Ο ίδιος άνθρωπος που κατέκτησε την Πόλη έμελλε να γίνει και ο κύριος του Κάστρου του Νεγροπόντε: ο Τούρκος Σουλτάνος Μωάμεθ Β’, ο Πορθητής. Το συγκεκριμένο πορτρέτο φιλοτέχνησε ο Βενετός καλλιτέχνης Τζεντίλε Μπελίνι (Gentile Bellini) το 1480, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Κωνσταντινούπολη. Απεικονίζει το σουλτάνο ως έναν πρίγκιπα της Αναγέννησης και, σύμφωνα με την αριστερή πλάκα του πίνακα ως «παγκόσμιο κατακτητή» (Victor Orbis). Το χαρακτηριστικό δυτικό ευρωπαϊκό στυλ του πορτρέτου, με τα τρία τέταρτα του προφίλ, είχε σημαντικό αντίκτυπο στην ύστερη οθωμανική προσωπογραφία.
Το ιστορικό πλαίσιο της άλωσης του Νεγροπόντε από τον Μωάμεθ τον Β΄. Τα ταραγμένα χρόνια της Φραγκικής και Ενετικής κυριαρχίας στην Εύβοια, από το 1204 έως το 1458 και τις παραμονές της πολιορκίας.
Κύριες Πηγές:
«Δύο Βενετσιάνικα χρονικά για την Άλωση της Χαλκίδας από τους Τούρκους στα 1470», Γ. Γκίκα, τόμος ΣΤ΄, Αθήνα, Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, 1959.
«Έγριπος. Η πόλη της Χαλκίδας κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών (15ος – 19ος αιώνας). Μαρτυρίες από περιηγητικά κείμενα», πτυχιακή εργασία του Βασίλη Παπαδόπουλος, Πανεπιστήμιο Αθηνών. Χαλκίδα 2004.
«Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας. Αθήνα 1955.
«Ιστορία της Εύβοιας», Επαμ. Α. Βρανόπουλος, εκδόσεις Πελασγός.
«Το νησί της Εύβοιας κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας», Καπεθανάση Αικατερίνη. Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Καλαμάτα 2011
Oι πρώτες Λατινικές επεμβάσεις στην Εύβοια, ως την κατάλυση του ανατολικού κράτους από την 4η σταυροφορία.
Η άλωση του Νεγροπόντε από τον Σουλτάνο Μωάμεθ Β’ τον Πορθητή (ή Μεχμέτ Φατίχ, «ο Καταστροφέας» κατά τους Ενετούς, 1432 – 1481 ) συντάραξε το δυτικό κόσμο το καλοκαίρι του 1470, καθώς έφερνε ολοένα και πιο κοντά τους την τουρκική απειλή.
Προκειμένου να γίνουν κατανοητά τα γεγονότα που θα καταγραφούν, από την πρώτη έως και την τελευταία μέρα της πολιορκίας αλλά και όσα επακολούθησαν, κρίνεται σκόπιμο να γίνει μια σύντομη αναδρομή στους τέσσερις περίπου αιώνες που προηγήθηκαν, ώστε να φωτίσουμε το ιστορικό πλαίσιο της πολυτάραχης δυτικής κατοχής του νησιού, που τελείωσε με την κατάκτηση της πρωτεύουσας του από τους Οθωμανούς μέσα σε λουτρό αίματος.
H Εύβοια και η Χαλκίδα -ως η μεγαλύτερη πόλη της- βρέθηκαν ήδη από τον 11ο αιώνα[1] στη σφαίρα ενδιαφερόντων όσων Ευρωπαϊκών δυνάμεων είχαν εμπορικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, με κυριότερο διεκδικητή τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας[2]. Επί Αλέξιου Α΄ Κομνηνού, το 1082, παραχωρήθηκαν προνόμια στους Βενετούς, ως αντάλλαγμα για τη βοήθεια τους προκειμένου να αποκρουστούν και εν τέλει να απωθηθούν οι νορμαδικές επιθέσεις στα εδάφη της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (Βυζάντιο). Αυτά, λειτούργησαν συμπληρωματικά των προνομίων που είχαν παραχωρηθεί ήδη από το 992 από τους αυτοκράτορες Βασίλειο Β΄ και Κωνσταντίνο Η΄, περιλαμβάνοντας εμπορικές διευκολύνσεις που επέτρεπαν στους Βενετούς εμπόρους να δημιουργήσουν εμπορικές βάσεις, από τις οποίες ιδιαίτερα σημαντική ήταν η Εύβοια[3]. Τα προνόμια αυτά αποτέλεσαν τη βάση για τη θεμελίωση του βενετικού αποικιακού κράτους που διαμορφώθηκε σταδιακά τους επόμενους αιώνες.
Ο «Οδυσσέας της Βενετίας», Δόγης Ερρίκο Δάνδολο, οδηγεί την 4η σταυροφορία.
Πώς η Εύβοια έγινε χώρος εχθροπραξιών ανάμεσα στους Δυτικούς φεουδάρχες
Η Βενετία διατήρησε εμπορικούς δεσμούς με το νησί ολόκληρο σχεδόν το 12ο αιώνα.
Ο σημαντικός ρόλος της Εύβοιας στην οικονομική ευημερία της Δημοκρατίας έγινε σαφής από την αντίδραση του δόγη Βιτάλε Μικέζε, όταν ο αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ Κομνηνός το 1170 ακύρωσε τα προηγούμενα προνόμιά της, προσεγγίζοντας τη Γένοβα και την Πίζα. Αποτέλεσμα αυτών ήταν οι αυξανόμενες επιδρομές των Ενετών στο νησί, με αποκορύφωμα την πολιορκία και λεηλασία της Χαλκίδας στα 1171[4], η οποία έληξε με την απώθησή τους από τους Βυζαντινούς. Ωστόσο, η επιδείνωση της πολεμικής κατάστασης μεταξύ ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους και Νορμανδών, σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση της αμυντικής ισχύος των πρώτων, ανάγκασε τους Βυζαντινούς να αναθεωρήσουν τα προνόμια προς τη Βενετία. Συγκεκριμένα, ο αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Άγγελος με Προνομιακό Διάταγμα (Privilegium) προς το Βενετό δόγη Ερρίκο Δάνδολο (Enrico Dandolo) στα 1198 παραχώρησε σημαντικές δασμολογικές διευκολύνσεις σε διάφορα λιμάνια, μεταξύ των οποίων και αυτό της Χαλκίδας[5]. Η εξέλιξη αυτή επέτρεψε στη Βενετία να εδραιώσει από τα τέλη του 12ου αιώνα την παρουσία της στο Αιγαίο[6] και ιδιαίτερα στη Χαλκίδα, που εκείνη την περίοδο γνώρισε εμπορική και οικονομική άνθιση.
Το εύθραυστο αυτό status quo μεταβλήθηκε το 1204, όταν η πρωτεύουσα της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη, έπεσε στα χέρια των Λατίνων της τέταρτης σταυροφορίας, στις 13-4-1204. Από τότε η Εύβοια έγινε χώρος εχθροπραξιών ανάμεσα στους Δυτικούς φεουδάρχες. Σταδιακά δε, το νησί έγινε στόχος αιματηρών Τούρκικων επιδρομών που οδήγησαν στην πολιορκία και άλωση της Χαλκίδας το 1470. Στη συνέχεια, για να καταστεί πιο εύληπτη η ανάγνωση και εξιστόρηση των γεγονότων, θα χωριστεί η λατινοκρατία από το 1204 ως το 1470 σε πέντε χρονικές περιόδους.
Η άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1204 από τους Λατίνους της τέταρτης σταυροφορίας, στάθηκε μοιραία τόσο για τη μετέπειτα πορεία της «νέας Ρώμης» μέχρι και την οριστική κατάλυση του ανατολικού κράτους, όσο και για ολόκληρη την Ελληνική επικράτεια.
1204 – 1261. Φραγκοκρατία στην Εύβοια
Η περίοδος αυτή ξεκινά με την πτώση της Κωνσταντινούπολης και την κατάλυση του παλαιομεσαιωνικού ανατολικού Ρωμαϊκού (Βυζαντινού) κράτους από τους Λατίνους της τέταρτης σταυροφορίας, με αρχηγό τον «Οδυσσέα της Βενετίας» Δόγη Ερρίκο Δάνδολο (Errico Dandolo) και διαρκεί ως την ανακατάληψη της βασιλίδας των πόλεων από τον Αλέξιο Στρατηγόπουλο.
Μετά την κατάληψη της Πόλης πρώτη δουλειά των τυχοδιωκτών σταυροφόρων ήταν η διανομή των πλούσιων εδαφών της Ρωμανίας, σύμφωνα με τη συνθήκη που είχε εισηγηθεί ο Δάνδαλο και είχαν υπογράψει οι Φράγκοι και οι Βενετοί μπροστά από τα τείχη της Πόλης (Partitio terrarum imperii Romaniae)[7]. Ο Βαλδουίνος, κόμητας της Φλάντρας, ανακηρύχτηκε πρώτος αυτοκράτορας του ανατολικού κράτους. Ο στρατηγός Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός, ένας εκ’ των ηγετών της τέταρτης σταυροφορίας, ίδρυσε στη Θεσσαλονίκη το ομώνυμο βασίλειο. Οι Βενετοί από τη μεριά τους ήθελαν να έχουν υπό τον έλεγχό τους όσες περιοχές εξυπηρετούσαν τα εμπορικά – οικονομικά τους συμφέροντα. Έτσι, ανάμεσα στις περιοχές που τους παραχωρήθηκαν -θεωρητικά στην αρχή έως ότου αργότερα σταθεροποίησαν τις θέσεις τους- ήταν και αυτή της Χαλκίδας, στην οποία, όμως, η κυριαρχία τους αναγνωρίστηκε το 1216.
Ο θυρεός της οικογένειας ντάλε Κανσέρι (dalle Carceri)
Οι τριτημόριοι
Το 1205 κατεβαίνει στην Εύβοια ένας από τους αρχηγούς των Σταυροφόρων, ο Φλαμανδός Ζακ (Ιάκωβος) ντ΄Αβεσνέ (Jacques d’ Avesnes)[8].
Οι κάτοικοι υποδέχθηκαν τον Αβεσνέ με χαρά, καθώς την περίοδο των Αγγέλων (1185-1204) Αυτοκρατόρων της Πόλης υπέφεραν από τους υψηλούς φόρους και προσδοκούσαν βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους με τη νέα κατάσταση. Μόνο οι ορθόδοξοι ιεράρχες κρατούσαν πίστη προς τον αυτοκράτορα της Νίκαιας, τον Θεόδωρο Λάσκαρη, καθώς απώλεσαν τα προνόμιά τους. Παρόλα αυτά, ο Αβεσνέ χτίζει κάστρο στη νησίδα που βρισκόταν στο μέσο του Ευρίπου (το κατοπινά γνωστό ως Κάστρο του Ευρίπου) και εγκατέστησε εκεί φρουρά, για να αποτρέψει τυχόν αντιστροφή του θετικού προς αυτόν κλίματος στα ευμετάβλητα τοπικά συμβούλια. Όμως, δεν πρόλαβε να στεριώσει την εξουσία του καθώς πέθανε το 1208. Ως εκ τούτου, το νησί πέρασε στα χέρια του Φράγκου Βασιλιά της Θεσσαλονίκης Βονιφάτιου Μομφερατικού, ο οποίος χώρισε την Εύβοια σε τρία φέουδα (τιμάρια): των Ωρεών, της Χαλκίδας και της Καρύστου, δηλαδή της βόρειας, της κεντρικής και της νότιας Εύβοιας. Αυτά, παραχωρήθηκαν αντίστοιχα σε τρεις Λομβαρδούς αριστοκράτες, τους Πεγκοράρο ντε Μερκανουόβο (Pegoraro de Mercanuovo ή, κατ’ άλλες πηγές, Pergroari), Γυιβέρτο ντα Βερόνα (Guiberto da Verona) και Ραβάνο ντάλε Κανσέρι (Ravano dalle Carceri). Αυτοί οι βαρώνοι ονομάζονταν τριτημόριοι και είχαν κοινό διοικητικό κέντρο τη Χαλκίδα, που τότε ήταν γνωστή και με τη Βυζαντινή της ονομασία: Εύριπος ή Έγριπος, δίνοντας και στην Εύβοια την ονομασία Γριπονήσι. Η λατινική ονομασία της πόλης, Νεγροπόντε (Negroponte) που επίσης χρησιμοποιήθηκε χαρακτηρίζοντας ολόκληρο το νησί, αποτελεί παραφθορά της ονομασίας Εύριπος.
Οι θυρεοί των Ενετικών Οίκων είναι μνημεία της Ενετικής Παροικίας που αναπτυσσόταν μέσα στο Νεγροπόντε των Λομβαρδών, μέχρι να κυριαρχήσουν το 15ο αι., εξαλείφοντας ακόμη και τα οικόσημα των Τριτημορίων dalle Carceri και Peccoraro. Στη φωτογραφία απεικονίζονται τρία οικόσημα: του οίκου Dandolo, του οίκου Calbo house και του οίκου Barbaro «αργυρούν με ερυθράν στεφάνη». Μεταξύ τους τρίλοβα φύλλα άκανθας. Εκτίθεται στο μουσείο του προμαχώνα στο κάστρο του Καράμπαμπα (μόνιμη έκθεση μεσαιωνικών γλυπτών). Φωτογραφία: Βάγιας Κατσός.
Η άνοδος των Βενετών και ο πρώτος βάιλος στη Χαλκίδα
Όμως, οι εξελίξεις μετά το θάνατο του Γυιβέρτου και την παραίτηση του Πεγκοράρο από τις εξουσίες του στη βόρεια Εύβοια ώστε να επιστρέψει στην πατρίδα του (Βερόνα), καθιστούσαν τον αυθέντη της νότιας, Κανσέρι, κυρίαρχο ολόκληρης της Εύβοιας.
Ο Κανσέρι με τη σειρά του πρότεινε, μέσω του αδερφού του Αρρίγου, να γίνει υποτελής της Γαληνοτάτης και οι Βενετοί άδραξαν και αξιοποίησαν την ευκαιρία, καθώς αν και το νησί τους είχε παραχωρηθεί τυπικά με τη συνθήκη διανομής (Partitio Romaniae) το 1204, ουσιαστικά δεν ασκούσαν εξουσία πάνω του. Έτσι, το 1209 ο Κανσέρι αναγνώρισε την επικυριαρχία της Δημοκρατίας, υποσχόμενος να στέλνει κάθε χρόνο 2100 υπέρπυρα και μεταξωτά στο δόγη και ανάλογη επένδυση στην Αγία Τράπεζά του Αγίου Μάρκου στη Βενετία. Επίσης, έδωσε απόλυτη ελευθερία στις εμπορικές δραστηριότητες των Ενετών και το δικαίωμα να διατηρούν από μια εκκλησία και από μια αποθήκη σε κάθε πόλη της Εύβοιας. Οι δε Έλληνες έλαβαν, μετά από Βενετική πίεση, τη διαβεβαίωση πως θα τους παραχωρηθούν εκ νέου τα προνόμια που είχαν επί Μανουήλ Κομνηνού. Ως επισφράγισμα της συμφωνίας το 1216 διορίζεται στη Χαλκίδα ο Πιέτρο Μπάρμπο ιλ Ζάνκο (Pietro Barbo il Zanco)[9], ως πρώτος Βενετσιάνος βάϊλος της Εύβοιας (επίσης, βαϊούλος, βαΐλος, ή και μπαΐλος – Ενετός Διοικητής). Με το θεσμό αυτό η Βενετία άσκησε εξουσία 254 χρόνια στο Γριπονήσι.
Η στρατηγική θέση και η δύναμη του Κάστρου του Ευρίπου, στο μέσο του πορθμού, αποδεικνύεται από το ρόλο του προκειμένου η Βενετία να κυριαρχήσει στην Εύβοια. Στη γκραβούρα απεικονίζεται όπως ο Mattheus Merian το φαντάστηκε το 1649 πως ήταν στις δόξες του.
1248. Οι Βενετοί καταλαμβάνουν το Κάστρο του Ευρίπου
Μετά το θάνατο του Κανσέρι στα 1216 εμφανίστηκαν έξι υποψήφιοι διάδοχοί του: η χήρα, Ισαβέλλα, και η κόρη του Κανσέρι, Μπέθρα. δύο υιοθετημένοι ανιψιοί του, ο Ριτσάρντο Δαλλακάρτσερη και ο Μαρίνος Α΄ Δαλλεκάρτσερη και οι δύο υιοί του Γυιβέρτου, ο Αλμπέρτος και ο Γουλιέλμος Α΄.
Ο βάιλος Πιέτρο Μπάλμπο, ασκώντας το ρόλο της Γαληνοτάτης ως επικυρίαρχου, διαμοίρασε το νησί σε έξι τμήματα (εκτημόρια), εκ των οποίων έδωσε τα 2/6 σε κάθε ζευγάρι μνηστήρων, με τον όρο αν ένας από τους κυρίαρχους κάποιου κλήρου πέθαινε, τα εδάφη του να μην μεταβαίνουν στους κληρονόμους του, αλλά στο συγκυρίαρχο του[10]. Την ίδια περίοδο, διορίστηκαν δυο δικαστές (judices) και τρεις σύμβουλοι (consiliarii) στο Νεγροπόντε. Οι σύμβουλοι αργότερα περιορίστηκαν σε δυο και τους επιτράπηκε η είσπραξη των φόρων. Η εκκλησία του Αγίου Μάρκου στη Χαλκίδα συνδεόταν με την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Μείζονος (San Giorgio Maggiore), η οποία προικίστηκε από τους εκτημόρους.
Τοξότης στα χρόνια του μεσαίωνα.
1258. Οι Βενετοί διώχνουν από τη Χαλκίδα τους Φράγκους ιππότες
Ακολούθησαν διαμάχες, αγοραπωλησίες εκτάσεων, οικονομικές συνδιαλλαγές μεταξύ των οφφικιούχων για αγορές φρουρίων, κάστρων και πόλεων.
Όλα αυτά έως το 1256, όταν κατά τη διαμάχη των τριτημόριων με τον πρίγκιπα της Αχαΐας Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο – ο οποίος είχε αποκτήσει την επικυριαρχία της Εύβοιας από το 1248 – για την εξουσία στη βαρονία του Ωρεού, οι Λομβαρδοί δήλωσαν την αποκήρυξη της υπαγωγής τους σ’ αυτόν και την πλήρη υποτέλειά τους στο δόγη. Λόγω της εξέλιξης αυτής οι Βενετοί κατέλαβαν το Κάστρο του Ευρίπου, μαζί με διάφορες γαίες εντός και εκτός πόλης, γεγονός που ενίσχυσε την εδαφική κυριότητά τους, όχι μόνο στη Χαλκίδα αλλά και σε ολόκληρο το Γριπονήσι.[11]
Οι υπόλοιποι Φράγκοι πρίγκιπες όμως εξακολουθούσαν να επιθυμούν τη Χαλκίδα. Έτσι, ο Φράγκος πρίγκιπας της Αχαΐας και ανιψιός του Γουλιέλμου, Ζεφτρουά ντε λα Μπρυγιέρ (Geftroy de la Bruyeres), εκστράτευσε στην Εύβοια και κυρίευσε τη Χαλκίδα, στα 1257. Οι Ενετοί όμως δεν αποχώρησαν και κράτησαν σθεναρή αντίσταση. Ο βάιλος Μάρκο Γκρατένικο (Marco Gradenigo) πολιόρκησε για ένα χρόνο με τρεις γαλέρες την πόλη, καταφέρνοντας να την επανακτήσει το 1258. Οι Φράγκοι όμως πάλι δεν το έβαλαν κάτω και την επανακατέβαλαν για δεύτερη φορά! Μετά από περίπου ένα χρόνο όμως οι Ενετοί, με βάιλο τον Αντρέα Μπαρόζι (Andrea Barrozi), συμμαχώντας με άλλους φεουδάρχες και Φράγκους ευπατρίδες της Εύβοιας κι’ ύστερα από εξαντλητική πολιορκία, έδιωξαν από τη Χαλκίδα τους Γάλλους ιππότες του πριγκιπάτου της Άχαίας οριστικά, το 1258. Παρ’ όλα αυτά οι Λομβαρδοί φεουδάρχες δεν έπαψαν να δυναστεύουν αρκετά τμήματα του νησιού.
Η βασιλίδα των πόλεων, η Κωνσταντινούπολη, απελευθερώθηκε από τα Λατινικά της δεσμά το 1261.
Οι Βυζαντινοί συμμαχούν με τους Γενοβέζους
Το 1261 ήταν μια καθοριστικής σημασίας χρονιά καθώς απελευθερώθηκε η Κωνσταντινούπολη από το στρατηγό Αλέξιο Στρατηγόπουλο, του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ του Παλαιολόγου κι’ έτσι τελείωσε στη βασιλίδα η σταυροφορική κυριαρχία.
Τότε, ο Βενετσιάνος Πατριάρχης Ιουστινιανός μαζί με το Φράγκο αυτοκράτορα Βαλδουίνο Β’ κατέφυγαν πρώτα στην Εύβοια, όπου έμειναν για λίγο, και ύστερα επέστρεψαν στις πατρίδες τους. Την ίδια εποχή, οι Βενετσιάνοι έπαιρναν μέτρα ώστε να αντιμετωπίσουν τη νέα συμμαχία μεταξύ της αδύναμης ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, που ανέκαμπτε ως διεκδικητής της εξουσίας στην Εύβοια, με τους δυνατούς Γενοβέζους, που απέβλεπαν στην απόκτηση ναυτικής βάσης στο νησί. Η συνθήκη του Νυμφαίου στις 13-3-1261 μεταξύ του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ του Παλαιολόγου και των Γενουατών όριζε, πριν ακόμα επιτεθούν, ποια μέρη θα εξουσίαζε κάθε πλευρά, αν ασφαλώς νικούσαν τους Βενετσιάνους.
Κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας το Νεγροπόντε ήκμασε και αναδείχθηκε σε πρώτο λιμάνι της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας στον ευρύτερο χώρο του κεντρικού Αιγαίου.
1261 – 1304. Εύθραυστες συμμαχίες άσπονδων «φίλων»
Οι Γενοβέζοι όμως δεν είχαν υπολογίσει σωστά την επιρροή που ασκούσαν οι Ενετοί στους Βυζαντινούς και σύντομα διαμορφώθηκαν ξανά νέα δεδομένα.
Στις 18-6-1265 ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος, επιδιώκοντας να διώξει τους Φράγκους και τους Λομβαρδούς από διάφορες περιοχές της Μακεδονίας, της Θράκης και της ηπειρωτικής Ελλάδας, δίνει αυτοκρατορικό όρκο αγάπης με τους Βενετούς, επιδιώκοντας στην ουδετερότητα και υποστήριξή τους στον πόλεμο. Στις 4-4-1268 η συμφωνία τίθεται σε ισχύ και για τον Εύριπο[12]. Έτσι, χάρη στην «ανοχή» που έδειξε ο Βυζαντινός αυτοκράτορας η Σερενίσιμα σταθεροποίησε τελικά τη θέση της στην Εύβοια, την Κρήτη, στα νησιά και σ’ ορισμένα λιμάνια της Πελοποννήσου.
Μπροστά στη συμμαχία των Βυζαντινών με τους Βενετσιάνους οι πάντοτε επικίνδυνοι κι’ ισχυροί στη θάλασσα Γενοβέζοι «ξέχασαν» για λίγο τις βλέψεις τους στην Εύβοια. Οι μεμονωμένοι και υποτακτικοί στους Βενετσιάνους Φράγκοι της Εύβοιας όμως, έκαναν συχνές επιδρομές με τα πλοία τους στα παράλια της Μ. Άσίας. Το 1274 έστειλαν 16 πλοία και συγκρούστηκαν με τους Βυζαντινούς. Ως αντίποινα, ο αυτοκρατορικός στόλος κατέπλευσε στην Εύβοια και προέβη σε σειρά βανδαλισμών, όπως την καταστροφή του φρουρίου Λορέντο (Loredo) και την απαγωγή των γύρω κατοίκων του. Στον αντίποδα, Βενετσιάνοι και Βυζαντινοί έκαναν στις 19-3-1277 ειρήνη για δύο χρόνια.
Λέοντας με το κεφάλι του στραμμένο προς εμάς, 12ος αιώνας. Η χαίτη του αποδίδεται σχηματικά με πλοχμούς και τα πλευρά με ραβδώσεις. Ο συγκεκριμένος Ενετικός λέοντας συμβολίζει το Χριστό της Δευτέρας Παρουσίας: «σκύμνος λέοντος Ιούδα· εκ βλαστού, υιέ μου, ανέβης· αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος· τις έγερει αυτόν;». Γένεσις 49.9. Εκτίθεται στο μουσείο του προμαχώνα στο κάστρο του Καράμπαμπα (μόνιμη έκθεση μεσαιωνικών γλυπτών). Φωτογραφία: Βάγιας Κατσός.
Ιππότης Λικάριος: ένας ήρωας γεννιέται.
Το 1276 αναδείχθηκε ένας νέος τοπικός ήρωας: ο Λικάριος.
Εκείνη τη χρονιά πολιόρκησε επιτυχώς την Κάρυστο, το φρούριο του Ότο ντε Σικόν (Otho de Cicon). Τα επόμενα χρόνια κατέλαβε επίσης τα φρούρια Κλισούρα (Clisura), Άρμενα (Armena ή Larmena), Μανδρούτσο (Mandrucho) και Κούπα (Cuppa), κάνοντας κέντρο της διοίκησής του το κάστρο στα Φύλλα (Filla). Το 1280 ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος του παραχώρησε την Εύβοια, ως αντάλλαγμα των νικηφόρων πολεμικών του υπηρεσιών. Ο Λικάριος, όμως, που με τα κατορθώματα και τις ερωτικές του περιπέτειες πήρε στη φαντασία των Ευβοιωτών τη μυθική μορφή ενός παραμυθένιου πρίγκιπα, δεν κατάφερε τελικά να εξουσιάσει ολοκληρωτικά το νησί, καθώς στα 1279 μόνο η Χαλκίδα δεν είχε πέσει στα χέρια του.
Εκμεταλλευόμενοι διπλωματικά τις έριδες Φράγκων – Βυζαντινών, οι Βενετοί επιτίθενται. Από το 1281 ο βάιλος Νικολό Φαλιέρ (Nicolo Falier)[13] κυριεύει σταδιακά τα κάστρα της Εύβοιας. Αρχικά κυρίευσε την Κλισούρα, το 1281. Μετά το θάνατο του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου στα 1282 και την συνακόλουθη απομάκρυνση του Λικάριου από το προσκήνιο όλες οι φρουρές του αυτοκράτορα γνώριζαν την ήττα. Μέσα στα επόμενα 14 χρόνια οι Βενετοί κατέλαβαν τα κάστρα: Αργάλια (Argalia), Φύλλα, Μανδρούτσο και Κούπα. Η Κάρυστος, η Άρμενα και το κάστρο των Ανεμοπυλών (Metropyle) αντιστάθηκαν ως το 1296. Έκτοτε, το Γριπονήσι επανήλθε στα χέρια των Βενετών και των Λομβαρδών.
Κάστρο στην Εύβοια. Σχέδιο του Jacob Enterlin, Archipelagus turbatus, 1686. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Η ανάδειξη της Χαλκίδας σε κύριο ναυτικό λιμάνι της Γαληνοτάτης στο κεντρικό Αιγαίο
Το 1303 ο Λομβαρδός δήμαρχος (podesta) ζήτησε από έναν Ενετό πολίτη, που ζούσε όμως 20 χρόνια στη Λομβαρδική συνοικία του Ευρίπου, να πληρώσει φόρους, επειδή δεν είχε πληρώσει ποτέ μέχρι τότε.
Ακολούθησε μακρά διένεξη και η διάθεση του λαού ήταν εχθρική προς τη Βενετία. Για να αποφευχθούν τα χειρότερα, ο βάιλος Φρανζέσκο Ντάντολο (Francesco Dandolo) πήρε εντολή να χωρίσει την Ενετική συνοικία από την υπόλοιπη πόλη με τείχος (4-1-1304). Τα έξοδα του έργου ανήλθαν στα 2.000 υπέρπυρα, εισπράχθηκαν από τους Εβραίους της πόλης, αλλά και από το μισθό των συμβούλων του βάιλου, όπου παρακρατούνταν 100 υπέρπυρα από τα 400 που συνολικά έπαιρναν.
Το 1304, με τη συνθήκη ειρήνης ανάμεσα στους Βενετούς και το Βυζαντινό αυτοκράτορα, η Χαλκίδα κατέστη ολοκληρωτικά Ενετική κτήση. Ήταν η εποχή που μετατράπηκε σε σπουδαίο ναυτικό λιμάνι κι’ ορμητήριο του Βενετσιάνικου στόλου. Η Εύβοια είχε δικαιωματικά τη δεύτερη -μετά την Κρήτη- θέση ανάμεσα στα κατεχόμενα από τη Βενετία μέρη της Ελλάδας. Ο Εύριπος δε ήταν κυριότερο λιμάνι της Δημοκρατίας στο κεντρικό Αιγαίο.
Αν και οι Τούρκοι είχαν κάνει αισθητή την παρουσία τους, οι Δυτικές εμπόλεμες έριδες που αποδυνάμωναν τις φατρίες στην Εύβοια συνεχίζονταν.
1304 – 1390. Οι εμφύλιες δυτικές συρράξεις συνεχίζονται
Πρώτος βάιλος στη νέα αυτή -και ξεκάθαρα πλέον Βενετική- περίοδο του Νεγροπόντε[14] ήταν ο Πιέντρο Μοκενίγκο (Pietro Mocenigo, 1304-6).
Η πόλη διαρκώς αύξανε την οικονομική και γεωπολιτική της δύναμη. Γεγονός ενδεικτικό της σημαντικής θέσης που πλέον είχε στη Ρωμανία ήταν η μεταφορά της έδρας του τιτουλάριου Λατίνου πατριάρχη Κωνσταντινούπολης στη Χαλκίδα, στα 1314, το αξίωμα του οποίου παρέμεινε έκτοτε συνδεδεμένο με αυτό του επισκόπου της Χαλκίδας[15]. Το 14ο αιώνα παρατηρήθηκε αύξηση πληθυσμού στο Νεγροπόντε, λόγω αθρόας εισροής προσφύγων από περιοχές που είχαν κατακτηθεί και λεηλατηθεί. Η κοινωνία της Εύβοιας ήταν δομημένη σε τρεις ομάδες: α) τους πλούσιους Λατίνους ευγενείς, β) τους ελεύθερους γαιοκτήμονες, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν και Έλληνες, και γ) τους Έλληνες μικροκαλλιεργητές και δουλοπάροικους. Η απονομή της δικαιοσύνης γινόταν με βάση την κωδικοποιημένη νομοθεσία των Ασσιζών της Ρωμανίας.
Το χρονικό διάστημα 1304-1398 χαρακτηρίζεται από νέο κύκλο αιματηρών και ακόμη πιο σφοδρών συγκρούσεων στην Εύβοια, μεταξύ των Δυτικών που την εξουσίαζαν. Η Βενετία εκμεταλλεύτηκε τις διαρκείς και σφοδρές πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των Φράγκων και των Καταλανών, που έληξαν με νίκη των δεύτερων το 1311, κατορθώνοντας σιγά – σιγά να κερδίσει διάφορες πόλεις και κάστρα, που, ως τότε, ήταν υπό την κατοχή των αλλοτινά παντοδύναμων Λομβαρδικών οίκων. Οι Καταλανοί μετέβησαν στον ελληνικό χώρο, έχοντας πριν πολεμήσει ως μισθοφόροι στο πλευρό των Αραγώνων -στους πολέμους της Σικελίας και της Νάπολης– για να εξυπηρετήσουν τις φιλοδοξίες του βυζαντινού αυτοκράτορα Ανδρόνικου κατά των Τούρκων[16]. Στις 28-3-1317 η πριγκίπισσα της Αχαΐας Ματίλντα ντε Χαϊνάουτ (Matilda de Hainaut) προειδοποιεί το δόγη, ότι λόγω της διχόνοιας μεταξύ του κύριου της Καρύστου Αντρέα Κορνάρο (Andrea Cornaro), του Βονιφάτιου ντάλε Κανσέρι ντα Βερόνα (Bonifacio dalle Carceri da Verona) και του Ενετού βάιλου Φρανσέσκο Ντάντολο (Francesco Dandolo), ο Κορνάρο έφερε από την Αθήνα Καταλανούς τυχοδιώκτες, με κίνδυνο να πέσει στα χέρια τους το νησί[17].
Έτσι ξεκίνησε μια σειρά Καταλανικών επιθετικών ενεργειών και λεηλασιών, που οδήγησαν μάλιστα και στην προσωρινή κατοχή της Χαλκίδας, στα 1317[18]. Ο πόλεμος ανάμεσα στους Βενετούς και τους τριάρχους από τη μια πλευρά και στους Καταλανούς και το Βονιφάτιο από την άλλη έληξε με τη συνθήκη που υπογράφηκε στις 9-6-1319, η οποία αναγνώριζε την κυριαρχία των Καταλανών στη νότια Εύβοια, αφαιρώντας τους παράλληλα το δικαίωμα να αγκυροβολούν τα πλοία τους κοντά στη Χαλκίδα[19]. Ωστόσο, σημαντική επισήμανση της συνθήκης ήταν η αναγνώριση εκ μέρους των τριτημόριων της μοναδικής επικυριαρχίας της Βενετίας στην Εύβοια, η οποία είχε μεταβληθεί τα τελευταία χρόνια από προστάτιδα δύναμη σε ουσιαστική κυρίαρχο του νησιού[20].
Χάρτης της Εύβοιας. Έργο του Gulielmo Xylander, από την εργασία του Strabonis nobilissimi rerum geographicarum, 1571. Πηγή: «Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Ε.Ε.Σ., Αθήνα 1999».
Οι Οθωμανοί κάνουν αισθητή την απειλητική τους παρουσία στην ανατολή
Ένας νέος κίνδυνος όμως είχε ήδη αρχίσει να διαγράφεται απειλητικός στον ανατολικό ορίζοντα: οι Οθωμανοί Τούρκοι.
Η πρώτη απειλητική αναφορά καταγράφεται στις 16-7-1318, όταν ο δούκας της Κρήτης Νίκ Ζέιν (Nic. Zane) ειδοποίησε το δόγη περί σχεδιαζόμενης επιθέσεως των Οθωμανών κατά της Χαλκίδας με 24 πλοία, ενισχυμένα από δύο ακόμη γαλέρες του Αλφόνσου, αδελφού του βασιλιά της Σικελίας Φρειδερίκου[21]. Στις 18-9-1328 μια νέα επιστολή, αυτή τη φορά από το βάιλο Μάρκο Γκρατένικο προς το Σανούντο (Sanudo) αναφέρει την πιθανότητα επίθεσης Οθωμανών πειρατών στην Εύβοια και στα γύρω από αυτή νησιά[22]. Πράγματι, οι πρώτες ναυτικές επιδρομές τους στην Εύβοια έγιναν στα 1328 – 1331. Ο Ουμούρ Πασάς του Αιδινίου εκστράτευσε κατά της Χαλκίδας την περίοδο μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου 1332, με 280 – κατ’ άλλους, 380 – πλοία και αιχμαλώτισε κατοίκους της. Για την αντιμετώπισή τους, οι Βενετοί συμμάχησαν με τους Βυζαντινούς και τους ιππότες του Τάγματος των Ιωαννιτών, στα 1332. To 1338 πήραν επίσης μέτρα και στη Χαλκίδα, επιβάλλοντας νέο φόρο 5% στα εισαγόμενα προϊόντα με σκοπό την ανύψωση των τειχών της[23]. Στις 8-3-1334 ο πάπας Ιωάννης ΚΒ΄ απαντά στους Ενετούς, ως προς τη συμμαχία εναντίον των Τούρκων. Ζητά συγκέντρωση στόλου στη Χαλκίδα εκ 40 γαλερών: 10 των Ιωαννιτών, 10 Βενετικών, έξι Κυπριακές, έξι Βυζαντινές και οκτώ παπικών και του Βασιλιά της Γαλλίας[24]. Το 1344, συγκεντρώθηκε στη Χαλκίδα ο χριστιανικός στόλος, για τον αγώνα κατά τον Οθωμανών[25].
Ναυμαχία με γαλέρες.
Οι Γενουάτες καίνε και λεηλατούν τη Χαλκίδα
Παρόλα αυτά, ο νέος κίνδυνος των Οθωμανών τούρκων δεν στάθηκε ικανός να παραμερίσει τις παλιές έριδες των Δυτικών.
Οι Γενοβέζοι, εποφθαλμιώντας από παλιότερα τα εμπορικά πλεονεκτήματα της Βενετίας στο Αιγαίο λόγω των ερεισμάτων της στην Εύβοια, καταπλέουν στο νησί διεκδικώντας μερίδιο. Στις 29-8-1342 έγινε η ναυμαχία της Καρύστου. Κατά τη διάρκεια αυτής, ο Ενετός ναύαρχος Νικολό Πιζάνο (Nicolo Pisano), επικεφαλής 35 γαλερών νίκησε μέσα στον κόλπο της Καρύστου 14 Γενουατικά πλοία, που είχαν εκεί καταφύγει λόγω τρικυμίας. Αιχμαλώτισε 70 Γενουάτες ευγενείς και 1000 πληβείους, από τους οποίους οι 400 εστάλησαν στην Κρήτη και οι υπόλοιποι στη Χαλκίδα. Μετά την αναχώρηση του Πιζάνο ο Γενουάτης ναύαρχος Φίλιππο ντι Όρια (Filippo d’ Oria) με τέσσερα πλοία και άλλες έξι γαλέρες επιτέθηκε και κυρίευσε με αιφνιδιαστική έφοδο τη Χαλκίδα. Ο βάιλος Τομάσο Βιάρο (Tommaso Viaro) εγκατέλειψε πανικόβλητος την πόλη. Στη συνέχεια, ο Πιζάνο προσπαθώντας να επανακτήσει τη Χαλκίδα καταδιώχθηκε από 43 Γενουατικά πλοία και κατέφυγε στη Μεθώνη, απ’ όπου επέστρεψε με ενισχύσεις στη Χαλκίδα, αποκρούοντας τη Γενουατική επίθεση του ντι Όρια[26].
Όμως η περιπέτεια αυτή δεν είχε ακόμα τελειώσει. Το 1347 ενισχυμένος Γενοβέζικος στόλος κατέφθασε πάλι στα νερά του Ευρίπου. Ναυμάχησε το Βενετικό στη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στην Αυλίδα και τον Ωρωπό, καταφέρνοντας τελικά οι Γενουάτες να ξαναμπούν στη Χαλκίδα, καίγοντας και λεηλατώντας την Εβραϊκή και τη Βενετσιάνικη συνοικία. Μόλις τελείωσαν το καταστροφικό τους έργο συνέχισαν τις ληστρικές τους επιδρομές στον βόρειο Ευβοϊκό, χωρίς όμως τα επιθυμητά αποτελέσματα, αφού η επίθεση στους Ωρεούς αποκρούστηκε[27]. Το 1350 οι Καταλανοί πήραν στη συνέχεια τη σκυτάλη. Ο ναύαρχος Πόντιο Καπράρια (Pontio Capraria) με 22 γαλέρες λεηλάτησε την Εύβοια και επιτέθηκε στη Χαλκίδα, αλλά ο βάιλος Νικολό Γκουερίνι (Nicolo Querini) κατάφερε να τον απωθήσει[28]. Τέλος στο εμπόλεμο αυτό γαϊτανάκι έδωσαν οι ενισχύσεις που κατέφθασαν από τη Βενετία.
Χάρτης της νότιας Ελλάδας στα 1388. Πηγή: «Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι», Ουΐλλιαμ Μίλλερ.
Το Γριπονήσι περνά σταδιακά από την επικυριαρχία στην εξουσία των Βενετών
Οι ιππότες της Γαληνοτάτης σταδιακά κατάφεραν να διώξουν τους υπόλοιπους Λατίνους και απ’ όλη την Ευβοϊκή γη.
Στις 13-9-1351 ο Βονιφατίος της Αραγώνος υπέγραψε τους όρους εξαγοράς του φρουρίου Καρύστου με το γνωστό για τα ταξίδια του Μάρκο Πόλο, που τότε διατελούσε χρέη επιτρόπου της Βενετίας. Στις 16-10-1359 ορίστηκε η τιμή στα 6.000 δουκάτα. Στις 6-11-1365 υπογράφτηκε το τελικό συμφωνητικό στην εκκλησία του Αγίου Μάρκου στη Χαλκίδα[29] και η πώληση ολοκληρώθηκε στα 1366-68 όταν κατόπιν εντολής του βάιλου Τζιοβάνι Γκιουστινιάνι (Giovanni Giustiniani) πληρώθηκε το ποσό των 5.000 δουκάτων για την εξόφλησή του.
Το 1355 επετράπη στους Εβραίους να διαμείνουν εντός του Κάστρου της Χαλκίδας, αντί πληρωμής 600 υπέρπυρων στο εκκλησιατικό ταμείο και το δημόσιο[30]. Τέσσερα χρόνια αργότερα (1359-61) απαγορεύτηκε οι Εβραίοι να κάνουν περιπολίες στα τείχη τη Μεγάλη Παρασκευή. Το 1360 καταργήθηκε επίσης το έθιμο να κλείνονται στη συνοικία τους τη μεγάλη Παρασκευή[31] και το 1372 δόθηκε άδεια στο ραβίνο Σαμουήλ να στεγάσει τη Συναγωγή τους εντός των τειχών[32].
Το 1383 ολόκληρη η κεντρική και βόρεια Εύβοια πέρασε στα χέρια των Ενετών, όταν ο τελευταίος τρίαρχος Νικολό ντάλε Κανσέρε (Niccolo dalle Carcere), ο οποίος είχε και το αξίωμα του δούκα του Αρχιπελάγους, δολοφονήθηκε στη Νάξο χωρίς να αφήσει απογόνους. Έτσι το 1390 η σημαία του Αγίου Μάρκου κυμάτιζε σε όλα τα κάστρα και μία ταραγμένη εποχή δυτικών εμφυλίων στην Εύβοια τελείωσε. Στα 1383 – 84 απαγορεύτηκε από την Ενετική Σύγκλητο να ενοχλούνται οι Έλληνες Ορθόδοξοι ιερείς της Εύβοιας από τους Καθολικούς και το 1388 ιδρύθηκε το οπλοστάσιο (Arsenale) της Χαλκίδας, στην περιοχή όπου σήμερα εδράζεται η σχολή πεζικού της πόλης.
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης στις 29 Μαΐου 1453 χάραξε βαθιά την ιστορία και τον Ελληνισμό και σηματοδότησε το τέλος μιας ολόκληρης εποχής.
1390 – 1453. Η επέκταση των Οθωμανών
Οι Ενετοί δεν πρόλαβαν όμως να χαρούν την ολοκληρωτική τους νίκη και εγκαθίδρυσή τους σε ολόκληρη την Εύβοια.
Από τα τέλη του 14ου αιώνα η Οθωμανική απειλή γινόταν ολοένα και πιο αισθητή. Ο Τούρκικος στόλος ξεκίνησε αιφνιδιαστικές επιδρομές. Στις 12-3-1392 χτύπησε χωρίς επιτυχία τη Χαλκίδα. Μετά από αυτή την επίθεση η διοίκηση της Κρήτης στις 22-8-1393 πήρε εντολή να εξοπλίζει κάθε χρόνο μια γαλέρα, την οποία θα στέλνει προς ενίσχυση της Χαλκίδας[33]. Παρόλα αυτά, το 1394 το Νεγροπόντε βρισκόταν σχετικά εκτός κινδύνου, οπότε δόθηκε εντολή στο βάιλο να ελαττώσει τον αριθμό των τοξοτών από την Kρήτη. Κάτι που -όπως αποδείχθηκε- ήταν πρόσκαιρο όμως, καθώς το 1398 οι ενισχύσεις της Βενετίας προς τον Ελλαδικό χώρο αντί της Κρήτης κατευθύνονταν στη Χαλκίδα. Αυτή η περίοδος αμφιταλαντευόμενης επιθετικότητας ανεκόπη στα 1402, όταν οι Οθωμανοί ηττήθηκαν από τα μογγολικά στρατεύματα του Ταμερλάνου (Timur Leng) στη μάχη της Άγκυρας. Παράλληλα, η σύναψη ειρήνης μεταξύ Βενετών και Γενουατών αποδέσμευσε στρατεύματα επιφορτισμένα με την άμυνα του νησιού από τις γενουατικές επιθέσεις[34]. Στις 20-7-1403 ιδρύεται ο Βενετικός ναύσταθμος της Χαλκίδας, στο νότιο λιμάνι του Βούρκου.
Χάρτης Εύβοιας. Έργο του Cristoforo Buondelmonti, με τίτλο Insularum Archipelagi, 1420. Πηγή: Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Οι Τούρκοι λεηλατούν τα βόρεια παράλια της Εύβοιας,
Και αυτή η νέα χαλάρωση όμως δεν κράτησε πολύ. Το 1414 ο Μωάμεθ Α΄ λεηλατεί πόλεις στην Εύβοια, την ίδια εποχή που τα στρατιωτικά αποσπάσματα της Χαλκίδας ήταν αποδιοργανωμένα και άμεσα χρειάζονταν συγκρότηση, προκειμένου να μπορούν να αμυνθούν σε κάθε ενδεχόμενη επίθεση.
Εξαιτίας του μεγάλου αριθμού Οθωμανικών πλοίων κρίθηκε πως η μοναδική γαλέρα του Νεγροπόντε δεν επαρκούσε για να εξυπηρετήσει τους αμυντικούς της σκοπούς. Για το λόγο αυτό διατάσσονται οι αρχές της Χαλκίδας, του Ναυπλίου, της Μυκόνου και της Τήνου να εξοπλίσουν από μία γαλέρα και να συνεργάζονται σε περίπτωση ανάγκης[35]. Στις 4-2-1415 οι Οθωμανοί ξεκινούν νέο κύκλο επιθέσεων στη βόρεια Εύβοια απαγάγοντας 1.500 ανθρώπους, την ίδια χρονιά που ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μανουήλ πέρασε από τη Χαλκίδα πηγαίνοντας στην Ιταλία ώστε να συζητήσει πώς θα αντιμετωπίσουν από κοινού τον Ασιατικό εχθρό. Την ίδια χρονιά, στις 30-8, γίνεται από τους Ροδίους, τους Χίους και τους Μυτιληναίους πρόταση προς τη Χαλκίδα για κοινοπραξία κατά των Τούρκων, για δύο έτη. Οι Βένετοι του Νεγροπόντε συμφωνούν να μετέχουν και αυτοί με δύο γαλέρες, όλοι δε οι άλλοι με μία. Ευάρεστη κρίθηκε πως θα ήταν και η συμμετοχή του αυτοκράτορα του Βυζαντίου, αλλά παρέμεινε ευσεβής πόθος[36]. Τη χρονιά του 1416 είχαμε τα εξής κύρια γεγονότα: στις 26-1 δίνεται διαταγή για για να κατασκευαστούν 2000 γαλέτες. Στη ναυμαχία της Καλλίπολης, μετά τη νίκη του Ενετού ναυάρχου Πιέντρο Λορεντάν (Pietro Loredan), απελευθερώνονται 1400 Ευβοείς. Ο αριθμός των ορθόδοξων πρεσβυτέρων και ιερέων αυξανόταν διαρκώς[37]. Το 1417 η Βενετία ζητάει από τον Μωάμεθ Α΄ την πλήρη απόδοση 1400 απαχθέντων Ευβοέων, εκ των οποίων μέχρι τότε είχαν αποδοθεί μόνο 200 γυναίκες[38]. Στις 22-2-1418 θεσπίστηκε νέος κανονισμός εκλογής των αρχών του Νεγροπόντε: εάν κάποιος κατέχει αξίωμα επί έξι μήνες δεν μπορεί να επανεκλεγεί στην ίδια θέση εντός ενός έτους· εάν το κατέχει για ένα έτος δεν επανεκλέγεται για διάστημα δυο ετών. Οι διοικητές έπρεπε να τηρούν αυστηρά τη διαταγή, αλλιώς θα τιμωρούνταν με πρόστιμο 300 δουκάτων. Δύο χρόνια μετά, στις 19-8-1420 δόθηκε η διαταγή από τη Βενετία να μην επιτρέπεται σε κανέναν Έλληνα, όπως από καιρού γινόταν, να διορισθεί σε ανώτερη διοικητική θέση, σε επιτροπές ή στο συμβούλιο των Σοφών παρά μόνο σε θέσεις γραμματέως[39].
Βυζαντινοί στρατιώτες, 12ος και 13ος αιώνας.
Ο κλοιός κλείνει γύρω από το Νεγροπόντε
Το 1423 ο Σουλτάνος Μουράτ Β’ επιτέθηκε στην Πελοπόννησο και κυρίευσε με τα λεφούσια του την Κόρινθο και τον Ισθμό.
Τα προμηνύματα ήταν δυσοίωνα και οι εξελίξεις γρήγορες. Πλέον οι Ενετοί δεν είχαν να κάνουν με τις τυχοδιωκτικές επιθέσεις των υπολοίπων Ιταλικών κρατιδίων αλλά μ’ έναν σοβαρό αντίπαλο που κάθε νέα επίθεση του τον έκανε ισχυρότερο. Στην Εύβοια η κατάσταση ήταν δραματική. Δεν έφτανε που οι κάτοικοι της έτρεμαν κάθε φορά που έβλεπαν Τούρκικα μπαϊράκια στον ορίζοντα της θάλασσας, στις 22-7-1426 εξαπλώθηκε χολέρα που αποδεκάτισε μικρούς και μεγάλους. Τότε πάρθηκαν μέτρα για όλο το στόλο. Εάν ο ναύαρχος καταλάβαινε πως υπάρχει επιδημία πανώλης στην Εύβοια, έπρεπε να πλεύσει στη Χαλκίδα, στη νησίδα Μιλεμόζα (Millemoza)[40] συγκεκριμένα, ώστε να εξαναγκάζει τα εμπορικά πλοία να εκφορτώσουν εκεί τα εμπορεύματα για τη Χαλκίδα και όχι στο λιμάνι της, καθώς απαγορευόταν η αποβίβαση στην πόλη[41].
Οι Τούρκοι, στο μεταξύ, συνέχιζαν τις επιδρομές τους, αρπάζοντας συχνά κατοίκους της Ευβοϊκής γης, για να τους πουλήσουν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής, να ζητήσουν λύτρα για την απελευθέρωσή τους, ή, αν ήταν παιδιά, για να ανδρωθούν στα τάγματα των Γενίτσαρών τους. Στις 22-4-1428 δόθηκε διαταγή στο δούκα της Κρήτης να στείλει δύο γαλέρες για ασφάλεια στο Νεγροπόντε, λόγω επαπειλούμενης επίθεσης από τους Τούρκους. Πράγματι, λίγο μετά, 40 Οθωμανικά πλοία επιτίθενται στη Χαλκίδα και απαγάγουν 700 κατοίκους. Σα να μην έφταναν όλα αυτά, οι Έλληνες της περιόδου καταπιέζονται και από τους Ενετούς. Στις 15-2-1430 ο Έλληνας ιερέας Μιχαήλ του Νεγροπόντε εξορίζεται για πέντε χρόνια, γιατί έκανε τη λειτουργία κατά τον ορθόδοξο τρόπο, παρά τις απαγορευτικές διατάξεις τις 8-1-1415 και 3-8-1418[42]. Μέσα σ’ όλη αυτήν την αναταραχή, Γενοβέζοι και Καταλανοί, ως αιώνιοι επίδοξοι κατακτητές του νησιού, επανεμφανίστηκαν στα Ευβοϊκά νερά κάνοντας πειρατικές επιθέσεις. Οι πρώτοι, μάλιστα, προς αντεκδίκηση για την άλωση της Χίου από τους Ενετούς δεν δίστασαν να συμμαχήσουν με τους Τούρκους το 1432, χτυπώντας χωρίς αποτέλεσμα την Κάρυστο και τη Χαλκίδα[43].
Βενετικό Οικόσημο με γρύπα σε βηματισμό. Στα διάκενα μεταξύ ασπίδας και πλαισίου φτερωτοί δράκοι με δύο πόδια (wyvern ή wivern ). Κατασκευάστηκε στη Βενετία. Εκτίθεται στο μουσείο του προμαχώνα στο κάστρο του Καράμπαμπα (μόνιμη έκθεση μεσαιωνικών γλυπτών). Φωτογραφία: Βάγιας Κατσός.
Οι προετοιμασίες για την επαπειλούμενη πολιορκία του Νεγροπόντε και η κατάλυση του ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους
Η Ενετική οργάνωση της άμυνας της Χαλκίδας και της Εύβοιας έναντι της Τουρκικής απειλής δεν ήταν αρκετή με αποτέλεσμα η πόλη να υποκύψει στον κατακτητή το 1470 αν και κάποιοι μελετητές, υποστηρίζουν πως οι Ενετοί έκαναν ό,τι μπορούσαν, σε επίπεδο οχυρώσεων τουλάχιστον.
Η άποψη όμως που έχουν ενστερνιστεί οι περισσότεροι από τους ιστορικούς είναι ότι οι Ενετοί έλαβαν μόνο «ημίμετρα» με την συμπληρωματική οχύρωση μερικών φρουρίων και των τειχών του Νεγροπόντε, ειδικά μετά τους σεισμούς του 1450 που προκάλεσαν εκτεταμένες καταστροφές στα τείχη, ή με την αύξηση του στρατού κατά μερικές ακόμα εκατοντάδες πολεμιστών, και με τη βοήθεια λίγων πλοίων που παρείχαν σε περίπτωση πολιορκίας. Οι βάιλοι της Χαλκίδας έστελναν διαρκώς αιτήσεις στο Δόγη της Βενετίας για αποστολή μεγαλύτερων ενισχύσεων, αλλά δυστυχώς ουδέποτε εισακούστηκαν.
Άδοξο τέλος είχαν επίσης και οι συνομιλίες των Βυζαντινών με τους Δυτικούς. Το μόνο που η δεξιοτεχνική διπλωματία του Παπικού κράτους πέτυχε τη δύσκολη, για τον Ελληνισμό, εκείνη περίοδο ήταν η ανακοίνωση της ειρηνικής ένωσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας με την Ρωμαιοκαθολική (Φερράρα και Φλωρεντία – 1438, 1439), η οποία όμως ουδέποτε πραγματοποιήθηκε, καθώς οι Ανθενωτικοί της Πόλης προτιμούσαν να φορέσουν «τουρκικό σαρίκι, παρά τιάρα παπική». Έτσι, χωρίς κοινό, συνασπισμένο εχθρό απέναντί τους, οι Τούρκοι κατάφερναν διαρκώς να κατακτούν νέα εδάφη μέχρι που στις 29 Μαΐου 1453 κατέλυσαν οριστικά την ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, κάνοντας δική τους την Κωνσταντινούπολη. Εκείνες τις στιγμές, όπου ο Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής έκλεινε με το σπαθί του την έντεκα αιώνων ζωή της Πόλης, η Χαλκίδα παρακολουθούσε έντρομη τα γεγονότα, διαισθανόμενη πως και το δικό της τέλος δεν είναι μακριά…
Διαβάστε εδώ το δεύτερο μέρος του αφιερώματος στην άλωση της Χαλκίδας (Ο Μωάμεθ ο Β’ περιδιαβαίνει ειρηνικά το Νεγροπόντε επιθεωρώντας το. Οι παραμονές της πολιορκίας από το 1458 έως και τις 15/6/1470. Οι προκλητικές ενέργειες των Ενετών και η πορεία της Τουρκικής αρμάδας, που ήταν διπλάσια σε αριθμό από την αντίστοιχη πολιορκία της Κων/νούπολης, πριν φτάσει στη Χαλκίδα.).
Μια καστροπολιτεία βγαλμένη από παραμύθι το Ενετικό Νεγροπόντε γνώριζε στα μέσα του 15ου αιώνα τις τελευταίες αναλαμπές του.
Παραπομπές.
[1] Για την κατάσταση της Εύβοιας στο τέλος της βυζαντινής περιόδου της βλ. Σαββίδης, Αλέξης Γ. Κ., «Η Εύβοια κατά τα τέλη του ΙΒ΄ – αρχές του ΙΓ΄ αι. μ.Χ.» Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών 24 (1981-82) 313-323, επίσης Koder, J., Negroponte. Untersuchungen zur Topographie und Siedlungsgeschichte der Insel Euboia während der Zeit der Venezianerherrschaft, Wien 1973, σ. 43-44.
[2] Σχετικά με την ιστορική διαδρομή των περιοχών που βρέθηκαν κάτω από βενετική εξουσία βλ. Μαλτέζου, Χρύσα (επιμ), Venetiae quasi alterum Byzantium. Όψεις της ιστορίας του βενετοκρατούμενου Ελληνισμού. Αρχειακά τεκμήρια, Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού, Αθήνα 1993.
[3] Για τα προνόμια που παραχωρήθηκαν στους Βενετούς από το Βυζάντιο βλ. Χριστοφιλοπούλου, Αικ., Βυζαντινή ιστορία, τ. Β2, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 187-188. Ostrogorsky, G., Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, τ. 3, σ. 22. Για τις σχέσεις Βενετίας – Βυζαντίου βλ. Γάσπαρης, Χαράλαμπος, «Βυζάντιο και Βενετία. Η βενετική διείσδυση στην Ανατολή» στο Όψεις, ό. π., σ. 85-99.
[4] Ostrogorsky, G., Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, τ. 3, Αθήνα 1993, σ. 57-58. Επίσης στο λήμμα Euripos στο Koder J. – Hild F., Tabula Imperii Byzantini 1. Hellas und Thessalia, Wien 1976, σ. 156.
[5] Σαββίδης, ό.π., σ. 317.
[6] Για τη δραστηριότητα των ιταλικών πόλων και κυρίως της Βενετίας στην Ανατολή κατά το 13ο και 14ο αιώνα βλ. Λαΐου, Α., «Διείσδυση των ιταλικών πόλεων στην Ανατολή και η διεθνής αγορά» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (ΙΕΕ), τ. Θ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός: Μεσοβυζαντινοί και υστεροβυζαντινοί χρόνοι, Αθήνα 1980, σ. 229-237.
[7] Ως «Ρωμανία» ορίζονταν τα εδάφη της πρώην ανατολικής Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) αυτοκρατορίας. Ιδιαίτερα δε εκείνη την περίοδο οι περιοχές εντός της σημερινής Ελληνικής επικράτειας.
[8] Στον Αβεσνέ αποδίδεται η ανέγερση του φρουρίου της γέφυρας στη Χαλκίδα (Κάστρο του Ευρίπου). Βλ. Bury, ό.π., τ. 7, σ. 313. Επίσης: Γκόφας, Δ, «Το Βενετοκρατούμενο Negroponte. Ιστορικό σχεδίασμα» στο Χαρακτικά της Εύβοιας. Συλλογή Γιάννη Κ. Καράκωστα, Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 1999, σ. 14. Επίσης, Σ. Μαμαλούκος, «Το Φρούριο της Γέφυρας του Ευρίπου, Αρχιτεκτονική, Βενετία-Εύβοια, από τον Εύριπο στο Νεγρεπόντε», Βενετία-Αθήνα 2006, σ. 309-318.
[9] Ο Γ. Βέλτερ ως χρονολογία τοποθέτησης του πρώτου Βάιλου στη Χαλκίδα, Πιέτρο Μπάρμπο, δίνει το 1216. Επίσης δίνει και μια αναλυτική παρουσίαση των γεγονότων του 1209: Μετά την υποταγή των Φράγκων ηγεμόνων της Ρωμανίας (Ελλάδας), οι οποίοι δεν ήθελαν να τον αναγνωρίσουν ως επικυρίαρχο, ο αυτοκράτορας Ερρίκος επισκέφθηκε τον Ραβάνο ντάλε Κανσέρι στη Χαλκίδα, χωρίς αποτέλεσμα. Οι υπόλοιποι Λατίνοι φεουδάρχες της Ρωμανίας πραγματοποίησαν σύσκεψη στη Ραβεννίκα, κοντά στη Λαμία, και αναγνώρισαν τον αυτοκράτορα Ερρίκο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου με τον Ερρίκο, ο Κανσέρι είχε προτείνει στην Βενετία να γίνει υποτελής της. Η Βενετία ζήτησε όμως, βάσει της συνθήκης του 1204, να της παραχωρηθεί η κυριαρχία σε ολόκληρο το νησί. Το 1209 (ή 1211) ο Κανσέρι αναγνώρισε την επικυριαρχία της Βενετίας και ως δείγμα της υποταγής του, ανέλαβε την υποχρέωση να πληρώνει ετησίως 2100 χρυσά υπέρπυρα, να δίνει μεταξωτά και χρυσοΰφαντα υφάσματα στο δόγη και ένα σκέπασμα βωμού για το μητροπολιτικό ναό του Αγίου Μάρκου της Βενετίας. Οι Βενετοί κέρδισαν επίσης το δικαίωμα να εμπορεύονται όπου θέλουν και να κατέχουν σε κάθε περιοχή του νησιού μία εκκλησία Λατινική και ένα Εμπόριο. Ταυτοχρόνως ο Κανσέρι υποχρεώθηκε να διατηρήσει τα δικαιώματα, που είχαν οι Έλληνες επί του αυτοκράτορος Μανουήλ. Τέλος εγκαταστάθηκε Βάιλος (διοικητής) στη Χαλκίδα. «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας. Αθήνα 1955.
[10] Libro dei Patti fol. 188 (Αρχείο Βιέννης). Archiv. Storico Italiano Append. IX σ. 378. G. Thomas Diplomarium Veneto – Levantinum (1300—1454) Venetia 1880 – 1899 τ. II a. 89-96). «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955.
[11] Koder – Hild, ό.π., σ. 157.
[12] Στις 4-4-1268 η συμφωνία του 1265 τέθηκε σε ισχύ για τον Εύριπο. O αυτοκράτορας αναγνώρισε τη συμφωνία της Βενετίας με τον πρίγκιπα της Αχαΐας και παρείχε πλήρη ελευθερία δράσης στους Ενετούς στην Κρήτη, τη Μεθώνη και την Κορώνη. «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Corp. Gr. Urkunden A. I. 3, 53 άρ. 1960.
[13] Ο Γ. Βέλτερ στο έργο του «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», αναφέρει ως βάιλο που κατέκτησε τα Ευβοϊκά φρούρια στα 1281 τον Νικολό Μοροσίνι Ρόσο (Nicolo Morosini Rosso). Σύμφωνα με τη χρονολογική λίστα των βαΐλων της Εύβοιας όμως -που δημοσιεύθηκε στο ίδιο βιβλίο- ο Μοροσίνι ήταν βάιλος στα 1278-80. Εκ πρώτης όψεως αυτό δείχνει ως λάθος εκ παραδρομής, καθώς βάιλο, η ίδια λίστα, στα 1280 δίνει τον Νικολό Φαλιέρ (Nicolo Falier).
[14] Η ονομασία της Χαλκίδας από τους Λατίνους κυρίαρχους της.
[15] Βλ. Miller, ό.π., σ. 307. Μαλτέζου, ό.π., στην ΙΕΕ, τ. Θ΄, σ. 276.
[16] Για τη δράση της Μεγάλης Καταλανικής Εταιρίας στον ελληνικό χώρο βλ. Miller, ό.π., σ. 265-329.
[17] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955.
[18] Koder – Hild, ό.π., σ. 157.
[19] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Diplomatarium I, σελ. 120.
[20] Βλ. Miller, ό.π., σ. 305-307. Bury, ό.π., τ. 8, σ. 196-207. Koder, Negroponte, σ. 51-52.
[21] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955.
[22] Επιστολή 20. «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955.
[23] Επίσης αύξησαν το φόρο των Εβραίων από 100 σε 200 δουκάτα το χρόνο, τάσσοντάς τους υπό βενετική – και όχι πια λομβαρδική – δικαιοδοσία. Το τελευταίο μέτρο εντάσσεται στη γενικότερη τάση της Βενετίας να αποδίδει τη βενετική υπηκοότητα σε ολοένα περισσότερους κατοίκους, προκειμένου να αυξήσει την επιρροή της. «Έγριπος. Η πόλη της Χαλκίδας κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών (15ος – 19ος αιώνας). Μαρτυρίες από περιηγητικά κείμενα», Βασίλης Παπαδόπουλος, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2004. Bury, ό.π., τ. 8, σ. 211-213. Koder, Negroponte, σ. 53.
[24] Diplomatarium I, 244. «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955.
[25] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Giον. Villani, Chronica Universale dei suoi tempi. Fiorenza 1554, βιβλ. XII, σ. 259. A. Navagero, Historia Veneta ab origine usque ad annum 1498, εις Muratori, Scriptores Rerum Italicarum τ. XXIII σ. 1034
[26] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Μ. Sabellico, Historia Rerum Venetarum εις Degl’ Istorici delle cose Veneziane, Venezia 1718 – 1722 τ. I. dec. II βιβλ. 3 σ. 303 κ.ε.
[27] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Νικ. Γρηγ. II 878 III 42-4, 46—51. Νικητ. Χωνιάτης, σ. 224 έκδ. Βόννης.
[28] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. A.Μ. Vianoli, Historia Veneta, Venetia 1680, βιβλ, 14 a. 425
[29] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Diplomatarium, II σ. 12 άρ. 6.
[30] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955.
[31] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. S. Misti 29, 9 – Δελτ. 101.
[32] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. S. Misti 34, 65 = Δελτ. Ιστορ. και Eθνολογ. Εταιρείας 7 (1918) 106.
[33] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. S. Misti 42, 48 = Η. Noiret Documents inedits pour servir a L’ histoire de la Domination Venitienne en Crete. Paris 1892 σ. 47.
[34] Γενικά μετά τη μάχη της Άγκυρας και την κατάρρευση της αυτοκρατορίας του σουλτάνου Βαγιαζίτ Α΄ οι Οθωμανοί υποχώρησαν από όλες τις κατακτήσεις τους στον ευρωπαϊκό χώρο. Για τη μάχη και τον εμφύλιο πόλεμο που επακολούθησε στο οθωμανικό κράτος βλ. Sugar, P., Η Νοτιοανατολική Ευρώπη κάτω από οθωμανική κυριαρχία 1354-1804, τ. Α΄, Αθήνα 1994, σ. 60-68. Επίσης Koder, Negroponte, σ. 57. «Έγριπος. Η πόλη της Χαλκίδας κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών (15ος – 19ος αιώνας). Μαρτυρίες από περιηγητικά κείμενα», Βασίλης Παπαδόπουλος, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2004.
[35] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. S. Misti 50, 132 = Σαθ. 3, 66. Επίσης, S. Misti 50, 143 = Σαθ. 3, 72.
[36] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. S. Misti 51, 62 = Σαθ. 3, 118, 119.
[37] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. S. Misti 51, 184=Σαθ. 3, 146, 153 και 154.
[38] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Κ. Ηοpf, Geschichte Griechenlands εϊς Ersch – Gruber II 76.
[39] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Misti 52, 151 και 53, 69 – Σαθ. 3, 194 και 215.
[40] Μιλεμόζα ή Νησί του Πασά. Το σημερινό νησί όπου φιλοξενεί το βιολογικό καθαρισμό της Χαλκίδας, δίπλα στην υψηλή γέφυρα.
[41] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. S. Misti 56, 38 = Σαθ. 3, 313.
[42] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. VL. Lamanski, Secrets d’ Etat de Venise, St. Petersbourg 1884. 044 αρ. 3.
[43] «Ιστορία της Ελλάδος κατά περιοχάς, Τόμος Α΄– Χαλκίς», Γαβριήλ Φ. Βέλτερ. Έκδοση Ροταριανού Ομίλου Χαλκίδας, Αθήνα 1955. Μuralt, Essai de Chronographie Byzantine, St. Petersburg 1871, σελ. 828 αρ. 10. Πρβ, Χαλκοκονδύλ. V 261, 7. Guistiniani: Foglietta.