Στοιχειωμένες ιστορίες της Χαλκίδας, για ανθρώπους που δεν πέρασαν ποτέ στον κόσμο των νεκρών.
Η ιστορία αποτελεί συνέχεια του άρθρου «Οι ψίθυροι των πνευμάτων».
Μπορεί η 42χρονη Μαρία από τον Καράµπαµπα να έτρεφε ελπίδες πως ίσως να ανέτρεπε την κατάσταση της καλπάζουσας ασθένειας που τη χτύπησε το καλοκαίρι του 1999, αλλά δε συνέβη κάτι τέτοιο.
Το µοιραίο ήταν θέµα λίγων ηµερών. Έτσι, όταν ένα πρωινό ο σύζυγός της αντίκρισε το παγωµένο της βλέµµα, ήξερε πως το αιώνιο ταξίδι της συντρόφου του είχε ξεκινήσει. Αµέσως ειδοποιήθηκαν οι συγγενείς του ζευγαριού, ενώ τα δύο τους παιδιά, όπως είναι φυσιολογικό, φιλοξενήθηκαν σε φιλικό σπίτι.
Κατά τη διάρκεια της ηµέρας γύρω από το φέρετρο µε τη σορό της γυναίκας επικρατούσε ατµόσφαιρα πένθους και µόνο. Λέµε µόνο, καθώς, όσο περνούσαν οι ώρες και πλησίαζε το βράδυ, άρχισαν να συµβαίνουν κάποια περίεργα πράγµατα. Θα ήταν γύρω στις επτά το απόγευµα, όταν ένα σύρσιµο από τη µεριά του διαδρόµου τράβηξε το βλέµµα των παρευρισκοµένων. Έκπληκτοι όλοι αντίκρισαν το πορτάκι από τον πίνακα του ηλεκτρικού ρεύµατος να ανοίγει και να ακούγεται ο ήχος ενός διακόπτη! Ειπώθηκε τότε πως πιθανότατα κάποιο ρεύµα αέρα είχε ανοίξει το πορτάκι, ενώ ο διακόπτης µάλλον δεν είχε «κουµπώσει» καλά, γι΄ αυτό και µετακινήθηκε. Έτσι όλοι προσηλώθηκαν και πάλι στο πένθος τους.
Λίγο µετά, όταν ο άνδρας της γυναίκας µπήκε στην κρεβατοκάµαρά τους, είδε όλες τις πόρτες της ντουλάπας ανοιχτές και τις κρεµάστρες ανακατεµένες, λες και κάποιος λίγα λεπτά πριν έψαχνε να βρει κάτι. Θα ήταν περασµένα µεσάνυχτα, όταν ένα τρίτο σηµάδι (;) έκανε τον άτυχο σύζυγο να ξεσπάσει σε κλάµα µε αναφιλητά. Οι παντόφλες της συζύγου του, ενώ βρίσκονταν τοποθετηµένες στο χαλάκι δίπλα από το κρεβάτι τους, τώρα βρίσκονταν µπροστά από την εξώπορτα του σπιτιού!
Οι συγγενείς προσπάθησαν να τον ηρεµήσουν, αλλά µάταια. Μόνο εκείνος είχε µπορέσει να αποκωδικοποιήσει, όπως πιστεύει µέχρι και σήµερα, τα σηµάδια που του έστελνε το πνεύµα της συζύγου του. Εκείνος ήξερε πως πριν τη χτυπήσει η ασθένεια, όταν έφτανε στο σπίτι της γύρω στις επτά, µετά τη δουλειά της, η πρώτη κίνηση που έκανε ήταν να ανάψει το θερµοσίφωνα. Εκείνος ήξερε τη µανία που την έπιανε όταν άνοιγε τη ντουλάπα της για να βρει το ρούχο που είχε στο µυαλό της, ανακατεύοντας έτσι όλη τη ντουλάπα! Εκείνος τη θυµόταν να σέρνει τις παντόφλες της µέχρι την εξώπορτα του σπιτιού τους για να ξεπροβοδίσει τα παιδιά της για το σχολείο.
Η Μαρία ήταν σα να µην έφυγε ποτέ. Ακόµη και σήµερα ο άνδρας της πολλές φορές έχει την αίσθηση πως το πνεύµα της περιφέρεται ακόµη στο σπίτι τους.
Ιστορίες από το ίδιο άρθρο: