Ο συμβολισμός του περάσματος κάτω από τον στολισμένο Επιτάφιο την Μ. Παρασκευή και η σχέση του με έθιμα και μύθους του παρελθόντος.
Πάσχα των Ελλήνων
Έχουν περάσει περίπου είκοσι χρόνια από τότε, που υπηρετώντας τη στρατιωτική μου θητεία στη Μεγαλόνησο, έτυχε να βρεθώ στην φρουρά του Επιταφίου όπου με τα όπλα υπό μάλης και με βήμα αργό λάβαμε μέρος στην πένθιμη πομπή στους δρόμους της Λευκωσίας.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά την απόλυτη ησυχία που επικρατούσε στην πόλη. Μια αύρα σεβασμού ήταν απλωμένη παντού και αισθήματα θλίψης, μελαγχολίας τουλάχιστον. Ο κόσμος στα μπαλκόνια του με κεριά, κοίταζε αμίλητος την πομπή ενώ η μουσική από τη Φιλαρμονική και οι ψαλμοί της χορωδίας και των ιερέων ακουγόταν πεντακάθαρα μέχρι τις γραμμές μας.
Πλησιάζει το Πάσχα και πάλι. Το καταλαβαίνεις από τη φύση που ζωντανεύει. Μα και το Πάσχα αυτό δεν γιορτάζουμε; Την Ανάσταση του Ιησού Χριστού. Πρόκειται για τον πυρήνα του δόγματος της Χριστιανικής θρησκείας που αποτελεί και το διαφοροποιητικό στοιχείο από κάθε άλλη θρησκεία. Διότι εάν ο Ιησούς αναστήθηκε νικώντας το θάνατο, τότε έχει τα εχέγγυα και την «θεϊκή» πιστοποίηση που καμία άλλη θρησκεία δεν κατέχει. Ο Βούδας είναι νεκρός, ο Μωάμεθ και ο Κομφούκιος επίσης νεκροί. Ακόμα και ο Μωυσής είναι νεκρός. Αλλά σύμφωνα με τον Χριστιανισμό, ο Χριστός είναι ζωντανός.
Η λέξη Πάσχα από ό,τι λένε οι περισσότερες πηγές προέρχεται από την εβραϊκή Πεσάχ που σημαίνει «πέρασμα» ή «διάβαση». Οι μεν Εβραίοι εορτάζουν τη διάβασή τους από την Ερυθρά θάλασσα και την απελευθέρωση τους από τη δουλεία των Φαραώ. Οι δε Χριστιανοί γιορτάζουν, την ανάσταση του Χριστού, την απελευθέρωσή τους από την αμαρτία και το θάνατο. Ποιος δεν συγκινείται όταν περνά από μπροστά του η νεκρική πομπή του επιταφίου. Ποιος δεν κάνει τη συσχέτιση με την νεκρική πομπή κάποιου αγαπημένου του και ποιος δεν λυπάται στη σκέψη της σταύρωσης ενός αθώου που τον σταύρωσαν για πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους, αλλά Αυτός τους συγχώρεσε. Υπόμεινε όλα τα δεινά (αν και μπορούσε να τα αποφύγει), πέθανε πάνω στο σταυρό και τρεις μέρες μετά αναστήθηκε. Ο άνθρωπος νίκησε το θάνατο.
Όπως και να προσεγγίσεις την ιστορία αυτή, σε συνεπαίρνει. Είτε δηλαδή ο αναγνώστης προσεγγίσει την ιστορία του Ιησού του Ναζωραίου μέσα από ένα κοσμικό πρίσμα είτε μέσα από το θρησκευτικό δόγμα, σε κάθε περίπτωση βρίσκει πολλά και συγκλονιστικά στοιχεία μέσα της, ανακουφίζεται με την τελική νίκη του καλού πάνω στο κακό και κυρίως με τη νίκη του ανθρώπου πάνω στο θάνατο. Η νίκη αυτή εορτάζεται κάθε χρόνο με την εντυπωσιακή πομπή των επιταφίων και την πανηγυρική λειτουργία της Αναστάσεως. Η περίοδος του Πάσχα είναι συνδεδεμένη με τη νηστεία, το πέρασμα κάτω από τον επιτάφιο, τις κροτίδες, τα κόκκινα αυγά και πλήθος άλλων εθίμων που κρύβουν βαθύτερα συμβολικά νοήματα ή σε κάποιες περιπτώσεις αποτελούν συνέχεια παλαιών παραδόσεων ακόμα και προχριστιανικών που μετεξελίχθηκαν και έφτασαν μέχρι τις μέρες μας.
Ο επιτάφιος
Κατά την Εβδομάδα των Παθών, τη Μ. Παρασκευή, λαμβάνει χώρα σε όλες τις εκκλησίες της Χριστιανικής Ελλάδας, η κορύφωση του Θείου Δράματος με την Ακολουθία των Μεγάλων Ωρών και τον Εσπερινό της Αποκαθήλωσης.
Μετά την περιφορά του επιταφίου στους δρόμους της πόλης, ο επιτάφιος με τον Εσταυρωμένο παραμένει στην εκκλησία μέχρι τη λειτουργία της Αναστάσεως και οι πιστοί προσκυνούν αφήνοντας στεφάνια όπως θα κάναμε σε έναν δικό μας νεκρό και πολλοί περνούν κάτω από τον επιτάφιο αφού προσκυνήσουν.
Μάλλον, οι περισσότεροι προβαίνουν στην κίνηση αυτή λόγω παράδοσης, κάποιοι άλλοι αυθορμήτως, επηρεασμένοι από τη δύναμη της μιμητικής, άλλοι θεωρούν ότι µ’ αυτό το πέρασµα λαµβάνουν τη θεία ευλογία ενώ οι πιο θρησκευτικά συνειδητοποιημένοι βάζουν μετάνοια στο Χριστό ότι θα κάνουν το θέλημά του και όχι το δικό τους. Προσωπικά, το ερμηνεύω ως συμβολικό πέρασμα από το θάνατο στη νέα ζωή. Σκύβεις, μπαίνεις μέσα στον τάφο, γονατίζεις και βγαίνεις όρθιος και ζωντανός.
Οι τελετουργικές ομοιότητες που υπάρχουν ανάμεσα στις διάφορες θρησκείες δεν μας είναι γνωστές όπως δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες για την εξελικτική διαδρομή των θρησκειών ανά τους αιώνες, οι οποίες συγκράτησαν στοιχεία και τελετουργικά από τις παλιές δοξασίες, τα μετέφεραν στα καινούργια «πιστεύω» μας και τα εγκατάστησαν ως αναπόσπαστο μέρος της επικρατούσας θρησκείας. Στα προχριστιανικά τελετουργικά φαίνεται ότι τα περάσματα γενικότερα, κατείχαν ιδιαίτερη συμβολική θέση.
Δωδεκαθεϊσμός και μύθοι των αρχαίων Ελλήνων
Η λατρεία του Δία, της Ήρας, της Αθηνάς και το προσκύνηµα των ειδώλων πολεμήθηκε από το Χριστιανισµό, µε αποτέλεσµα να εξαφανιστεί σταδιακά.
Ελάχιστοι Δωδεκαθεϊστές, δηλώνουν πλέον πίστη στους Ολύμπιους θεούς αλλά μάλλον είναι η αρχαιοελληνική και όχι η θεϊκή διάσταση αυτή που τους ενδιαφέρει και θέλουν πραγματικά να τιμήσουν. Είναι αυτοί που ισχυρίζονται πως το πέρασμα κάτω από τον επιτάφιο είναι συνέχεια της τελετής της αναγέννησης των αρχαίων όταν περνούσαν κάτω από τα φουστάνια της ιέρειας και έβγαιναν με άλλο όνομα.
Η έννοια του περάσματος, είχε μεγάλη συμβολική σημασία για τη ζωή των ανθρώπων της εποχής. Από τις πύλες του Άδη μέχρι την είσοδο στα Ηλύσια Πεδία (τμήμα του Άδη και τελικός προορισμός της ψυχής των ηρώων και των ενάρετων), τα περάσµατα, και γενικότερα οι κάθε είδους δίοδοι, αποκτούσαν υπερφυσικές ιδιότητες και οι άνθρωποι θεωρούσαν πως μέσα από τέτοια περάσματα, μπορούσαν να βρουν γιατρειά, ελπίδα ακόμα και σωτηρία. Αυτές οι δίοδοι µπορούσαν να είναι κάτι τόσο απλό όπως ένας ποταμός, ένα δέντρο ή ένα στόμιο σπηλιάς. Οι τελετές γίνονταν µέσα σε µία ατμόσφαιρα μυστικισμού µε ύμνους, ευχές και παρακλήσεις που συνέβαλαν στη δημιουργία μιας υπνωτικής σχέσης υποβολής του κοινού με στόχο την επίτευξη του τελικού σκοπού που δεν ήταν άλλος από την πνευματική επικοινωνία με το υπερβατικό στοιχείο.
Ο άνθρωπος, «αυτός ο μικρός, ο μέγας», ήταν τότε πολύ πιό αδύναμος από τον σημερινό. Έρμαιο των καιρικών φαινομένων, πάσης φύσεως ασθενειών, ανθρώπινων καταστροφών και φυσικά όπως πάντα, ματαιόδοξος και διψασμένος για εξουσία, αποζητούσε ανέκαθεν την επικυριαρχία, την εκμετάλλευση των ασθενέστερων και φυσικά τον πλούτο. Οι πιό ισχυροί, τρέφανε ψευδαισθήσεις θεϊκού μεγαλείου και αθανασίας και πίστευαν ότι μπορούν να συνομιλήσουν με τον Θεό επί ίσοις όροις και επεδίωκαν την επικοινωνία τους με το υπερπέραν επιδιδόμενοι ακόμα και σε πράξεις παραφροσύνης. Οι πιό αδύναμοι αποζητούσαν απλώς την προστασία των αγαπημένων τους από τα δεινά και την ευλογία της καλοτυχίας στη ζωή τους. Κάποιοι πιο εμμονικοί κατέφευγαν στη θρησκεία για να προλάβουν δυσάρεστα πράγµατα που πίστευαν πως θα τους συµβούν. Θεωρούσαν πως καθετί που υπάρχει στη φύση κατέχει και µια ξεχωριστή ιδιότητα ή δύναμη, η οποία µπορεί να χρησιμοποιηθεί προς όφελος του ανθρώπου.
Πίστευαν πως η γη κρύβει αόρατες δυνάμεις. Πολλά χρόνια αργότερα η επιστήμη επιβεβαίωσε τις αόρατες στο γυμνό μάτι ηλεκτρομαγνητικές δυνάμεις, τα μικροσωματίδια τις ακτινοβολίες και λοιπές δυνάμεις αποδεικνύοντας πως η γη έχει όντως ενέργεια. Ίσως αυτή η ενέργεια να µπορεί να αξιοποιηθεί µε τη βοήθεια κάποιου μέσου, κάποιας διόδου. Η δίοδος γινόταν το μέσο αξιοποίησης της ενέργειας και λάμβανε μυθικές διαστάσεις. Έτσι ο Αχέροντας ποταμός ήταν ένα τέτοιο πέρασμα, τον διάπλου του οποίου έκανε, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία, ο «ψυχοπομπός» Ερμής, παραδίδοντας τις ψυχές των νεκρών στον Χάροντα για να καταλήξουν στο βασίλειο του Άδη. Η κάθε ψυχή, περνώντας από το πορθμείο του Χάροντα έπρεπε να δώσει από έναν οβολό για τη μεταφορά, ενώ αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του Μένιππου τον οποίο αναφέρει ο Λουκιανός ως τον μοναδικό που διέσχισε τον Αχέροντα χωρίς να πληρώσει (λέγοντας το περίφημο «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος» και ο οποίος θα έπρεπε να αποτελεί για το λόγο αυτό, τον πατέρα του σύγχρονου κινήματος «Δεν Πληρώνω – Δεν Πληρώνω»).
Νεότερες αναφορές σε διόδους
Αλλά και στη Χριστιανική παράδοση υπάρχουν αναφορές σε περάσματα και Ευαγγελικές περικοπές για είσοδο στη βασιλεία του Θεού «Πάλιν δε σας λέγω, ευκολώτερον είναι να περάση μια γκαμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να έμβη εις την βασιλείαν του Θεού (Κατά Ματθαίον ΙΘ στ. 24)».
Μερικούς αιώνες αργότερα, ο Dante Alighieri εξελίσσει την ιστορία του ποταμού Αχέροντα, προσθέτοντας τα ιεροδικαστικά στοιχεία του σκοτεινού Μεσαίωνα και μιλάει για την πύλη της Κολάσεως. Σύμφωνα με την περιγραφή του, «ο Άδης έχει σχήμα αναποδογυρισμένου κώνου με το πλατύ στόμιό του να βρίσκεται στο βόρειο ημισφαίριο, κάτω από την Ιερουσαλήμ και την άλλη αιχμηρή άκρη του στο κέντρο της Γης. Αποτελείται συνολικά από εννέα κύκλους, οι οποίοι στενεύουν διαδοχικά καθώς κινείται κανείς κατηφορικά. Κάθε κύκλος του Άδη αντιστοιχεί σε συγκεκριμένες αμαρτίες ολοένα βαρύτερες για βαθύτερους κύκλους καθώς και τις αντίστοιχες τιμωρίες που επιβάλλονται».
Αναφορές σε τελετές που αφορούν διαφόρων ειδών περάσματα καταγράφει και η σύγχρονη ιστορία και λαογραφία μας. Νεόνυμφοι που ελπίζουν σε μακροημέρευση και ευτυχία διασχίζουν μια πύλη ή ένα συγκεκριμένο τοξωτό γεφύρι, η μάνα δρασκέλιζε το παιδί της πριν το βγάλει σε κοινή θέα, μυστικές στοές, σήραγγες και υπόγειες διαβάσεις ανέκαθεν κέντριζαν τη φαντασία του ανθρώπου. Σε κάθε περίπτωση, σε όποια ιστορική περίοδο και αν ανατρέξει κανείς, βρίσκει αναφορές σε τελετουργίες επικοινωνίας και παράκλησης προς το ανώτερο όν με τη χρήση συμβολικών, μυθικών ή και πραγματικών περασμάτων. Περασμάτων από το παλιό στο νέο, από το κακό στο καλό από το κοσμικό στο θείο με στόχο την ελπίδα και την ανακούφιση του ταλαιπωρημένου ανθρώπου.
Τελικώς, τι συμβολίζει το πέρασμα;
Δίοδοι και περάσματα παντού λοιπόν. Ανάγκη μετάβασης σε κάτι άλλο, ανθεκτικότερο, πιο φωτεινό και αιώνιο σε σχέση με την προσωρινότητα του ανθρώπινου σαρκίου το οποίο φθείρεται μέρα με τη μέρα.
Συμβολικά και ψυχολογικά περάσματα φυσικά και όχι «hocus-pocus» και μαγικά μαντζούνια. Συμβολισμοί, απαραίτητοι για την απλοποίηση δύσκολων εννοιών στα πλαίσια της φιλοσοφικής αναζήτησης του ανθρώπου και της αέναης προσπάθειάς του να ανακουφίσει τον πόνο του, να ξεπεράσει το φόβο και την αγωνία του θανάτου, της οριστικής και αμετάκλητης απώλειας της ίδιας του της ύπαρξής με την επίγεια τουλάχιστον μορφή της.
Τελικώς σκύβοντας ή γονατίζοντας για να περάσουν κάτω από τον Επιτάφιο, κάποιοι μπορεί να υποτάσσονται ευλαβικά στην θρησκευτική μας παράδοση, κάποιοι άλλοι, απλώς να επιδίδονται σε αυθόρμητες μιμητικές επιδείξεις, οι περισσότεροι αποζητούν μακαρίως την ευλογία του Θεού και οι πιο συνειδητοποιημένοι υποτάσσουν τη βούλησή τους στο θέλημα του Θεού, ελπίζοντας στο πέρασμα από το θάνατο στην αιώνια ζωή.
Όποια και αν είναι η αιτία, υπάρχει ένα γεγονός και αυτό είναι η ίδια η πράξη μας. Σκύβουμε το κεφάλι ενώπιον όλων των παριστάμενων και σε μια πραγματική άσκηση ταπεινοφροσύνης γονατίζουμε (πόσες φορές το κάνουμε αυτό στη ζωή μας) και περνάμε κάτω από τον Επιτάφιο «συνθαπτόμενοι και συνανασταινόμενοι» με τον Χριστό. Είτε από έθιμο λοιπόν, είτε από αυθόρμητο μιμητισμό είτε από πραγματική πίστη ο στόχος επιτυγχάνεται και αυτός δεν είναι άλλος από την ταπείνωση και την περίσκεψη. Έστω και για μια στιγμή μονάχα.