Οκτώ ιστορίες τρόμου και μυστηρίου από τη Χαλκίδα.
Ο «απρόσκλητος» επισκέπτης
Όλα ξεκίνησαν «για πλάκα» από µια παρέα χαλκιδαίων που έκανε διακοπές στο Λονδίνο το Μάιο του 1972. θα καλούσαν το πνεύµα ενός νεκρού. Όµως το αστείο έγινε πραγματικότητα…
Η Αργυρώ, η Μαρία, η Gene και η Ruth ήταν φίλες, από τότε που σπούδαζαν στο Λονδίνο. Η Αργυρώ είχε µεταφυσικές ανησυχίες: ήθελε να µάθει τι κρύβεται πίσω απ’ το «πέπλο» που «κόβει στα δυο» τον κόσµο µας, από το αόρατο. Εκείνη τη νύχτα, ο λονδρέζικος καιρός «επέτρεπε» απόκοσµες συζητήσεις: ο ουρανός «σκεπαζόταν» από την πανσέληνο και η έλλειψη ανέµου έκανε την ατµόσφαιρα εντυπωσιακή. «Φώναξε τη διπλανή που ξέρει να κάνει séance!», ζήτησε χαρούµενα η Αργυρώ. Στα ελληνικά, η λέξη σηµαίνει «συνεδρία». Στην περίπτωσή τους, θα καλούσαν ένα πνεύµα. Σε λίγη ώρα, τα 4 άτοµα µε το medium, βρίσκονταν γύρω από ένα τραπέζι. Η αυτοσυγκέντρωση άρχισε αµέσως. Μετά από 30 λεπτά, ακούστηκε θόρυβος από το ανοιχτό τζάµι. Η κουρτίνα «κινήθηκε» σαν να είχε αεράκι. Η 50χρονη γυναίκα που κάλεσε την οντότητα, αµέσως συνειδητοποίησε πως ό,τι είχε «µπει» στο σαλόνι, δεν ήταν για… καλό! Μέσα στην αυτοσυγκέντρωσή της, φώναξε δυνατά: «Αν ήρθες για καλό σκοπό, µείνε. Αν όχι, φύγε τώρα!» Η φωνή της ακούστηκε τροµακτικά σ’ ολόκληρο το διαµέρισµα. Τότε η κουρτίνα πετάχτηκε βίαια προς το ανοιχτό παράθυρο, σαν να φυσούσε ένας πολύ δυνατός άνεµος! Έξω, συνέχισε να επικρατεί απόλυτη νηνεµία, καθώς εκείνο το βράδυ, το Λονδίνο ζούσε µια απ’ τις πιο γλυκές νύχτες του…
Μεσάνυχτα: η ώρα των νεκρών
Όταν η 55χρονη µητέρα βρήκε παράξενα σηµάδια στην εξώπορτα του σπιτιού της, τα αγνόησε. Έπειτα, η κόρη της σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχηµα. Τώρα «επικοινωνούν» μεταξύ τους…
Tα σηµάδια που έδειχναν πως κάτι άλλαζε στη ζωή της ευκατάστατης οικογένειας από τη Χαλκίδα, ήταν εµφανή στους επιχειρηµατικούς κύκλους. Κατά ένα περίεργο τρόπο, οι επιχειρήσεις του Νίκου πήγαιναν απ’ το κακό στο χειρότερο. Λίγους µήνες νωρίτερα, η συνονόµατη σύζυγός του, έµελλε να γίνει µάρτυρας της επικείµενης καταστροφής. Μια Κυριακή, ανοίγοντας την εξώπορτα του σπιτιού, παρατήρησε πως η πόρτα ήταν λερωµένη από µια ουσία που έµοιαζε µε λίπος. Δεν έδωσε σηµασία στο συµβάν. 10 µέρες µετά, η κόρη της χαιρέτησε τη µητέρα και έφυγε µε το αυτοκίνητο. Δεν επέστρεψε ποτέ, καθώς σκοτώθηκε την ίδια µέρα. Η οικογένεια ήταν απαρηγόρητη. Ο πατέρας κατεστραµµένος. Όσο για τη µητέρα, άρχισε να ψάχνει τρόπους επικοινωνίας µε τους νεκρούς. Δεν είχε χάσει τα λογικά της. Απλώς ήθελε να «αισθανθεί» για µια ακόµη φορά το παιδί της. Η ίδια λέει πως το κατάφερε. Για να επιβεβαιώσει τα λεγόµενά της, έδωσε στον Νίκο µια ανατριχιαστική λεπτοµέρεια, που µόνο εκείνος γνώριζε: η κόρη τους ήταν 3 εβδοµάδων έγκυος, γεγονός που θα ανακοίνωναν στη µητέρα, όταν η κοπέλα θα επέστρεφε στο σπίτι. Πώς το έµαθε; Η απάντηση είναι ευνόητη: από την κόρη της! Όσο για το λίπος στην πόρτα, η Νίκη αναζητεί τον υπαίτιο της οικογενειακής καταστροφής. Ίσως κάποτε, η κόρη της ξαναλύσει την απόκοσµη σιωπή της…
Σπασµένη… απογοήτευση
Όλα άρχισαν µ’ ένα όνειρο και κατέληξαν σ’ ένα ατύχηµα. Η Όλγα ακόµη θυµάται ότι ο νεκρός θειος της προσπάθησε να την προστατέψει, χωρίς όµως εκείνη να του δώσει σηµασία! Ένας νεκρός µε παράπονα…
Αν η 35χρονη Όλγα είχε δώσει προσοχή στο «σηµάδι» που της είχε «στείλει» ο νεκρός θείος της, ίσως να απέφευγε το ατύχηµα, που την τραυµάτισε σοβαρά. Η γυναίκα ήταν καλεσµένη σ’ έναν γάµο. Είχε επιλέξει τα πάντα: όµορφο ντύσιµο και εντυπωσιακό δώρο για τους νεόνυµφους. Όµως υπήρχε κάτι που της είχε «διαφύγει»: το όνειρο που είδε µια νύχτα πριν από την τελετή! Ο θείος της Όλγας ήταν ένας συνηθισµένος άνθρωπος. Όχι, όµως και για την Όλγα που τον λάτρευε, όσο εκείνος ήταν ζωντανός. Η ίδια µας είπε: «Το όνειρο που είδα, δε θα το ξεχάσω ποτέ. Ήµουν σ’ ένα χώρο που δεν µπορώ να προσδιορίσω. Πάντως η Χαλκίδα δεν ήταν! Ξαφνικά, βλέπω µπροστά µου το θείο να κάθεται σε µια πολυθρόνα. Ήταν ανήσυχος και µε κοιτούσε στα µάτια, σαν να ήθελε να κλάψει». Όσο ακούγαµε τη µαρτυρία της γυναίκας, αναρωτιόµαστε τι άλλο σηµαντικό είχε να µας πει. Ο λόγος είναι απλός: πάρα πολλοί άνθρωποι βλέπουν στον ύπνο τους αγαπηµένα πρόσωπα που δε βρίσκονται εν ζωή. Όµως όταν η Όλγα συνέχισε την περιγραφή του ονείρου, νιώσαµε το φόβο που είχε βιώσει και η ίδια: «Στο όνειρό µου εκτός από το θείο µου ήταν και µια άλλη συγγενής, µε την οποία δεν τα πάω καλά. Όταν εµφανίστηκε εκείνη, το πάτωµα γέµισε µε σπασµένα γυαλιά και αίµα που έρχονταν απ’ το… πουθενά! Η γυναίκα µε κοιτούσε µε κακία. Όσο για το νεκρό, έβλεπα στο βλέµµα του την απόλυτη απογοήτευση. Τον ρώτησα αν είχα φταίξει σε κάτι, αλλά δεν πήρα απάντηση…». Το επόµενο βράδυ στη γαµήλια δεξίωση συνέβη το εξής απρόσµενο: «Κάποια στιγµή, σηκώθηκα από τη θέση µου για να χορέψω µε τον άντρα µου, όταν αντίκρισα ξαφνικά τη συγγενή που είχα δει στο όνειρό µου. Με κοίταξε µε πραγµατικά µοχθηρό βλέµµα. Πήγα να κάνω το πρώτο βήµα, σκοντάφτω στο πάτωµα, πέφτω κάτω, χωρίς να δω ότι κάποιος, ή… κάποια, είχε σπάσει ένα ποτήρι κρασιού. Τραυµατίστηκα στα χέρια και στο πρόσωπο. Το πάτωµα είχε γεµίσει µε το δικό µου αίµα…» Λίγες ηµέρες µετά, θυµήθηκε γιατί είδε στον ύπνο της το θείο που την αντίκριζε µε θλίψη και απογοήτευση. Προσπάθησε να την προειδοποιήσει. Η ίδια θεώρησε το όνειρο ως ένα παιχνίδι του µυαλού της, αγνοώντας τις υποδείξεις του «νεκρού»…
Απόκοσµες προειδοποιήσεις
«Ελένη ξυπνα!», ήταν τα πρώτα λόγια του Γιώργου, που δε βρισκόταν στη ζωή, τουλάχιστον όπως εµείς την ορίζουμε…
Χαλκίδα 1985. Η Ελένη Π. κοιµόταν µε το σύζυγό της, όταν ένιωσε ένα σφίξιµο στο µπράτσο. Άνοιξε τα µάτια. Το δωµάτιο ήταν στο ηµίφως. Στα δεξιά της, ο Νικηφόρος κοιµόταν βαθιά. Τα λόγια που άκουσε δεν την τάραξαν: έβγαιναν απ’ το «στόµα» κάποιου που γνώριζε, αλλά που είχε πεθάνει το 1983. Η Ελένη γύρισε προς την πλευρά της «φωνής». Ο Γιώργος στεκόταν πάνω απ’ το κεφάλι της, ανέκφραστος. Ο άνθρωπος που µιλούσε, ήταν ο πατέρας του άντρα της. Τότε, άκουσε το Γιώργο να λέει: «Θέλω να πεις στο γιο µου, να προσέχει όταν περνά απ’ τη Ριτσώνα. Θα κινδυνεύσει». Ο Γιώργος αναφερόταν στο παλιό Triumph που το ζευγάρι είχε αγοράσει το 1984. Ο «επισκέπτης» συνέχισε λέγοντας: «Σε 2 εβδοµάδες το αυτοκίνητο κλείνει 10 χρόνια και δεν έχει ελεγχθεί!». Η Ελένη τον ρώτησε πώς ήταν δυνατόν να γνωρίζει τόσες λεπτοµέρειες. Πριν εξαφανιστεί ο πεθερός της, είπε: «Ελένη, µην ξεχάσεις όσα είπα. Δε θα µε ξαναδείς. Αντίο…». Η Ελένη πήγε αµέσως στο γκαράζ και άρχισε να ψάχνει τα χαρτιά του µεταχειρισµένου αυτοκινήτου. Σε 15 µέρες, το αυτοκίνητο θα έκλεινε 10 χρόνια ζωής! Επρόκειτο για µια λεπτοµέρεια που δε γνώριζε ούτε ο Νικηφόρος! Την επόµενη µέρα, το αυτοκίνητο πήγε στο συνεργείο και το ζευγάρι «για καλό και για κακό», άλλαξε λάστιχα. Δυο µέρες αργότερα, ο Νικηφόρος πέρασε απ’ τη Ριτσώνα. Ο δρόµος γλιστρούσε επικίνδυνα, εξαιτίας κάποιων χυµένων λαδιών. Τα καινούρια λάστιχα τον έσωσαν. Το ζευγάρι ακόµη θυµάται ότι ο άντρας σώθηκε χάρη στο νεκρό. Πριν από 10 χρόνια, η Ελένη πέθανε. Προφανώς συνάντησε τον άνθρωπο που είχε σώσει τον άντρα της…
«Είµαι εδώ!»
Μια σκοτεινή σκιά εµφανίζεται από το πουθενά, στον τοίχο ενός σπιτιού. Η παρεξηγημένη από τους συγγενείς της νεκρή, ζητά δικαίωση. Ίσως έτσι λυτρωθεί και µπορέσει τελικά να «φύγει» από τον κόσµο µας…
Τον Αύγουστο του 1987 στο εξοχικό της Γεωργίας Π. στην Κάρυστο, η ζέστη ήταν ανυπόφορη ακόµη και τη νύχτα. Στο σπίτι βρισκόταν η γυναίκα µε την κολλητή φίλη της. 20 µέρες πριν, η δεύτερη ξαδέλφη της Κωνσταντίνας είχε πεθάνει από σακχαρώδη διαβήτη. Στην κηδεία της 55χρονης, κανείς δεν έδειχνε να στενοχωριέται για το χαµό της. Όλοι στην περιοχή είχαν πειστεί από τα λεγόµενα της κόρης της, που την κατηγορούσε για φιλοχρηµατία και πως «την έριξε στα περιουσικά». Εκείνη την καλοκαιρινή νύχτα, οι δυο φίλες συζητούσαν για τις οικογενειακές διαµάχες της Κωνσταντίνας µε την κόρη της. Ξαφνικά η Γεωργία ένιωσε µια αδιαθεσία. Όταν σηκώθηκε για να πάει στο µπάνιο, ένιωσε ένα άγγιγµα στον ώµο της. «Στη ζωή µου δεν έχω φοβηθεί τόσο πολύ, όσο εκείνη τη φορά. Γύρισα το κεφάλι. Δεν υπήρχε κανείς. Η δε φίλη µου ήταν ξαπλωµένη στον καναπέ! Μετά από λίγο, η αίσθηση του αόρατου αγγίγµατος επαναλήφθηκε. Τα είχα πλέον χαµένα…». Λίγο αργότερα, η Γεωργία πήγε στο υπνοδωµάτιό της. Τότε το άγγιγµα, µετατράπηκε σε φωνή: «Βρισκόµουν µεταξύ ύπνου και ξύπνιου. Δηλαδή σε µια µεσαία κατάσταση. Τη στιγµή που πήγα να κοιµηθώ, ακούγεται στο κεφάλι µου η φωνή της Κωνσταντίνας που µε παρακαλούσε να την ακούσω: “άκου µε, δεν είναι έτσι τα πράγµατα. Δε θέλω να φύγω έτσι”, την άκουσα να µου λέει» Παρόλα αυτά, η Γεωργία τροµοκρατήθηκε. Το µόνο που της απάντησε ήταν ένα ξερό «φύγε από ΄δω!». Οι απρόσµενες εµφανίσεις της νεκρής, συνεχίστηκαν για ακόµη 20 µέρες. Όπως µας είπε η ίδια, «από εκείνη τη στιγµή, πίστεψα όσους λένε πως η ψυχή του νεκρού, επισκέπτεται αγαπηµένα πρόσωπα και συγγενείς για 40 µέρες». Όµως η ιστορία δε σταµατά εδώ, καθώς δεν είχε εκείνη µόνο το προνόµιο των επισκέψεων! Δυο µήνες αργότερα -πάνω σε µια κρίση συνειδήσεως- η κόρη της νεκρής κάλεσε στο τηλέφωνο τη Γεωργία, λέγοντας πως εκείνη είχε αδικήσει τη µητέρα της. Με λίγα λόγια, το κοινό µυστικό ανάµεσα στην κόρη και τη νεκρή µητέρα, έπαψε να είναι µυστικό: η Κωνσταντίνα δεν ήταν το τέρας που περιέγραφε η κόρη της στους άλλους. Τελικά, ίσως οι νεκροί δικαιώνονται, όταν «µιλούν»…
Το «ηµερολόγιο» ενός άρρωστου σπιτιού
Δεν ασθενούν µόνο οι άνθρωποι. Τα σπίτια µε βαριές αναµνήσεις απ’ το παρελθόν, µπορούν να γίνουν ενοχλητικά για τους ένοικους…
Μέσα σ’ ένα σπίτι «κυκλοφορεί» ζωή, καθώς κατοικείται από ανθρώπους µε σάρκα και οστά. Όσο περνά ο καιρός, τα σπίτια «γερνάνε», ενώ οι άνθρωποι που ζούσαν σ’ αυτά, πεθαίνουν. Σε µερικά από αυτά, «αποτυπώθηκαν» οι αναµνήσεις του παρελθόντος. «Εικόνες» εµφανίζονται απ’ το πουθενά, σαν βουβός κινηµατογράφος του 1920. Ηθοποιοί δεν είναι οι ένοικοι, αλλά τα σπίτια, που είναι ζωντανά, αλλά πολύ «άρρωστα». Αυτό ακριβώς συνέβη σε δυο φίλους φοιτητές, που είχαν την… «τύχη» να µείνουν σ’ έναν χώρο µε παρελθόν. Ο Γιώργος και ο Αλέξης πίστευαν ότι βρήκαν το ιδανικό φοιτητικό σπίτι, λίγο πιο έξω από τη Χαλκίδα: άνετο, µε 4 δωµάτια, αλλά παλιό. Οι πρώτοι µήνες ήταν «ανώδυνοι». Όµως τον Αύγουστο του 2003, άρχισαν οι πρώτες «αντιδράσεις» του χώρου, καθώς όσοι τους επισκέπτονταν, ένιωθαν άβολα και απειλή απ’ το πουθενά. Οι ίδιοι οι φοιτητές αρρώσταιναν χωρίς λόγο. Όµως το πιο περίεργο γεγονός, είναι ότι άκουγαν βήµατα στην ταράτσα. Όσες φορές επιχείρησαν να πιάσουν τον «ανώµαλο» που τους… εκφόβιζε, απέτυχαν να τον αιφνιδιάσουν. Εξάλλου, δεν µπορούσαν -εκ των πραγµάτων- να τον «πιάσουν». Δεν υπήρχε -φαινοµενικά- κανένας που περπατούσε πάνω απ’ το κεφάλι τους. Ο Γιώργος όταν βρισκόταν στο δωµάτιό του, ένιωθε πως µια σκιά τον παρακολουθούσε. Όταν κατάλαβαν πως «κάτι δεν πάει καλά µε το παλιόσπιτο», αποφάσισαν να φύγουν. Πολύ αργότερα έµαθαν ότι ακουγόταν στη γειτονιά, πως «εκεί µέσα, στην Κατοχή είχαν βασανιστεί αντιστασιακοί». Ο χώρος ήταν γεµάτος µε πόνο και ανεξίτηλο«αίµα». Το σπίτι πλέον δεν (ήθελε να) κατοικείται…
Η Μάγισσα της Κύµης
Καλώς ήρθατε στο µυστηριώδη κήπο των θαυμάτων. Εκεί όπου τα σύνορα ανάµεσα στο καλό και στο κακό είναι δυσδιάκριτα και ανησυχητικά «οµιχλωδη»…
Η µεγαλύτερη πλάνη, είναι να πιστεύει κανείς ότι οι άνθρωποι «χωρίζονται» σε καλούς και κακούς. Ο λόγος; Κάποιοι, βρίσκονται µεταξύ των δυο αντιθέτων. Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζονται όσοι γνώρισαν την Ελευθερία, µια 75χρονη γυναίκα την οποία -στη γειτονιά όπου ζούσε- οι µισοί την σέβονταν και οι υπόλοιποι την φοβούνταν. Δεν ασκούσε µαύρη µαγεία, αλλά σύµφωνα µ’ εκείνους που την γνώριζαν καλά, ασχολούταν µε τις λεγόµενες «σκοτεινές τέχνες». Μια µέρα πριν πεθάνει, χαιρέτησε τους συγγενείς της καθώς επίσης και τη µόνη γειτόνισσα µε την οποία κρατούσε φιλική επαφή. Μπορούσε να δει το µέλλον, αλλάζοντας την πορεία του. Άγγιζε τα χέρια των άλλων και µάθαινε τα µυστικά τους. Όποιος τολµούσε να την εκµεταλλευτεί, καταστρεφόταν µυστηριωδώς. Την ηµέρα που πέθανε, µόνο δυο άνθρωποι πήγαν στην κηδεία. Δεν ήταν µισητή. Απλώς, τη φοβούνταν. Ή καλύτερα, την τρέµουν ακόµη και τώρα! «Και από εκει όπου βρίσκεται, αν θέλει, έχει τη δύναµη να µας κάνει µαριονέτες της», είπε µια συγγενής που συχνά νιώθει την παρουσία της. Εξάλλου, δεν είναι λίγοι οι γείτονες που αναφέρουν πως 13 χρόνια µετά το θάνατό της, η Ελευθερία βρίσκεται ανάµεσά τους και κατοικεί στο σπίτι όπου ζούσε. Ένα σπίτι που τα δυο της παιδιά αρνούνται να πουλήσουν, καθώς υπάρχει η ανησυχία πως θα «αντιδράσει» µε το δικό της τρόπο. Όποιος περάσει από το κατώφλι του εγκαταλελειµµένου χώρου της, καταλαβαίνει αµέσως πως «κάτι ζει εκεί µέσα». Λέγεται πως στο ξύλινο κρεβάτι της ήταν χαραγµένη η εξής πρόταση: «Ίσις αποκαλύφθηκε», κάνοντας έτσι σαφή αναφορά σε µια θηλυκή αιγυπτιακή θεότητα…
«Το κύριο πρόβληµα στις φιλίες µου το αντιµετωπίζω µε τις γυναίκες.»
Επικίνδυνα παιχνίδια
Με το «επιτραπέζιο παιχνίδι» ouija (ουίτζα) υποτίθεται πως µπορεί κάποιος να έρθει σε επαφή µε τον «άλλο κόσµο», κατά την διάρκεια της λεγόμενης séance, δηλαδή της επικοινωνίας µε τους νεκρούς.
Οι περισσότεροι το θεωρούν σαν ένα ανώδυνο παιχνίδι µεταξύ φίλων. Όµως η πραγµατικότητα δεν είναι έτσι ακριβώς! Η παρέα από τη Χαλκίδα -τρεις άντρες και µια γυναίκα- θέλησε να δοκιµάσει τις αντοχές της στο παράξενο. Και τα κατάφερε στο έπακρο! Το ouija είναι ένας πίνακας πάνω στον οποίο είναι τυπωµένα τα γράµµατα του αλφάβητου, οι αριθµοί 0 ως 9 και οι λέξεις «ναι» και «όχι». Στο κάτω µέρος του πίνακα είναι γραµµένη η λέξη «αντίο». Οι παίκτες θέτουν µια ερώτηση στο «πνεύµα» που κάλεσαν και κρατούν µια πλακέτα. Την σέρνουν από το ένα γράµµα στο άλλο, µέχρι να σχηµατιστεί µια λέξη ή πρόταση που να βγάζει κάποιο νόηµα. Ο Αντώνης, ένας από την παρέα, είπε δυνατά: «Καλούµε την οντότητα που είναι κοντά µας». Αφού επανέλαβαν όλοι µαζί την επίκληση δυο φορές, κάποιος από την παρέα ένιωσε τις παλάµες του να κινούν την πλακέτα προς το γράµµα «π». Αµέσως µετά, τα χέρια όλων κατευθύνθηκαν στο γράµµα «ι». Η Σοφία χαµογέλασε, λέγοντας: «Ρε παιδιά, δεν βγαίνει νόηµα!» Την ώρα που έκανε την παρατήρηση, οι φίλοι µετέφεραν την πλακέτα στο γράµµα «σ». Κατόπιν ακολούθησε το γράµµα «ο» και ξανά το «ο». Οι τέσσερις φίλοι συνέδεσαν τα γράµµατα µεταξύ τους: «πισοο». Δεν έβγαινε κανένα απολύτως νόηµα. Στο τέλος, οι παλάµες όλων έστρεψαν την πλακέτα στον αριθµό 5. Όταν είδαν ότι το παιχνίδι δεν µπορούσε να συνεχιστεί, τα χέρια τους «ακολούθησαν» τη λέξη «αντίο». Όταν η κοπέλα πήγε στο σπίτι της, τηλεφώνησε στο φίλο που είχε διοργανώσει τη βραδιά, λέγοντας: «Αντώνη, η λέξη δεν ήταν “πισοο”, αλλά “ποιος”. Ρωτούσε ποιός τον κάλεσε!» Ο Αντώνης τη ρώτησε ενθουσιασµένος: «Και ο αριθµός 5 τι σηµαίνει;» Η 25χρονη κοπέλα δεν µπορούσε να δώσει απάντηση σ’ αυτό. Εκείνη τη νύχτα, το µυαλό της «χάθηκε» στη… µετάφραση του «5»! Όταν την άλλη µέρα οι δυο φίλοι και συνάδελφοι συναντήθηκαν στο γραφείο, έλυσαν το αίνιγµα από κοινού: «Ίσως η οντότητα, θέλησε να µας πει: «Ποιος είναι; Βλέπω ότι είµαστε 5, αλλά δεν µπορώ να σας αγγίξω. Βοηθείστε µε…» Προφανώς, ήταν κάποιος που είχε πεθάνει πρόσφατα και που δεν είχε (ακόµη) συναίσθηση πως η ζωή του συνεχιζόταν πλέον σε κάποιο άλλο, αόρατο επίπεδο…