Γιατί θέλουµε να πιστεύουµε πως το καλοκαίρι είναι µια εποχή που θα µας φέρει όσα δε µας έφερε ο υπόλοιπος χρόνος;
Tελικά το καλοκαίρι είναι πραγµατικά η ωραιότερη εποχή του χρόνου, ή την έχουµε πλάσει έτσι στο µυαλό µας;
Η σκέψη πως έστω και για λίγο θα ξεµπλέξουµε από τη δουλειά και θα βρεθούµε σε υπέροχες παραλίες αναµφισβήτητα «φορτώνει» τις µπαταρίες µας. Η φαντασία µας βέβαια δεν περιορίζεται µόνο στις παραλίες, αλλά τρέχει και παρακάτω. Αιθέριες υπάρξεις, ήλιος, πάρτι στριφογυρίζουν στο µυαλό µας την ώρα που στοίβες από χαρτιά βρίσκονται πάνω στο γραφείο µας µε την επισήµανση: «Σε µισή ώρα να είναι έτοιµα»! Αν ήταν καλοκαίρι, σκέφτεστε, στη θέση αυτών των εγγράφων θα ήταν δροσιστικά κοκτέιλς. Αντί να είστε στην καρέκλα του γραφείου, θα ήσασταν αραχτοί σε µία ξαπλώστρα. Η στρυφνή αλλά πανέµορφη γραµµατέας του αφεντικού σας, όταν της λέγατε καληµέρα θα σας απαντούσε «καληµέρα, µεγάλε εραστή», όχι όπως τώρα που σας γυρνάει την πλάτη.
Με αυτές τις σκέψεις σκύβετε πάλι το κεφάλι στη δουλειά περιµένοντας πότε θα έρθει ο Ιούνιος. Οι µέρες περνούν και σιγά σιγά µπαίνει το καλοκαίρι. Αρχές Ιουλίου πλέον και µε εξασφαλισµένη την άδεια τηλεφωνείτε στη «σοβαρή» σχέση σας και λέτε: «Αννούλα, πήρα την άδεια µου. Ετοιµάσου για Αιγαίο!». Εκείνη δέχεται αµέσως και να που τώρα είστε πάνω στο πλοίο µε προορισµό κάποιον «παράδεισο» του Αιγαίου. Φτάνοντας πηγαίνετε στο ξενοδοχείο Β’ κατηγορίας που είχατε κλείσει από το Δεκέµβρη και ανεβαίνετε φορτωµένοι µε τις βαλίτσες σας τρεις ορόφους. Στριµώχνεστε όπως όπως στο δωµάτιο, που στο τουριστικό προσπέκτους φαινόταν µεγαλύτερο και ρίχνετε την πρώτη ιδέα για να ξεκινήσει η µέρα σας. «Πάµε να ρίξουµε καµιά βουτιά στην πισίνα;», ρωτάτε την Άννούλα. «Δεν ξέρω αν το έχεις καταλάβει, αλλά το ξενοδοχείο δεν έχει πισίνα, εκτός και αν εννοείς το ενυδρείο µπροστά στη ρεσεψιόν!» σας απαντάει.
Εσείς ξαναπροσπαθείτε µε χαµόγελο προτείνοντάς της να πάτε µία βόλτα, αλλά η Άννα πέρα βρέχει. «Μάλλον έχω ξεχάσει στη Χαλκίδα την αποτριχωτική κρέµα και εσύ θέλεις να πάµε βόλτα; Πήγαινε µόνος σου» είναι η απάντησή της. Χαµογελώντας και πάλι, κλείνετε την πόρτα του δωµατίου και πηγαίνετε σε µία από τις καφετέριες του νησιού. Τώρα θα κάνετε όσα ονειρευόσασταν όλο το χειµώνα. Αράζετε στη bamboo πολυθρόνα που η ταµπέλα της γράφει «Μade in Livadia» και παραγγέλνετε ένα δροσιστικό κοκτέιλ. Μετά από 40 λεπτά έρχεται το κοκτέιλ σερβιρισµένο σε ποτήρι µπύρας µε µία ξεθωριασµένη φέτα λεµονιού και µία άθλια διακοσµητική οµπρελίτσα που νοµίζεις ότι βγήκε από την ταινία ο «Τυφώνας». Αν το κοκτέιλ είχε και κανένα παγάκι καλά θα ήταν, αλλά πάλι παραµένεις ψύχραιµος.
Τηλεφωνείς στο ξενοδοχείο για να σε συνδέσουν µε το δωµάτιό σου, αλλά τελικά συνειδητοποιείς πως το τουριστικό φυλλάδιο δεν ανέφερε πως το δωµάτιό σου δεν έχει ούτε τηλέφωνο. Τελικά συναντάς την Άννα και πάτε σε µία ταβέρνα για φρέσκο, υποτίθεται, ψάρι. Στριµωγµένοι ανάµεσα σε δύο 15µελείς παρέες που τρώνε δίπλα σας, κοιτάτε τα θαλασσινά που σύµφωνα µε το Νίκο Τσιαµτσίκα αν ήταν ζωντανά θα έπρεπε να κουνιούνται ήδη µε τα τρία λεµόνια που έχετε αδειάσει επάνω τους. Το ψάρι που επιλέξατε δε µοιάζει και πολύ φρέσκο, αναγκάζοντάς σας να καλέσετε το σερβιτόρο. «Το ψάρι είναι φρέσκο;» τον ρωτάτε µε αµφιβολία. «Πριν από λίγο µίλαγα µαζί του» σας λέει µε σιγουριά.
Μετά το φαγητό πηγαίνετε για ξάπλες στο ξενοδοχείο και το απόγευµα για µπανάκι στην παραλία. Είχατε ειδοποιήσει τη ρεσεψιονίστ να σας ξυπνήσει στις έξι το απόγευµα αλλά εκείνη το ξέχασε! Βάζετε το µαγιό στα γρήγορα και πάτε στην ονειρεµένη παραλία που τριγύριζε στο µυαλό σας την ώρα που ήσασταν στο γραφείο. Προς απογοήτευσή σας δε βλέπετε υπάρξεις βγαλµένες από τις πλάζ της Φλόριδα, αλλά από τον Κολοβρέχτη Ευβοίας. Πάει το όνειρο των ωραίων κοριτσιών στην πλάζ» µονολογείτε θλιµµένος.
Επιστρέφετε στο δωµάτιό σας όπου η Αννούλα ακόµα αναζητά την αποτριχωτική της κρέµα και σε λίγο είστε έτοιµος για εξόρµηση στα club’s µπας και κάτσει κανένα one night stand, χωρίς να το πάρει πρέφα η Αννούλα εννοείται. Πηγαίνετε στο γνωστότερο club του νησιού και αφού παρατήσετε την Αννούλα στο barman, ο οποίος θα ανεχτεί τη µουρµούρα της για την αποτριχωτική κρέµα, αρχίζετε να χορεύετε. Μία ωραία γυναίκα που θυµίζει τη γραµµατέα του διευθυντής σας, πλησιάζει και αρχίζει να σας µιλάει. Η ένταση της µουσικής δε σας αφήνει να καταλάβετε τι σας λέει, αλλά αρχίζετε να της µιλάτε. «Με λένε Σωτήρη…και µου αρέσεις» «Τι; Δε σ’ ακούω, µίλα πιο δυνατά.» «Αφού δεν ακούς τίποτα θα σου πω ότι έχεις τον ωραιότερο κώλο που έχω δει.» Η κοπέλα αρχίζει να κουνάει καταφατικά το κεφάλι της. «Είσαι για ένα γρήγορο «κοννέ» στην παραλία;» Η κοπέλα συµφωνεί και πλησιάζοντας σας ψιθυρίζει. «Η κοπέλα που µιλάει τώρα µε το barman, είναι η γκόµενά σου;» Εσείς συνεχίζετε να χορεύετε και της απαντάτε. «Κάτι παίζει, αλλά για πάρτη σου την ξεχνάω.» Εκείνη τότε σας κοιτάει γλυκά και σας λέει «Μου αρέσει πολύ η κοπέλα σου. Έχει τον ωραιότερο κώλο που έχω δει!».
Αυτό ήταν το τελικό χτύπηµα. Ο καλοκαιρινός ήλιος έσβησε. Οι ωραίες υπάρξεις στις παραλίες εξαφανίστηκαν και οι ονειρεµένες διακοπές που οργανώνατε για 335 ολόκληρες µέρες µεταφορφώθηκαν σε κόλαση. Το καλοκαίρι αυτό θα έπρεπε να είναι το καλύτερο της ζωής σας, αλλά τελικά δεν ήταν. Τι πήγε στραβά; Τίποτα. Το καλοκαίρι είναι µία απλή εποχή και τίποτα παραπάνω. Αποτελεί ένα φανταστικό καταφύγιο για τις δύσκολες νύχτες του χειµώνα. Για τις πιεστικές ώρες της εργασίας. Για τις αδιέξοδες στιγµές µιας σχέσης. Ίσως τελικά το καλοκαίρι δε σηµαίνει τίποτα. Η ιδέα του καλοκαιριού σηµαίνει τα πάντα. Είναι η κινητήρια δύναµη, για να πούµε στον εαυτό µας: Δε µε νοιάζει «ο χειµώνας τον προβληµάτων». Θα έρθει το «καλοκαίρι της ηρεµίας». Καλό καλοκαίρι.