Πλατεία δημοτικής αγοράς, καλοκαίρι 2012: Η απαισιόδοξη πλευρά της εικόνας: Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, αυτήν που βιώνουμε σήμερα μετά τα Μ.Ο.Π., τα πακέτα Dellor, το τρίτο ΚΠΣ και το τρέχον ΕΣΠΑ, η Χαλκίδα (μη) αξιοποιώντας τα χρήματα των (ηλίθιων) Γερμανών, έχει ένα μέτρο πεζοδρόμιο (στην καλύτερη) σε μια από τις κεντρικότερες οδούς της πόλης, φραγμένο από πάσης φύσεως δημόσια και ιδιωτικά αντικείμενα. Στο background βλέπουμε το άθλιο ερείπιο – διατηρητέο σύμβολό της πόλης. Έχουν περάσει 100 περίπου χρόνια από την κατασκευή του και παρά το γεγονός ότι ουδεμία συντήρηση του έγινε ποτέ, αυτό στέκει όρθιο, δείχνοντας τις αντοχές των παλαιοτέρων ελληνικών κατασκευών στο χρόνο, σε αντίθεση με την παραδίπλα, εξίσου άθλια, αλλά καινούργια (!) πλατεία αγοράς η οποία καταστράφηκε σε χρόνο dt. Η αισιόδοξη πλευρά της εικόνας: Στην πτωχευμένη Ελλάδα του 2012, μια μητέρα με το μωρό της μπορεί ακόμα να κυκλοφορεί ελεύθερα στο δρόμο χωρίς φόβο βιασμού ή ληστείας μετά φόνου, ενώ τα οχήματα (βλέπε δίκυκλο όπισθεν) έχουν βενζίνη και κυκλοφορούν ακόμα, γεγονός αξιοθαύμαστο για πτωχευμένη χώρα. Επίσης, όσο και αν γκρινιάζουν οι ταλαίπωροι οδηγοί της πόλης πάντα βρίσκουν να παρκάρουν (βλ. smart) πάνω σε ένα (ο θεός να το κάνει) πεζοδρόμιο, απ’ το να πληρώσουν από τα ευρώ που δεν έχουν, ώστε να αφήσουν το χρωστούμενο στη τράπεζα όχημα τους, στο υπόγειο δημοτικό parking – σουρωτήρι.
Ιωάννα Μισύρη
Η Χαλκίδα δεν έχει πεζοδρόμια και ο διακτινισμός δεν έχει ακόμα εφευρεθεί. Οπότε, το να κάνεις βόλτα στη πόλη με παιδικό καροτσάκι θέλει υπομονή και γερά μπράτσα.
Mα, καλά τόσο μικρό ήταν πάντα αυτό το πεζοδρόμιο;
Όταν μετά από σαράντα ημέρες οικιοθελούς εγκλεισμού χάριν εθίμου, ήρθε η ώρα να ικανοποιήσω την επί εννέα μήνες φαντασίωση κάθε περήφανης μανούλας και διάβηκα περιχαρής την εξώπορτα του σπιτιού μου καμαρώνοντας το στρουμπουλό μου μωράκι που κοιμόταν (επιτέλους!) στο καρότσι του, προς μεγάλη μου έκπληξη έγινε κάτι που δεν το είχα καθόλου υπολογίσει και σίγουρα δεν ήταν πουθενά στην τόσο καλοδουλεμένη στο μυαλό μου φαντασίωση… δεν είχα που να πάω!
Στάθηκα για λίγο σαστισμένη ακριβώς μπροστά στην πόρτα μου… μα, καλά τόσο μικρό ήταν πάντα αυτό το πεζοδρόμιο; Που θα έβγαζα τον μονάκριβό μου; Μέσα στο δρόμο; Η ιδέα με τρομοκρατούσε, ωστόσο μην έχοντας άλλη επιλογή, κατέβασα απρόθυμα το καροτσάκι στον δρόμο, βλέποντας με μεγάλη ανακούφιση ότι λίγα μέτρα πιο κάτω το πεζοδρόμιο γινόταν λίγο πιο φαρδύ.
Με γρήγορο βήμα κατευθύνθηκα προς τα εκεί και όταν επιτέλους το μωρό μου βρισκόταν ασφαλές στο πεζοδρόμιο, πήρα μια βαθειά ανάσα και είπα να απολαύσω την βόλτα μου. Ξαφνικά, όμως, λίγο πιο κάτω και στη μέση ακριβώς του πεζοδρομίου ξεπρόβαλαν ογκώδη και ενοχλητικά τα σκαλοπάτια του παρακείμενου σπιτιού. Αδύνατον να περάσω από πάνω τους. Έτσι, για μια ακόμη φορά βρέθηκα καταμεσής του δρόμου μαζί με το καροτσάκι. Προσπέρασα το εμπόδιο και ξανανέβασα το δυσκίνητο, και τελικά πολύ πιο βαρύ απ’ ό,τι του φαινόταν, καροτσάκι στο πεζοδρόμιο. Όχι, όμως για πολύ, καθότι, λίγα μέτρα πιο κάτω, η ράμπα που είχαν κατασκευάσει για να μπαινοβγαίνουν τα αυτοκίνητα στην πυλωτή μιας πολυκατοικίας, καθιστούσε το πεζοδρόμιο τόσο επικλινές ώστε ήταν πραγματικά αδύνατο να κρατήσω την ισορροπία μου μαζί με το καρότσι.
Ο θεός έδωσε τη κόρνα και ο μπίπ την πάτησε!
Αληθινά αγανακτισμένη με τον Δήμαρχο, τους πολιτικούς μηχανικούς, την πολεοδομία, το κακό το ριζικό μου και κάθε ζωντανό εκείνη τη στιγμή για τον τρόπο που είχε εξελιχθεί η «παρθενική» μου βόλτα ως μανούλα, για τρίτη φορά μέσα σε λίγα μόλις μέτρα κατέβασα το ολοένα και πιο βαρύ καροτσάκι στο δρόμο.
Εκείνη τη στιγμή ακριβώς, ο οδηγός ενός διερχόμενου αυτοκινήτου, προκειμένου να με «επιπλήξει» που κυκλοφορούσα στη μέση του δρόμου, πάτησε επίμονα την κόρνα του τινάζοντας κυριολεκτικά, από τον ύπνο του το γλυκό μου μωρό. Έχετε δει ποτέ λεχώνα νευριασμένη; Το θέαμα είναι πραγματικά τρομακτικό!
«Αφρίζοντας» και βρίζοντας θεούς και δαίμονες, έφτασα επιτέλους στην Αβάντων. Τι όαση! Τι πολιτισμός! Τι ανακούφιση για τις ταλαίπωρες μανάδες! Ευρώπη! Μεγάλα πεζοδρόμια, ράμπες, να χαίρεσαι να την περπατάς. Να ήταν τρόπος να βρίσκεσαι, λέει, με κάποιο μαγικό τρόπο, όπως, ας πούμε, με διακτινισμό, από την πόρτα του σπιτιού σου στην μέση της Αβάντων και να έχεις και την τύχη να μην έχουν χρησιμοποιήσει τις ράμπες για να παρκάρουν τα αυτοκίνητά τους φαρδιά πλατιά πάνω στο πεζοδρόμιο. Αυτή έγινε η καινούργια μου φαντασίωση! Από τότε έχουν περάσει χρόνια, έχω κάνει άπειρες «καροτσάδες» και έχω εξοικειωθεί με την «αναπηρία» των πεζοδρομίων μας.
Ανάπηρα πεζοδρόμια
Τι γίνεται, όμως, με όλους εκείνους που οι ίδιοι πάσχουν από κάποιου είδους αναπηρία που δυσχεραίνει έτι περισσότερο την κίνησή τους στους ήδη «ανάπηρους» δρόμους της πόλης μας;
Ένας που κινείται με αναπηρικό καροτσάκι, ένας που χρησιμοποιεί δεκανίκι, ένας τυφλός, πως κυκλοφορούν αλήθεια στην τόσο αφιλόξενη γι’ αυτούς πόλη μας; Η απάντηση είναι απλή και καθόλου τιμητική για μία πόλη που θέλει να λέγεται σύγχρονη ή Ευρωπαϊκή: δεν κυκλοφορούν. Τους βλέπετε πουθενά στις διαδρομές σας μέσα στην πόλη; Όχι. Άρα δεν υπάρχουν… στους δρόμους, έξω. Υπάρχουν όμως στα σπίτια τους, μέσα, εγκλωβισμένοι. Θυμίζει την παρατήρηση που τόσοι και τόσοι άξεστοι συμπατριώτες μας έχουν κάνει επιστρέφοντας από χώρες του εξωτερικού: «Πολλούς ανάπηρους έχει η τάδε χώρα»! Δεν έχει υψηλότερα ποσοστά ατόμων με κινητικές δυσκολίες η Σουηδία ή η Γερμανία. Απλά έχει υψηλότερο επίπεδο πρόνοιας και μέριμνας για τα άτομα αυτά, ώστε να διευκολύνεται η κίνησή τους και η συμμετοχή τους σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου. Έτσι, μπορείς να τους συναντήσεις παντού, όπως κάθε αρτιμελή άνθρωπο. Δεν κρύβονται στα σπίτια τους. Και έχουν και κάτι άλλο όλες αυτές οι χώρες: περισσότερο ευαισθητοποιημένους πολίτες γύρω από τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρία. Έτσι, δεν θα δεις ποτέ παρκαρισμένο αυτοκίνητο επάνω σε ράμπα ή σε πεζοδρόμιο ή σε θέση για αναπήρους και σίγουρα, αν για κάποιο λόγο χρειαστεί να κατέβεις στο οδόστρωμα δεν θα σου πατήσουν βάναυσα την κόρνα, αλλά θα σου παραχωρήσουν (άκουσον – άκουσον!) προτεραιότητα.
Αυτά όλα όμως κάπου αλλού… όχι εδώ, σε αυτήν την χώρα, σε αυτήν την πόλη. Εδώ, και μέχρι να βρεθεί εκείνος ο μαγικός τρόπος που λέγαμε για να διακτινιζόμαστε από την πόρτα του σπιτιού μας στην Αβάντων, θα πρέπει, όσοι κινούμαστε με καροτσάκι, να οπλιζόμαστε με υπομονή και γερά μπράτσα, να κάνουμε το σταυρό μας και να ευχόμαστε, τουλάχιστον όταν φτάσουμε στην Αβάντων να είναι ελεύθερα τα πεζοδρόμια.