Πως δημιουργήθηκε, διατηρήθηκε ανά τους αιώνες και συντηρείται ο θρύλος του «θαύματος» του Αγίου Φωτός.
Πηγή: εφημερίδα «Το Βήμα». Ο π. Γεώργιος Τσέτσης είναι πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Η επικείμενη εορτή του Πάσχα ξανάφερε στο προσκήνιο το θέμα της αφής του «αγίου φωτός».
Σε συνδυασμό μάλιστα με τις φημολογούμενες προθέσεις τού καθηρημένου πρώην πατριάρχου Ιεροσολύμων Ειρηναίου να κάμει δυναμική κάθοδο στον πανάγιο τάφο το Μέγα Σάββατο και με την ανοχή, αν όχι στήριξη, του Ισραήλ να προστεί της τελετής του αγίου φωτός.
Ας ελπίζουμε ότι πρόκειται για φήμες και ότι δεν θα ξαναγίνουμε μάρτυρες φαιδροτήτων που θα ερεθίσουν κόσμο και θα ταράξουν τη γαλήνη των αγίων αυτών ημερών.
Τα τεκταινόμενα στην Ιερουσαλήμ και ο κίνδυνος να πολιτικοποιηθεί μια βασική για την πίστη μας λειτουργική πράξη δίνουν πλέον στην εκκλησία την μοναδική ευκαιρία να άρει το πέπλο μυστηρίου που κάλυπτε μέχρι σήμερα τα σχετικά με την αφή του αγίου φωτός, διαφωτίζοντας τους πιστούς όσον αφορά στο θεολογικό υπόβαθρο και στον συμβολισμό της ωραίας και ευφρόσυνης αυτής τελετής.
Και εξηγούμαι.
Υπάρχει, αιώνες τώρα, διάχυτη η πεποίθηση στον ευσεβή μεν, αλλά θεολογικά και λειτουργικά απαίδευτο ορθόδοξο πιστό, που ψάχνει για «θαύματα» προκειμένου να πληρώσει το πνευματικό του κενό, ότι κατά την τελετή της αφής το άγιον φως κατέρχεται θαυματουργικά «ουρανόθεν» για να ανάψει την λαμπάδα του πατριάρχου.
Όπως όμως αναφέρει ο διαπρεπής καθηγητής Κωνσταντίνος Καλοκύρης στο περισπούδαστο σύγγραμμά του «το αρχιτεκτονικό συγκρότημα του ναού της αναστάσεως Ιεροσολύμων και το θέμα του αγίου φωτός», πρόκειται για έναν θρύλο, ο οποίος καλλιεργήθηκε στους αγίους τόπους μετά την εισβολή των σταυροφόρων και στο πλαίσιο της διαμάχης ορθοδόξων, λατίνων και Αρμενίων, που ο καθείς διεκδικούσε δι’ εαυτόν το προνόμιο του «λαμβάνειν εξ ουρανού» το ανέσπερο φως!
Η ευχή την οποία αναπέμπει ο πατριάρχης προ της αφής μέσα στο «ιερό κουβούκλιο» είναι σαφέστατη και δεν επιδέχεται καμιά παρερμηνεία.
Ο πατριάρχης δεν προσεύχεται για την διενέργεια θαύματος.
Απλώς «αναμιμνήσκεται» της θυσίας και της τριημέρου αναστάσεως του Χριστού και απευθυνόμενος σ’ Αυτόν λέγει: «εκ του επί τούτον τον φωτοφόρον σου Τάφον εκκαιομένου φωτός ευλαβώς λαμβάνοντες, διαδιδόαμεν τοις πιστεύουσιν εις σε το αληθινόν φως, και δεόμεθά σου όπως αναδείξης αυτό αγιασμού δώρον…».
Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ο πατριάρχης ανάβει την λαμπάδα του από την ακοίμητη κανδήλα που βρίσκεται πάνω στον πανάγιο τάφο.
Όπως ακριβώς πράττει ο κάθε πατριάρχης και ο κάθε κληρικός την μέρα της Λαμπρής, όταν παίρνει φως Χριστού από την ακοίμητη κανδήλα που βρίσκεται υπεράνω της συμβολίζουσας τον τάφο του Κυρίου αγίας τράπεζας.
Το μυστήριο όμως που καλλιεργήθηκε γύρω από το τελετουργικό της αφής του αγίου φωτός και οι λαϊκές περί αυτού αντιλήψεις στις μέρες μας συνετέλεσαν στην οικειοποίηση και εκμετάλλευση από εξωεκκλησιαστικούς κύκλους της άκρως συμβολικής και κατανυκτικής αυτής λειτουργικής πράξεως της εκκλησίας μας.
Ο λόγος τώρα για την διαπόμπευση του αγίου φωτός με την οργανωμένη αεροπορική μεταφορά του στον ελλαδικό χώρο, συνοδεία κυβερνητικών παραγόντων, τιμητικών αγημάτων, ευζώνων και προσκόπων (και φυσικά τηλεοπτικών συνεργείων!), προκειμένου όπως ο νεοέλληνας γιορτάσει «αυθεντικό ελληνικό Πάσχα».
Ωσάν οι πρόγονοί μας να μη γιόρταζαν Ανάστασιν Χριστού προτού εφευρεθεί το αεροπλάνο!
‘Η ωσάν οι ανά τα πέρατα της οικουμένης ορθόδοξοι να μην εορτάζουν Πάσχα Κυρίου, μια και η «ολυμπιακή» δεν «πετά» ως τις χώρες τους!
Επέστη όμως καιρός να τερματισθεί ο διασυρμός των Θείων.
Είναι δε σόλοικο και αποτελεί ασέβεια το να αποδίδει κανείς «τιμές αρχηγού κράτους» στο άγιον φως, το οποίο προέρχεται από τον τάφο Εκείνου που δήλωσε ότι «η Βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου».