Χάρης Παπαδόπουλος
H ιστορία της μέτρησης του χρόνου. Για τον Έλληνα, Ιουλιανό ή Γρηγοριανό ημερολόγιο δεν έχει σημασία. Καλύτερο είναι όποιο έχει περισσότερες αργίες…
Ψάξε, ψάξε, δε θα τους βρείς
Όσο και αν ψάξετε στα αρχεία των ελληνικών ληξιαρχείων δεν πρόκειται να βρείτε ούτε έναν που να έχει καταχωρηθεί με ημερομηνία γέννησης από 16 έως 28 Φεβρουαρίου 1923!
Όχι, φυσικά, γιατί δεν είχαμε ούτε μια γέννα, αλλά γιατί απλούστατα το 1923 είχε μόνο 352 ημέρες! Του έλειπαν δηλαδή οι 13 ημέρες μεταξύ 16 και 28 Φεβρουαρίου! Γιατί συνέβη αυτό; Θα καταλάβετε παρακάτω, καθώς οι κόκκοι της ιστορίας μέτρησης του χρόνου θα πέφτουν στην κλεψύδρα της αφήγησης μας.
Το Ιουλιανό
Το 44 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρ άλλαξε το μέχρι τότε ημερολόγιο της Ρώμης, που είχε θεσπίσει ο Πομπήϊος Νουμάς (714-671 π.Χ), και με τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια καθιέρωσε το ημερολόγιο που φέρει το όνομά του (του Καίσαρα, όχι του Σωσιγένη).
Ο Σωσιγένης, βασισμένος στους υπολογισμούς του Ιππάρχου, ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες, θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθετε ακόμη μια ημέρα, μετά την «έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου», που ονομαζόταν «bis sextus». Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δυο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο».
Η παρανόηση ότι τα δίσεκτα έτη είναι «γρουσούζικα» ίσως να προέρχεται από τη λανθασμένη αντίληψη της ετυμολογίας και ορθογραφίας της λέξεως δίσεκτος. Αντί δηλαδή του σωστού δίς(που σημαίνει δυο φορές ή «ελληνιστί» twice) εννοείται λανθασμένα το αχώριστο μόριο δυσ-, που έχει την έννοια της δυστυχίας, της δυσκολίας, της κακής καταστάσεως ή του απευκταίου αποτελέσματος (όλα αυτά τα άσχημα δηλαδή που συνοδεύουν την σεξουαλική μου ζωή).
Κάπου χάνει λίγο
Αλλά και το Ιουλιανό ημερολόγιο δεν ήταν τέλειο. Παρά τον καλύτερο προσδιορισμό του ηλιακού έτους από το Σωσιγένη, υπήρχε ακόμη απόκλιση, αφού η διάρκεια του ηλιακού έτους ήταν 365,242199 ημέρες.
Έτσι το καθορισμένο από το Σωσιγένη έτος ήταν μικρότερο του πραγματικού κατά 0,0078 της ημέρας, δηλαδή περίπου κατά 11 λεπτά και 13 δευτερόλεπτα, χρόνος που εκ πρώτης όψεως φαινόταν σχεδόν ασήμαντος. Ωστόσο, κάθε τέσσερα χρόνια το μικρό αυτό λάθος γινόταν περίπου 45 λεπτά και κάθε 129 χρόνια έφτανε τη μια ολόκληρη ημέρα. Μέσα στα πρώτα 400 χρόνια από την εφαρμογή του Ιουλιανού ημερολογίου το λάθος είχε φτάσει τις τρεις ημέρες, με αποτέλεσμα το 325 μ.Χ. η εαρινή ισημερία να συμβεί στις 21 Μαρτίου.
Τη χρόνια εκείνη έγινε η Α΄ Οικουμενική Συνοδός στη Νίκαια της Βιθυνίας και θέσπισε τον ονομαζόμενο έκτοτε Όρο της Νικαίας για τον προσδιορισμό του εορτασμού του Πάσχα. Όπως μάλιστα ανέφερε στη διδακτορική διατριβή του ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Χριστόδουλος «(…) αξιοσημείωτο τυγχάνει το γεγονός ότι η Α΄ Οικουμενική Συνοδός, θελήσασα να ορίσει την ημέρα εορτασμού του Πάσχα, δεν ώρισε μήνας και ημέρας του Ιουλιανού Ημερολόγιου, αλλ΄ έθετο ως σταθεράν βάσιν του υπολογισμού την εαρινήν ισημερίαν, δηλαδή ώρισε τα κατά τον εορτασμού ουχί ημερομηνιακώς, αλλ’ αστρονομικώς, και τούτο διότι το κανονικώς ενδιαφέρον δεν είναι η ημερομηνία αλλ’ η ισημερία». Το λάθος όμως των περίπου 11 λεπτών του Ιουλιανού ημερολογίου συσσωρευόταν και η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν όλο και πιο νωρίς. Έτσι, ενώ την εποχή του Χριστού η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 23 Μαρτίου, το 325 μ.Χ. συνέβη στις 21 Μαρτίου και το 1582 μ.Χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 10 Μαρτίου, γεγονός που δημιουργούσε προβλήματα στον ακριβή καθορισμό του εορτασμού του Χριστιανικού Πάσχα σύμφωνα με τον όρο που είχε θεσπίσει η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος.
Το Γρηγοριανό
Το 1572, τη χρόνια που εξελέγη πάπας ο Γρήγορος ΙΓ΄, ο ιησουΐτης αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιους με τη βοήθεια του αστρονόμου Λουίτζι Λίλιο επεξεργάστηκε την ημερολογιακή μεταρρύθμιση που δημοσιοποιήθηκε το Φεβρουάριο του 1582.
Με τη μεταρρύθμιση, η 5η Οκτωβρίου 1582 ονομάστηκε 15 Οκτωβρίου 1582, για να διορθωθεί το λάθος των 10 ημερών που είχαν συσσωρευτεί στους 11 προηγούμενους αιώνες και για να επιστρέψει η εαρινή ισημερία στην 21η Μαρτίου. Για να μην επαναληφθεί το λάθος του Ιουλιανού ημερολογίου, ο Λίλιο όρισε επίσης ότι δίσεκτα θα είναι τα έτη που ο αριθμός τους διαιρείται με το 4, εξαιρουμένων των επαιωνίων, των ετών δηλαδή με τα οποία ολοκληρώνονται οι αιώνες, από τα οποία όριζε ως δίσεκτα μόνον όσα έχουν αριθμό αιώνων που διαιρείται με το 4.
Με αυτή την τροποποίηση το έτος 1900 δεν ήταν δίσεκτο ενώ αντίθετα το επαιώνιο έτος 2000 ήταν δίσεκτο. Η τροποποίηση αυτή δηλαδή καθορίζει ότι σε κάθε 400 χρόνια έχουμε 97 δίσεκτα έτη, αφού το λάθος του Ιουλιανού ημερολογίου είναι 3 ημέρες και 3 ώρες περίπου κάθε 400 χρόνια. Με αυτό τον τρόπο διορθώνουμε το λάθος των τριών ημερών, παραμένει όμως ένα λάθος τριών ωρών κάθε 400 χρόνια, που θα συμπληρώσει σε μια περίπου ημέρα το έτος 3081 μ.Χ.
Δεν το θέλω, θα το πάρεις!
Το Νέο ή Γρηγοριανό ημερολόγιο δεν έγινε αμέσως αποδεκτό και έτσι ο καθολικός κλήρος αναγκάστηκε να προσφύγει στην ανακοίνωση «θαυμάτων» για να το καθιερώσει (παλιά μου τέχνη κόσκινο).
Τα καθολικά κράτη της Ευρώπης το αποδέχτηκαν μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, τα προτεσταντικά κράτη χρειάστηκαν ακόμη έναν αιώνα, ενώ η Αγγλία και η Αμερική ακόμη περισσότερο, αποδεχόμενες τελικά τη μεταρρύθμιση εν μέσω διαδηλώσεων και διαμαρτυριών του λαού μόλις το 1752 (πάντα προβληματικές αυτές οι χώρες). Το ίδιο συνέβη και στην Ανατολή, όπου η αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ήταν άμεση και οξεία. Οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας διαμαρτυρήθηκαν έντονα στη Ρώμη και το Ιουλιανό ημερολόγιο παρέμεινε σε ισχύ σε όλα τα ορθόδοξα κράτη έως τον 20ό αιώνα.
Στα ορθόδοξα κράτη η μεταρρύθμιση ξεκίνησε το 1895, όταν ο οικουμενικός πατριάρχης Άνθιμος Ζ΄ εξέφρασε «πόθους και ευχάς υπέρ ενός ενιαίου ημερολογίου δι’ άπαντας τους χριστιανικούς λαούς» . Έτσι, το 1903 η Ιερά Σύνοδος της εκκλησίας της Ελλάδος σε συνεργασία με τη θεολογική σχολή του πανεπιστήμιου Αθηνών αποφάσισε ότι «αι ορθόδοξοι Εκκλησίαι εν συνεννοήσει μετ’ αλλήλων και μετά της πολιτείας έκαστης αυτών δύνανται να επιχειρήσωσι την μεταρρυθμίσιν του νυν εν χρήσει παρ’ ημίν ημερολογίου συμφώνως προς τας προόδους και τα πορίσματα της αστρονομικής επιστήμης».
Η Ελλάδα κόντρα σε όλα
Το 1919 η ελληνική πολιτεία ανακίνησε και πάλι το ημερολογιακό θέμα, οπότε ύστερα από γνωμάτευση μιας ειδικής επιτροπής η Ιερά Συνοδός αποφάσισε παμψηφεί ότι «η μεταβολή του Ιουλιανού ημερολογίου, μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους, δύναται να γίνει… η δε πολιτεία είναι ελευθέρα να δεχθεί το Γρηγοριανόν, ως ευρωπαϊκόν ημερολόγιον, της εκκλησίας κρατούσης μέχρι του επιστημονικού ημερολογίου, το Ιουλιανόν».
Έτσι η ελληνική πολιτεία με το νομοθετικό διάταγμα της 18ης Ιανουαρίου 1923, που δημοσιεύτηκε στις 23 Ιανουαρίου, αντικατέστησε το Ιουλιανό ημερολόγιο με το Γρηγοριανό και όρισε την έναρξη της εφαρμογής του τη 16η Φεβρουάριου 1923, την οποία ονόμασε 1η Μαρτίου. Αφαιρέθηκαν δηλαδή 13 ημέρες από το έτος 1923, γιατί στις 10 ημέρες λάθους μεταξύ Γρηγοριανού και Ιουλιανού από το 325μ.Χ. έως το 1582μ.Χ. είχε επέλθει καθυστέρηση και άλλων τριών ημερών που είχαν παρέλθει από την πρώτη εισαγωγή του Γρηγοριανού ημερολογίου. Γι’ αυτό άλλωστε το έτος 1923 στην Ελλάδα δεν είχε 365 ημέρες, αλλά 352, όποτε κανένας Έλληνας υπήκοος δεν έχει πιστοποιητικό γεννήσεως με ημερομηνία από 16 έως 28 Φεβρουάριου 1923.
Επειδή όμως η εκκλησία διατήρησε το Ιουλιανό ημερολόγιο και μετά την αλλαγή του πολιτικού ημερολόγιου, υπήρξε οξεία αντίδραση όταν ο εορτασμός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου δεν συνέπεσε με την εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου. Έτσι, με ομόφωνη και πάλι απόφασή της η εκκλησία της Ελλάδος «λαμβάνουσα υπ’ όψιν την εκ της διαφοράς του εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το επικρατήσαν ήδη πολιτικόν ημερολόγιον προερχόμενην σύγχυσιν παρά τω λαώ και την εκ ταύτης θρησκευτικήν βλάβην αυτού, ανταποκρινόμενη δε εις την πανταχόθεν εκδηλούμενην επιθυμίαν, αποφασίζει όπως αφομοιώση το εκκλησιαστικό ημερολόγιον προς το πολιτικόν».
Κάποιοι όμως δε συμφώνησαν με αυτήν την απόφαση και συνεχίζουν να διαφωνούν από γενιά σε γενιά. Η τότε κρατική εξουσία προσπαθώντας να επιβάλλει σε όλον τον ελληνικό χώρο το Νέο Ημερολόγιο προχώρησε σε συλλήψεις και διωγμούς των παραμενόντων στο Παλαιό Ημερολόγιο, με αποτέλεσμα να βαθύνει ο διχασμός και μάλιστα ανεπανόρθωτα. Παρόλα αυτά, από τις 23 Μαρτίου 1924 το εκκλησιαστικό ημερολόγιο συνταυτίστηκε με το πολιτικό, χωρίς όμως τη μετακίνηση του Πάσχα, (της Λαμπρής) που υπολογίζεται ακόμη και σήμερα με βάση το «λανθασμένο» Ιουλιανό ημερολόγιο και τον ελλιπή σεληνιακό κύκλο του Μέτωνος (5ος αιώνας π.Χ.). Έτσι, εμείς δεν ακολουθούμε ούτε το Γρηγοριανό, ούτε το Ιουλιανό ημερολόγιο, αλλά ένα διορθωμένο ημερολόγιο. Αυτό έχει 100 δίσεκτα έτη ανά 400 χρόνια, έναντι 97 του Γρηγοριανού που ισχύει στον καθολικό κόσμο. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος θα είναι να έχουμε και πάλι 13 ημέρες διαφορά από το Γρηγοριανό ημερολόγιο σε περίπου 1600 χρόνια.
Τα περίεργα του παλαιού ημερολογίου
Κανένας έλληνας δε γεννήθηκε (και δεν πέθανε) μεταξύ 16 και 28 Φεβρουαρίου 1923!
Στην Ελλάδα δεν ισχύει ούτε το Ιουλιανό ούτε το Γρηγοριανό, αλλά μια ενδιάμεση εκδοχή των δύο ημερολογίων.
Σε περίπου 1600 χρόνια θα έχουμε 13 ημέρες διαφορά από τους καθολικούς (λογικά τότε θα είμαστε όλοι Παλαιοημερολογίτες, οπότε οι Παλαιοημερολογίτες τι θα είναι;),
Η εκκλησία των Παλαιοημερολογιτών λέγεται και Εκκλησία Γ.Ο.Χ. (Γνήσιων Ορθόδοξων Χριστιανών) Ελλάδος και αριθμεί περίπου 500.000 μέλη.
Επιπλέον των 500.000 μελών της Εκκλησίας Γ.Ο.Χ., υπάρχουν ακόμη 100.000 «αναρχοαυτόνομοι» Παλαιοημερολογίτες, ενταγμένοι σε διάφορα σχήματα, συχνά συγκρουόμενα μεταξύ τους.
Οι Παλαιοημερολογίτες του Αγίου Όρους έχουν τις καλύτερες σχέσεις με την υπόλοιπη Εκκλησία, με εξαίρεση αυτούς της μονής Εσφιγμένου, που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση.
Το 1937 ο παλαιοημερολογίτης επίσκοπος Βρεσθένης, Ματθαίος Καρπαθάκης, ήρθε σε διάσταση με τον Αρχιεπίσκοπο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο με αποτέλεσμα να διασπασθούν οι πιστοί Παλιοημερολογίτες σε «Φλωρινικούς» και «Ματθαιικούς».
Το 1986 η Εκκλησία των Παλαιοημερολογιτών καθήρεσε το δικό της επίσκοπο Ωρωπού, Κυπριανό Κουτσούμπα, ο οποίος είχε καθαιρεθεί και από την Εκκλησία τού Νέου ημερολογίου. Ό Κουτσούμπας αρνούμενος να δεχθεί την καθαίρεσή του ίδρυσε την «Εκκλησία των Ενισταμένων».