Μια βόλτα στην υπό ανακατασκευή Αβάντων, με έκανε να θυμηθώ τα παλιά.
Όταν πριν αρκετά χρόνια ο τότε δήμαρχος Χαλκίδας Στέλιος Μαργαρίτης αποφάσισε να πεζοδρομήσει την παραλία Χαλκίδας (οδός Βουδούρη) οι μαγαζάτορες εξέφραζαν τις διαφωνίες τους, σκεπτόμενοι τις δυσκολίες που θα προέκυπταν στον ανεφοδιασμό τους.
Μερικά χρόνια αργότερα, ο δήμαρχος Χαλκίδας Δημήτρης Αναγνωστάκης πεζοδρόμησε το Κρηπίδωμα και πολλοί επιδόθηκαν στο αγαπημένο τους άθλημα, ήτοι αυτό της γκρίνιας για τις απολεσθείσες θέσεις παρκαρίσματος. Σήμερα, ο νυν δήμαρχος Θανάσης Ζεμπίλης πεζοδρομεί τον κεντρικό δρόμο της πόλης, την οδό Αβάντων και η γκρίνια καλά κρατεί.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, νομίζω πως η αλήθεια πίσω από τη μίζερη αντιμετώπιση, βρίσκεται και βρισκόταν, στην πενία μακροπρόθεσμων σχεδιασμών, στην έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στο πολιτικό σύστημα αλλά και στην έμφυτη τάση που έχουμε ως λαός να φοβόμαστε τις αλλαγές. Αν δεν είναι φόβος τότε είναι τουλάχιστον ενόχληση. Αυτό το τελευταίο, θεωρώ πως ισχύει σε κάθε θέμα που μας απασχολεί, μικρό ή μεγάλο. Προτιμούμε «τον διάβολο που γνωρίζουμε» (better the devil we know) από κάθε τι νέο και άγνωστο που ποιος ξέρει τι νέα προβλήματα θα φέρει. Η ενόχληση αυτή, νομίζω και πάλι, πως προκύπτει από τις χιλιάδες ειδικές ρυθμίσεις και ευνοϊκές περιστάσεις που έχει εξασφαλίσει ο κάθε ένας με κόπο και με τρόπο (…) των οποίων το σκάλισμα και την απώλεια φοβόμαστε. Σαν τον πύργο του παιχνιδιού «Jenga» έχουμε δομήσει τα συμφέροντά μας πάνω σε ασταθή θεμέλια και με ευαίσθητες ισορροπίες και μια τυχαία αλλαγή είναι αρκετή για να φέρει την καταστροφή.
Αν ξεπεράσουμε αυτές τις βάσιμες ή αβάσιμες φοβίες, η αλήθεια είναι πως όσους πεζόδρομους και να φτιάξει μια πόλη, ποτέ δεν θα είναι αρκετοί και μετά τις πρώτες γκρίνιες, οι χθεσινοί γκρινιάρηδες απολαμβάνουν τη βόλτα τους στους καινούργιους παράδεισους. Η παραλία θα ήταν ένας τέτοιος παράδεισος αν δεν είχε καταληφθεί το πενήντα τοις εκατό από τις αντιαισθητικές πλαστικές επεκτάσεις αλλά φευ. Για το λόγο αυτό άλλωστε πολλοί Χαλκιδέοι επιλέγουν την πλατεία του Αγ. Νικολάου και τα νέα στέκια της Αγίας Παρασκευής και του Κρηπιδώματος. Η Αβάντων προβλέπεται ότι θα αποτελέσει τον νέο πόλο έλξης του κόσμου, σε βάρος και πάλι της παραλίας. Διότι κάθε πελάτης που επιλέγει να καθίσει σε οποιοδήποτε άλλο μέρος της Χαλκίδας είναι ένας πελάτης χαμένος για τα καταστήματα της παραλίας τα οποία για πολλά χρόνια είχαν το μονοπώλιο.
Οι εικόνες αυτές είναι καινούργιες στο life style των Χαλκιδέων των οποίων οι επιλογές ήταν μέχρι πρόσφατα περιορισμένες στην εξής μια: την παραλία.
Τα Σάββατα, η Αβάντων βουλιάζει από κόσμο. Υπό άλλες συνθήκες οι Άβαντες θα ψώνιζαν «εκ του συστάδην». Η κρίση περιορίζει τα ψώνια, αλλά η συγκέντρωση του κόσμου γεννά ελπίδες και τονώνει τη διάθεση. Στον πεζόδρομο (πλέον), τρία παλικάρια βρήκαν θέση και παίζουν την υπαίθρια μουσική τους. Ο κόσμος στέκεται και απολαμβάνει ελληνική παραδοσιακή μουσική με τσέλο, βιολί και λαούτο. Καινούργια μαγαζιά έχουν ανοίξει και τα παιδιά τρέχουν απαλλαγμένα από τον κίνδυνο τον αυτοκινήτων. Γονείς με τα παιδιά τους κάνουνε ποδήλατο τις απογευματινές ώρες, δυο γνωστές κυρίες έκαναν jogging (!) στην Αβάντων αργά το απόγευμα, ενώ το βράδυ ο δρόμος δεν ερημώνει καθώς οι «dog walkers» και τα ζευγαράκια συνδυάζουν τη βόλτα με το «watching» στις βιτρίνες (μιας και ακόμα κωλυόμαστε να κάνουμε shopping therapy).
Τα έργα για την επέκταση της πεζοδρόμησης είναι σε εξέλιξη. Έργα που θα δώσουν στην Αβάντων το απαιτούμενο ικανό μέγεθος για την καθιέρωση του δρόμου ως της νέας περιπατητικής διαδρομής στο κέντρο της πόλης. Πλέον η οδός δεν θα αποτελεί «υποχρεωτικό πέρασμα» αλλά ψυχαγωγική επιλογή και τα μακροπρόθεσμα οφέλη της τολμηρής επιλογής του Δημάρχου κ. Ζεμπίλη θα φανούν σύντομα. Παρόμοιοι πεζόδρομοι έχουν κατασκευαστεί σε πολλές περιφερειακές πόλεις της Ελλάδας ενώ ήδη μελετάται η πεζοδρόμηση της οδού Πανεπιστημίου στο κέντρο της Αθήνας. Η κατασκευή πεζόδρομων δεν αποτελεί μια νέα μόδα. Σηματοδοτεί ίσως τη νέα ευρωπαϊκή εποχή των ελληνικών πόλεων, η δόμηση των οποίων τις κατέτασσε μέχρι πρόσφατα στις πλέον εχθρικές πόλεις απέναντι στον ηλικιωμένο, τον γονιό με το καρότσι, τον ποδηλάτη και τον άνθρωπο με ειδικές ανάγκες.
Θυμάμαι έναν καθηγητή κάποτε που μας διηγήθηκε την εμπειρία του από τις συχνές επισκέψεις του στη Βαρκελώνη (δείτε σχετικά εδώ). Έλεγε λοιπόν (με μια δόση σαρκασμού), ότι αρχικά είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι «δύστυχοι» Ισπανοί είχαν πολλούς περισσότερους ανάπηρους από τους «τυχερούς» Έλληνες καθότι όπου και να πήγαινε τους συναντούσε μπροστά του. Πέρασε λίγος καιρός μέχρι να αντιληφθεί πλήρως την αλήθεια. Η Ελλάδα κρατάει τους ανθρώπους με ειδικές ανάγκες στα σπίτια τους καθώς είναι πρακτικά αδύνατον να κινηθούν στις πόλεις με τα ανύπαρκτα πεζοδρόμια, τις σκάλες χωρίς ράμπες και τα μέσα μαζικής μεταφοράς χωρίς καμία πρόβλεψη για αυτήν την μερίδα συμπολιτών μας.
Σε μια χώρα όπως είναι η Ελλάδα, όπου ο τουρισμός αποτελεί υποτίθεται τη σωτηρία της εν μέσω του οικονομικού αδιεξόδου στο οποίο έχουμε περιέλθει, η πολιτεία και οι πολίτες της δεν μεριμνούν για την εξυπηρέτηση των ευπαθών ομάδων πληθυσμού οι οποίες μαζί με τους ηλικιωμένους αποτελούν δυνατά χαρτιά στον τομέα του τουρισμού. Σήμερα ένας στους δέκα ανθρώπους είναι άνω των εξήντα ετών. Το 2050 η αναλογία αυτή αναμένεται να φτάσει το ένα προς πέντε. Ο πληθυσμός της Ευρώπης γερνάει και όλο και περισσότεροι χρειάζονται και εκτιμούν τους ευκόλως προσβάσιμους δημόσιους χώρους. Η Αβάντων θα αποτελέσει άλλον έναν τέτοιο χώρο όπου μαζί με τα πολεοδομικά κομμάτια της παραλίας, του Κρηπιδώματος και της πλατείας του Αγίου Νικολάου (μελλοντικά ελπίζω και της Αγίας Παρασκευής) θα αλλάξει επί τα βελτίω την εικόνα της πόλης μας.
Η βόλτα μας στην Αβάντων έλαβε σύντομα τέλος ελέω των έργων που ταλαιπωρούν προσωρινά αλλά θα ωφελήσουν σε βάθος χρόνου. Τα στενά των οδών Τσιριγώτη, Περικλέους Σταύρου και Αντωνίου θα φροντίσουν για να μην πάθουν κυκλοφοριακό έμφραγμα η πόλη και πρόβλημα στο κυκλοφορικό τους οι Χαλκιδέοι. Κατεβήκαμε στο Κρηπίδωμα όπου επικρατούσε ο ίδιος ευχάριστος πανικός από κόσμο. Αλλά και η παραλία είχε την σταθερή πελατεία της. Λες και η Χαλκίδα είχε τριπλασιαστεί σε πληθυσμιακό μέγεθος.
Στο Κρηπίδωμα καθίσαμε για καφέ, κάτω από έναν ήλιο, μα έναν ήλιο. Δεν πα να’ σαι φτωχός. Λιάζεσαι όπως και ο πλούσιος. Τα παιδιά αλώνιζαν, αλώνιζαν, η Μαρία με πάθος επιχειρηματολογούσε υπέρ της διατήρησης της δημοτικής αγοράς, η Ιωάννα κυνηγούσε τα τρία αγοράκια της, εγώ διάβαζα τον Γιανναρά «μου» στην εφημερίδα και ο καφές ήταν πολύ καλός. Δίπλα μας δυο «δυνατοί» επιχειρηματολογούσαν εναντίον της πεζοδρόμησης. Πώς το είπε ο ποιητής: «Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος, να `ν’ ήμερος να `ναι άκακος, λίγο φαΐ λίγο κρασί, Χριστούγεννα κι Ανάσταση». Και όσο για τους δυνατούς «Χαρά στους που `ναι οι Δυνατοί γι’ αυτούς δεν έχει χόρταση».