Βλέπε «Ιστορία της Νήσου Εύβοιας», Κ. Γουναρόπουλος, Θεσσαλονίκη 1930, σελ. 15.
[7] Επίσκοπος Καρύστου από το 1834 έως το 1842 ήταν ο Δανιήλ Κοντούδης («Η Ιερά Μητρόπολις Καρύστου δια μέσου των αιώνων», Χρ. Θέμελης, Αθήναι 1955, σελ. 25). Η Επισκοπή ήταν στην παλιά χώρα, όπου τουλάχιστον ως και τη δεκαετία του 1950 σώζονταν κάποια ερείπια στο κτήμα του Ευαγγέλου Σαραβάνου.
[8] Ασφαλώς αναφέρεται στο περίφημο Καστέλο Ρόσσο της Καρύστου, πού «μπορεί να διεκδικήσει την κοινή ονομασία του Κάστρου της Ωριάς» και κτίστηκε από τον Ραβάνο ντάλε Κανσέρι (Ravano dalle Carceri) τον 13ο αιώνα. «Από τη Ζωή ενός Κάστρου», Αλ. Λεβίδη. Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος Α’ 1935, σελ. 163.
[9] Ο Όθωνας επισκέφτηκε και το χωρίο Μύλοι, όπου τότε ήταν η έδρα του Δήμου (Β’ τάξεως) με δήμαρχο τον Αντώνη Στρατή. Οι παλαιότεροι θυμούνται από διηγήσεις τη χαρά και τον ενθουσιασμό των Καρυστινών από την επίσκεψη αυτή. Αλλά και ο Βασιλιάς έμεινε κατενθουσιασμένος από την ομορφιά του τοπίου και την αγαθότητα των κατοίκων. Η Ευαγγελία Λάμπρου, εγγονή του Αντώνη Στρατή, είχε διηγηθεί στον Π. Μπουρνέλο ότι όταν η Α.Μ. επισκέφτηκε το αρχοντικό τους στους Μύλους, είπε στο Δήμαρχο: «Άντωνάκη, είναι καλύτερα εδώ από την Κηφισιά, άλλα βλέπεις είναι η θάλασσα μπροστά.»
[10] Τη θέση που επεσκέφθη ο Ρος ο λαός αποκαλεί Κυλίνδρους. Πιο κάτω από το λατομείο αυτό, στη θέση Αγιαμπγή (Αγία πηγή) του Μάκρωνα, υπάρχει ένα άλλο εξαντλημένο λατομείο. Επίσης, άλλο λατομείο ευρίσκεται στη θέση «Γκιβίση» Αετού. Αυτό, όπως και εκείνο πού επεσκέφθη ο Ρος, έχει εγκαταλειφθεί πολύ απότομα γιατί και εδώ υπάρχουν έτοιμες προς μεταφορά κολώνες και άλλες χαραγμένες στους βράχους.
[11] Υπάρχει και τρίτη εκδοχή. Πιθανόν να ήταν φρυκτωρία από όπου έδιδαν σήματα με φωτιές. («Ιστορία της Καρύστου», Δ. Χατζηκωνσταντή, Αθήνα 1947, σελ. 17). Εν τούτοις, ο σύγχρονος του Ρος, Η. Ν. Ulrichs υποστηρίζει, ότι πρόκειται περί Ναού της Ήρας. (Γ. Φουσάρα, κοίτα παραπάνω, σελ. 75/294). Θεωρείται δε ο ναός αυτός ως το παλαιότερο γνωστό Ελληνικό κτίσμα. Εξ άλλου, παρόμοια οικοδομήματα επί της Οχης δεν ανευρέθηκαν μέχρι σήμερον, οι πληροφορίες δε του Ρός είναι εσφαλμένες.
[12] Όπως διηγούνται, οι πιo γέροι είχαν ακουστά ότι η επίσκεψη του Όθωνα στη Σκύρο έδωσε αφορμή στους Σκυριανούς να διαδηλώσουν τη χαρά και τον ενθουσιασμό τους προς το Βασιλιά. Κατερχόμενος από το φρούριο της Σκύρου ο Όθωνας αναπαύθηκε για λίγο στο αρχοντικό του τότε Δημάρχου Γεωργίου Βουλγαρίδη (και μετέπειτα οικία του δημάρχου Σκύρου γιατρού Γεωργίου Λάμπρου). Διηγούνται μάλιστα, ότι όταν ο Όθωνας κατέβαινε τα στενά δρομάκια της Σκύρου η Ευφροσύνη Ξανθούλη (από τη φημισμένη στη Σκύρο για την ποιητική της φλέβα οικογένεια Ξανθούλη), εντελώς αγράμματη, παρουσιάσθηκε αυθόρμητα και προσφώνησε έτσι το Βασιλιά:
Ζήτω ο Βασιλεύς μας
Ζήτω ο Βασιλεύς
που ήλθε στην πατρίδα μας
που ήλθε και ο Άχιλλεύς.
[13] Ο Ρός συνεχίζει με την περιγραφή του ταξιδιού στις Βόρειες Σποράδες, στο μοναστήρι της νήσου Πιπέρι κλπ.