Βάγιας Κατσός
Οι ανιψιές της Σωτηρίας Μπέλλου, Ελένη και Αρετή Μπέλλου, μας εξιστορούν άγνωστες πτυχές από τη ζωή της μεγάλης τραγουδίστριας που καταγόταν από τη Δροσιά Χαλκίδας.
Γιατί έριξε βιτριόλι η Σωτηρία Μπέλλου στον πρώτο της άνδρα.
Ένας μάγκας με φουστάνια. Αυτό ήταν πάντα η Σωτηρία Μπέλλου. Η μεγάλη τραγουδίστρια του λαϊκού και ρεμπέτικου ελληνικού τραγουδιού γεννήθηκε στις 22/8/1921 στα Χάλια, λίγο έξω από τη Χαλκίδα.
Είχε άλλα τέσσερα αδέλφια, την Ανδρονίκη, τον Χαράλαμπο, τη Δήμητρα και τον Πέτρο. Ήταν μεγαλύτερή τους ηλικιακά. Η πρώτη της επαφή με το τραγούδι ήταν μέσα από τους εκκλησιαστικούς ύμνους που άκουγε από τον παππού της, που ήταν παπάς στο Σχηματάρι. Από μικρή ήθελε να γίνει τραγουδίστρια, όμως οι γονείς της ήταν αντίθετοι. Μετά από έναν μεγάλο καυγά μαζί τους, εγκατέλειψε το σπίτι της και πήγε στην Αθήνα. Στα 18 της, παρασυρόμενη από το νεαρό της ηλικίας, παντρεύτηκε τον Βαγγέλη Τριμούρα. Η οικογένειά της ήταν αντίθετη και αυτή τη φορά είχε δίκιο. Έζησε μαζί του έξι μήνες. Ήταν άνδρας με άστατη ζωή. Γυρνούσε με άλλες γυναίκες και, όταν επέστρεφε σπίτι, τη χτυπούσε. Η υπερηφάνειά της δεν σήκωνε τα νταηλίκια του όμως και μια μέρα του έριξε βιτριόλι! Συνελήφθη και καταδικάσθηκε σε φυλάκιση τριών χρόνων και έξι μηνών. Στο εφετείο, η ποινή της μειώθηκε στους έξι μήνες. Πλήρωσε την εγγύηση και ελευθερώθηκε. Γύρισε σπίτι της στη Χαλκίδα αλλά η κατακραυγή της κοινωνίας εμπόδιζε την οικογένειά της να τη στηρίξει. Οπότε, έφυγε ξανά στην Αθήνα. Εκεί, η φωνή της ξεχώρισε και σύντομα καταξιώθηκε. Τα τραγούδια της έχουν περάσει στη μουσική ιστορία της Ελλάδας. «Συννεφιασμένη Κυριακή», «Καβουράκια», «Όταν πίνεις στην ταβέρνα», «Κάνε λιγάκι υπομονή». Τον Μάρτιο του 1993 αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας, οπότε και διαγνώστηκε ότι έπασχε από καρκίνο του πνεύμονα. Έχασε τη φωνή της και στις 27 Αυγούστου 1997 άφησε την τελευταία της πνοή.
Δεκαετία 1980, στο κέντρο διασκέδασης «Ανδρούτσος», στη Ν. Αρτάκη. Από αριστερά: Ο Χαράλαμπος Μπέλλος (αδελφός της τραγουδίστριας), ο Αντώνης Νταβαρίας (ανιψιός της Σωτηρίας Μπέλλου, γιος της μικρότερης αδελφής της, Δήμητρας), η Σωτηρία Μπέλλου και οι νεαρές τότε ανιψιές της, Λένα και Αρετή Μπέλλου, κόρες του Χαράλαμπου Μπέλου.
Οι αναμνήσεις της Ελένης και της Αρετής Μπέλλου από τη διάσημη θεία τους.
Όσο ζούσε η Σωτηρία Μπέλλου, η άστατη φύση και το επαναστατικό της πνεύμα δεν την άφησαν να κάνει οικογένεια. Είχε όμως μεγάλη αδυναμία στα ανίψια της. Δύο από αυτά γνωρίσαμε από κοντά: Τις κόρες του Χαράλαμπου Μπέλλου και της γυναίκας του Θεοκτίστης, την Ελένη και την Αρετή.
Η Ελένη Μπέλλου γεννήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου του 1964 και είναι δασκάλα στη Χαλκίδα. Η Αρετή ήρθε στον κόσμο στις 21 Νοεμβρίου του 1966 και είναι γιατρός – ψυχολόγος στην Αθήνα. Και οι δύο, όταν μιλούν για τη θεία τους, τα μάτια τους λάμπουν. Η Ελένη Μπέλλου θυμάται τη θεία της ως έναν τρυφερό άνθρωπο. Την ένοιαζαν να είναι καλά τα ανίψια της και ήθελε να την επισκέπτονται στην Αθήνα, όπου ζούσε, όσο το δυνατόν συχνότερα. «Θύμωνε όταν ήμασταν Αθήνα αλλά είχαμε δουλειές και δεν πηγαίναμε να την δούμε», μας είπε χαρακτηριστικά και συνέχισε: «Ηταν πολύ ζωντανός άνθρωπος. Της άρεσε να βρίσκεται συνέχεια με φίλους και συγγενείς. Έβρισκε στην παρέα τους τη ζεστασιά που έψαχνε». Η πιο τρυφερή στιγμή που θυμάται με την θεία της συνέβει ένα καλοκαίρι, όταν γυρνώντας από διακοπές στη Σαντορίνη, πέρασε από το σπίτι της για να την δει. Εκείνη, την προέτρεψε να μείνει για φαγητό. Μόλις τελείωσαν, η Ελένη πήγε να ξαπλώσει στον καναπέ του κήπου της, για να ξεκουραστεί. Τότε, η Μπέλλου πήγε δύο – τρεις φορές και τη ρωτούσε αν ήταν άνετα, η αν κρύωνε, ώστε να της φέρει κουβέρτα και ας ήταν Αύγουστος!
Η Σωτηρία Μπέλλου σε μία από τις τελευταίες της φωτογραφίες.
«Είναι άδικο η θεία μου να έχει ταυτιστεί με τον τζόγο».
Η Σωτηρία Μπέλλου αγαπούσε πολύ τα ανίψια της. Σε κάθε συναυλία ή αφιέρωμα που της έκαναν, η Μπέλλου προσκαλούσε τις ανιψιές της και τις γνώριζε σε όλο τον κόσμο!
Η Αρετή Μπέλλου ασχολείται επίσης με το τραγούδι και τη κιθάρα. Το 1988 είχε εμφανιστεί ζωντανά στην ΕΡΤ μαζί με τη θεία της και είπαν παρέα τραγούδια της, κάτι που είχε επαναληφθεί και με τον πατέρα της σε πιο πρόσφατα αφιερώματά της στην τηλεόραση. Την αποκαλεί συχνά «μάγκα». «Ήταν μια γυναίκα εξωστρεφής. Της άρεσε να μιλάει, να γελάει, να τσακώνεται, σε όλα με ένταση!», μας είπε η Αρετή. Θυμήθηκε ένα περιστατικό που συνέβει το 1987 και μας το περιέγραψε: «Ήταν μεσημέρι και η θεία μου μετά από επίσκεψη στο σπίτι του αδερφού της στη Χαλκίδα έπεσε να ξεκουραστεί. Εγώ, μικρούλα τότε, έπαιζα κιθάρα στο μπαλκόνι. Ξαφνικά, την κατάλαβα δίπλα μου. Με ρώτησε τι έπαιζα και της απάντησα την «περιπλανώμενη ζωή». Με προέτρεψε να το ξαναπαίξω και σηκώνοντας το μανίκι της, μου έδειξε το νούμερο που είχε στη φυλακή. Αισθάνθηκα ότι μου εμπιστεύτηκε κάτι δικό της, συγκινήθηκα γιατί με έβαλε στο κόσμο της». Τελειώνοντας την αφήγησή της, η Αρετή προσέθεσε: «Είναι άδικο η θεία μου να έχει ταυτιστεί με τον τζόγο. Ναι, ήταν επιρρεπής στα τυχερά παιχνίδια, είχε χάσει σε αυτά περιουσίες αλλά, όπως και η ίδια έλεγε, έβλαπτε μόνο τον εαυτό της! Κανένας δεν είναι τέλειος!» Σε αυτό συμφωνούμε. Όλοι έχουμε ελαττώματα και αδυναμίες. Αλλά δεν έχουμε όλοι ούτε τη φωνή, ούτε τη μαγκιά της Σωτηρίας Μπέλλου…