Η χώρα χρειάζεται αλλαγή θεσμικού πλαισίου, γιατί αυτό είναι η μήτρα της διαφθοράς και της διαπλοκής. Ένα νέο Σύνταγμα πλήρους διαχωρισμού των εξουσιών (προεδρικό σύστημα), λιτό και φιλελεύθερο. Η Ελλάδα απαιτεί σήμερα μια ριζική πολιτική μεταρρύθμιση.
Διάβασα με καθυστέρηση την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής και ένα από τα άρθα που μου προκάλεσαν το ενδιαφέρον ήταν του Στέφανου Μάνου με τίτλο «Η πραγματική ανασυγκρότηση» (εδώ). Δεν είναι το πρώτο άρθρο του που μου προκάλεσε το ενδιαφέρον. Έχει γράψει πολλά αξιόλογα άρθρα στο παρελθόν και έχει παρουσιάσει πολλές αξιόλογες προτάσεις με κορυφαία αυτή για την αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος.
Ποτέ δεν ψήφισα τον Στέφανο Μάνο, είτε ως υποψήφιο της Ν.Δ., είτε ως αρχηγό κόμματος. Ίσως να τον αδίκησα, αλλά όταν ψήφισα πρώτη φορά τη Ν.Δ. είχε πάψει να είναι υποψήφιός της. Χώρια που ως Υπουργός Εθνικής Οικονομίας στην κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είχε δώσει και τα καλύτερα δείγματα, αλλά ας μην πάμε τόσο πίσω.
Στη συνεδρίαση της Εθνικής Επιτροπής της «Δημιουργίας, ξανά!», την 20η Μαΐου 2012, πρότεινα –και κατ’ αρχήν έγινε αποδεκτό- να τον στηρίξει το κόμμα ως υποψήφιο Δήμαρχο Αθηναίων για τις εκλογές του 2014. Πίστευα -και συνεχίζω να το πιστεύω- ότι ήταν ο κατάλληλος υποψήφιος, όχι ίσως όσο καλός θα ήθελα, αλλά ο καλύτερος από τις υπάρχουσες/ρεαλιστικές επιλογές. Ακόμη σήμερα πιστεύω ότι θα είχε κατορθώσει να εκλεγεί, αν κατόρθωνε να στοιχηθούν πίσω του όλες οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις και –ταυτοχρόνως- να αποτελέσει μια καλή επιλογή για τους ψηφοφόρους της δεξιάς: και ψήφος διαμαρτυρίας και ψήφος προοπτικής δημιουργίας!
Αποχωρώντας από τα ψηφοδέλτια της Δη.ξα. είχα δηλώσει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Αρνούμαι να συμμετάσχω στο ίδιο ψηφοδέλτιο με ένα πολιτικό όπως ο Στέφανος Μάνος, ο οποίος επανειλημμένως επέδειξε αλλοπρόσαλλη και ανακόλουθη συμπεριφορά, μετακινούμενος από τη Ν.Δ. στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ιδρύοντας και διαλύοντας μικρότερα κόμματα. Ένα πολιτικό που χαρακτηρίζεται από αναλγησία και εντελώς αποσπασματική θεώρηση της πραγματικότητος, ένα πολιτικό που επανειλημμένως έχει λάβει θέσεις αντίθετες στα εθνικά συμφέροντα της χώρας, ένα πολιτικό που προέτρεπε σε προσφυγή στο Δ.Ν.Τ. ενώ ακόμη η χώρα μπορούσε να την αποφύγει εάν ασκούσε τις κατάλληλες πολιτικές. Πολιτικές τις οποίες ο κ. Μάνος ποτέ δεν είχε και ποτέ δεν μπόρεσε να καταλάβει, χαμένος μέσα στις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες του». Πρόκειται για μια δήλωση που γράφθηκε λίγες μόνον ώρες μετά την ανωτέρω πρόταση. Μοιάζει αντίφαση, αλλά δεν είναι.
Ο κ. Μάνος αποτελεί την προσωποποίηση του μεταρρυθμιστικού χώρου. Αποσπασματικές αντιλήψεις, ενίοτε ανάλγητες, θέσεις ακόμη και ενάντια στα εθνικό μας συμφέρον, προσωπικές στρατηγικές και υπερβολικώς πολλές ιδεοληψίες. Ένας χώρος που μπορεί να λειτουργήσει μόνο σε μικροκλίμακα γιατί αδυνατεί να αντιληφθεί την συνολική εικόνα και -σχεδόν μονίμως- χάνει το πολιτικό πρόταγμα. Ο Στέφανος Μάνος, αν ήθελε να είναι υποψήφιος, θα ήταν ένας εξαιρετικός Δήμαρχος. Θα ασκούσε την καλύτερη διαχείριση, θα έβαζε τάξη στην πόλη και αυτό θα ήταν τεράστια αλλαγή για τους Αθηναίους. Όμως, δεν είχε οραματική αντίληψη για το μέλλον της πόλεως, όπως άλλωστε και ουδείς άλλος. Την ίδια ακριβώς αποσπασματική, διαχειριστική και περιοριστική, σχεδόν μίζερη αντίληψη που διαπνέει το σύνολο του -κατ’ όνομα μόνο- μεταρρυθμιστικού χώρου. Αυτή που αναδίδει και το άρθρο του κ. Μάνου, στο οποίο αναφέρθηκα στην αρχή του κειμένου.
Είναι αρκετά και σημαντικά όσα θίγει στο άρθρο του ο κ. Μάνος. Αναφέρεται στην έλλειψη αξιοκρατίας στη δημόσια διοίκηση, στην κακή λειτουργία της δικαιοσύνης (αρνησιδικία), στους φόρους υπέρ τρίτων ως χαρακτηριστικότατο προϊόν του πελατειακού κράτους, στην κομματοκρατία και την κακή λειτουργία της τοπικής αυτοδιοικήσεως. Αναφέρεται, επίσης, στην παράλογη φορολογία και στην καταπάτηση των ατομικών δικαιωμάτων με τους εκτρωματικούς νόμους (π.χ. διαρκές αυτόφωρο) που ενίσχυσαν την εκτελεστικήεξουσία εις βάρος των πολιτών, ώστε με εκβιαστικό τρόπο να απαιτεί την είσπραξη των φορολογικών εσόδων, όσο παράλογες και αν είναι αυτές οι απαιτήσεις.
Ασφαλώς, δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει κανείς με τις επισημάνσεις του κ. Μάνου, ακόμη και αν ποτέ δεν υπήρξε ψηφοφόρος του. Όμως, είναι βαθύτατα απογοητευτικό ότι ο κ. Μάνος, για μια ακόμη φορά, αντί να δει την συνολική εικόνα, βλέπει τα επί μέρους και -το χειρότερο- αδυνατεί να αντιληφθεί ότι όσα θίγει αποτελούν απλώς τα συμπτώματα της ασθένειας και η καταστολή τους δεν εξαλείφει την ασθένεια. Όμως, σε οποιονδήποτε βλέπει χωρίς παρωπίδες και ιδεολογικές εμμονές, είναι προφανές ότι το όνομα της ασθένειας είναι ένα: το φαύλο και ανίκανο πολιτικό σύστημα! Όμως, προς αυτό απευθύνει τις συστάσεις του ο κ. Μάνος, με την τελευταία να είναι η καλύτερη όλων, ζητά «Να αντικαταστήσει τον «εξυπνακίστικο» τρόπο επικοινωνίας με τον ελληνικό λαό με λόγο μεστό και ωμά αληθινό. Να εξηγεί σοβαρά και τίμια γιατί επιλέγει να κάνει ό,τι κάνει.». Περίπου σα να ζητάει από τον Αδόλφο Χίτλερ να αποναζιστικοποιήσει τη Γερμανία!
Το πραγματικό πρόβλημα του κ. Μάνου και του μεταρρυθμιστικού χώρου είναι ότι ποτέ δεν πίστεψαν στις πραγματικές ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό δεν πρέπει να μας εντυπωσιάζει, ούτε να μας παραξενεύει. Το κέντρο είναι χώρος ετεροπροσδιοριζόμενος, χώρος συμβιβασμών και συνυπάρξεως αντιλήψεων που εκκινούν από διαφορετικές αφετηρίες. Κάναμε λάθος όσοι πιστέψαμε ότι από το χώρο αυτό θα ξεκινήσει η διαδικασία των ριζοσπαστικών αλλαγών που θα επαναφέρουν τη χώρα στην τροχιά της πολιτισμένης Δύσεως, του μοναδικού μοντέλου που συνδυάζει ανάπτυξη και δημοκρατία. Έκανα το λάθος αυτό τα τελευταία πέντε χρόνια και το αναγνωρίζω. Όμως, στην πολιτική οι εμμονές είναι μόνο για τους ηλίθιους και το Κ.Κ.Ε.
Συνεπώς, πρέπει να δούμε, αφ’ ενός, πως μπορεί να αντιστραφεί η πορεία της χώρας (με ποιες πολιτικές δηλαδή) και, αφ’ ετέρου, πως αυτό θα επιτευχθεί (με ποιους, πότε, πως). Πρέπει να αποσαφηνίσουμε ποια είναι η στρατηγική και ποια η τακτική.
Το πρώτο είναι σχετικώς εύκολο και ας μην μπορεί να το δει ο κ. Μάνος. Η χώρα χρειάζεται πλήρη αλλαγή θεσμικού πλαισίου, γιατί αυτό είναι η μήτρα της διαφθοράς και της διαπλοκής. Χρειαζόμαστε νέο Σύνταγμα πλήρους διαχωρισμού των εξουσιών (προεδρικό σύστημα) και ενισχύσεως της λαϊκής κυριαρχίας (ισχυρή ελεγκτική εξουσία και λογοδοσία και λαϊκή πρωτοβουλία για δημοψήφισμα και νομοθέτηση). Χρειαζόμαστε ένα νέο, λιτό και φιλελεύθερο καταστατικό χάρτη, μια ριζική πολιτική μεταρρύθμιση (δείτε εδώ). Το σημερινό σύνταγμα είναι υπερβολικώς μεγάλο και πολύ περισσότερο παρεμβατικό απ’ όσο πρέπει. Το σύνταγμά μας μετράει 40 χρόνια ζωής, έχει υποστεί 3 αναθεωρήσεις και διαθέτει 120 άρθρα. Το σύνταγμα των Η.Π.Α. μετράει 225 χρόνια, διαθέτει 18 (!) άρθρα και περίπου 50 τροποποιήσεις/προσθήκες. Το πνεύμα του συντάγματός μας αλλά και του νομικού μας πολιτισμού είναι «τα πάντα απαγορεύονται πλην όσων ρητώς επιτρέπονται». Αυτή αντίληψη, την οποία δυστυχώς συναντούμε και στην πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών, είναι ο βασικός λόγος της αναπτυξιακής μας καθυστερήσεως γιατί απηχεί αντιλήψεις οθωμανικού δοβλετιού και αυτοκρατορικής εξουσίας! Αν η χώρα θέλει να πάει μπροστά πρέπει -πρώτοι στην Ευρώπη- να αποκτήσουμε μια φιλελεύθερη νομική αντίληψη βάσει της οποίας «όλα επιτρέπονται πλην όσων ρητώς απαγορεύονται».
Το προεδρικό πολιτειακό σύστημα προσφέρει κυβερνητική σταθερότητα αφού ο Πρόεδρος εκλέγεται για σταθερή θητεία και δεν εξαρτάται από την δεδηλωμένη της Βουλής. Η απεξάρτηση της κυβερνητικής σταθερότητος από την πλειοψηφία της Βουλής, δίνει τη δυνατότητα πραγματικής αναλογικής εκπροσωπήσεως όλων των ιδεολογικών και πολιτικών ρευμάτων στο κοινοβούλιο. Η απλή αναλογική μπορεί να θεσπισθεί ως πάγιο εκλογικό σύστημα ώστε να ικανοποιηθεί και το πάγιο αίτημα της αριστεράς, αλλά και άλλων μικρών σχημάτων, όπως αυτά του κέντρου, ακόμη και της ακροδεξιάς. Ας αποτελεί το κοινοβούλιο τον καθρέπτη της κοινωνίας μας. Έτσι ουδείς -και κυρίως η αριστερά- θα έχει άλλοθι για να προτρέπει σε ανυπακοή και μη εφαρμογή τους. Μια ισχυρή Γερουσία, εκλεγμένη με εθνικό ψηφοδέλτιο, θα αποτελέσει το αντίβαρο τόσο του ισχυρού Προέδρου όσο και της όποιας δυσλειτουργίας του κατακερματισμένου κοινοβουλίου. Το ενιαίο ψηφοδέλτιο και οι περιορισμένες θητείες για τους δημάρχους θα αποκαταστήσουν τη λειτουργία της αυτοδιοικήσεως.
Είναι και άλλα που πρέπει να γίνουν. Χωρίς μια γενναία φορολογική σεισάχθεια (εδώ) δεν μπορεί να επανεκκινήσει η οικονομία. Χωρίς ριζοσπαστικές αλλαγές στην εκπαίδευση δεν μπορεί να υπάρξει μακροπρόθεσμη και συντηρούμενη ανάπτυξη. Χωρίς αποκατάσταση του αισθήματος ασφάλειας (εδώ) δεν θα πάψουν να αναφύονται τα ναζιστικά μορφώματα.
Όμως, σε αντίθεση με τον κ. Μάνο, δεν περιμένω από το υπάρχον πολιτικό σύστημα να εισάγει αυτές τις ριζικές μεταρρυθμίσεις. Οι εκλογές, και ιδίως ο ανασχηματισμός που ακολούθησε, έδειξαν ότι το σύστημα θα κάνει ότι μπορεί για να κρατηθεί στην εξουσία, έστω και αν αυτό απαιτεί εξευτελισμούς όπως η υπουργοποίηση των διαφόρων νενέκων, Ν.Δ., ΠΑ.ΣΟ.Κ. ή ανεξαρτήτων είναι αδιάφορο. Συνεπώς, πρέπει να υπάρξει ένα νέο πολιτικό κίνημα στο χώρο της συντηρητικής παρατάξεως, το οποίο θα δώσει διέξοδο στην ζαλισμένη λαϊκή δεξιά, η οποία αναζητά να τρόπο να αποδεσμευθεί από τη Ν.Δ. χωρίς να πέσει στην αγκαλιά των ναζί! Η ανάδειξη σε θέσεις ευρωβουλευτών μη στελεχών του κομματικού πυρήνα της Χ.Α. αποδεικνύει ότι το κόμμα αυτό σφετερίζεται ψήφους που δεν του ανήκουν, ψήφους οργής, διαμαρτυρίας και απογνώσεως! Όμως, τις ψήφους αυτές δεν θα μπορούσε ποτέ να διεκδικήσει ο κ. Μάνος ή οι επίγονοί του. Ανάλγητες, αφ’ υψηλού, περιθωριακές και αντεθνικές αντιλήψεις απομακρύνουν τους παραδοσιακούς δεξιούς ψηφοφόρους, πολλώ δε μάλλον όταν εκφέρονται και με τρόπο εριστικό και περιφρονητικό.
Βρισκόμαστε, τηρουμένων των αναλογιών, σε μια περίοδο ανάλογη του 1952. Όμως, σήμερα δεν υπάρχει ο ρυθμιστικός/παρεμβατικός ρόλος των ανακτόρων, η πολιτική δεν ασκείται με τα ίδια μέσα ενώ η πολιτική επικοινωνία έχει περιορίσει και συμπληρώσει την λειτουργία των παραδοσιακών πολιτικών δικτύων, πελατειακών και μη. Σήμερα δε νοείται παρέμβαση του Στρατού στην πολιτική, πλην όμως, ακόμη και σήμερα… αναζητείται Παπάγος! Οι διεργασίες ξεκίνησαν και οι εξελίξεις δεν θα αργήσουν.