Στοιχειωμένες ιστορίες της Χαλκίδας, για ανθρώπους που δεν πέρασαν ποτέ στον κόσμο των νεκρών.
Η ιστορία αποτελεί συνέχεια του άρθρου «Οι ψίθυροι των πνευμάτων».
Ανάµεσα στα σπίτια που επισκέφθηκε ο θάνατος το 1996, ήταν και εκείνο του 69χρονου µπάρµπα Θανάση από τη Χαλκίδα.
Η αδύναµη καρδιά του δεν άντεξε άλλο την άστατη ζωή του ηλικιωµένου, ο οποίος παρά τις συµβουλές των γιατρών δε σταµάτησε τις καταχρήσεις. Μία από αυτές ήταν και το τσιγάρο. Το µπλε πακέτο του 22 δεν έλειπε ποτέ από την τσέπη του. Έτσι, όταν έκλεισε για πάντα τα µάτια του, τα δύο παιδιά του που λίγα χρόνια πριν είχαν χάσει και τη µητέρα τους, εναπόθεσαν στη σορό ένα τέτοιο πακέτο τσιγάρα µαζί µε την αγαπηµένη του κολόνια.
Τρεις µέρες µετά, όταν τα δύο αδέρφια επισκέφθηκαν το κλειδαµπαρωµένο και έρηµο πλέον σπίτι του, ήρθαν αντιµέτωπα µε κάτι το οποίο στην αρχή δεν τους προβληµάτισε. Στο χώρο κυριαρχούσε η έντονη µυρωδιά των τσιγάρων του πατέρα τους. Θεώρησαν πως αυτό οφειλόταν στο ότι το σπίτι µετά την κηδεία παρέµεινε κλειστό και έτσι δεν έδωσαν ιδιαίτερη σηµασία. Αφού λοιπόν καθάρισαν και αέρισαν το σπίτι, επέστρεψαν στις δικές τους οικίες.
Λίγες µέρες µετά, όταν επισκέφθηκαν και πάλι το πατρικό τους, αντιµετώπισαν ξανά το ίδιο φαινόµενο µε µία όµως επιπρόσθετη λεπτοµέρεια. Σε πολλά τασάκια του σπιτιού βρήκαν στάχτες από τσιγάρο! Τα παιδιά θυµούνταν πως είχαν καθαρίσει καλά το σπίτι και πως κάτι τέτοιο δε θα έπρεπε να συµβαίνει. Καθάρισαν όλα τα τασάκια ξανά και τα έκλεισαν σε ένα παλιό σύνθετο που υπήρχε στο σαλόνι, ελπίζοντας πως µε όλα όσα είχαν έρθει αντιµέτωποι, ήταν απλώς δική τους παράλειψη. Ένα µήνα µετά, όταν βρέθηκαν και πάλι στο χώρο, είδαν πεσµένες στάχτες στα σηµεία που αρχικά βρίσκονταν τα τασάκια! Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που είδαν µε τα µάτια τους κάτι τέτοιο. Μετά από αυτό όσες φορές και αν πήγαν, στο πατρικό τους, όλα ήταν φυσιολογικά. Η µεγάλη έκπληξη ήρθε αρκετό καιρό µετά, όταν έφτασε η ώρα της εκταφής του πατέρα τους.
Οι υπάλληλοι του νεκροταφείου µπορεί να βρήκαν ανάµεσα στα λείψανα την κολόνια, αλλά το πακέτο µε τα τσιγάρα όλως περιέργως απουσίαζε. Είχε αποσυντεθεί από τη φθορά, ή µήπως είχε συµβεί το αδύνατο;
Ιστορίες από το ίδιο άρθρο: