Σωτήρης Βαξεβάνης
Πίσω από την ευτυχία του έρωτα, κάποιες φορές κρύβονται συναισθήματα που οδηγούν στο θάνατο. Πάθος, μίσος, ζήλια, αγανάκτηση, φθόνος, τιμή, τρέλα. Επτά λέξεις που συνδέθηκαν με επτά εγκλήματα πάθους που συγκλόνισαν κάποτε την Εύβοια και σας παρουσιάζουμε σήμερα. Τα ονόματα των πρωταγωνιστών δεν έχουν σημασία. Ήταν άνθρωποι της διπλανής πόρτας, τους οποίους η ζωή οδήγησε σε λάθος μονοπάτια…
Το ένοχο μυστικό
Μια λέξη που έχει κοστίσει πάρα πολλές ζωές είναι η λέξη «τιμή» που ορισμένες φορές γράφεται με αίμα. Αίμα σαν αυτό που χύθηκε στο Αλιβέρι στις 3/9/1979.
Τότε ο 42χρονος Α.Ρ. ήταν παντρεμένος με την κόρη του Α.Μ., την Τ.Ρ. η οποία εκείνη την εποχή είχε εξωσυζυγική σχέση με τον 34χρονο Γ.Σ.. Το ένοχο αυτό μυστικό δεν άργησε να μαθευτεί στη μικρή κοινωνία. Ο πατέρας της Τ.Ρ. δεν ήθελε να ακούγονται προσβλητικά σχόλια για την κόρη του και έτσι με τη συμβολή του γαμπρού του, θέλησε να ξεπλύνει τη «ντροπή» της οικογένειας. Πώς;
Ο Γ.Σ. την ημέρα της δολοφονίας του είχε «βρεθεί» με τον παράνομο δεσμό του και στη συνέχεια συνάντησε σε κοντινό καφενείο της περιοχής τον πατέρα της, με τον οποίο γνωρίζονταν. Εκεί, ο Α.Μ. του πρότεινε να πάνε μαζί με το γαμπρό του για κυνήγι. Το θύμα ανυποψίαστο συμφώνησε και σε λίγα λεπτά μαζί με τους μελλοντικούς δολοφόνους του έφτασαν σε μια ερημική τοποθεσία.
Εκεί ο Α.Μ. πυροβόλησε με την καραμπίνα εξ επαφής στο κεφάλι τον εραστή της κόρης του. Τα σκάγια του διέλυσαν το κεφάλι, Ο θάνατος ήταν ακαριαίος. Το πτώμα εγκαταλείφθηκε από τους δράστες και βρέθηκε μία μέρα αργότερα από διερχόμενους. Ο πέλεκυς της δικαιοσύνης έπεσε βαρύς στη δίκη του πεθερού και του γαμπρού. Η τιμή της κόρης, του στοίχισε ισόβια δεσμά στο δολοφόνο και κάθειρξη 10 ετών στο γαμπρό του για συνέργεια σε φόνο.
Σφαγή από τρέλα
Δύο παιδιά είχαν αποκτήσει από το γάμο τους οι Χαλκιδαίοι Α.Τ. και Λ.Τ. το ένα εκ των οποίων θα γινόταν μάρτυρας της δολοφονίας της μητέρας του από τον ίδιο τον πατέρα του!
Ο Α.Τ. ζήλευε παθολογικά τη γυναίκα του και συνέχεια της δημιουργούσε προβλήματα από την αρχή της σχέσης τους. Αυτό έφθειρε το ζευγάρι και είχε ως αποτέλεσμα να χωρίσει. Αυτή ήταν όμως μόνο η αρχή! Tο χωρισμό επεδίωξε η Λ.Τ. γιατί είχε κουραστεί όλα αυτά τα χρόνια από τη συμπεριφορά του συζύγου της, αλλά εκείνος δε μπορούσε να τον αποδεχτεί. Την απειλούσε συχνά μετά το χωρισμό τους πως θα τη σκοτώσει, κάτι που τελικά έκανε…
Η Λ.Τ. μετά το χωρισμό, θέλοντας να φτιάξει τη ζωή της, μετακόμισε στην Αθήνα. Έμεινε εκεί μαζί με το ένα της παιδί για περίπου ένα χρόνο. Εκείνη την περίοδο παράλληλα ξεκίνησαν και οι δίκες για την κηδεμονία των παιδιών και οι δίκες για το διαζύγιο.
Το καλοκαίρι του 1983, η Λ.Τ. αποφάσισε να περάσει λίγες μέρες διακοπών στη μητρική της πόλη. Στις 14 Ιουλίου, έκανε το τελευταίο της μπάνιο στην αγαπημένη της πλαζ Σουβάλα μαζί με μία ξαδέρφη της και το παιδί της.
Γιατί εκεί την είδε περνώντας από την περιοχή ο σύζυγός της. Υποκινούμενος από απίστευτο μίσος πήγε σπίτι του και άρπαξε ένα μαχαίρι. Μετά από λίγη ώρα επέστρεψε στη Σουβάλα και πλησίασε τη Λ.Τ. η οποία μόλις αντιλήφθηκε τις προθέσεις του άνδρα της, έτρεξε προς τη θάλασσα φωνάζοντας βοήθεια.
Δεν τα κατάφερε όμως να ξεφύγει. Ο Α. Τ. έτρεξε πίσω της, την έπιασε και της κατάφερε πολλαπλά χτυπήματα. Μία από τις μαχαιριές έκοψε την καρωτίδα της. Κανείς δεν πρόλαβε να βοηθήσει.
Το μίσος του είχε σκοτώσει τη μητέρα των παιδιών του. Αργότερα, ο δολοφόνος παραδόθηκε στις αρχές, έχοντας μια παγωμένη ηρεμία στο βλέμμα του… Στη δίκη που έγινε καταδικάστηκε σε ισόβια.
Μακελειό από μίσος
Ήταν 5/3/1989 όταν ο 28χρονος Χαλκιδαίος Γ.Γ. έβαλε τέλος στα προβλήματα που είχε με την πρώην γυναίκα του και τους συγγενείς της.
Tο ζευγάρι βρισκόταν σε διάσταση. Η σύζυγός Α.Ν. ζούσε στο Βασιλικό μαζί με τους γονείς της και τη μικρή κόρη τους. O Γ.Γ. προσπάθησε πολλές φορές να μη χωρίσουν, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στίς προσπάθειές του έβρισκε αντίθετο τον πρώην πεθερό του αλλά και όλη την οικογένεια.
Έτσι ο Γ. Γ. τους θεώρησε συνυπαίτιους. Το μυαλό του θόλωσε και οπλισμένος με μία καραμπίνα πήγε έξω από το σπίτι της αγαπημένης του και άρχισε να πυροβολεί. Ο πατέρας βγήκε στην αυλή του σπιτιού, για να δει τι συμβαίνει και τότε ξεκίνησε το μακελειό.
Μόλις τον είδε, τον πυροβόλησε και πέθανε ακαριαία. Στη συνέχεια μπήκε στο σπίτι και επιχείρησε να σκοτώσει και την αδερφή της πρώην συζύγου του. Εκείνη όμως έτρεξε μαζί με το παιδί του δράστη έξω από το σπίτι και σώθηκαν. Η σύζυγός του όμως δεν στάθηκε το ίδιο τυχερή: έπεσε νεκρή από τις σφαίρες. Ο ίδιος, μόλις ολοκλήρωσε το αποτρόπαιο σχέδιό του, αυτοκτόνησε…
Έγκλημα αγανάκτησης
Τα χτυπήματα στο παραμορφωμένο πρόσωπο του άντρα της φανέρωναν το μίσος της προς αυτόν που σιγόβραζε χρόνια μέσα της.
Μετά από 25 χρόνια έγγαμου βίου, η Ε.Σ. Αποφάσισε μέσα σε ένα βράδυ να σκοτώσει τον Β.Σ. Το ζευγάρι είχε ένα μοναχογιό που μεγάλωσε μέσα σε ένα ταραγμένο περιβάλλον και διατηρούσε μια μικρή πανσιόν στο Λευκαντί. Εκεί στήθηκε το σκηνικό της δολοφονίας του Β.Σ. Tο θύμα, σύμφωνα με τις φήμες, ήταν άπιστος σύζυγος. Η σύζυγός του είχε ακούσει για τα πολλά κατορθώματα του όμως τα ανεχόταν όλα με υπομονή, «κρατώντας» παράλληλα σχεδόν μόνη της την επιχείρηση.
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι έπεσε το καλοκαίρι του 1985. Τότε έμενε στην πανσιόν τους μια ζωντοχήρα η οποία και ανέπτυξε ερωτική σχέση με τον Β. Σ.. Η Ε.Σ. όμως το κατάλαβε και η υπομονή της άρχισε να εξαντλείται. Στις 28 Ιουλίου του 1985 το θύμα επισκέφτηκε για ακόμη μία φορά το δωμάτιο της ζωντοχήρας, αφού προηγουμένως είχε λογομαχήσει έντονα με τη δικαιολογημένα απατημένη σύζυγο. Τα ξημερώματα η Ε. Σ. ξύπνησε και είδε τον άνδρα της να έχει επιστρέψει στο κρεβάτι τους και να κοιμάται ατάραχος. Τότε θόλωσε, σηκώθηκε πάνω και είδε πίσω από μια σκάλα μια βαριοπούλα. Την άρπαξε, κατευθύνθηκε προς το σύζυγό της και τον χτύπησε με τρομερή μανία στο κεφάλι και το πρόσωπο.
Μετά κάλεσε την αστυνομία, η οποία μόλις έφτασε βρέθηκε μπροστά σε ένα αποτρόπαιο θέαμα: ο Β.Σ. κειτόταν ετοιμοθάνατος βαριανασαίνοντας. Οδηγήθηκε στο νοσοκομείο, αλλά υπέκυψε στα τραύματά του λίγες μέρες αργότερα. Στη δολοφόνο αναγνωρίστηκαν αρκετά ελαφρυντικά. Μετά από 10 χρόνια και έξι μήνες η Ε.Σ. βγήκε από την φυλακή, έτοιμη να ξαναφτιάξει την ζωή της. Δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ…
Θανατηφόρα ζήλια
Μετά από επτά χρόνια γάμου, μεσα στα οποία η Β.Κ, και ο Γ.Λ. απέκτησαν ενα αγοράκι αποφάσισαν να χωρίσουν . Έτσι η Β.Κ. έφυγε από την Αθήνα που ζούσε με τον άνδρα της Γ.Λ. και επέστρεψε στη Χαλκίδα. Έπιασε δουλειά και προσπάθησε να κάνει ένα νέο ξεκίνημα.
Και θα τα κατάφερνε, αν ο άνδρας της είχε σταματήσει να τη θέλει πίσω και να την απειλεί για να γυρίσει. Ο Γ.Λ. ήταν παλαιών αρχών και παθολογικά ζηλιάρης. Αυτοί ήταν άλλωστε οι κύριοι λόγοι του χωρισμού.
Ξημερώματα της 23/10/1985, ο Γ.Λ. ήταν έτοιμος να παίξει το τελευταίο του χαρτί. Πήγε στην περιοχή Καμάρες κρατώντας μία καραμπίνα. Εκεί έστησε ενέδρα στη Β.Λ. που καθημερινά έπαιρνε αυτόν το δρόμο για να πάει στη δουλειά της. Την πρωινή ησυχία διαπέρασε ένας υπόκοφως πυροβολισμός. Η γυναίκα έπεσε στο δρόμο αφήνοντας την τελευταία της πνοή.
Ο σύζυγός της, κρυμμένος σε μία σκοτεινή γωνιά, πυροβόλησε τη γυναίκα που αγάπησε όσο τίποτα στη ζωή του, στο πίσω μέρος του κεφαλιού της. Αμέσως μετά έβαλε τέλος και στη δική του ζωή…
Άρρωστο πάθος
Ζήλευε παθολογικά τη γυναίκα του ο 53χρονος Κ.Κ. από την περιοχή της Καρυστίας. Η 56χρονη Μ.Κ. δεν μπορούσε να φανταστεί πως η εμμονή του συζύγου της και οι συχνές ζηλοτυπίες του θα την έφερναν πρόσωπο με πρόσωπο με το θάνατο και μάλιστα με τον πλέον άγριο τρόπο που μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους!
H τραγωδία ξεκίνησε την πρώτη Ιουνίου του 1983 και ολοκληρώθηκε στις 11 Ιουνίου του ίδιου έτους. Με ποιον τρόπο; Ξημερώματα της 1ης Απριλίου 1983, ο Κ.Κ. με θολωμένο μυαλό σηκώνεται από το κρεβάτι του και κατευθύνεται προς την αυλή του σπιτιού του. Εκεί βρίσκει μία παρατημένη τσάπα την οποία και αρπάζει. Μπαίνει μαινόμενος στο δωμάτιο που κοιμάται αμέριμνη η γυναίκα του και αρχίζει να τη χτυπάει με την τσάπα σε όλο της το κορμί!
Τα ανατριχιαστικά ουρλιαχτά της γυναίκας ξεσηκώνουν όλη τη γειτονιά αλλά και την αστυνομία, η οποία φτάνει αμέσως στο σημείο του συμβάντος και συλλαμβάνει το δράστη. Η γυναίκα σε κρίσιμη κατάσταση μεταφέρεται στο νοσοκομείο, ενώ ο δράστης ύστερα από την απολογία του στον Ανακριτή οδηγείται στις φυλακές Χαλκίδας.
Οι τύψεις για την αποτρόπαια πράξη που είχε κάνει άρχισαν όμως να τον βασανίζουν. Δέκα ημέρες παραμονής στη φυλακή ήταν αρκετές, για να τον οδηγήσουν στην αυτοκτονία. Ένας σωφρονιστικός υπάλληλος των φυλακών ανακάλυψε το άψυχο σώμα του στις τουαλέτες του σωφρονιστηρίου. Είχε κρεμαστεί με τη ζώνη του, την ώρα που η κατάσταση της υγείας της συζύγου του βελτιωνόταν…
Η ζήλεια τον έφαγε
Στις 2/4/1983 ο 49χρονος Γ.Τ. σκότωσε με φρικιαστικό τρόπο τον 44χρόνο ξάδερφό του Β.Τ. για μία γυναίκα και συγκεκριμένα για τη σύζυγο του θύματος, την Κ.Τ!
Τα δύο ξαδέλφια είχαν δύο οικογένειες στην Κάρυστο που μόνο καλά ακούγονταν για αυτές. Αλλά κάποια στιγμή το θύμα άρχισε να έχει υποψίες για το συγγενή του. Πίστευε πως η γυναίκα του τον απατούσε μαζί του. Κάποιες φορές ξεσπούσε βίαια στην ίδια, αλλά και στα μικρά τους παιδιά, δίχως ουσιαστικό λόγο. Πολλοί θεωρούσαν πως ο Β.Τ. έπρεπε να μπει σε ψυχιατρείο λόγω της ακατανόητης συμπεριφοράς που παρουσίαζε και τελικά τον οδήγησε στο θάνατο.
Τα αίματα άναψαν από ένα απλό νεύμα χαιρετισμού της γυναίκας του Β.Τ. με τον Γ.Τ. έξω από το σπίτι της πρώτης. Βλέποντάς το ο Β.Τ. άρχισε να χτυπάει τη γυναίκα του και να απειλεί τον ξάδερφό του. Ήταν σίγουρος για την σχέση τους. Μετά απ’ αυτό, ο ξάδελφος του ξεκίνησε για το σπίτι του, αλλά ο ξάδερφός του τον ακολούθησε βρίζοντας. Μόλις έφτασαν στο σπίτι ο Γ.Τ. άρπαξε την καραμπίνα του και σκότωσε τον αφηνιασμένο ξάδελφό του. Στο δράστη αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά, με αποτέλεσμα τη μόλις εντεκάχρονη καταδίκη του.
Επίλογος
Οι αποφάσεις της δικαιοσύνης ή η αυτοκτονία των δραστών δεν αρκούν πάντα, για να βάλουν ένα τέλος σε κάποιες ιστορίες εγκλημάτων.
Oι μνήμες από τέτοιου είδους πράξεις και οι συναισθηματικές πληγές παραμένουν ακόμα ανοιχτές στους συγγενείς και κυρίως στα παιδιά των δραστών και των θυμάτων, που βίωσαν σε πρώτο πρόσωπο τις τραγικές αυτές καταστάσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν αναφέραμε τα ονόματα των πρωταγωνιστών . Σεβαστήκαμε όλους όσοι άθελά τους ενεπλάκησαν. Ποιος ο λόγος να αναφέρουμε τα ονόματα; Καθένας από μας, τυφλωμένος από κάθε είδους πάθος θα μπορούσε να παραβλέψει το «ου φονεύσεις» πάνω σε μια «κακιά στιγμή». Οι καταστάσεις πρέπει να έρχονται στο φως της δημοσιότητας και όχι τα πρόσωπα. Οι πράξεις, που θα πρέπει να αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγή, αν και δυστυχώς ποτέ δεν γνωρίζουμε πώς «θα τα φέρει η ζωή». Όλοι μας κρύβουμε μέσα μας μια «σκοτεινή πλευρά». Άλλωστε ποιος από τους δράστες μπορούσε να φανταστεί πως κάποτε θα συμμετείχε σε ένα τέτοιο δράμα;