Βάγιας Κατσός Αρχείο Square.gr
Μια από τις πιο γνωστές, όμορφες και αξιόπιστες γκραβούρες του Ευρίπου, που μας δείχνει πως ήταν ο πορθμός στα 1833. Από αριστερά βλέπουμε τη «μύτη» των τειχών της Χαλκίδας, την Οθωμανική παλιά ξύλινη ανορθούμενη γέφυρα, το κάστρο του Ευρίπου, τη μικρή του βόρεια πύλη και την ξύλινη ανορθούμενη απόληξη της πεντάτοξης πέτρινης γέφυρας που οδηγούσε στην Βοιωτική ακτή. Οι διάσπαρτοι βράχοι αλλά και οι βαρκάρηδες που χρησιμοποιούν παλούκια πιστοποιούν το –απαγορευτικό για τη ναυσιπλοΐα- μικρό βάθος, έως δύο μέτρα στον κύριο πορθμό και 0,90 εκατοστά κάτω από τη λίθινη γέφυρα. Εικόνα: «Life and works of Lord Byron», William Finder, 1833. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας», συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999.
Οι δυσκολίες της διάνοιξης του πορθμού του Ευρίπου τη δεκαετία του 1850, οι ατυχίες των εγκαινίων και η ξαφνική ασθένεια του Όθωνα στη Χαλκίδα που παραλίγο να του στερήσει τη ζωή.
Όσα αποσπάσματα κειμένων ήταν στην καθαρεύουσα μεταφέρθηκαν και δημοσιεύονται για πρώτη φορά στη δημοτική, για ευκολότερη ανάγνωση. Διόρθωση – φιλολογική επιμέλεια: Γιώργος Παπανικολάου.
Πηγές:
«1836 – 2000. Η ιστορία του Δήμου Χαλκιδέων», Ελευθέριος Μ. Ιωαννίδης. Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, τμήμα Χαλκίδας, 2002
«Η κινητή γέφυρα κι ο πορθμός της Χαλκίδος (1857-1858)», Τάκης Λάππας. Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος ΙΑ, Αθήνα 1964.
«Οι κινητές γέφυρες του Ευρίπου», Θ. Π. Τάσιος. Εκδήλωση Τ.Ε.Ε. Ευβοίας για τα 45 χρόνια της κινητής γέφυρας της Χαλκίδας, 2008.
«Σύσταση και εξέλιξη του Δήμου Χαλκιδέων», Ελένη Γούτου – Φωτοπούλου. Έκδοση δήμου Χαλκιδέων, 1986.
«Ο πορθμός Εύριπος και η πόλις Χαλκίς», Νικόλαος Πετροκόκκινος. Άρθρο στο περιοδικό «Αποθήκη των ωφελίμων γνώσεων», Αριθμός 48. Εκ’ της τυπογραφίας Γ. Γριφφίτου, Σμύρνη 1840.
Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.
Οι δύο πορθμοί του Ευρίπου: πώς ήταν η περιοχή το 1840
Από το 1204 και την εποχή των Λατίνων επικυρίαρχων, ως και το 1833 που η Χαλκίδα απελευθερώθηκε από την Οθωμανική δεσποτεία η περιοχή του πορθμού του Ευρίπου παρουσίαζε περίπου την ίδια εικόνα (αναλυτικά, εδώ).
Το Δεκέμβριο του 1840, εν απουσία ακόμα τοπικών εφημερίδων ή άλλων εκδόσεων[1] ώστε να έχουμε πιο σφαιρική εικόνα, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Σμύρνης «Αποθήκη των ωφελίμων γνώσεων»[2] μια λεπτομερέστατη περιγραφή της μετεπαναστατικής Χαλκίδας, η οποία μας δίνει πολύτιμα στοιχεία για τον Εύριπο εκείνης της εποχής. Εκεί διαβάζουμε πως «ο πορθμός αυτός έχει πλάτος μόνο 120 πόδια [36μέτρα][3]. Στη μέση έχει υφαλονησίδα, πάνω στην οποία είναι χτισμένο φρούριο· έτσι γεννιούνται δύο πορθμοί, εκ των οποίων ο ένας [με λίθινη γέφυρα, που είχε εκείνη την περίοδο πέντε καμάρες] προς τη στερεά [Βοιωτία], όπου είναι και ο πλατύτερος, δε χρησιμεύει για να περνούν πλοία, καθώς το βάθος του ποτέ δεν υπερβαίνει τα τρία πόδια [0,90 μέτρα]. Μεταξύ δε της υφαλονησίδας και των τειχών της Χαλκίδας υπάρχει διάστημα 33 ποδιών [10 μέτρων][4], και το ελάχιστο βάθος τη στιγμή της μέγιστης ανύψωσης του νερού είναι επτά πόδια [δύο μέτρα][5]. Εδώ γίνεται η θαυμαστή παλίρροια, που τόσο διαφήμισε τον πορθμό του Ευρίπου· κάποιες φορές το νερό κυλά ως οκτώ μίλια την ώρα[6], ενάμιση πόδι [μισό μέτρο] κάτω από τη [ξύλινη, Οθωμανική] γέφυρα. Το πιο περίεργο είναι πως τα πλοία που βρίσκονται σε απόσταση 450 ποδιών [137 μέτρων] από τη γέφυρα δεν αισθάνονται καθόλου το ρεύμα αυτό. […]»
«Εκατέρωθεν του Ευρίπου υπάρχουν λιμάνια· στο βορρά, είναι μικρό, βαθύ, ασφαλές, κατάλληλο για ναυπηγία και χωράει πολλά εμπορικά πλοία[7]. Νότια της γέφυρας βρίσκονται δύο λιμάνια, εκ’ των οποίων βαθύτερο είναι αυτό της Αυλίδας, εκεί όπου συγκεντρώθηκε ο ελληνικός στόλος πριν φύγει για την Τροία. Έχει πλάτος και μήκος περίπου ένα μίλι, με έξι οργιές βάθος (10 μέτρα) παντού· αλλά λόφος άμμου στο βυθό της θάλασσας 14 ποδιών [τεσσάρων μέτρων], επί του στενού με τον εξωτερικό λιμένα, εμποδίζει την είσοδο μεγάλων πλοίων. Το εξωτερικό λιμάνι [της Χαλκίδας[8]], που έχει δυόμιση μίλια μάκρος, είναι πλατύ, επικοινωνεί με το λιμάνι της Αυλίδας μέσω πορθμού [σημερινή υψηλή γέφυρα] σε απόσταση μισού μιλίου και έχει 1.200 πόδια [365 μέτρα] πλάτος· αλλά η προς νότο έξοδος του είναι στενή και περιπλεγμένη[9]».
Ο αρθρογράφος κλείνει την περιγραφή του επισημαίνοντας πως η Χαλκίδα της εποχής «επιδέχεται μεγάλες βελτιώσεις και μπορεί να καταστεί μια εμπορικότατη πόλη. Με λίγη δαπάνη το άνοιγμα του πορθμού μπορεί να πραγματοποιηθεί και η διάβαση πλοίων 300 ή 400 τόνων να γίνει δυνατή[10], ώστε να αποφεύγουν τον κίνδυνο της διάπλου του νησιού από την εξωτερική πλευρά του (Αιγαίο)». Και πράγματι, η αναγκαιότητα εκβάθυνσης του πορθμού δεν άργησε πολύ να γίνει ορατή. Η προοπτική όμως μιας νέας γεφύρωσης έπρεπε να περιμένει μέχρι τη δεκαετία του 1850 ώστε να αρχίσει να βρίσκει προσφορότερο πολιτικό έδαφος.
«Αποθήκη των ωφελίμων γνώσεων», Δεκέμβριος 1840, αριθμός τεύχους 48. Τίτλος άρθρου: «Ο πορθμός Εύριπος και η πόλις Χαλκίς». Συντάκτης: Ιωάννης Σπυρίδων Ραζής.
Ποιο ήταν το status quo στον Εύριπο τα πρώτα χρόνια του Ελληνικού κράτους. Η αρχή των εργασιών.
Σύμφωνα με μαρτυρίες περιηγητών[11], τα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας και τουλάχιστον από το 1817 και μετά η ξύλινη γέφυρα στο δυτικό πορθμό ήταν «τέως κινητή», κάτι που υποδηλώνει έως και την απουσία ναυσιπλοΐας στον Εύριπο.
Το συγκεκριμένο status quo όμως φαίνεται να αλλάζει τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, καθώς η ξύλινη Οθωμανική γέφυρα, υποτυπωδώς ενδεχομένως και πιθανότατα με συνεχόμενες επισκευές, εξυπηρετούσε εκτός από τους πεζούς και τη διέλευση μικρών πλοίων. Απόδειξη τα βασιλικά διατάγματα της 1-5-1843[12] και 23-10-1853 «περί επιβολής πορθμείων και διοδίων επί του Ευρίπου». Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, αν δεν υπήρχε διέλευση πλοίων, δε θα υπήρχαν και τα αντίστοιχα Β.Δ. τα οποία όριζαν, ανάμεσα σε άλλα, τα οικονομικά οφέλη του δήμου Χαλκιδέων απ’ αυτήν. Το Β.Δ. του 1843 όριζε επίσης τις εργασίες εκβάθυνσης του πορθμού, όπως και της νέας γεφύρωσης ως ιδέες υπό αναζήτηση χρηματοδότησης, προτείνοντας την ανάθεση σε εργολάβους που θα εισέπρατταν τα πορθμεία και τα διόδια της υφιστάμενης γέφυρας. Χρειάστηκαν όμως δέκα χρόνια για να ωριμάσουν οι συνθήκες και έτσι, με το Β.Δ. του 1853, ορίστηκε νέο πλαίσιο απόδοσης των εισπραττόμενων πορθμείων και διοδίων του Ευρίπου στα –υπό το δημόσιο αυτή την φορά- έργα ανασκαφής του ώστε «να βαθύνει μέχρι πέντε βασικές πήχεις [πέντε μέτρα[13]]»[14], όπως και της κατασκευής κινητής γέφυρας με «αιμασιά»[15] και στις δύο άκρες της[16] επί του δυτικού πορθμού. Για την επίβλεψη των έργων μάλιστα συστήθηκε πενταμελής επιτροπή[17]. Επίσης, το ίδιο Β.Δ. προέβλεπε τη σύναψη δανείου 120.000 δρχ. για την κατασκευή του έργου[18] και διέταζε την εκποίηση όλων των εθνικών οικοπέδων του προαστίου της Χαλκίδας (εκτός ορισμένων δημόσιων ή δημοτικών που κρίθηκε απαραίτητο να μην πουληθούν), ώστε τα χρήματα να διατεθούν άτοκα στα έργα του πορθμού[19]. Τέλος, το 1854 με το Β.Δ. «περί διοδίων των δια της γεφύρας Ευρίπου διαβαινούντων ζώων»[20] νοικιάστηκαν με δημοπρασία για ένα χρόνο τα πορθμεία και τα διόδια.
Xάρτης γεφυρώσεων του Ευρίπου κατά την περίοδο 1833 – 1857, με εφαρμογή πάνω σε σύγχρονο της πόλης, για ευκολότερη κατανόηση των παρουσιαζόμενων μεγεθών και σημείων.
Ο Μαυροκορδάτος προωθεί την εξέλιξη των έργων
Μια από τις πιο σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες της Επανάστασης και του νεότευκτου ελληνικού κράτους, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, διορίστηκε τον Μάρτιο του 1844 πρωθυπουργός από τον Όθωνα[21], μένοντας στην ιστορία ως πρωτεργάτης και ένθερμος υποστηρικτής των έργων στον πορθμό καθώς υποστήριξε και προώθησε τα προαναφερόμενα Β.Δ. του ετών 1843 και 1853. Δεν υπάρχει σαφής ένδειξη και για το αν ήταν και ο εμπνευστής τους.
Παρόλα αυτά, ως το 1855 όπου παραιτήθηκε από την Πρωθυπουργία[22] το δύσκολο και μεγάλο αυτό έργο για τα δεδομένα της εποχής του προχωρούσε με αργούς ρυθμούς. Η εκβάθυνση όμως του ανατολικού πορθμού, η «διόρυξη» όπως την αποκαλούσαν, είχε προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό ώστε η ναυσιπλοΐα να είναι ευκολότερη στο στενό, αν και περιορισμένη λόγω των έργων. Την ίδια χρονιά δημοσιεύτηκε άλλο ένα κανονιστικό διάταγμα[23]. Αυτό προέβλεπε πάλι κυρίως φόρους και διόδια διελεύσεως πλοίων, τα οποία για την τετραετία 1854- 1857 έφθασαν στις 104.562 δρχ., καλύπτοντας το 1/4 της δαπάνης του έργου.
Ο σπουδαίος Έλληνας Μηχανικός Δημήτρης Σκαλιστήρης συνέβαλε τα μέγιστα στην ολοκλήρωση των Οθωνικών εργασιών στον πορθμό του Ευρίπου. Εικόνα: αντίγραφο από χαλκογραφία του Ρομπέρ. Περιοδικό «Αττικόν Μουσείον», Τεύχος 5 (Έτος Α); σελ. 65. Συλλογή: Πλειάς – Ελληνικά Περιοδικά 19ου Αιώνα. Φορέας: Πανεπιστήμιο Πατρών.
Ο Ηλίας Παπαηλιόπουλος επισπεύδει τις εργασίες και ο Δημήτρης Σκαλιστήρης εγγυάται τη σωστή αποπεράτωση τους
Ο Μαυροκορδάτος ήταν ο ένας από τους τρεις συνολικά ανθρώπους που έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην ιστορία των έργων. Δεύτερος ήταν ο δραστήριος πολιτικός ΗλίαςΠαπαηλιόπουλος[24] και τρίτος ο σπουδαίος Έλληνας Μηχανικός Δημήτρης Σκαλιστήρης[25].
Στα μέσα του 1856 ο διορισμός του Παπαηλιόπουλου ως νέου νομάρχη του νησιού έδωσε φτερά στα έργα, καθώς από την πρώτη μέρα ανάληψης των καθηκόντων του επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο και ανέλαβε την προεδρία της «Επιτροπής Διορύξεως». Ο σπουδαίος Έλληνας Μηχανικός Δημήτρης Σκαλιστήρης δε είχε αναλάβει αρχιμηχανικός του νέου έργου[26]. Λέγεται ότι η προμελέτη της νέας σιδερένιας γέφυρας είχε συνταχθεί από Γάλλους Μηχανικούς της μετεπαναστατικής γαλλικής Αποστολής. Εγκαίρως, πριν απ’ το 1857 και άγνωστο πότε ακριβώς, έγινε στη Γαλλία η παραγγελία του σιδηρού τμήματος[27], της περιστρεφόμενης γέφυρας του ανατολικού πορθμού, που έκτοτε θα μείνει στην ιστορία ως «Οθωνική»[28].
Αταύτιστη σπάνια απεικόνιση της νότιας πλευράς του κάστρου του Ευρίπου. Δεξιά, ξεχωρίζει η ξύλινη Οθωμανική γέφυρα του κύριου πορθμού, προς την Ευβοϊκή ακτή. Η εικόνα πιθανότατα χρονολογείται ανάμεσα στα έτη 1840 – 1856, καθώς φαίνεται πως ήδη έχει κατεδαφιστεί τμήμα των ανατολικών τειχών του κάστρου στην υφαλονησίδα, αλλά ακόμη δεν είχε γκρεμιστεί, στο πλαίσιο της διαπλάτυνσης του πορθμού, η «μύτη» των τειχών της Χαλκίδας που ακουμπούσαν σε αυτή. Πηγή εικόνας: συλλογή Αλέξανδρου Αίσωπου.
Έργα παράλληλα αλλά άγνωστα, σα να μην έγιναν ποτέ.
Παράλληλα με τις εργασίες στον ανατολικό πορθμό τις χρονιές 1856-7, προχωρούσαν και εκείνες στον βοιωτικό.
Σήμερα όμως έχουμε ελάχιστες πληροφορίες για αυτές, κύρια στηριζόμενες στην παρατήρηση εικόνων που έχουν διασωθεί από τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Ανάμεσα στα λίγα που γνωρίζουμε λοιπόν είναι πως κατεδαφίστηκε η πεντάτοξη λίθινη Οθωμανική γέφυρα που βρισκόταν στο βόρειο μέρος του κάστρου του Ευρίπου και προς Βοιωτία, άγνωστο πότε ακριβώς, αλλά εντός του 1857. Την αντικατέστησε μία νέα τρίτοξη πέτρινη γέφυρα που χτίστηκε επί του πορθμού και με φορά προς το κέντρο, αυτή τη φορά, του κάστρου του Ευρίπου. Υπεύθυνος του συγκεκριμένου έργου ήταν κάποιος εργολάβος ονόματι Γιάννης Κουμέλης[29], που κρίθηκε ως «ικανότατος» από τον ίδιο τον Σκαλιστήρη. Ο ίδιος άνθρωπος ανέλαβε να ανοίξει – χτίσει και τη νέα πύλη στο κάστρο του Ευρίπου το καλοκαίρι του 1857[30], η οποία επικοινωνούσε σε ευθεία με τη νέα σιδερένια γέφυρα που κατασκευαζόταν στον διπλανό πορθμό. Τμήμα του κάστρου της υφαλονησίδας στη μέση του πορθμού κατεδαφίστηκε, ώστε να μπορέσει να τοποθετηθεί το δυτικό τμήμα της περιστρεφόμενης γέφυρας. Επεμβάσεις τέλος έγιναν και στο ανατολικό τμήμα του κάστρου της Χαλκίδας, καθώς ένα μεγάλο τμήμα των τειχών που «ακουμπούσε» στη νέα σιδερένια γέφυρα, ανάμεσα τους και η πύλη της Μαρίνας[31], κατεδαφίστηκαν, καθώς το νέο πρόγραμμα διάνοιξης του πορθμού προέβλεπε το διπλασιασμό του μήκους του από τα 10 στα 20 μέτρα.
Τοπογραφικό περιοχής πορθμού του Ευρίπου, περιόδου 1833 – 1835, με σημερινή ψηφιακή επεξεργασία και επεξηγήσεις. Υπουργείο Στρατιωτικών (περίοδος Όθωνα), κεντρική Υπηρεσία Γ.Α.Κ.
Προβλήματα αναζητούν λύσεις.
Η μεγαλύτερη πρόκληση των έργων βρισκόταν στην εκβάθυνση και διαπλάτυνση του κυρίως πορθμού, όπου και σήμερα εξυπηρετεί τη ναυσιπλοΐα του Ευρίπου. Ο πορθμός πρέπει να έκλεισε για τη ναυσιπλοΐα το 1856, άγνωστο ποια ακριβώς χρονική στιγμή. Τότε ξεκίνησε ένας μαραθώνιος προβλημάτων και καθυστερήσεων.
Προκειμένου να μπορέσουν να δουλέψουν οι εργάτες πάνω στις σκαλωσιές ανενόχλητοι από τη μανία της θάλασσας, τοποθέτησαν «φραγμό» από μεγάλα κατάρτια που τα ανέπτυξαν εκατέρωθεν κολλητά το ένα με το άλλο κατά μήκος του πορθμού, εκτρέποντας έτσι τα ρεύματα προς εκτόνωση στον δεύτερο, Βοιωτικό. Όμως τον Ιανουάριο του 1857 ξέσπασε φοβερή κακοκαιρία, με δυνατούς ανέμους και θαλασσοταραχή, που ξεθεμελίωσε το φραγμό και τις σκαλωσιές, με αποτέλεσμα να διακοπεί το έργο. Ευτυχώς όταν ο καιρός κόπασε κατάφεραν να περισυλλέξουν τη ξυλεία και τα εργαλεία με μεγάλη προσπάθεια «δια των λιβερνίδων[32] και λέμβων του Ναυτικού». Όπως κατέγραψε στην αλληλογραφία του ο Νομάρχης Παπαηλιόπουλος «κατορθώσαμε να συλλέξουμε όλα τα εργαλεία, αλλά και τη ξυλεία, εκτός μικρού μέρους», με τίμημα όμως την καθυστέρηση των έργων.
Το δυτικό τμήμα των τειχών της Χαλκίδας, και το κάστρο του Ευρίπου με τις εκατέρωθεν Οθωμανικές γεφυρώσεις του. Θέα από το βόρειο Ευβοϊκό. J. Sherer, 1844. Aρχείο Σκούρα, Γενικά Αρχεία Κράτους, Αρχείο Μουσείου Μπενάκη.
Τα προβλήματα με τον υποθαλάσσιο βράχο του Ευρίπου
Μετά τη διακοπή των έργων, τοποθετήθηκε νέος ισχυρότερος «φραγμός» με καινούργιους σιδερένιους πόλους που κατέφθασαν από την Ερμούπολη και οι εργασίες ξανάρχισαν.
Προέκυψε όμως άλλο πρόβλημα: σε βάθος περίπου πέντε μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας συνάντησαν υποθαλάσσιο συμπαγή βράχο[33], που έπρεπε να σπάσουν με τα χέρια, αντιμετωπίζοντας σοβαρές τεχνικές και καιρικές δυσκολίες. Προκειμένου να φτάσουν στα συνολικά έξι μέτρα βάθος (που ήταν ο τελικός στόχος του έργου) ο δαιμόνιος Δημήτρης Σκαλιστήρης παρήγγειλε, μέσω του νομάρχη, από την ανθούσα τότε Σύρο[34] τρεις ειδικούς λοστούς, μήκους εξίμισι μέτρων, υποβοηθώντας έτσι το έργο της βυθοκόρου («βορβορολόγος»)[35] της εποχής. Έτσι, ξεπεράστηκε και αυτός ο κατασκευαστικός σκόπελος με τίμημα όμως την περαιτέρω καθυστέρηση παράδοσης του έργου. Στη σχετική επιστολή που έστειλε ο Παπαηλιόπουλος στον Πρωθυπουργό Δημήτριο Βούλγαρη[36] αναφέρετε πως η συγκεκριμένη δυσκολία, όπως και το ατύχημα με την κακοκαιρία, είχε ως αποτέλεσμα τη μη τήρηση του χρονοδιαγράμματος, που προέβλεπε ο πορθμός να ανοίξει πριν το τέλος Μαΐου 1857. Και πως άλλωστε αυτό θα ήταν δυνατό όταν στις 6 Μαΐου 1857[37], στις 4.30 μ.μ. κατέφθασε στη Χαλκίδα το πλοίο που μετέφερε τη νέα σιδερένια γέφυρα από τη Γαλλία. Στα παράδοξα είναι πως ο εργολάβος που είχε αναλάβει να στήσει τη γέφυρα δεν φάνηκε για να την παραλάβει[38]. Τα κομμάτια της αρχικά αποθηκεύτηκαν σε μια αποθήκη της Χαλκίδας (κάποιου Κωνσταντινίδου) και τις επόμενες μέρες τοποθετήθηκαν από Γάλλους εργατοτεχνίτες[39] πάνω σε βάσεις που είχαν ήδη χτίσει επιδέξιοι Έλληνες –κυρίως Χαλκιδαίοι- μάστορες.
Ο Δημήτριος Βούλγαρης (Ύδρα, 20 Δεκεμβρίου 1802 – Αθήνα, 29 Δεκεμβρίου 1877) ήταν Έλληνας πολιτικός. Έγινε οκτώ φορές πρωθυπουργός σε διάστημα 26 χρόνων. Ήταν γνωστός και με το προσωνύμιο Τζουμπές, λόγω της μακριάς μπέρτας – μανδύα που συνήθιζε να φορά.
Η καθυστέρηση παράδοσης του πορθμού εκνευρίζει τον Πρωθυπουργό Δημήτρη Βούλγαρη
Αρχές Οκτωβρίου 1857 σημειώθηκε ένα επεισόδιο ανάμεσα στον τότε Πρωθυπουργό Δημήτρη Βούλγαρη και τους Παπαηλιόπουλο – Σκαλιστήρη.
Το ποτήρι της υπομονής του Βούλγαρη ξεχείλισε από την εσφαλμένη αναφορά στις 18 Σεπτεμβρίου 1857 πως θα μπορούσαν να επιτρέψουν τον διάπλου πλοίων από τον πορθμό στις αρχές του Οκτωβρίου 1857. Τελικά όμως, διάφορες ανυπέρβλητες δυσκολίες είχαν ως αποτέλεσμα την αθέτηση και αυτής της υπόσχεσης. Ο Πρωθυπουργός τότε θύμωσε με το Νομάρχη και του έγραψε ένα επιπληκτικό γράμμα[40]. Με πόση πίκρα ίσως θα το διάβασε ο Παπαηλιόπουλος. Γιατί σήμερα γνωρίζουμε πως οι όποιες δυσκολίες του εγχειρήματος είχαν ξεπεραστεί -και το έργο ήταν πια στα τελειώματα- χάρη στην ακούραστη προσπάθεια δύο ανδρών: του Παπαηλιόπουλου και του Σκαλιστήρη. Οι Κρατικές Υπηρεσίες και οι αρμόδιοι των Αθηνών, μακριά από την πραγματικότητα και τις δυσκολίες του μεγάλου αυτού έργου, δεν έκαναν τίποτε άλλο, από το να επιπλήττουν για τη βραδύτητα της αποδόσεως του πορθμού στη ναυσιπλοΐα, καθώς χάνονταν έσοδα.
Λεπτομέρεια από την παλαιότερη πανοραμική φωτογραφία της Χαλκίδας (1860 – 70). Το κάστρο του Ευρίπου με τις εκατέρωθεν νέες Οθωνικές γεφυρώσεις του, βόρεια όψη. Προσωπική συλλογή φωτογραφιών Ελ. Ιωαννίδη. Ψηφιακή επεξεργασία: Βάγιας Κατσός.
Το βασιλικό ζεύγος εκφράζει την επιθυμία του να παραβρεθεί στα εγκαίνια των νέων γεφυρώσεων του Ευρίπου.
Η κατάσταση εξομαλύνθηκε όταν στις 13 Νοεμβρίου 1857 ένας άνθρωπος που διατηρούσε στενή φιλία με τον Παπαηλιόπουλο έγινε νέος Πρωθυπουργός της χώρας: ο Θανάσης Μιαούλης[41].
Ο Μιαούλης, επιθυμώντας να τιμήσει τη φιλία του, θέλησε να δώσει μεγαλύτερη επισημότητα στα εγκαίνια των νέων γεφυρώσεων, καθώς ο πορθμός είχε ακόμα ελλείψεις και παραδόθηκε στη ναυσιπλοΐα αργότερα, όπως παρακάτω θα δούμε. Έτσι, κατόπιν σχετικών συζητήσεων με το παλάτι, ενημέρωσε τον Παπαηλιόπουλο πως το βασιλικό ζεύγος επιθυμούσε να παραστεί στην τελετή παράδοσης της γέφυρας, με σχετική επιστολή στις 27 Νοεμβρίου 1857, θέτοντας παράλληλα το ερώτημα ποια ημέρα ακριβώς μπορεί να γίνει αυτό το ταχύτερο. Την επόμενη μέρα ο νομάρχης πήρε γράμμα και απ’ τον υπουργό Εσωτερικών Κωνσταντίνο Προβελέγγιο[42], επίσης επιστήθιο φίλο του, ο οποίος ζητούσε να του γράψει «την ημέρα όπου όλα θα ήταν έτοιμα ώστε να κινήσουν από εδώ οι Α.Μ. Προσέξτε μόνο να μην κάνετε λάθος κατά τον προσδιορισμό της ημέρας…».
Η Αμαλία και ο Όθωνας της Ελλάδος, το πρώτο βασιλικό ζευγάρι του μόλις απελεύθερου κράτους. Οι περιπέτειες που πέρασαν πριν και κατά τη διάρκεια των εγκαινίων των νέων γεφυρώσεων του Ευρίπου, αναμφίβολα άφησαν ανεξίτηλη στη μνήμη τους τη Χαλκίδα για όλη τους τη ζωή!
Το μυστήριο με το αίτημα η ημέρα των εγκαινίων να συμπέσει με τα γενέθλια του Όθωνα
Ο Τάκης Λάππας στο έργο του «Η κινητή Γέφυρα κι ο πορθμός της Χαλκίδος (1857-1858)»[43] αναφέρει πως η Κυβέρνηση εξέφρασε την επιθυμία τα εγκαίνια να συμπέσουν με την ημέρα των γενεθλίων του Όθωνα. Όμως η ημερομηνία γενεθλίων του άνακτα ήταν η 1 Ιουνίου (1815) ενώ το θέμα σύμπτωσης της γιορτής με τα εγκαίνια ετέθη τέλη Νοεμβρίου 1857, δημιουργώντας χρονικό παράδοξο.
Για να γίνει αντιληπτό, ας δούμε το σχετικό χρονικό: όπως είδαμε παραπάνω, στις 27 Νοεμβρίου 1857 κοινοποιείται στη Χαλκίδα η είδηση πως το βασιλικό ζεύγος θα παραβρεθεί στα εγκαίνια. Στη συνέχεια, χωρίς αναφορά συγκεκριμένης ημερομηνίας, ο Τ. Λάππας αναφέρει πως η Κυβέρνηση εξέφρασε την επιθυμία το μεγάλο αυτό γεγονός να συνδυαστεί με τα γενέθλια του Όθωνα. Ο Παπαηλιόπουλος όμως φαίνεται πως απάντησε αρνητικά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο καθώς τα έργα δεν ήταν ακόμη έτοιμα προς παράδοση. Τότε, ο υπουργός Εσωτερικών Κωνσταντίνος Προβελέγγιος στέλνει νέο γράμμα: «κύριε μου. Έλαβα τις δύο επιστολές εκ’ των οποίων πληροφορήθηκα πως είναι αδύνατο να ανοίξει ο πορθμός την ημέρα των γενεθλίων του Α. Μεγαλειοτάτου. Περιμένω εσείς να μας γράψετε πότε θα είναι τα πάντα έτοιμα για να έρθουν οι Α. Α. Μεγαλειότητες εκεί, αν είναι δυνατό, επιθυμούν να έρθουν την επόμενη Κυριακή. Σε φιλώ από ψυχής. Την 9η Δεκεμβρίου 1857, Αθήνα. Ο σος Κ. Προβελέγγιος». Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε πως, σύμφωνα με την αλληλογραφία, τα γενέθλια του Όθωνα πρέπει να ήταν μέσα στο πρώτο πενθήμερο με δεκαήμερο του Δεκέμβρη. Όμως, όπως προαναφέρθηκε, από την βιβλιογραφία είναι γνωστό σήμερα πως τα γενέθλια του βασιλιά ήταν 1 Ιουνίου. Πως ήταν δυνατό λοιπόν να συνδυαστούν οι δύο ημερομηνίες; Η απορία παραμένει ανοιχτή, προς μελλοντική διερεύνηση, ώστε να βρεθεί μια λογική εξήγηση που να βάζει σε μια σειρά τις αταίριαστες ημερομηνίες.
Μια από τις ομορφότερες εικόνες του κάστρου στον πορθμό όπου σήμερα διασώζονται. Σε αυτή βλέπουμε τη νέα τρίτοξη πέτρινη γέφυρα, που κατασκευάστηκε παράλληλα με την καινούργια (κύρια) σιδερένια περιστρεφόμενη γέφυρα, και την καινούργια πύλη που ανοίχτηκε στο κέντρο του κάστρου. Θέα από Βοιωτική ακτή, 1880 – 90. Προσωπική συλλογή Ελ. Ιωαννίδη. Ψηφιακή επεξεργασία: Βάγιας Κατσός.
Οι περιπέτειες των εγκαινίων των Οθωνικών γεφυρώσεων ξεκινούν. Η πρώτη αναβολή.
Όπως είδαμε πιο πάνω, ο Προβελέγγιος έγραψε στον Παπαηλιόπουλο το βασιλικό ζεύγος να έρθει στη Χαλκίδα την πρώτη Κυριακή μετά την 9η Δεκεμβρίου. Και όπως τελικά φάνηκε, αυτή η επιθυμία όντως πραγματοποιήθηκε, καθώς ως πρώτη ημέρα τέλεσης των εγκαινίων ορίστηκε η Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 1857. Το γιατί «πρώτη», θα γίνει εύκολα αντιληπτό παρακάτω.
Για τις απαραίτητες προετοιμασίες του γεγονότος, ήρθε μέσω θαλάσσης στη Χαλκίδα από την Αθήνα το προσωπικό του Παλατιού, μαζί με ανώτερους στρατιωτικούς και πολιτικούς υπαλλήλους, για να συνεργαστεί με τις τοπικές αρχές. Ο υπουργός Εσωτερικών, είχε καταστήσει σαφές[44] στο Νομάρχη πως «η Α. Μεγαλειότης ο Βασιλεύς, επιθυμεί όταν έρθει στη Χαλκίδα για το άνοιγμα της γέφυρας τού πορθμού να φιλοξενηθεί στην οικία του Κυρίου Αβέρωφ», που τότε ακόμη ήταν νεόχτιστη. Όλοι οι υπόλοιποι, ολόκληρης της βασιλικής αυλής συμπεριλαμβανομένης, θα φιλοξενούνταν σε διάφορα άλλα αρχοντόσπιτα της πόλης.
Ο Όθωνας και η Αμαλία[45], με συνοδεία τον πρωθυπουργό, τον Υπουργό Εσωτερικών, τους υπασπιστές τους και ανώτερους αξιωματικούς, αναχώρησαν έφιπποι απ’ την Αθήνα στις 13 Δεκεμβρίου 1857, με προορισμό το Πόρτο Ράφτη, όπου τους περίμενε η βασιλική θαλαμηγός που θα τους μετέφερε στη Χαλκίδα. Όμως «κακό μάτι ήταν από πάνω μας», όπως έγραψε η Πηνελόπη Λιδωρίκη, κυρία επί των τιμών της Βασίλισσας, στα απομνημονεύματά της[46], εκ’ των οποίων παρακάτω θα δανειστούμε αρκετά αποσπάσματα, καθώς αποτελεί την κύρια πηγή μας για τα όσα διαδραματίστηκαν πριν και κατά την ημέρα των εγκαινίων. Και συνέχισε: «το άλογο του Βασιλιά αλλά και τα υπόλοιπα άλογα των ακολούθων του, λίγο πριν φτάσουν στο Σταυρό Αγ. Παρασκευής αρρώστησαν και έτσι αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω στην Αθήνα». Κατά συνέπεια, τα εγκαίνια αναβλήθηκαν.
Διάφορα αυθεντικά σχέδια της Οθωνικής γέφυρας του 1858. Υπουργείο Στρατιωτικών (περίοδος Όθωνα), κεντρική Υπηρεσία Γενικών Αρχείων Κράτους.
Η δεύτερη αναβολή των εγκαινίων
Την Τρίτη 17 Δεκεμβρίου, γύρω στις 11 μ.μ., η βασιλική συνοδεία ξεκίνησε πάλι με αμάξια για Πόρτο Ράφτη ώστε να παραβρεθεί στα εγκαίνια που είχαν εκ’ νέου οριστεί, σε άγνωστη σήμερα ακριβή ημερομηνία[47].
Τα γεγονότα που επακολούθησαν, περιγράφηκαν από τη Λιδωρίκη με γλαφυρότητα: «Μέχρι το χωριό Μαρκόπουλο ο καιρός ήταν λαμπρός, κατόπιν όμως σφοδροί άνεμοι άρχισαν να πνέουν και φθάνοντας, με μεγάλη δυσκολία μπήκαμε στις λέμβους, με την τρικυμία σε ακμή. Στο ατμόπλοιο ήταν αδύνατο να κρατηθούμε όρθιοι, η βασίλισσα υπέφερε φοβερά από τη θάλασσα. Ο πλοίαρχος, ατρόμητος Υδραίος, έλεγε πως ήταν αδύνατο να βγει από το λιμάνι με δική του ευθύνη, ο κίνδυνος ήταν αναπόφευκτος, εν τούτοις εξακολουθούσε να επιβιβάζεται όλο το ανώτερο προσωπικό της Αυλής και το κατώτερο, αλλά ο ένας μετά τον άλλο μόλις έμπαιναν [στο καράβι] έπεφταν στο πάτωμα· τις θαλαμηπόλους της βασίλισσας τις ανέβαζαν οι ναύτες στο κατάστρωμα σα νεκρές, ο άνεμος λυσσομανούσε, οι διπλές άγκυρες δεν έδειχναν να ωφελούν, το πλοίο έτριζε εκ’ βάθρων, ο κρότος των αλυσίδων, οι κραυγές των πασχόντων, οι διαταγές με στεντόρεια φωνή του πλοιάρχου, ημιαλβανικές, είχαν κάτι το απαίσιο, και αν ήταν νύχτα θα ήμασταν σίγουροι πως φτάσαμε στον Άδη. Ήταν προγραμματισμένο στο πλοίο να γίνει το πρόγευμα, και κατόπιν αυτού να σηκωθούν οι άγκυρες, που λαμπρό θα δινόταν στην τραπεζαρία· ο ευγενικός πλοίαρχος την είχε γεμίσει άνθη αν και βρισκόμασταν στα τέλη του Δεκέμβρη… Η βασίλισσα και εμείς οι κυρίες καθισμένες γύρω της, κοιτάζαμε την τραπεζαρία, σιωπηλές όπως ο Τάνταλος το νερό, ελπίζοντας, ότι θα κοπάσει το κακό και θα απολαύσουμε όσα υπέροχα βρίσκονταν πάνω της.»
«Όμως πολύ απείχε απ’ το να ήταν έτσι. Μετά από λίγο μεγάλος τριγμός εκτίναξε το πλοίο, η τραπεζαρία ήταν γερά δεμένη και έτσι αδύνατο να πέσει, αλλά όσα ήταν πάνω της εκσφενδονίστηκαν στον αέρα· καλυφτήκαμε από άνθη και συντρίμμια από κρύσταλλα· σταφύλια και πεπόνια περιέλουσαν τα πρόσωπά μας με τους χυμούς τους, ευτυχώς, που τα μήλα και τα αχλάδια έπεσαν και κύλησαν στο πάτωμα, διαφορετικά δεινή συμφορά μας περίμενε. Κανένας από τους υπηρέτες δεν ήταν δυνατό να μας βοηθήσει».
Μετά απ’ όλα αυτά, όπως ήταν φυσικό, το ταξίδι ακυρώθηκε, καθώς ο θαλασσόλυκος πλοίαρχος δε σήκωνε άγκυρα με τέτοια τρικυμία και με κίνδυνο να θαλασσοπνίξει τους εκλεκτούς επιβάτες του. Η αποβίβαση με βάρκες στη στεριά ήταν δραματική: «Έβγαζαν τις κυρίες και την ίδια τη Βασίλισσα τυλιγμένες με κουβέρτες, “σα μπόγους”, μουσκεμένες και καταταλαιπωρημένες», περιέγραψε γλαφυρά η κυρία επί των τιμών. Μετά από λίγη ώρα όμως, βρήκαν καταφύγιο στο Σταθμό Χωροφυλακής στο Μαρκόπουλο, για να στεγνώσουν, να φάνε κάτι και να διανυκτερεύσουν. Το τραπέζι στρώθηκε στο σχολείο του χωριού. Όλοι οι χωρικοί προσέτρεξαν για να τους ευχαριστήσουν φέρνοντας κάθε λογής καλούδια, και το καφενεδάκι του χωριού πρόσφερε τα έξι ποτήρια του για να γευτούν οι ανώτατοι άρχοντες το φημισμένο κρασί τους. Ο Όθωνας και η Αμαλία επέστρεψαν στο παλάτι την επόμενη μέρα, 18 Δεκεμβρίου 1857. Έτσι τελείωσε άδοξα και η δεύτερη προσπάθεια να έρθει στη Χαλκίδα το βασιλικό ζεύγος.
Η Οθωνική σιδερένια, περιστρεφόμενη γέφυρα, κλειστή. Συλλογή Μπάμπη Μάντουκα. Ψηφιακή επεξεργασία 2015: Βάγιας Κατσός.
Τα εγκαίνια ορίστηκαν σε νέα (και τελική αυτή τη φορά) ημερομηνία: 6-1-1858.
Μετά το δεύτερο αποτυχημένο ταξίδι, μάταια οι Χαλκιδαίοι τους περίμεναν. Στις 18 Δεκεμβρίου 1857 ο Νομάρχης πληροφορήθηκε με επιστολή του Υπουργού Εσωτερικών τα συμβαίνοντα και πως θα λάβει νέα ειδοποίηση «αμέσως μόλις βελτιωθεί ο καιρός, για να κάνουν το ταξίδι αυτό οι Α.Α. Μεγαλειότητες».
Πέρασαν έτσι και τα Χριστούγεννα και στις 27 Δεκεμβρίου 1857 ο Πρωθυπουργός έγραψε στο Νομάρχη πως οι βασιλείς θα έρθουν στη Χαλκίδα «ανυπερθέτως» στις 5 Ιανουαρίου 1858, για να εγκαινιάσουν τις γέφυρες και τον πορθμό την επόμενη μέρα, 6 Ιανουαρίου 1858, ανήμερα της γιορτής των Θεοφανίων. Το ταξίδι τους αυτή τη φορά θα γινόταν με αμάξια από τους καρόδρομους που συνέδεαν τα χωριά της Αττικοβοιωτίας Μαραθώνα, Γραμματικό, Βαρνάβα, Μαρκόπουλο, Ωρωπό, Χαλκούτσι, Δήλεσι, με τελικό προορισμό το Βαθύ Αυλίδος. Εκεί,δόθηκε ρητή εντολή «να κατασκευαστεί αν είναι απαραίτητο μια αποβάθρα» ώστε να συνεχίσουν μέσω θαλάσσης το ταξίδι τους για τη Χαλκίδα.
Κοντινή ματιά στη νέα πύλη του κάστρου του Ευρίπου, θέα από τη βοιωτική ακτή. Προσωπική συλλογή Ελ. Ιωαννίδη. Ψηφιακή επεξεργασία 2015: Βάγιας Κατσός.
Η Χαλκίδα ντύνεται γιορτινά για τα εγκαίνια
Ο καιρός κύλησε και γρήγορα έφτασαν οι παραμονές των εγκαινίων. Η Χαλκίδα είχε ντυθεί γιορτινά και όλα ήταν έτοιμα για το μεγάλο γεγονός των εγκαινίων των νέων γεφυρών του Ευρίπου.
Στους δύο πύργους του κάστρου στον πορθμό και στα καμπαναριά των εκκλησιών σήκωσαν μεγάλες σημαίες. Στην αποβάθρα στήσανε σημαιοστόλιστη αψίδα. Αψίδα επίσης είχε στηθεί και στη δημοτική πλατεία μπροστά από το τζαμί Εμίρ Ζαδέ με την επιγραφή: «τους βασιλείς Όθωνα και Αμαλία η ναυτιλία ευγνωμονεί». Κάτω από αυτήν ήταν ζωγραφισμένα τα ναυτικά σύμβολα και στο κέντρο είχε άλλη επιγραφή: «χώρισε τη θάλασσα και μας οδήγησε μέσα από αυτή. Εξάλειψε τα ύδατα και ξεχύθηκαν τα ύδατα»[48]. Απ’ την πίσω μεριά της αψίδας ήταν γραμμένα τα κυριότερα γεγονότα της επανάστασης στην Εύβοια.
Στο παράλιο τμήμα της πλατείας μπροστά από το Ουρσί τζαμί (που σήμερα στη θέση του βρίσκεται ο Άγιος Νικόλαος. Βλ. σχετικά εδώ), έφτιαξαν μεγαλοπρεπή εξέδρα για να γιορτάσουν τα Θεοφάνια. Στο μπαλκόνι του Γαλλικού Προξενείου που είχε θέα τη θάλασσα είχαν βάλει τις εικόνες των βασιλιάδων, στολισμένες με μυρτιές. Δίπλα κυμάτιζαν τρεις σημαίες: η γαλλική, η τούρκικη και στη μέση η γαλανόλευκη. Στα σπίτια, τα χαγιάτια και τα μπαλκόνια άπλωσαν πολύχρωμα κιλίμια και στρωσίδια, δίνοντας πολύχρωμη γιορτινή ατμόσφαιρα στους δρόμους. Το ίδιο και στα σπίτια της ισραηλίτικης συνοικίας, κοντά στην άνω πύλη, ψηλά στη σημερινή Κώτσου. Γιατί οι Εβραίοι μ’ ενθουσιασμό πήραν μέρος στην υποδοχή του βασιλικού ζεύγους. Δυστυχώς δεν έχουμε μαρτυρίες για το αν και ο Οθωμανικός πληθυσμός του κάστρου πήρε μέρος στη γιορτή, ή όχι.
Η αποβάθρα μπροστά από το Ουρσί τζαμί (σημερινός Άγιος Νικόλαος) όπου τελέστηκε ο αγιασμός των υδάτων παρουσία των βασιλέων το 1858. Λεπτομέρεια από παλιότερη πανοραμική φωτογραφία Χαλκίδας (1860 – 70). Προσωπική συλλογή Ελ. Ιωαννίδη. Ψηφιακή επεξεργασία: Βάγιας Κατσός.
Η παραμονή των εγκαινίων
Στις 5 Ιανουαρίου 1858 η Χαλκίδα ήταν πλημμυρισμένη από κόσμο, καθώς είχαν μαζευτεί και από τα γύρω χωριά, «παρόλο το κρύο και τη δύναμη που φυσούσε ο αέρας[49]».
Στις τέσσερις το απόγευμα στο κάστρο του Καράμπαμπα σήκωσαν μια κόκκινη σημαιούλα. Μ’ αυτή έδωσαν σήμα στην ελλιμενισμένη γολέτα του πολεμικού ναυτικού «Ναυτίλος» πως έφτανε ο βασιλιάς. Ο κυβερνήτης της πρόσταξε αμέσως να ρίξουν τιμητικές κανονιές. Την ίδια στιγμή, ο Νομάρχης μαζί με την επιτροπή υποδοχής και άλλους επίσημους ανέβαιναν στο ατμοκίνητο «Βελισσάριος» ώστε με αυτό να προϋπαντήσουν το βασιλιά και τη συνοδεία του στο Μπούρτζι, «προς το εξώκαστρο». Μόλις έφτασαν, μπήκαν σε βάρκες και πλεύρισαν τη θαλαμηγό «Όθων», που μετά συνοδείας δύο πολεμικών πλοίων μετέφερε το βασιλικό ζεύγος. Εκεί, ο Παπαηλιόπουλος παρουσιάστηκε στο βασιλιά εκφωνώντας λόγο[50].Την ίδια ώρα, στρατός και χωροφυλακή ήταν παραταγμένοι στη λίθινη γέφυρα της Βοιωτικής ακτής. Περίμεναν όλοι την επιθεώρηση από τους υψηλούς επισκέπτες. Όλα τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των έργων είχαν στηθεί σε πυραμίδα. Δίπλα τους είχαν παραταχθεί και όλοι οι κατάδικοι που είχαν χρησιμοποιηθεί στα έργα σαν εργάτες, χωρίς δεσμά και χωρίς να διανοούνται να αποδράσουν γιατί η συμπεριφορά του νομάρχη προς αυτούς είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη τους. Η Λιδωρίκη αναφέρει πως «είχαν εξημερωθεί αυτοί οι κακούργοι με την εργασία, την κατάλληλη νουθεσία, και μικρή αμοιβή για τη δουλειά τους, κατατεθειμένης στην Εθνική Τράπεζα, ώστε μετά το τέλος της ποινής τους να έχει μαζευτεί ένα ποσό που θα επαρκούσε για την είσοδό τους πάλι στην κοινωνία, ως χρήσιμων και συνετών πολιτών». Η μαρτυρία αυτή προκαλεί εντύπωση, καθώς άλλη πηγή[51] αναφέρει πως στα 1855 οι κατάδικοι στη Χαλκίδα ναι μεν έκαναν κοινωφελείς εργασίες σε φιλελεύθερες συνθήκες, αλλά δεν πληρώνονταν. Ενδεχομένως, για τις αυξημένες απαιτήσεις μιας εργασίας όπως η διάνοιξη του Ευρίπου, να έγινε εξαίρεση σε αυτό.
Επιστρέφοντας στα της αφήγησης μας, μόλις άρχισε να σκοτεινιάζει η πόλη φωταγωγήθηκε με φανούς (μασσαλάδες).Ο βουλευτής Νικόλαος Μπουντούρης[52] κρέμασε στο μπαλκόνι του ένα πολύφωτο από μαγνήσιο που έκανε τεράστια εντύπωση. Όλη η πόλη είχε αποκτήσει μια γιορτινή εικόνα, που σύμφωνα με τις περιγραφές αντιλαμβανόμαστε πως μόνο με τις εκδηλώσεις χαράς για την απελευθέρωση της τον Απρίλιο του 1833 μπορούν να συγκριθούν.
Κάτοψη κάστρου Ευρίπου και εκατέρωθεν Οθωνικών γεφυρώσεων, βασισμένος σε βυθομετρικό χάρτη του ναυάρχου Αρθούρου Μένσελ, του 1860.
Ο Όθωνας και η Αμαλία πατάνε το πόδι τους για πρώτη φορά στη Χαλκίδα
Ακριβώς στις έξι το απόγευμα φάνηκε η θαλαμηγός «Όθων» στο νότιο λιμάνι της Χαλκίδας. Τα πολεμικά που την ακολουθούσαν, φωταγώγησαν με βεγγαλικά τα τείχη, τους πύργους και τη νέα γέφυρα της πόλης, που άστραφτε σα καλογυαλισμένη δεκάρα. Οι Χαλκιδαίοι υποδέχθηκαν τον Όθωνα και την Αμαλία στην πόλη τους με κανονιές, κωδωνοκρουσίες και ζητωκραυγές.
Ολόκληρο το «παράλιον» του προαστίου[53] είχε γεμίσει κόσμο. Οι επάλξεις των τειχών της πόλης είχαν ντυθεί γιορτινά με λουλούδια παντού, από τις Χαλκιδαίες της εποχής. Μόλις ο Όθωνας πάτησε στην αποβάθρα (που πρέπει να είχε στηθεί ειδικά για την περίπτωση περίπου εκεί όπου σήμερα ο σημερινός σύλλογος αλιέων, δίπλα στα τρένα[54]), πλησίασε ο νεοδιορισμένος εκείνες τις ημέρες δήμαρχος Χαλκιδέων Γεώργιος Βελισσάριος[55] και περιχαρής τον προσφώνησε[56]. Στη συνέχεια, η παρέα κατευθύνθηκε προς την πέτρινη τρίτοξη Βοιωτική γέφυρα[57]. Στην αρχή της, ο φρούραρχος πρόσφερε –κατά το παλιό έθιμο- στο βασιλιά τα κλειδιά του Φρουρίου. Εκείνος όμως δεν τα πήρε, εμπιστευόμενος τα στα χέρια του Φρούραρχου.
Η υψηλή παρέα συνέχισε περνώντας τη νέα σιδερένια γέφυρα, καθώς βεγγαλικά φώτιζαν το νυχτερινό ουρανό. Από εκεί, πήραν το δρόμο της άνω πύλης (σημερινή Κώτσου) για τη Μητρόπολη, τον Άγιο Δημήτριο. Στη διαδρομή, ασπροντυμένες μαθήτριες πρόσφεραν στους βασιλιάδες στεφάνια. Έξω από την Επισκοπή[58] τους υποδέχθηκαν ο δεσπότης Χαλκίδος Καλλίνικος (Καμπάνης) με άλλους δύο δεσπότες, των Θηβών και Λειβαδείας Αβράμιο (Αναργύρου) και τον Καρύστου Μακάριο (Καλλιάρχη). Αμέσως μετά μπήκαν στη Μητρόπολη, όπου εψάλη δοξολογία. Μόλις τελείωσε, βγαίνοντας από την εκκλησία ο Όθωνας και η Αμαλία διαπίστωσαν πως ο καιρός είχε αρχίσει να αλλάζει προς το χειρότερο. Φυσούσε και το δριμύ ψύχος είχε μεταμορφωθεί σε έντονη χιονόπτωση. Έτσι, με πολύ κόπο κατάφεραν να φτάσουν, μέσα από τους γεμάτους λάσπες στενούς δρόμους, στο αρχοντικό του Αβέρωφ, όπου έφαγαν και αποσύρθηκαν στο δωμάτιο τους για να ξεκουραστούν, από το ολοήμερο ταξίδι.
Διάφορα αυθεντικά σχέδια της περιστρεφόμενης «Οθωνικής» Γέφυρας, που έμειναν «στα χαρτιά», καθώς δεν είναι κάποιο από αυτά που τελικά υλοποιήθηκε. Υπουργείο Στρατιωτικών (περίοδος Όθωνα), Κεντρική Υπηρεσία Γενικών Αρχείων Κράτους.
Η μέρα των εγκαινίων ξεκινά με προβλήματα
Η 6η Ιανουαρίου 1858 απεδείχθη δύσκολη για τον Όθωνα και την Αμαλία, αλλά και επικίνδυνη για τον βασιλιά, όπως παρακάτω θα δούμε. Την αρχή της ημέρας την περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια για άλλη μια φορά η Λιδωρίκη στα απομνημονεύματα της:
«Πιστεύοντας πως η βασκανία έχει εξορκιστεί και δε θα υπάρχουν νέα εμπόδια, κοιμήθηκα ήσυχα. Όφειλα νωρίς το πρωί να κατεβώ δίπλα στη βασίλισσα μαζί με τον αυλάρχη, για να ρυθμίσουμε τα της ημέρας: του μεγάλου γεύματος, ο χορός έπρεπε να δοθεί το απόγευμα της έκτης Ιανουαρίου μετά τον αγιασμό, τα εγκαίνια του πορθμού κλπ. Κατεβαίνοντας, παρατήρησα τα τζάμια στα παράθυρα πως ήταν θολά, και σκοτάδι υπήρχε στους διαδρόμους. Άνοιξα ένα παράθυρο, το χιόνι είχε κατά τη διάρκεια της νύχτας εργαστεί ήσυχα, και σκέπασε τη Χαλκίδα, τα σπίτια ήταν καλυμμένα από αυτό, και ο άνεμος άρχισε τότε να σφαδάζει. Οι άνθρωποι της αγοράς που είχαν αναλάβει τις παραγγελίες των τροφίμων, ήρθαν στο ανάκτορο σα συνωμότες, με το κεφάλι τους σκεπασμένο με τις κάπες τους, σέρνοντας τις κότες, τις γαλοπούλες, τους λαγούς…»
«Η βασίλισσα δεν είχε ακόμα συνειδητοποιήσει την αλλαγή του καιρού, την έφερα μπροστά στο παράθυρο. Ολόκληρη η ανδρική ακολουθία του βασιλιά, υπασπιστές και υπουργοί, εκτός από τον αυλάρχη, είχαν περάσει τη νύχτα σε τριγύρω σπίτια· καθώς δεν υπήρχε θέση γι’ αυτούς στην οικία Αβέρωφ φιλοξενήθηκαν από τους κατοίκους. Ο ένας μετά τον άλλο ερχόντουσαν το πρωί, όπως είχαν λάβει στις διαταγές τους, οι μανδύες τους αρπάζονταν από τον άνεμο, που γινόταν ολοένα και σφοδρότερος, το χιόνι τους τύφλωνε, οι γέροντες υπασπιστές χωρίς να έχουν ιδέα πως η βασίλισσα ήταν στο παράθυρο βλασφημούσαν έντονα και οι χειρονομίες τους φανέρωναν την αγανάκτησή τους για τον καιρό. Μόλις εκείνοι έμπαιναν στο σπίτι, φάνηκε στην οδό ο υπουργός Εσωτερικών Προβελέγγιος, που είχε ελαφρώς αδύναμους πνεύμονες, και στη στροφή του δρόμου ισχυρό ρεύμα ανέμου του έκοψε την αναπνοή και τον έριξε κάτω. Ο νομάρχης που τον συνόδευε τον σήκωσε πάνω, αλλά αδύνατο όπως ήταν να έρθει μαζί του, στείλαμε αμέσως τους υπηρέτες που έφεραν το δυστυχή σχεδόν χωρίς πνοή, καλέσαμε το γιατρό Λινδεμάϊερ που μετά δυσκολίας τον συνέφερε. Τα πάντα έγιναν άνω κάτω. Οι κυρίες έρχονταν υποβασταζόμενες από τους συζύγους τους, για την παρουσίαση, και τυλιγμένες με τους μανδύες τους, οι μεταξωτές επίσημες ενδυμασίες σε ελεεινή κατάσταση, τα μαλλιά τους χαλασμένα, άμαξες εκεί δεν υπήρχαν. Η φωτιά των μαγείρων έσβηνε, με το χιόνι να εισέρχεται από την καμινάδα, και γινόταν ρυάκι, οι Γερμανοί μάγειροι ωρύονταν πως το γεύμα θα αποτύχει, και τα γλυκίσματα δεν θα ήταν δυνατό να φτάσουν μέχρι τους φούρνους της πόλης για να ψηθούν».
Αυθεντικές κατόψεις του κάστρου του Ευρίπου και τομή που παρουσιάζει, εκτός των άλλων, το λίθινο γεφυράκι αριστερά και τη μεταλλική Οθωνική γέφυρα στα δεξιά. Υπουργείο Στρατιωτικών (περίοδος Όθωνα), Κεντρική Υπηρεσία Γενικών Αρχείων Κράτους.
Ο αγιασμός των υδάτων
Με τέτοια σπάνια για τα δεδομένα της Χαλκίδας κακοκαιρία, οι βασιλείς δεν μπόρεσαν να πάνε στη Μητρόπολη του Αγ. Δημητρίου για τη λειτουργία των Φώτων. Έφθασαν όμως στην ώρα τους εκεί όπου σήμερα ο παράλιος χώρος μπροστά από την πλατεία του Αγίου Νικολάου[59], για την τελετή του αγιασμού των υδάτων.
Μάταια οι τοπικές Αρχές προσπάθησαν με καραβόπανα να καλύψουν την εξέδρα για να προφυλάξουν τους υψηλούς προσκεκλημένους απ’ το χιόνι. Ο δυνατός άνεμος τα ξέσκισε πανεύκολα. Παρόλη τη καιρική δυσκολία ο αγιασμός των υδάτων έγινε κανονικά. Μόλις τελείωσε ακολούθησε προσφώνηση του νομάρχη προς το βασιλιά για το έργο που είχε ολοκληρωθεί[60]. Αμέσως μετά, ακολούθησε η απάντηση του βασιλιά[61] και γρήγορα – γρήγορα η τελετή έληξε, επιστρέφοντας όλοι στα σπίτια τους, για να συνέλθουν από το φοβερό κρύο.
Επιστρέφοντας οι βασιλείς στην οικία Αβέρωφ, πριν προλάβουν να ηρεμήσουν από το χιονιά, ένα νέο περιστατικό τάραξε την ημέρα τους: ξαφνικά ακούστηκαν φωνές και φασαρίες: «Φωτιά! Φωτιά!» και καπνοί γέμισαν το σπίτι. Σαστισμένοι ο Όθωνας και η Αμαλία αποτραβήχτηκαν σ’ ένα ασφαλέστερο δωμάτιο. Το«παλάτι», όπως χαρακτηριστικά αποκαλεί την οικία Αβέρωφ η Λιδωρίκη, γέμισε ανεμόσκαλες και κόσμο που πηγαινοερχόταν με κουβάδες νερό. Ευτυχώς όμως δεν ήταν πραγματική φωτιά. Απλώς το τζάκι από τα μαγειρεία, που το είχαν παραφουντώσει, έβγαλε φωτιά στην καμινάδα του σπιτιού, κάτι σύνηθες εκείνη την εποχή. Οπότε, η κατάσταση σύντομα ηρέμησε και αφού ξεκουράστηκαν λίγο οι βασιλείς ετοιμάστηκαν για να βγουν πάλι έξω καθώς πλησίαζε η ώρα των εγκαινίων. Το μεσημέρι, ξαναχτύπησαν όλες οι καμπάνες της Χαλκίδας και ο κόσμος ξαναχύθηκε στους δρόμους, χωρίς να λογαριάζει το κακό χιονιά.
Χάρτης γεφυρώσεων Ευρίπου, κατά την περίοδο 1858 – 1890, με εφαρμογή πάνω σε σύγχρονο της πόλης, για ευκολότερη κατανόηση των παρουσιαζόμενων μεγεθών και σημείων.
Τα εγκαίνια των νέων γεφυρώσεων
Βγαίνοντας από την οικία Αβέρωφ οι βασιλείς κατευθύνθηκαν πάλι προς τις αποβάθρες που βρίσκονταν μπροστά από το Ουρσί τζαμί. Από εκεί με βάρκες πέρασαν απέναντι, σε μια αποβάθρα της Βοιωτικής Ακτής, δίπλα από το κάστρο του πορθμού.
Από εκεί, πέρασαν μέσω της λίθινης γέφυρας στη διπλανή νέα σιδερένια γέφυρα, την επιθεώρησαν και την εγκαινίασαν, υπό ζωηρών ζητωκραυγών και εκδηλώσεων χαράς. Ύστερα, αγνοώντας την κακοκαιρία, ξαναμπήκαν στις βάρκες ώστε να ανέβουν στην ατμοημιολία «Αφρόεσσα»[62], που άστραφτε ολοκαίνουργια στον βόρειο Ευβοϊκό. Με το πλοίο αυτό οι βασιλείς και οι άλλοι επίσημοι πέρασαν τον πορθμό. Κατά τη διάρκεια του πρώτου διάπλου της νέας εποχής ο κόσμος παρακολουθούσε ενθουσιασμένος και η φιλαρμονική έπαιζε εμβατήρια. Το σύντομο ταξίδι τελείωσε στο νότιο λιμάνι, καθώς οι βασιλείς κατέβηκαν σε μια προβλήτα των νότιων τειχών και από εκεί πήγαν στην Αγία Παρασκευή, όπου προσκύνησαν την εικόνα της πολιούχου.
Παραλίγο να χάσει τη ζωή του στη Χαλκίδα από αιφνίδια ασθένεια ο Όθωνας, την ημέρα των εγκαινίων των νέων γεφυρώσεων του Ευρίπου. Ένα γεγονός άγνωστο στο ευρύ κοινό.
Η ασθένεια του Όθωνα
Οι κακοτυχίες που κυνηγούσαν το βασιλικό ζεύγος από καιρό, έμελε να συνεχιστούν με ένα περιστατικό κατά πολύ πιο σοβαρό αυτή τη φορά.
Από το πρωί της ημέρας των εγκαινίων ο Όθωνας αισθανόταν ελαφρώς αδιάθετος. Παρόλα αυτά, αντί να προφυλαχθεί και να κατακλιθεί για να ξεκουραστεί, ακολούθησε όλο το πρόγραμμα, αγνοώντας το χιονιά που επιβάρυνε την υγεία του, γιατί ήταν πάντα τυπικός στις υποχρεώσεις του. Έτσι, όταν γύρισαν στο αρχοντικό του Αβέρωφ, μετά την επίσκεψη στην Αγία Παρασκευή, κρεβατώθηκε, έχοντας ψηλό πυρετό και ρίγη. Το γεγονός φυσικά αναστάτωσε τους πάντες και ως συνέπεια ματαιώθηκε το υπόλοιπο γιορταστικό πρόγραμμα που περιελάμβανε χοροεσπερίδα, δεξιώσεις και παρουσιάσεις.
Αλλά ας αφήσουμε για άλλη μια φορά τη Λιδωρίκη να μας περιγράψει τις δραματικές στιγμές που έζησε το βασιλικό ζεύγος στην οικία Αβέρωφ: «Η βασίλισσα έβγαινε από το κοιτώνα κατά διαστήματα κλαίγοντας ασταμάτητα και ο αγγελιοφόρος Δράκος στάλθηκε να προσκαλέσει τους γιατρούς της πόλης σε συμβούλιο. Οι γέροντες υπασπιστές, άτρομοι στον κίνδυνο, τώρα έκλαιγαν σα μικρά παιδιά. Μόνο ο Μπότζαρης, ο Μιαούλης, ο υπασπιστής, ο Δράκος και εγώ κρατιόμασταν, για να αντιμετωπίσουμε τις περιστάσεις και να ενθαρρύνουμε τη βασίλισσα. Ο Προβελέγγιος είχε μορφή σπαραξικάρδια, καθώς λάτρευε το βασιλιά και είχε καταληφθεί από απαισιόδοξα συναισθήματα, τραβούσε τα μαλλιά της κεφαλής του και χτυπούσε μανιωδώς με τις παλάμες του τα γόνατά του. Το παραλήρημα άρχισε και οι γερμανοί θαλαμηπόλοι του βασιλιά, ψύχραιμοι ως τότε, δεν άντεξαν, και τρέμοντας έφεραν όσα φάρμακα για τη θεραπεία διέταξε ο γιατρός να φέρουν. Ο κίνδυνος ήταν προφανής πλέον. Παρακάλεσα τους συναδέλφους μου να αποχωρήσουν και να πάνε να κοιμηθούν, ώστε να είναι έτοιμοι το πρωί να με αντικαταστήσουν δίπλα στη βασίλισσα, εγώ δε μαζί με τον Μπότζαρη, τον Μιαούλη, τον Δράκο και τον αυλάρχη μείναμε στην αίθουσα δίπλα στον βασιλιά καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας περιμένοντας, αφού παραδώσαμε τον Προβελέγγιο θέλoντας και μη στο νομάρχη, ώστε με τη βία να τον υποχρεώσει να κοιμηθεί, και παρακαλέσαμε τους γέροντες υπασπιστές να αποσυρθούν. Ήταν φοβερή η νύχτα αυτή, οι λυγμοί της βασίλισσας, η νεκρική χροιά του προσώπου του γιατρού Λινδερμάιερ, τα παραληρήματα του βασιλιά που ακούγαμε στην αίθουσα, οι θαλαμηπόλοι με τα φάρμακα που περιφέρονταν σα σκιές στους διαδρόμους στις μύτες των ποδιών τους, μας κρατούσαν μέσα σε μια διαρκή φρίκη, και με σφιγμένη καρδιά, συνεννοούμασταν μόνο με τα μάτια. Αλίμονο τι μπορούσαμε να πούμε εμείς στη δύστυχη βασίλισσα! Χωρίς το βασιλιά φεύγει κάθε χαρά για αυτή πλέον. Γύρω στις πέντε το πρωί η κινίνη, έκανε τα θαύματά της, καθώς άφθονα είχε χορηγηθεί και με όλους τους τρόπους και διαλυμένη και με εντριβές, και ο επερχόμενος ύπνος επισφράγισε το ευεργετικό αποτέλεσμα της κινίνης. Και η διαταγή του γιατρού να αποσυρθούν όλοι δόθηκε αρχικά στη βασίλισσα, η οποία με πόνο ψυχής αναγκάστηκε να υπακούσει». Μπαίνοντας όμως η βασίλισσα στον κοιτώνα της, μια άλλη φωτιά στο τζάκι ξανασήκωσε το παλάτι στο πόδι και χρειάστηκε αρκετή προσπάθεια για να τη σβήσουν, ώστε επιτέλους να μπορέσει να αποσυρθεί για να ξεκουραστεί.
Η Αμαλία της Ελλάδος (1818 – 1875). Βασίλεψε από το 1836 έως το 1862. Στα εγκαίνια της Οθωνικής γέφυρας ήταν 40 χρόνων.
Η αναχώρηση του βασιλικού ζεύγους από τη Χαλκίδα και τα παρελκόμενα της επίσκεψης τους
Το βασιλικό ζεύγος είχε προγραμματίσει να φύγει από τη Χαλκίδα την επόμενη μέρα των εγκαινίων, τ’ Αϊ Γιαννιού ανήμερα.
Κάτι τέτοιο όμως ήταν αδύνατο, καθώς η υγεία του Όθωνα δεν του επέτρεπε ακόμα να ταξιδέψει. Το μεσημέρι εκείνης της ημέρας η Αμαλία, προκειμένου να ξεσκάσει από τις στεναχώριες της προηγούμενης νύχτας, έκανε ένα θαλάσσιο περίπατο μέχρι το Εγγλεζονήσι[63], παρόλο το δριμύ ψύχος. Έτσι η αναχώρηση για την Αθήνα προσδιορίστηκε για τη μεθεπόμενη, 8-1-1858. Γύρω στις 10 το πρωί ξαναχτύπησαν οι καμπάνες των εκκλησιών και ο κόσμος άφησε τις εργασίες του, κατευθυνόμενος στην παραλία και τα τείχη της πόλης για να δει και να αποχαιρετήσει τους βασιλείς. Οι γαλαζοαίματοι κατηφόρισαν από την οικία Αβέρωφ στην προβλήτα του «παράλιου», επιβιβάστηκαν σε βάρκες και ξαναπέρασαν τη γέφυρα, που είχε τιμητικά ανοίξει. Στη συνέχεια, κατευθύνθηκαν στον ευρύτερο θαλάσσιο χώρο της Γλύφας (όπου και σήμερα ρίχνουν άγκυρα πλοία), καθώς εκεί τους περίμενε η θαλαμηγός «Όθων» για το ταξίδι της επιστροφής.
Μόλις ο Όθωνας επέστρεψε στο Παλάτι, παρασημοφόρησε[64] με τον Σταυρό του Σωτήρος τους πρωτεργάτες του έργου, δηλαδή το Νομάρχη Εύβοιας Ηλία Παπαηλιόπουλο, τα υπόλοιπα τέσσερα μέλη της επιτροπής εποπτείας[65] και τον αρχιμηχανικό Δημήτρη Σκαλιστήρη, καθώς ολοκλήρωσαν με επιτυχία ένα δυσκολότατο εγχείρημα για την εποχή εκείνη «άξιο να παραβληθεί με ευρωπαϊκά έργα»[66]. Από τους προαναφερόμενους, ο Παπαηλιόπουλος στάθηκε διπλά κερδισμένος: όντας ήδη χήρος οκτώ χρόνια από τον πρώτο του γάμο με την Φωτεινή Γιαγτζή από την Άμφισσα, που απεβίωσε το 1850 μετά από τρία χρόνια κοινής ζωής, ερωτεύτηκε κατά τη διάρκεια των εγκαινίων την πρώτη Κυρία επί των τιμών Πηνελόπη Λιδωρίκη. Ο γάμος τους έγινε τέσσερις μήνες μετά, στις 20 Απριλίου 1858, στο παλάτι, με κουμπάρο τον Πρωθυπουργό –εκείνη την περίοδο- Αθανάσιο Μιαούλη. Έκτοτε, η Λιδωρίκη έμεινε για αρκετό καιρό στη Χαλκίδα. Οι Χαλκιδαίοι μάλιστα της έβγαλαν και παρατσούκλι: «η Παλατιανή».
Ο θυρεός του Όθωνα (1832-1862 η βασιλεία του) που βρισκόταν τοποθετημένος στην σιδερένια περιστρεφόμενη γέφυρα του Ευρίπου. Το γλυπτό σήμερα εκτίθεται στο μουσείο του προμαχώνα στο κάστρο του Καράμπαμπα (μόνιμη έκθεση μεσαιωνικών γλυπτών). Φωτογραφία: Βάγιας Κατσός.
Ο πρώτος κύκλος εκβάθυνσης και διαπλάτυνσης του Ευρίπου κλείνει
Τα εγκαίνια της νέας γέφυρας του Ευρίπου δεν πέρασαν απαρατήρητα από τον αθηναϊκό τύπο της εποχής.
Ο Π. Σούτσος στην εφημερίδα του «Ήλιος», στις 16-1-1858[67], έγραψε για τα πολλαπλά οφέλη των έργων για τη ναυτιλία, τη γεωργία και το εμπόριο. Σε οικονομικό δε επίπεδο, «θα δώσουν στη Κυβέρνηση ικανό εισόδημα, αν υπολογίσουμε πως κατά το 1854 τα έσοδα από τα δικαιώματα της διάβασης ήταν 21.183, το 1855 ήταν 25.980, το 1856 ήταν 33.275 και το 1857 ήταν 24.194, συνολικά δηλαδή από την εποχή έναρξης της εργασίας 104.562, ώστε το ένα τέταρτο της όλης δαπάνης [των έργων] καλύφθηκε από τα διόδια. Εάν προσθέσουμε και τα τέλη διαπορθμεύσεως, που είναι εξίσου σημαντικά, υπολογίστε την επιχείρηση ως επικερδέστατη». Από τα παραπάνω λοιπόν εξάγεται το συμπέρασμα πως ο προϋπολογισμός του έργου ως εκείνη τη στιγμή ήταν στις 400.000 δρχ. Στις αρχές του 1858 είχε παραδοθεί όμως μόνο το κομμάτι των γεφυρώσεων του Ευρίπου και της κεντρικής πύλης στο κάστρο του πορθμού. Τα έργα της διόρυξης συνεχίζονταν. Οπότε, το νούμερο αυτό είναι πιθανό να άγγιξε τελικά τις 1.300.000 δρχ[68] όταν τα έργα της περιόδου σταμάτησαν, στα τέλη Αυγούστου 1858. Την Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 1858 ο πορθμός άνοιξε κανονικά στη ναυσιπλοΐα, κλείνοντας έτσι ο πρώτος μεγάλος κύκλος εργασιών εκβάθυνσης και διαπλάτυνσης του στενού.
Η «Οθωνική» γέφυρα, όπως και το λίθινο τρίτοξο γεφυράκι στην Βοιωτική πλευρά, είχαν παράλληλη αρχή, ζωή και τέλος. Συντρόφευσαν τη Χαλκίδα μόλις 32 χρόνια, καθώς στα 1890 ξεκίνησε η κατεδάφιση των τειχών της πόλης, όπως και των γεφυρώσεων τους. Το λίθινο γεφυράκι επιχωματώθηκε και σήμερα βρίσκεται θαμμένο κάτω από την άσφαλτο, περιμένοντας τη μέρα που ίσως ξαναδεί το φως της ημέρας. Όσον αφορά την Οθωνική σιδερένια γέφυρα και τους λόγους που οδήγησαν στην τόσο γρήγορη αντικατάστασή της μπορούν να αναζητηθούν και στη θαλάσσια διάβρωση, που οδήγησε σε μια μάλλον ταχεία αποσάθρωση ορισμένων τμημάτων της. Σήμερα τα θυμόμαστε και τα δύο μέσα από σπάνιες φωτογραφίες και εικόνες μιας εποχής που η καστροπολιτεία της Χαλκίδας ήταν ένα πολύτιμο πετράδι στο στέμμα του Ευρίπου. Ένα διαμάντι που χάθηκε για πάντα και μόνο η ιστορία του έμεινε πίσω, για να το θυμίζει.
Βόρεια όψη κάστρου του Ευρίπου. Αριστερά, η σιδερένια Οθωνική γέφυρα. Δεξιά, η πέτρινη τρίτοξη γέφυρα. Εικόνα από την εργασία του Σταύρου Μαμαλούκου «το Φρούριο της Γέφυρας του Ευρίπου», που δημοσιεύθηκε στα πρακτικά του διεθνούς συνεδρίου «Βενετία – Εύβοια, από τον Έγριπο στο Νεγροπόντε», από το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας και την Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 2006.
Παραπομπές
[1] Η πρώτη Χαλκιδαίικη εφημερίδα έπρεπε να περιμένει ως το 1850 για να εκδοθεί. Ήταν «Ο Έλλην», με εβδομαδιαία περιοδικότητα και συντάκτη τον Άλ. Σταματάκη, που πρωτοκυκλοφόρησε στις 11 Αυγούστου 1850, αλλά δεν μακροημέρευσε, καθώς κράτησε μόνο ένα χρόνο, σύμφωνα με την καταγεγραμμένη μαρτυρία του Γ. I. Φουσάρα στο κείμενο του «Ο Ιππότης Appert και η Χαλκίδα στα 1855» (Ε.Ε.Σ., Τόμος Ι, Αθήνα 1963). Σύμφωνα όμως με τον περιγραφικό κατάλογο «Εφημερίδες αποκείμενες στη Βιβλιοθήκη της Βουλής (1789 – 1970)», του Παναγιώτη Φ. Χριστόπουλου, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών / Ε.Ι.Ε., Αθήνα 1994, σελ. 107, δεν κράτησε καν τόσο, καθώς αυτή η «πολιτική, φιλολογική και δικαστική εφημερίς» κυκλοφόρησε από 18 Αυγούστου έως 13 Οκτωβρίου 1850 (3, 5-6. 8, 11. – Εν Δ8. 6.), ή τουλάχιστον αυτά ήταν τα φύλλα που καταγράφηκαν. Δυστυχώς, κατόπιν διερευνητικών τηλεφωνημάτων έμαθα πως δεν έχει διασωθεί ούτε ένα φύλλο αυτής της πρώτης εφημερίδας του νομού μας, σε οποιαδήποτε μορφή, ούτε στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, αλλά ούτε και στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος.
[2] «Αποθήκη των ωφελίμων γνώσεων», Δεκέμβριος 1840, αριθμός τεύχους 48. Το συγκεκριμένο άρθρο είχε τίτλο «Ο πορθμός Εύριπος και η πόλις Χαλκίς», με συντάκτη τον Ιωάννη Σπυρίδων Ραζή. Το περιοδικό αυτό εκδιδόταν στη Σμύρνη «εκ της τυπογραφίας Γ. Γριφφίτου» από το 1837 έως το 1844. Εντός αγκυλών, επιπρόσθετες πληροφορίες όπου κρίθηκε απαραίτητο για την ευκολότερη κατανόηση του κειμένου.
[3] Σήμερα το πλάτος του πορθμού είναι 39 μέτρα, περίπου ίσος δηλαδή με την υπό εξέταση περίοδο, με τις διαφορές πως πλέον έχει «μετακομίσει» ανατολικότερα και δεν έχει δύο διόδους. «Το φαινόμενο του πορθμού του Ευρίπου», Αντώνιος Α. Αντωνίου. Δρ Αστροφυσικής Παν/μίου Αθηνών, Επιστημονικός υπεύθυνος Εστίας Γνώσης Χαλκίδας. Ιδιαίτερες ευχαριστίες στο φίλο Γιώργο Λόη, από το γκρουπ του Facebook «Φίλοι Ιστορίας Χαλκίδας», για τη μετατροπή των αριθμών από (Αγγλικά) πόδια σε μέτρα.
[4] Σήμερα το πλάτος του πορθμού περίπου στο ίδιο σημείο είναι 39 μέτρα. Ο.π.
[5] Όπως εύκολα κατανοούμε, το βάθος των δύο μέτρων στον κύριο για την ναυσιπλοΐα πορθμό ήταν το λιγότερο προβληματικό για την ασφαλή διέλευση των πλοίων της υπό εξέταση εποχής. Σήμερα, το βάθος του πορθμού του Ευρίπου στο σημείο της συρταρωτής γέφυρας είναι 8,5 μέτρα (ο.π.). Αυτό όμως είναι το επίσημο καταγεγραμμένο σημερινό βάθος. Κατόπιν σχετικής συζήτησης με τον φίλο Βαγγέλη Κουζούνη και υπόδειξής του, αποδείχθηκε πως το πραγματικό βάθος του πορθμού σήμερα δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 7,50 με 8 μέτρα, καθώς με τα χρόνια η συγκέντρωση υλικών στον πυθμένα το έχει μειώσει. Βλ. επίσης σχετικά εδώ.
[6] Η συγκεκριμένη μαρτυρία είναι καθοριστικής σημασίας για το κατά πόσον η ταχύτητα του ρεύματος αυξήθηκε ή όχι μετά τις εργασίες στον Εύριπο, τέλη 19ου αιώνα με αρχές 20ου. Υπάρχουν πλείστες αναφορές στη βιβλιογραφία πως το ρεύμα αύξησε τη ταχύτητά του μετά τη διοχέτευση όλων των υδάτων σε μία δίοδο (αν και αρχικά, όταν εκτελούνταν τα έργα, φοβούνταν το αντίθετο!). Κάτι τέτοιο όμως, όπως εδώ βλέπουμε, είναι τουλάχιστον υπό διερεύνηση το κατά πόσον ισχύει, καθώς η ταχύτητα του ρεύματος σήμερα είναι 5-6 μίλια την ώρα, με ανώτερη τα 9 μίλια την ώρα (ο.π.). Η διαφορά δηλαδή είναι μικρή, καθώς λίγο παρακάτω το ίδιο υπό παρουσίαση κείμενο μας ενημερώνει πως «(το ρεύμα) κάποια στιγμή ηρεμεί, σπάνια όμως• μετά από λίγα λεπτά μεταβάλλει τη κατεύθυνση του, και σχεδόν αμέσως πάλι αποκτά τη συνηθισμένη του ταχύτητα, που είναι από τέσσερα ως πέντε μίλια την ώρα, πάντοτε όμως προς νότο ρέει ταχύτερα».
[7] Προφανώς ο αρθρογράφος αναφέρεται στο βόρειο λιμάνι που και σήμερα φιλοξενεί μικρά σκάφη, δίπλα στο κεφαλόσκαλο του Αγίου Νικολάου.
[8] Προφανώς ο αρθρογράφος αναφέρει ως λιμάνι την ευρύτερη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στη Γλύφα και τα τότε νότια τείχη της Χαλκίδας, στη νότια μεριά του σημερινού λόφου της Αγίας Μαρίνας και μπροστά από τον κόλπο του Βούρκου.
[9] Προφανώς ο αρθρογράφος περιγράφει το στενό όπου σήμερα η υψηλή γέφυρα της Χαλκίδας.
[10] Επί Οθωμανικής κυριαρχίας δεν ήταν δυνατός ο διάπλους του Ευρίπου σε μεγάλα πλοία. Περισσότερες πληροφορίες για την κατάσταση του πορθμού εκείνη την περίοδο, παρατίθενται στην ειδική αρθρογραφία του διαδικτυακού περιοδικού Square.gr στην στήλη «Πατριδογνωσία» και ειδικότερα στο άρθρο με τίτλο: «Το άγνωστο castrum pontis της Χαλκίδας» της 10-11-2015.
[11] Κ. Walpole το 1817 και ανώνυμος Γερμανός αξιωματικός το 1824.
[12] Το πρώτο του άρθρο όριζε πως: «επιτρέπεται στον δήμο Χαλκιδέων να εισπράττει πορθμεία επί των διαπλεόντων του πορθμού Ευρίπου πλοίων και διόδια επί των διαβαινόντων ζώων δια της επ’ αυτού γέφυρας». Το άρθρο δύο έκανε σαφές πως «η διάρκεια των τελών αυτών, προσδιορίζεται στα 26 έτη» και τέλος το άρθρο 3 ανέφερε πως «ο Δήμος Χαλκιδέων έχει την εξουσία να παραχωρήσει κατά το όλον ή κατά μέρος μόνον, της κατά το προηγούμενον άρθρον διάρκειας, το δικαίωμα εισπράξεως των πορθμείων και διοδίων σε εργολάβους ή εταιρείες που θα ήθελαν να αναλάβουν ιδία δαπάνη τον καθαρισμό του πορθμού ως και της επ’ αυτού κινητής γεφύρας» («Σύσταση και εξέλιξη του Δήμου Χαλκιδέων», Ελένη Γούτου – Φωτοπούλου. Έκδοση δήμου Χαλκιδέων, 1986). «Είναι πολύ χαρακτηριστικό για την Ιστορία των δημοσίων έργων στην Ελλάδα το γεγονός ότι, το 1843 (όπως και αργότερα, το 1849), το ελληνικό Κράτος προκήρυξε διαγωνισμό “καπιταλιστικής” λογικής (να δοθεί δηλαδή η εκμετάλλευση αλλά και η συντήρηση σε εργολάβους). Δεν ήταν όμως οι καιροί ώριμοι για τέτοια έργα Β.Ο.Τ. (Build – Operate and Transfer)! Γι’ αυτό και, τελικά, ο Νόμος του 1853 θεσπίζει τη δημόσια χρηματοδότηση και κατασκευή του σπουδαίου αυτού έργου», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Θεοδόσης Τάσιος στην ανακοίνωσή του «Οι Κινητές Γέφυρες του Ευρίπου» (εκδήλωση ΤΕΕ Ευβοίας για τα 45 χρόνια της κινητής γέφυρας της Χαλκίδας, 2008).
[13] Ο πήχης είναι η παλαιότερη μονάδα μήκους, διαφορετική από χώρα σε χώρα, που κυμαίνεται από 64 εκατοστά (εμπορικός) έως 1 μέτρο (βασιλικός). Εδώ υποθέτουμε, βάση του τελικού βάθους που έφτασε το έργο, πως έγινε με βασιλικό.
[14] Άρθρο 7.
[15] Αιμασιά: η περίφραξη ανοικοδόμητου χώρου, αποτελούμενη κυρίως από λίθους χωρίς συγκολλητικό αρμό και ασβέστη. Γενικότερα οποιαδήποτε μορφή περίφραξης χώρου, χτιστή ή φυσικά διαμορφωμένη, λ.χ. από θάμνους ή κλαδιά.
[16] Όριζε επίσης να καθαριστούν τα λιμάνια και να κατασκευαστούν τα αναγκαία σήματα για την εξασφάλιση της διέλευσης πλοίων εντός των κόλπων.
[17] Άρθρο 11. Τα δύο από τα πέντε μέλη διόρισε η Κυβέρνηση (τον έμπορο Κ. Δ. Ιωαννίτης και τον Γιώργο Βελισσάριο, που ακόμη τότε δεν ήταν δήμαρχος Χαλκιδέων, όπως εκ’ παραδρομής αναφέρει ο Ελ. Ιωαννίδης, αλλά νομοϊατρός Εύβοιας, καθώς εκείνη την περίοδο ήταν δήμαρχος ο Δημ. Καφφετζόγλους. ΦΕΚ 5, 26-2-54), δύο μέλη ήταν από το αιρετό δημοτικό συμβούλιο (Γ. Αποστολίδης και I. Κωνσταντινίδης) και το πέμπτο μέλος της επιτροπής ήταν ο Νομάρχης Κ.Δ. Κριεζής, μέχρι τον Μάη του 1854 (ΦΕΚ διορισμού 7, 20-3-54). Στις 22-5-54 ο Νομάρχης αντικαταστάθηκε από τον Νικ. Δεληγιάννη (ΦΕΚ διορισμού 5, 1854). Βλ. σχετικά «1836 – 2000. Η ιστορία του Δήμου Χαλκιδέων» (Ελευθέριος Μ. Ιωαννίδης. Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, τμήμα Χαλκίδας, 2002) και «Σύσταση και εξέλιξη του Δήμου Χαλκιδέων» (Ελένη Γούτου – Φωτοπούλου. Έκδοση δήμου Χαλκιδέων, 1986). Ο Σκαλιστήρης, σε επιστολή του προς τον Παπαηλιόπουλο (7 Μαΐου 1857) αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά για τους προαναφερόμενους άντρες: «ο εξοχότατος κύριος Βελισσάριος [που στα 1857 ήταν δήμαρχος Χαλκιδέων] μόλις λίγο στις συνεδριάσεις παρευρίσκεται για να μας φωτίσει, από καιρό σε καιρό, με κάποια αλλόκοτη γνώμη του, στον εντιμότατο κύριο Αποστολίδη ούτε και ενός λεπτού υπόθεση δεν εμπιστεύομαι, και έτσι όλο το βάρος πέφτει στους κυρίους Ιωαννίδη και Κωνσταντινίδη, οι οποίοι τελικά ακόμη και επί πληρωμή αν επιθυμούν να επιβαρυνθούν την φροντίδα για τις προμήθειες και τα πράγματα του πορθμού…». «Η κινητή Γέφυρα κι ο πορθμός της Χαλκίδος (1857-1858)», Τάκης Λάππας. Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος ΙΑ, Αθήνα 1964.
[18] Άρθρο 12.
[19] άρθρο 14.
[20] 26 Ιουνίου 1854.
[21] Ο Όθων – Φρειδερίκος – Λουδοβίκος (1 Ιουνίου 1815 – 26 Ιουλίου 1867), πλήρες όνομα Όττο Φρίντριχ Λούντβιχ φον Βίττελσμπαχ (Otto Friedrich Ludwig von Wittelsbach), ήταν Πρίγκιπας της Βαυαρίας και πρώτος Βασιλιάς του Βασιλείου της Ελλάδος, ο μοναδικός με τον επίσημο τίτλο «Βασιλεύς της Ελλάδος» δεδομένου ότι οι επόμενοι, της δυναστείας Γκλύξμπουργκ (Γεώργιος Α’ – Κωνσταντίνος Β’), είχαν τον τίτλο «Βασιλεύς των Ελλήνων». Wikipedia.
[22] Καθώς αντιτάχθηκε στη απαίτηση του Όθωνα για την απόλυση του υπουργού των Στρατιωτικών Δημητρίου Καλλέργη.
[23] «Περί κανονισμού και διαχειρίσεως των δια την διευθέτησιν της διορύξεως του πορθμού Ευρίπου».
[24] Ο Ηλίας Παπαηλιόπουλος (Άμφισσα 1817 – 😉 ήταν Έλληνας πολιτικός. Καταγόταν από παλιά οικογένεια της Άμφισσας και ήταν γιος του αγωνιστή του 1821 και πολιτικού Ασημάκη Παπαηλιόπουλου. Ήταν φιλοβασιλικός και είχε γίνει νομάρχης σε πολλές περιοχές της Ελλάδος. Επίσης, είχε εκλεγεί βουλευτής Παρνασσίδος στις εκλογές του 1881 και ήταν υπουργός εσωτερικών στην Κυβέρνηση Δημήτριου Βάλβη, το 1886. Τα απομνημονεύματά του αποτελούν μία από τις κυριότερες πηγές για τα έργα του Ευρίπου τα έτη 1856-7.
[25] Ο Δημήτρης Σκαλιστήρης ήταν αξιωματικός του Μηχανικού που είχε σπουδάσει τη τέχνη της γεφυροποιίας στη Γαλλία. Απόφοιτος της Ecole des Ponts et Chaussees του Παρισιού και αργότερα Καθηγητής Στατικής και Μηχανικής στο Πολυτεχνείο (1864), ως και Καθηγητής της Γεφυροδοποιίας (1869) αλλά και μετέπειτα πρώτος Διευθυντής του νεοσυσταθέντος Τμήματος Δημοσίων Έργων (στο Υπ. Εσωτερικών). Κατά την περίοδο των έργων είχε το βαθμό του λοχαγού (και όχι υπολοχαγού, όπως εκ’ παραδρομής αναφέρεται στην ανακοίνωση «Οι Κινητές Γέφυρες του Ευρίπου» του Θ. Π. Τάσιου. Εκδήλωση ΤΕΕ Ευβοίας για τα 45 χρόνια της κινητής γέφυρας της Χαλκίδας, 2008).
[26] Δυστυχώς δεν διαθέτουμε σήμερα περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το πότε ακριβώς ανέλαβε ως αρχιμηχανικός τα έργα στον πορθμό.
[27] Δεν γνωρίζουμε ποιο ήταν το εργοστάσιο παραγωγής.
[28] Η ονομασία αυτή επικράτησε καθώς κατασκευάστηκε τα χρόνια του Όθωνα.
[29] Αγνώστων λοιπών στοιχείων εργολάβος που ανέλαβε το έργο με μειοδοτικό διαγωνισμό «άνευ συναγωνισμού». Τη σχετική πληροφορία εξάγουμε από γράμμα του Σκαλιστήρη προς τον Παπαηλιόπουλο. «Η κινητή Γέφυρα κι ο πορθμός της Χαλκίδος (1857-1858)», Τάκης Λάππας. Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος ΙΑ, Αθήνα 1964.
[30] Το συμπέρασμα εξάγεται από γράμμα που έστειλε ο Σκαλιστήρης στον Παπαηλιόπουλο. Ο.π.
[31] Ο Pierre A. MacKay μας δίνει την πληροφορία πως η συγκεκριμένη πύλη είχε επίσης και την ονομασία του Οθωμανού Σουλτάνου Σουλεϊμάν, υποθέτω λόγω κατασκευής της επί των χρόνων του. Βλ. σχετικά, εδώ.
[32] Λιβερνίδα: Μικρό πολεμικό ταχύπλοο σκάφος, με τρία κατάρτια και πανιά, πήρε το όνομά του από τα πειρατικά του Λιβόρνου. Στα νησιά μας λεγόταν “Μίστικον”.
[33] Ο βράχος αυτός είναι προέκταση του Καράμπαμπα και της υφαλονησίδας του πορθμού.
[34] «Για τον κύριο Παντελή σας παρακαλώ να θυμηθείτε να γράψετε να μας στείλει μέσω του μάστρο-Δούκα τρεις αντί δύο σιδερένιων μοχλών μήκους 6,50 μ. και διαμέτρου 0,05 έως 0,06 με τους οποίους θα ανοίξουμε το βράχο», γράφει σε επιστολή του προς το Νομάρχη που βρισκόταν στην Αθήνα, την 7-5-1857. ό.π.
[35] Βυθοκόρος: ειδικό βοηθητικό ναυπήγημα, αυτοκινούμενο ή μη, που χρησιμοποιείται για την εκβάθυνση λιμανιών, πορθμών, καναλιών, ποταμών και λιμνών ή για την εκμετάλλευση προσχωματικών κοιτασμάτων (όπως π.χ. κοιτάσματα χρυσού).
[36] Ο Δημήτριος Βούλγαρης (Ύδρα, 20 Δεκεμβρίου 1802 – Αθήνα, 29 Δεκεμβρίου 1877) ήταν Έλληνας πολιτικός του 19ου αιώνα. Έγινε οκτώ φορές πρωθυπουργός σε διάστημα 26 χρόνων. Ήταν γνωστός και με το προσωνύμιο Τζουμπές, λόγω της μακριάς μπέρτας – μανδύα που συνήθιζε να φορά. Wikipedia.
[37] Η ημερομηνία εξάγεται από γράμμα που έστειλε ο Σκαλιστήρης στον Παπαηλιόπουλο. «Η κινητή Γέφυρα κι ο πορθμός της Χαλκίδος (1857-1858)», Τάκης Λάππας. Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος ΙΑ, Αθήνα 1964.
[38] Όπως μαρτυρά γράμμα του Σκαλιστήρη προς τον Παπαηλιόπουλο. Ο.π.
[39] Η πληρωμή των Γάλλων εργατοτεχνιτών ήταν μία από τις αιτίες αποστολής επιστολής του Σκαλιστήρη στην Αθήνα, με το ερώτημα: από πότε έπρεπε να πληρωθούν; Από την επιβίβασή τους στο πλοίο στη Μασσαλία ή από την άφιξή τους στο λιμάνι της Χαλκίδος; Άγνωστη παραμένει η έκβαση και η τελική λύση που δόθηκε στην εργασιακή αυτή διαφορά.
[40] «2 Οκτωβρίου 1857, Αθήνα. Κύριε Νομάρχη! Η κοινή επίσημη αναφορά σας με τον λοχαγό κύριο Σκαλιστήρη που έλαβα με έκτακτο ταχυδρόμο στις 28 του προηγούμενου μήνα, με αριθμό 6816, εκθέτει αρχικά λεπτομερείς σκέψεις και προτάσεις για το έργο της διάνοιξης του πορθμού, που προφανώς αντιφάσκουν με την ημιεπίσημη επιστολή σας που στείλατε στις 18 του προηγούμενου μήνα, στην οποία προτείνατε, κύριε Νομάρχα, ως προτιμότερο να ανοίξει ο πορθμός γύρω στις αρχές Οκτωβρίου. Η πρότασή σας αυτή, την οποία με κοινή έκθεση που θυμάμαι είχατε καταδικάσει ως επιπόλαια, παρουσίασε εύλογη αφορμή για την προπαρασκευή των κυριότερων μέτρων της διορύξεως, της οποίας η αναβολή εξέθεσε αρκετά την υπόληψη των τοπικών αρχών. Οπότε αναγκάζομαι να σας κάνω την παρατήρηση να είστε στο μέλλον προσεκτικότερος στις εκθέσεις που στέλνετε στην Κυβέρνηση. Προσεχώς θα σας γνωστοποιήσω την απόφαση μου για τις νέες προτάσεις σας για τη συνέχεια των έργων διόρυξης. Εντούτοις δεν πρέπει καθόλου να διακοπούν για να παράγουν καλύτερο αποτέλεσμα μέχρι τη λήξη της περί αυτής διαταγής του Υπουργείου. Ο υμέτερος Δ. Γ. Βούλγαρης». Δημοσίευση του κειμένου στη δημοτική για πρώτη φορά, για ευκολότερη ανάγνωση. «Η κινητή Γέφυρα κι ο πορθμός της Χαλκίδος (1857-1858)», Τάκης Λάππας. Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος ΙΑ, Αθήνα 1964.
[41] Ο Αθανάσιος Μιαούλης (Ύδρα 1815 – Παρίσι 7 Ιουνίου 1867) ήταν Έλληνας στρατιωτικός και πολιτικός του 19ου αιώνα. Μεταξύ άλλων, διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από το 1857 ως το 1862.
[42] Ο Κωνσταντίνος Προβελέγγιος (1800 – 1880) ήταν Έλληνας πολιτικός. Σπούδασε νομικά και διακρίθηκε για τη ρητορική του δεινότητα. Διετέλεσε πολλές φορές υπουργός, βουλευτής, γερουσιαστής και για πολλά χρόνια ανώτερος δικαστικός λειτουργός.
[43] Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος ΙΑ, Αθήνα 1964.
[44] Στην ίδια επιστολή της 9ης Δεκεμβρίου
[45] Η Βασίλισσα Αμαλία της Ελλάδος (21 Δεκεμβρίου 1818, Όλντενμπουργκ -20 Μαΐου 1875, Μπάμπεργκ) ήταν η σύζυγος του Βασιλιά Όθωνα της Ελλάδας. Η επίσημη προσφώνηση από τη γέννησή της ήταν Δούκισσα Αμαλία – Μαρία – Φρειδερίκη, του Ολδεμβούργου, ενώ κατά τη διάρκεια της βασιλείας της (1836-1862) έλαβε το όνομα Αμαλία, Βασίλισσα της Ελλάδος.
[46] Βλ. Πηνελόπης Λιδωρίκη – Παπαηλιοπούλου «Σελίδες τινές της Ιστορίας του βασιλέως Όθωνος, Αθήνησιν 1898» και αποσπάσματα στο Α.Ε.Μ. τ. ΙΑ / 1964, σελ. 252 – 272
[47] Λογικά, ως ημέρα εγκαινίων είχε οριστεί η επομένη της 17ης Δεκεμβρίου, 18 Δεκεμβρίου 1857.
[48] «Διέρηξε θάλασσαν και διήγαγεν αυτοίς. Επάταξαν ύδατα και ερρύησαν ύδατα». Πρόκειται για εδάφιο από την Παλαιά διαθήκη, συγκεκριμένα οι ψαλμοί 77.13 και 77.20 του Δαυίδ. Ευχαριστώ πολύ τους φίλους Γιάννη Παύλου και Γιώργο Λόη για την πληροφορία στο γκρουπ του Facebook «Φίλοι Ιστορίας Χαλκίδας».
[49] Εφημερίδα «Ελπίς» 17-1-1858.
[50] Το πρωτότυπο σώθηκε στο αρχείο του Παπαηλιόπουλου. Ο λόγος του Νομάρχη προς τον Όθωνα στη συνάντηση τους στη θαλαμηγό «Όθων» ήταν ο εξής: «Μεγαλειότατε! Μαζί με το μηχανικό και την επιτροπή της διάνοιξης του πορθμού Ευρίπου προσερχόμενοι με βαθύτατο σεβασμό ενώπιον της Υ.Μ. σπεύδουμε με χαρά να σας αναγγείλουμε πως η θερμή μας επιθυμία εκπληρώθηκε, το σπουδαίο έργο της ανασκαφής του πορθμού και της γέφυρας του ολοκληρώθηκε. Μεγάλες υπήρξαν οι δυσκολίες που προέκυψαν στη τέλεση των υδραυλικών αυτών έργων από τη φύση, όπως αυτό φάνηκε. Αλλά η πατρική των Υ.Μ. μέριμνα και το μεγάλο ενδιαφέρον στην επιθυμία τους [το έργο να ολοκληρωθεί] ενέπνευσαν άπειρο ζήλο και ενθάρρυναν ακάματες προσπάθειες, ώστε η παράφορη και καταπληκτική παλίρροια με επιτυχία να δεσμευτεί και η ανασκαφή του υποβρύχιου βράχου να κατορθωθεί, αεροστηρίγματα εδραιώθηκαν, και γέφυρα κινητή και σταθερή ομορφαίνει τον πορθμό. Θεωρώ καθήκον μου να καταδείξω ιδιαίτερα το ζήλο και προς την τελειότητα των έργων αφοσίωση του διευθυντή των έργων μηχανικού και την επιμέλεια των μελών της Επιτροπής να επισημάνω».
[51] «Ο Ιππότης Appert και η Χαλκίδα στα 1855», Γ. I. Φουσάρα. Ε.Ε.Σ., τόμος Ι, Αθήνα 1963.
[52] Ο Τ. Λάππας αναφέρει «ο βουλευτής Βουδούρης», αλλά το πιθανότερο είναι να μην αναφέρεται στον Βασίλειο Βουδούρη, καθώς τότε ήταν μόλις 18 χρόνων, αλλά στον πατέρα του, επίσης βουλευτή Εύβοιας, Νικόλαο Μπουντούρη. Ο Μπουντούρης (1805 – 6 Ιανουαρίου 1868) ήταν Έλληνας αγωνιστής της επανάστασης του 1821, κτηματίας και πολιτικός. Καταγόταν από την Ύδρα και ήρθε στην Εύβοια μετεπαναστατικά, καθώς είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του τεράστιες εκτάσεις στο Βατώντα και το Μαντούδι Ευβοίας. Πέθανε στη Χαλκίδα, την πόλη όπου διετέλεσε και δήμαρχος της.
[53] «Παράλιον» ήταν το παραθαλάσσιο τμήμα του προαστίου της Χαλκίδας, της μη τειχισμένης συνοικίας της πόλης δηλαδή. Την περίοδο όπου περιγράφουμε εκτεινόταν περίπου από το σημερινό μέγαρο Κώτσικα ως και το κόκκινο σπίτι, που τότε ασφαλώς ακόμη δεν υπήρχε. Περισσότερα μπορείτε να αναζητήσετε εδώ.
[54] Ο Τ. Λάππας αναφέρει «στην αποβάθρα», χωρίς να προσδιορίζει το ακριβές σημείο. Με δεδομένο πως η θαλαμηγός του Όθωνα ήρθε από το νότιο λιμάνι, την απουσία πληροφορίας πως η γέφυρα άνοιξε για να περάσει το πλοίο, αλλά και την πορεία που μετέπειτα ακολούθησε η βασιλική συντροφιά, θεωρώ πιθανότερο το σημείο που περιέγραψα να ήταν αυτό όπου για πρώτη φορά πάτησε το πόδι του στη Χαλκίδα ο άναξ.
[55] Ο Γεώργιος Βελισσάριος ήταν γιατρός και ήρθε στην Χαλκίδα από τα Ψαρά το 1824. Μετά την απελευθέρωση της Εύβοιας έμεινε και εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα. Το 1844 διορίστηκε διοικητικός γιατρός (νομοϊατρός). Διορίστηκε δήμαρχος Χαλκιδέων το Νοέμβριο του 1857, όπου και παρέμεινε μέχρι το 1864 οπότε και παραιτήθηκε. «Σύσταση και εξέλιξη του Δήμου Χαλκιδέων», Ελένη Γούτου – Φωτοπούλου. Έκδοση δήμου Χαλκιδέων, 1986.
[56] «Ιδού Μεγαλειότατε! Πραγματοποιήθηκε το όνειρο της Χαλκίδας και όλης της Ελλάδας για τη διόρυξη του Ευρίπου, το σπουδαίο αυτό έργο το οποίο τόσο πολύ απασχόλησε τη Μεγαλειότητα σας. Ιδού μπροστά στα μάτια μας ολοκληρωμένο ήδη και προορισμένο απ’ άκρη σ’ άκρη των θαλασσών δια της ευεργετούμενης εγχώριας και ξένης ναυτιλίας να μεταδώσει ευλογημένο και θαυμαστό το όνομα της Υ.Μ και να παραστήσει ταυτόχρονα στον μέσα και έξω κόσμο ότι για μεγάλα εγχειρήματα προορίζεται η Ελλάδα, υπό το σκήπτρο της Υ.Μ. […]». Αρχείο Ηλεία Παπαηλιόπουλου. «Η κινητή Γέφυρα κι ο πορθμός της Χαλκίδος (1857-1858)», Τάκης Λάππας. Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος ΙΑ, Αθήνα 1964.
[57] Και σε αυτό το σημείο της αφήγησης της Λιδωρίκης υπάρχει κενό, καθώς αναφέρει απλά «στη γέφυρα». Κρίνοντας από τη συνέχεια της περιγραφής της, όπου αναφέρετε πως συνέχισαν τη διαδρομή τους στη γέφυρα και πως δεν πηγαινοήρθαν, εξάγω το συμπέρασμα πως ο βασιλιάς και η συνοδεία του ήρθαν από την πλευρά της Βοιωτικής νέας λίθινης γέφυρας.
[58] Για επισκοπική κατοικία χρησιμοποιούνταν τότε η παλαιά οικία Μετζικώφ στη διασταύρωση των οδών Αντωνίου και Βύρωνος. «1836 – 2000. Η ιστορία του Δήμου Χαλκιδέων», Ελευθέριος Μ. Ιωαννίδης. Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, τμήμα Χαλκίδας, 2002
[59] Καθώς δεν υπάρχει σαφής αναφορά σε ποια πλατεία ακριβώς έγινε ο αγιασμός, από τα συμφραζόμενα εικάζω πως έγινε μπροστά από τη σημερινή πλατεία του Αγίου Νικολάου, σε μία από τις δύο ξύλινες αποβάθρες που τότε εκεί υπήρχαν για τη φορτοεκφόρτωση των πλοίων, καθώς το σημερινό κεφαλόσκαλο κατασκευάστηκε μεταγενέστερα, επί δημαρχίας Γαζέπη, το 1881. Δύο άλλοι λόγοι που πιστοποιούν το αληθές είναι η εγγύτητα του σημείου με την οικία Αβέρωφ, αλλά και η μη ύπαρξη άλλης παραλιακής πλατείας στα 1858, καθώς η πλατεία Αθανάτων διαμορφώθηκε μετά την κατεδάφιση των τειχών, στις αρχές του 20ου αιώνα.
[60] Tονίζοντας ιδιαίτερα το «σπουδαιότερο της βασιλικής μέριμνας έργο, ώστε να απολαύσει η ναυτιλία τα αγαθά της διαπορθμεύσεως»
[61] Η προσφώνηση όπως και η απάντηση του βασιλιά σώθηκαν στο αρχείο του νομάρχη. Ο.π.
[62] Η ατμοημιολία «Αφρόεσσα» παραγγέλθηκε το 1855 και ναυπηγήθηκε στην Αγγλία το 1857 στα ναυπηγεία “Reid & Co” της Γλασκώβης. Παρελήφθη από τον πλοίαρχο Εμμανουήλ Μιαούλη και κατέπλευσε στον Πειραιά την 1 Αυγούστου 1857. Ήταν ένα από τα πρώτα σιδηρά ελικοφόρα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού. Είχε μήκος 32,2 μέτρα, πλάτος 6,7 μέτρα, βύθισμα 3,3 μέτρα και μέγιστη ταχύτητα 9,5 κόμβων. Συμμετείχε στα γεγονότα του Λιβάνου, τα οποία ξεκίνησαν στις 6 Ιουλίου του 1860 (για δύο μήνες), για την προστασία των Ελλήνων χριστιανών από τις σφαγές των Δρούζων. Τον Φεβρουάριο του 1866 μετέφερε στην Σαντορίνη επιστημονική ομάδα για την παρατήρηση της ηφαιστειακής δραστηριότητας της Νέας Καμένης. Στις 13 με 25 Φεβρουαρίου 1866 αναδύθηκε κοντά στην Νέα Καμένη ηφαιστειογενές νησί, το οποίο οι επιστήμονες ονόμασαν Αφρόεσσα, προς τιμήν του πλοίου που τους μετέφερε. Το νησί αργότερα ενώθηκε με την Νέα Καμένη, η ονομασία όμως παραμένει ως τοποθεσία πάνω στην Νέα Καμένη. Παρέμεινε εν ενεργεία μέχρι το 1904 όπου του αφαιρέθηκε η μηχανή του και μετατράπηκε σε ναυτώνα. Το 1909 βυθίστηκε στην περιοχή Αράπης της Σαλαμίνας ώστε να θεμελιώσει μια νέα προβλήτα, που δεν ολοκληρώθηκε όμως ποτέ.
[63] Στο κείμενο του ο Τ. Λάππας αναφέρει πως η Βασίλισσα έκανε μια βόλτα μέχρι το ερημονήσι έξω από το χωριό Χάλια.
[64] Με το από 10-1-1858 Βασιλικό Διάταγμα. «Σύσταση και εξέλιξη του Δήμου Χαλκιδέων», Ελένη Γούτου – Φωτοπούλου. Έκδοση δήμου Χαλκιδέων, 1986.
[65] Εκτός από το Νομάρχη, οι υπόλοιποι της επιτροπής ήταν οι: Γ. Βελισσάριος, δήμαρχος. Γ. Αποστολίδης, δημοτικός σύμβουλος. I. Κωνσταντινίδης, δημοτικός Σύμβουλος. Δ. Ιωαννίδης έμπορος. Ο.π.
[66] Εφημερίδα «Αθηνά», 12-1-1858.
[67] «Η κινητή Γέφυρα κι ο πορθμός της Χαλκίδος (1857-1858)», Τάκης Λάππας. Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τόμος ΙΑ, Αθήνα 1964.
[68] Σύμφωνα με αναλυτική οικονομική έκθεση του Παπαηλιόπουλου που ανακάλυψε στο Νομαρχιακό αρχείο και δημοσίευσε για πρώτη φορά ο Τάκης Λάππας. Παραμένει άγνωστο όμως τελικά ποια έργα απ’ όσα προϋπολογίστηκαν τελικά έγιναν ή όχι. Ο.π.