Ειρήνη Μανουσάκη
Ανάμεσα στη λογική και το παράλογο υπάρχει μια λεπτή γραμμή που διαχωρίζει την αλήθεια από το ψέµα. Ιστορίες από τα σύνορα του μυστηρίου.
Η ιστορία ξεκινά ένα παγωµένο απόγευµα του Νοεµβρίου του 2002 στην πόλη του Novisad στη Σερβία. Ο φοιτητής Σπύρος Μακριδάκης βρισκόταν στο σπίτι του όπου διάβαζε για την εξεταστική περίοδο στο πανεπιστήµιο του.
Ο χώρος που έµενε ήταν λιτός, όπως κάθε κοινό φοιτητικό σπίτι. Μία µονοκατοικία µε αυλή, σχετικά µικρή, αλλά πολύ «ζεστή» και περιποιηµένη. Ο καιρός ήταν χειµωνιάτικος και µουντός, όµως ούτε έβρεχε, ούτε φυσούσε αέρας έξω. Ο Σπύρος καθόταν ήσυχα στο δωµάτιό του και διάβαζε στο γραφείο του, όταν εντελώς ξαφνικά τα εξώφυλλα του παραθύρου του χτύπησαν µε δύναµη επάνω στα τζάµια και ξαναγύρισαν στην αρχική τους θέση. «Ένιωσα σα να ήταν κάποιος φίλος µου που είχε έρθει κρυφά για να µου κάνει πλάκα και να µε τροµάξει!», µας διηγήθηκε ο Σπύρος. Παραξενεύτηκε από το συµβάν, αφού απ’ έξω δεν ακουγόταν να φυσάει καθόλου. Σηκώθηκε από τη θέση του και πήγε γρήγορα – γρήγορα να αγκιστρώσει τα εξώφυλλα. Την ώρα που το έκανε, άκουσε από την κουζίνα ένα δυνατό θόρυβο. Αυτή τη φορά χτυπούσαν τροµακτικά και τα παντζούρια. Κατευθυνόµενος προς τα εκεί προκειµένου να τα αγκιστρώσει πριν προλάβει να τα αγγίξει, χτύπησαν µε τόση δύναµη, που τα τζάµια από τα παράθυρα έσπασαν! Ο Σπύρος τότε άρχισε να τροµάζει! Διατηρώντας την ψυχραιµία του όµως και προσπαθώντας να προσπεράσει το αλλόκοτο συµβάν, µπήκε πάλι στο δωµάτιο του για να συνεχίσει το διάβασµά του. Αλλά δεν τα κατάφερε. Μετά από λίγο, είδε µπροστά του να χτυπάνε µε δύναµη τα παραθυρόφυλλα στο δωµάτιο! Σα να µην έφτανε αυτό, σχεδόν ταυτόχρονα, η πόρτα πίσω του έκλεισε µε δύναµη! Τότε ήταν η στιγµή που ο Σπύρος τροµοκρατήθηκε, είχε ιδρώσει ολόκληρος! Μην ξέροντας τί να κάνει, µέσα στον πανικό του βγήκε από το σπίτι και συγκεκριµένα από την πόρτα της κουζίνας, στο πίσω µέρος της αυλής. Με το που βγήκε έξω, η πόρτα της κουζίνας έκλεισε µόνη της πίσω του απότοµα! Άρπαξε επί τόπου ένα µικρό τσεκούρι που είχε στην αυλή για να προστατευτεί, από τί… δεν ήξερε! Στεκόταν σα χαµένος, µην ξέροντας τί να κάνει. Σκέφτηκε πως είχε πάρει το µήνυµα: «όλα έδειχναν σα να υπήρχε κάποιος στο σπίτι και να µου έλεγε να σηκωθώ να φύγω!» µας είπε. Έµεινε να στέκεται εκεί, µόνος του, σαστισµένος και σοκαρισµένος, µέσα στο κρύο για πολλές ώρες. Όταν επέστρεψε στη θαλπωρή του σπιτιού του, όλα έδειχναν πως έχουν τελειώσει. Ύστερα από λίγο καιρό ο Σπύρος µετακόµισε σε άλλο σπίτι. Ποτέ δεν κατάλαβε τί ήταν αυτό που τον τροµοκράτησε εκείνο το βράδυ. Πάντα, όµως, φροντίζει πριν πάει για ύπνο να ασφαλίζει καλά τα παραθυρόφυλλά του.
Επόμενες ιστορίες από τα σύνορα του μυστηρίου:
Ιστορίες από τα σύνορα του μυστηρίου.
Το φοιτητικό στοιχειωµένο σπίτι