«Είµαι η Λουλού και µπορεί να µην είµαι καλή στη Χηµεία, αλλά είµαι καλή στη Χηδύο!»
Όταν κλασικές παροιµίες µπουν στο shaker της φαντασίας, τότε προκύπτει ένα δροσιστικό κοκτέιλ τρέλας.
Η Λουλού στο Σχολείο
Μπορεί να µην ήταν καλή µαθήτρια η Λουλού, αλλά όλοι παραδέχονταν πως λόγω της βλακείας της έπεφτε πολύ γέλιο.
Το κράξιµο της ζωή της έτρωγε κάθε φορά που η δασκάλα τη ρωτούσε κάτι και εκείνη δεν ήξερε ν’ απαντήσει! Κάποια µέρα η Λουλού αποφάσισε ν’ αλλάξει τα δεδοµένα και ν’ απαντά µε το ελάχιστο µυαλό που διέθετε. Από την πρώτη στιγµή που εφάρµοσε τη νέα της τακτική, όλοι έκλειναν τ’ αυτιά τους για να µην τους κουφάνουν τα «µαργαριτάρια» που πετούσε. Μπορεί να µην έπιανε πολλά πράγµατα κατά την παράδοση του µαθήµατος, αλλά η ίδια σήκωνε το χέρι για να απαντήσει στις ερωτήσεις της δασκάλας. Από κάποιο σηµείο και µετά όλα τα διαγωνίσµατα της Λουλούς γέµισαν «µαργαριτάρια». Όλες οι απαντήσεις της, ανεξάρτητα µε το αν είχε καταλάβει τις ερωτήσεις που της έκαναν, ήταν «µαργαριτάρια». Η παροιµία που εξάγεται είναι:
«Όσα δεν πιάνει η Λουλού, τα κάνει µαργαριτάρια.»
Πάρτι με ούζα on the beach
O Γιώργος τα είχε µε τη Σοφία και πάρα πολλές φορές έβγαιναν να διασκεδάζουν µε τον κολλητό τους φίλο, Νίκο.
Ο Νίκος ήταν κάτι παραπάνω από κολλητός. Ήταν αυτοκόλλητος µε το ζευγάρι ακόµη και στο sex. Κάποια µέρα αποφάσισαν να πάνε και οι τρεις στα βραχάκια που είναι στα τρένα της Χαλκίδας και να κάνουν ένα πάρτι µε ούζα. Πήγαν, αλλά εκεί ψάρευαν δύο γέροι. Ο Νίκος τους ρώτησε αν τσιµπούσαν τα ψάρια, αλλά εκείνοι δεν έδωσαν σηµασία. Τους ξαναρώτησε, αλλά οι γέροι τίποτα. Ξεκίνησε το σεξουαλικό τρίο, αλλά οι γέροι χαµπάρι, Κρατούσαν την πετονιά ατάραχοι, παρόλο που τα βογκητά και των τριών αναστάτωναν τον κόσµο. Η παροιµία που εξάγεται είναι:
«Τρεις πηδούν και δυο ψαρεύουν.»
O Σαράντης και το ξύλο
Αν και παλιός Χαλκιδέος, ο Σαράντης ποτέ δεν κέρδισε την εκτίµηση των συµπολιτών του. Όλοι τον κορόιδευαν και τον χλεύαζαν, αλλά εκείνος ήταν πάντα µε το χαµόγελο.
Κάποια µέρα ο Σαράντης εντελώς τυχαία έµπλεξε σ’ έναν καυγά. Ένας µεγαλόσωµος τύπος άρχισε να τον σπρώχνει και να τον προκαλεί, αλλά εκείνος δεν έδινε σηµασία. Στην πρώτη σφαλιάρα ο Σαράντης ζαλίστηκε, αλλά έσκασε ένα µεγάλο χαµόγελο στον αντίπαλό του. Ο µεγαλόσωµος τύπος εξοργίστηκε και άρχισε να τον χτυπάει σε όλο του το σώµα. Τίποτα ο Σαράντης, ούτε αντίδραση ούτε γροθιά. Μονάχα χαµόγελο. Ο τύπος που τον έδερνε άρχισε να εξοργίζεται. Ο ιδρώτας άρχισε να µουσκεύει τη φανέλα του, την ώρα που ο τουµπανιασµένος Σαράντης τον κοίταζε και χαχάνιζε! Η παροιµία που εξάγεται είναι:
«Το Σαράντη και αν τον δέρνεις, τον ιδρώτα σου χαλάς.»
Η λαιμαργία του Μήτσου
Ο Μήτσος ένα µεσηµέρι αποφάσισε να βγει έξω για φαγητό και να πάει για θαλασσινά σε µια ταβέρνα.
Ήταν γνωστός καλοφαγάς, αν και όλοι µιλούσαν για το µεγάλο του ελάττωµα. Τη λαιµαργία. Πηγαίνει λοιπόν κάποτε στην ταβέρνα και παραγγέλνει ψάρια, σαγανάκια και οτιδήποτε άλλο τρώγεται! Κάποια στιγµή, και ενώ το κεφάλι του έχει χωθεί µέσα στα πιάτα, τον πλησιάζει ένας σερβιτόρος και του λέει πως κατά λάθος του σέρβιραν ένα σαγανάκι µύδια τα οποία δεν ήταν και τόσο φρέσκα. Ο σερβιτόρος πήρε πίσω το σαγανάκι, αλλά ο Μήτσος διαπίστωσε πως ένα µεγάλο µαύρο και γυαλιστερό µύδι βρισκόταν ήδη στο πιάτο του. Η λαιµαργία του ήταν τόσο µεγάλη ώστε σε δευτερόλεπτα το καταβρόχθισε. Η λαιµαργία του είχε νικήσει το φόβο της δηλητηρίασης. Μετά από λίγα λεπτά ο Μήτσος έπεσε λιπόθυµος. Η παροιµία που εξάγεται είναι:
«Μαύρο µύδι που τον έφαγε.»
Ο μυαλομένος Δημητράκης
Ο Δηµητράκης από µικρός ονειρευόταν να γίνει επιτυχηµένος. Όλοι του έλεγαν πως µε το µυαλό που είχε, θα έφτανε πολύ ψηλά.
Ο Δηµητράκης πράγµατι τα κατάφερε, καθώς το σηµαντικότερο προσόν που του αναγνώριζαν οι εργοδότες του ήταν το µυαλό του. Όλα καλά και ωραία, αλλά ο Δηµητράκης ένιωθε µοναξιά. Ήθελε µία γυναίκα που να µπορεί να τον ζεστάνει τις κρύες νύχτες του χειµώνα. Τελικά τη βρήκε. Το αφεντικό του πέθανε και εκείνος παντρεύτηκε τη χήρα. Όλη η περιουσία του πρώην αφεντικού του πέρασε στα χέρια του! Όλα πλέον έδειχναν πως ο Δηµητράκης είχε καταφέρει να γίνει αυτό που πάντα ήθελε και µάλιστα να βρει και µία γυναίκα για να ζήσει ευτυχισµένος. Ο Δηµητράκης τελικά είχε επιβεβαιώσει πως ήταν µυαλωµένος άνθρωπος. Η παροιµία που εξάγεται είναι:
«Το µυαλό του και µια χήρα.»
Ο Ιάκωβος, η μαρία και ο Διονύσης
Οι γιατροί του έλεγαν πως το πρόβληµα του δεν ήταν σεξουαλικό, αλλά ψυχολογικό.
Ολόκληρος άνδρας ο Ιάκωβος και του άρεσε να κάνει sex µε το Διονύση. Δεν ήταν gay ο Ιάκωβος, αλλά του άρεσε να αυνανίζεται µπροστά στο αρκουδάκι που του είχε κάνει δώρο ο νονός του, όταν ήταν µωρό. Το κόλληµα που είχε µε το Διονύση, όπως αποκαλούσε το αρκουδάκι του, ήταν τόσο µεγάλο ώστε πολλές φορές αναγκαζόταν να δικαιολογείται σε φίλους και γνωστούς για το ότι πήγαινε σε ερηµικά µέρη µε το αρκουδάκι του. Όλο αυτό κράτησε αρκετά χρόνια, ώσπου µία µέρα ήρθε στην εταιρεία που εργαζόταν µία νέα και σέξυ συνάδελφος, η Μαρία. Ο Ιάκωβος την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα. Το ίδιο συνέβη και µ’ εκείνη. Μέσα σ’ ένα χρόνο αρραβωνιάστηκε τη Μαρία, µε αποτέλεσµα ο Διονύσης να βρεθεί στη ντουλάπα. Η παροιµία που εξάγεται είναι:
«Αν σου κάτσει η Μαρία, τύφλα να’ χει ο Διονύσης.»