Το μουσείο στο φρούριο του Καράμπαμπα είναι κλειστό και τρία χρόνια δεν εχουν βάλει απλές, μικρές, ενημερωτικές ταμπέλες…
Πριν τρία χρόνια, ο δυτικός προμαχώνας στο κάστρο του Καράμπαμπα της Χαλκίδας επισκευάστηκε και σήμερα λειτουργεί ως μουσείο.
Σε άλλες και καλύτερες εποχές, χρηματα Ευρωπαίων αλλά και δικά μας δαπανήθηκαν και κάτι πραγματικά αξιόλογο έγινε στο υποβαθμισμένο εως τότε φρούριο. Έκτοτε οι ναρκομανεις, καθώς και πολλά ζευγαράκια, έχασαν ένα μόνιμο στέκι τους. Ως εδώ, όλα καλά λοιπόν. Ας έρθουμε τώρα στην σημερινή νεοελληνική πραγματικότητα.
Το πρωί διάβασα ένα σχόλιο σε ποστ του group «φωτογραφίες παλιάς Χαλκίδας». Μια κυρία είδε μια φωτογραφία από το μουσείο και αναρωτήθηκε πότε αυτό είναι ανοιχτά. Κάνω ένα γρήγορο search και από το site του Ε.Σ.Κανήθου Χαλκίδας βρίσκω την πληροφορία που ζητούσε και της απαντώ πως «είναι ανοιχτό για το κοινό καθημερινά εκτός Δευτέρας από τις 8:30 – 15.00 μ.μ.. Αλλά προσωπικά δεν παίρνω και όρκο για αυτό». Καλά έκανα και δεν πήρα όρκο. Γιατί μόλις το έγραψα αναρωτήθηκα: είναι έτσι; Σήμερα, ημέρα Σάββατο, 12 το πρωί, στην αρχή του τελευταίου τριημέρου της αποκριάς, το μουσείο είναι ανοιχτό; Μια μόνον λύση υπήρχε για να το διαπιστώσω αυτό: να πάω μια βόλτα από εκεί…
Ούτε καν έξω από το μουσείο δεν υπάρχει ταμπέλα!
Και πήγα. Παρκάρω και παίρνω τον δρόμο για την πόρτα του Κάστρου. Ψάχνω να βρω μια πινακίδα που να λέει πως μέσα λειτουργεί μουσείο. Μάταια, δεν υπάρχει, πουθενά.
Υπάρχει μόνο ένα χαρτί, πρόχειρα φτιαγμένο σε word που εξηγεί, μόνο στα ελληνικά (!), πως κάποιος χώρος δεν λειτουργεί, λόγω βλάβης. Τι είναι αυτός ο χώρος, ρώτησα τα νύχια μου, αλλά δεν μου είπαν. Μπαίνω μέσα στο κάστρο και ανηφορίζω. Πουθενά μια ταμπέλα (όπως και σε ολόκληρη την πόλη εξάλλου) που να πληροφορεί πως κάπου στο βάθος κρύβεται κάτι καλό. Φτάνω στη πόρτα του Μουσείου. Κοιτώ. Ούτε εκεί ταμπέλα, τίποτα. Μόνο το ίδιο αντιαισθητικό χαρτί, πως κάποια βλάβη κρατά τον χώρο κλειστό. Φωτογραφίζω το χαρτί και κάποιος κύριος από το τζάμι με βλέπει, ανοίγει την πόρτα και ακολουθεί ο διάλογος:
– Καλημέρα. Δεν είναι ανοιχτά σήμερα το μουσείο;
– Όχι, είναι κλειστά εδώ και δύο μήνες καθώς έκλεψαν τα ηλεκτροφόρα σύρματα για τον χαλκό τους και δεν τα έχουν αντικαταστήσει.
– Δύο μήνες δεν είναι μεγάλο διάστημα ώστε να μην έχει αποκατασταθεί η βλάβη;
– Τι να σου πω, ρώτα τους υπέυθυνους, στην 23η ΕΒΑ ή στο Δήμο. Δεν είναι μεγάλη πάντως, γύρω στα 5.000 ευρώ.
– Αφού ο χώρος είναι κλειστός, εσύ τι κάνεις εδώ;
– Εγώ ανοιγοκλείνω το κάστρο. Κάθομαι μέσα στο μουσείο για να μην είμαι έξω στο κρύο.
– Και πληρώνεσαι για αυτό; Γιατί δεν κάθεσαι σπίτι σου και δεν έρχεσαι απλά για να ανοιγοκλείσεις την πόρτα στο φρούριο;
– Τι να σου πω…
– Γιατί δεν έχει μια μικρή ταμπέλα που να ενημερώνεται ο κόσμος πως εδώ λειτουργεί μουσείο;
– Τι να σου πω, ρώτα τους υπεύθυνους. Ξέρω πως έχουν πολύ δουλειά και δεν έχουν βρει χρόνο να βαλουν.
– Τρία χρόνια, δεν έχουν βρει χρόνο δηλαδή να βάλουν δύο – έστω – ταμπέλες;
– Τι να σου πω…
– Τι να μου πεις… Καλημέρα.
Η πρόχειρη ανακοίνωση που ενημερώνει για την μη λειτουργία του χώρου
Πριν προλάβω να κάνω δυό βήματα, βλέπω μια παρέα τριών νεαρών ζευγαριών.
Ερχόντουσαν καρφί προς την πόρτα του μουσείου. «Δεν λειτουργεί παιδιά» τους λέω. Με κοίταξαν απορημένοι. «Ααα, έχει μουσείο εκεί μέσα;», κατάλαβαν και αποκρίθηκαν. «Δεν λειτουργεί; Κρίμα, θα μπαίναμε μέσα…». «Από πού είστε παιδιά;» τους ρώτησα. «Από Αθήνα», μου είπε ο ένας, εξαιρετικά ευγενικά. «Το ξέρατε πως εδώ έχει μουσείο;», έκανα την αφελή ερώτηση, καθώς γνώριζα εκ’ των προτέρων την απάντηση: «όχι, μα γιατί δεν βάζουν μια ταμπέλα;..». Κούνησα το κεφάλι μου, τους ευχήθηκα καλή συνέχεια στη βόλτα τους και έκανα να φύγω. Κατηφορίζοντας, άλλος ένας μπαμπάς κρατώντας την κόρη του ανέβαινε προς το μουσείο. Κάπως έτσι έκανα εικόνα τον εαυτο μου να κρατώ, λίγο αργότερα, από το χέρι την κόρη μου και να τις δείχνω τις ομορφιές της ιστορίας μας…
Λίγο πριν βγω από την πύλη του κάστρου, βλέπω άλλη μια παρέα οκτώ ατόμων, μεγαλύτερων σε ηλικία αυτή τη φορά, Αθηναίων, να κοιτούν την ταμπέλα και απογοητευμένοι να λένε ο ένας στον άλλο «δεν λειτουργεί…». Ακούω τη κουβέντα και παρεμβαίνω ευγενικά, εξηγώντας τους λόγους που δεν λειτουργεί. «Πως ξέρατε πως εδώ έχει μουσείο;» τους ρώτησα. «Ααα, έχω ξανάρθει και το είχα βρει τυχαία, οπότε σήμερα ήθελα να πάω και τους φίλους μου!». «Δε σας ενόχλησε που δεν ειδατε ούτε μια ταμπέλα;» ερωτώ και παίρνω την απάντηση, από την πιο «ταξιδευμένη» της παρέας: «πουθενά δεν έχει ταμπέλες. Μόνο πωλητήρια βλέπεις παντού…».
Πριν μπω στο αμάξι, πάω στο Xenia café. Ήταν γεμάτο. Φαντάζομαι κάποιοι από αυτούς θα ανέβαιναν μετά στο κάστρο, κάποιοι θα ήθελαν να δουν το μουσείο, αλλά, τώρα που το σκέφτομαι, γιατί να είναι ανοιχτά μόνο εως τις τρείς το μεσημέρι, χειμώνα – καλοκαίρι; Με ποια λογική; Σταματώ τη σκέψη μου, η λογική βρίσκεται χρόνια πολλά ταξίδι στο εξωτερικό για δουλειές… Ποιά η λογική του να υπάρχει ένα αξιόλογο μουσείο, όταν κανείς δεν μπορεί να το επισκευθεί;..
Λίγο πριν φτάσω ξανά στο γραφείο μου, μπροστά ένα βανάκι του Δήμου, με ντουντούκες καρφωμένες στον ουρανό του, διαλαλούσε την πραμάτεια του: «ελάτε στις καρναβαλικές εκδηλώσεις του Δήμου Χαλκίδέων. Φαγητό και παραδοσιακή μουσική, μπλά, μπλα, μπλα», αυτά συγκράτησα, ήμουν θυμωμένος και καθώς οδηγούσα αυθόρμητα στο μυαλό μου καρφώθηκε η σκέψη: «αυτή είναι η πόλη που ζω. Αυτό μας αξίζει;»…