Βάγιας Κατσός
Η παραλία της Χαλκίδας είναι μια «βιτρίνα» από νάιλον όπου η προχειρότητα δίνει καθημερινά ραντεβού στην έλλειψη αισθητικής.
Σκονισμένες αναμνήσεις
Ήταν Κυριακή τέσσερις Απριλίου 1984 στη Χαλκίδα και η πόλη άρχιζε να μυρίζει καλοκαίρι.
Ο κόσμος ανεβοκατέβαινε στην παραλία όπως κάνει πάντα όταν φτιάχνει ο καιρός. Στη μνήμη μου είχε χαραχτεί εκείνη η ημέρομηνία διότι κάτι ξεχωριστό συνέβη. Ήταν η πρώτη μου βόλτα με φίλους στην παραλία…
Η παραλία για εμάς τους Χαλκιδαίους αποτελεί σημείο αναφοράς. Εδώ έλαβαν χώρα τα πάντα: Η πρώτη βόλτα, το πρώτο ποτό, η πρώτη ματιά, το πρώτο φιλί. Το δρομολόγιο ήταν πάντα το ίδιο. Από τη γέφυρα στο Κρηπίδωμα και τούμπαλιν. Πόσες φορές έχω ανεβοκατέβει αυτή τη παραλία μαζί με τους φίλους μου! Δεκάδες, με την ελπίδα ότι στην επόμενη βόλτα κάτι θα αλλάξει. Κάτι μαγικό θα γίνει. Όταν πλέον το παίρναμε απόφαση ότι ούτε και αυτή τη φορά θα γίνει κάτι, ψάχναμε καρέκλα για να συνεχίσουμε το θεάρεστο έργο της παρατήρησης, καθήμενοι…
Οι επιλογές τότε πολλές και όλες με θέα θάλασσα ή, για την ακρίβεια, ακριβώς δίπλα της. Διότι τότε, τα τραπεζάκια ήταν αναπτυγμένα στο πεζοδρόμιο δίπλα στη θάλασσα και μάλιστα σε απόσταση το ένα από το άλλο, εκτός από το «στρογγυλό», μπροστά από το Ξενοδοχείο «Παλίρροια», που τότε η καφετέρια του γνώρισε μεγάλες δόξες. Αλλά εκεί για να κάτσεις έπρεπε να καταθέσεις πιστοποιητικό γέννησης στη Χαλκίδα, διαφορετικά «έτρωγες πόρτα» από τους τότε εικοσιπεντάρηδες που θεωρούσαν το «στρογγυλό» προέκταση της ύπαρξής τους. Αδιαμφισβήτητα ήταν το hot – spot της πόλης εκείνη την εποχή. Αυτή ήταν η μόνη «καφετέρια» (εντός εισαγωγικών γιατί η λέξη μυρίζει 80s και σήμερα, τις λέμε cafe – bar) όπου ήταν δύσκολο να διακρίνεις τις παρέες, καθώς τα τραπεζάκια ήταν υπερβολικά στριμωγμένα, αφενός διότι όλοι ήταν μια παρέα και αφετέρου, διότι λειτουργούσε ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης.
Αλλά και οι άλλες «καφετέριες» είχαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και την αντίστοιχη πελατεία. Στην «Αργώ» κάθονταν οι πολιτικολογούντες και όσοι είχαν χαμηλό ζάχαρο το οποίο ανέβαινε άμεσα με μια πάστα «ποντίκι», ενώ στο πατάρι του αναπτύχθηκαν μεγάλοι έρωτες και οι πρώτες εφηβικές αμπελοφιλοσοφίες. Παραδίπλα ήταν το «Ελαφίνο», πιο πάνω ο «Πολλάλης» το σουβλατζίδικο που αργότερα έγινε η καφετέρια «Άδωνις», ενώ στο Κρηπίδωμα κυριαρχούσε η «Αφροδίτη». Στη Γέφυρα ήταν το fast food «Bridge», ο κινηματογράφος «Πάολα» και φυσικά δεν ξεχνάμε τα διάσημα ουζερί της παραλίας όπως ο «Γκούβερης» και άλλα. Η παραλία τότε τα είχε όλα. Ήταν ένα υπαίθριο «Mall» με σύγχρονους όρους, αφού περιείχε πλήθος επιλογών διασκέδασης.
Και ξαφνικά, όλα άλλαξαν.
Σκαλίζοντας περαιτέρω τις αναμνήσεις μου διαπίστωσα, για άλλη μια φορά, πως τίποτα δεν είναι μόνιμο σε αυτήν τη ζωή.
Ήταν άνοιξη του 1990 όταν η παραλία όπως την ήξερα μέχρι τότε θα γυρνούσε οριστικά σελίδα, ανοίγοντας νέο κεφάλαιο. Το προηγούμενο εξάλλου είχε διαρκέσει σχεδόν 90 χρόνια. Ας μη ξεχνάμε πως η παραλία της Χαλκίδας όπως τη γνωρίζουμε σήμερα σχηματίστηκε σταδιακά από το Λιμενικό Ταμείο, χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις από τους εκάστοτε Δημάρχους ένεκα του «κράτους εν κράτει», μετά τη πτώση των τειχών της πόλης, τέλη του 19ου αιώνα, «προς χάριν της ανάπτυξης»…
Η ίδια φράση, παρερμηνευόμενη από τους νεοέλληνες, επιστρατεύθηκε και από τον τότε Δήμαρχο της πόλης Στέλιο Μαργαρίτη προκειμένου να πείσει την κοινή γνώμη της Χαλκίδας πως κρινόταν αναγκαία η μεταφορά των τραπεζοκαθισμάτων της παραλίας τα οποία, από τη μεριά της θάλασσας έπρεπε να τοποθετηθούν ακριβώς δίπλα στα καταστήματα. Με καθαρά προσωπική πρωτοβουλία του Δημάρχου, ο χώρος παρα θιν’ αλός απελευθερωνόταν και ο ίδιος σε έκταση χώρος από την πάνω μεριά δινόταν προς εκμετάλλευση στους επιχειρηματίες.
Η αλήθεια είναι πως τότε είχε και εκείνος τα δίκια του: πριν την απόφαση, όταν περπάταγες στη παραλία, δεν έβλεπες θάλασσα, αλλά τραπεζοκαθίσματα με μόνιμες τέντες. Βλέπεις, παλαιότερα οι καταστηματάρχες είχαν και λίγη τσίπα, έβαζαν τους υπαλλήλους να απλώνουν και να μαζεύουν τα καθίσματα καθημερινά. Αλλά τέλη της δεκαετίας του 80, το κακό είχε παραγίνει.
Εκείνο τη χρονιά λοιπόν άρχισαν σταδιακά να κόβονται οι τέντες και ταυτόχρονα να τοποθετούνται κυβόλιθοι για να γίνει η πεζοδρόμηση της Βουδούρη, μία αναμφίβολα σωστή απόφαση. Δεν έλειψαν βέβαια και οι αντιδράσεις, όπως άλλωστε συμβαίνει στη χώρα μας με κάθε αλλαγή! Οι καταστηματάρχες ήταν αρνητικοί και κατέθεσαν ασφαλιστικά μέτρα. Τότε, επενέβη ο διοικητής της Αστυνομίας Χαλκίδας Παναγιώτης Κατσέρης, ο οποίος παίρνοντας τις άδειες λειτουργίας ανά χείρας είδε έναν – έναν τους επιχειρηματίες, «πείθοντας» τους τελικά να μη προχωρήσουν νομικά, προκειμένου να διατηρήσουν τις «φιλικές» τους σχέσεις. Έτσι, η υπόθεση δεν κατέληξε στα δικαστήρια…
Η αισθητική του θερμοκηπίου
Από τότε, κύλησε πολύ νερό κάτω από την παλαιά γέφυρα.
Σήμερα είναι Κυριακή. Πάνω από είκοσι χρόνια έχουν περάσει από την παρθενική μου solo βόλτα στην παραλία και πλέον περπατάμε σε μια διαφορετική παραλία. Μια παραλία που δεν μας προβληματίζει για το αν θα κάτσουμε στη θάλασσα ή «απέναντι», αλλά ποιό «θερμοκήπιο» έχει τραπέζι διαθέσιμο! Βλέπεται, με την πάροδο του χρόνου, όλα τα cafe – bar της παραλίας φρόντισαν να εξομοιωθούν εξωτερικά, υιοθετώντας αυτήν την «υπέροχη αισθητική του θερμοκηπίου» με τα πλαστικά να απλώνονται ομοιόμορφα σε όλο το μήκος της παραλίας καθιστώντας περιττή την όποια αρχιτεκτονική ή και διακοσμητική προσπάθεια. Τι και αν τα ελάχιστα διασωθέντα νεοκλασικά της παραλίας αναπαλαιώθηκαν, αφού δεν φαίνονται από τον πλαστικό όγκο, τις τέντες και τα παραπήγματα που ορθώνονται μπροστά τους.
Πλαστικά που «εξασφαλίζουν» τα προσωπικά δεδομένα των πελατών, καθώς είναι δύσκολο να δεις, όντας περαστικός, τι γίνεται μέσα στα μαγαζιά. Οι θαμώνες των θερμοκηπίων αντί για τα κύματα της θάλασσας, απολαμβάνουν τις οσμές και τους χαριτωμένους κυματισμούς του πλαστικού σελοφάν, στριμωγμένοι εν μέσω δεκάδων τραπεζοκαθισμάτων που κατακλύζουν κάθε ίχνος ελεύθερου χώρου και όλα αυτά στις γνωστές φιλικές τιμές της παραλίας που δε λένε να πέσουν παρά τα νέα δεδομένα που δημιούργησε η κρίση. Τέλος όλες οι καφετέριες έχουν τραβηχτεί, νόμιμα φυσικά, μέχρι τα μισά του παραλιακού δρόμου ώστε να στεγάζουν με άνεση τα έμπλεα θαυμασμού συρρέοντα πλήθη.
Με τις απλές αυτές κινήσεις, και πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν έχει σημασία σε ποια καφετέρια θα καθίσει κάποιος καθώς όλες δείχνουν εξωτερικά όμοιες και εν πολλοίς έχουν τον ίδιο χαρακτήρα αφού παίζουν την ίδια μουσική και σερβίρουν τα ίδια πράγματα. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε cafe – bar απαλείφθηκαν στο πλαίσιο μιας γενικότερης κουλτούρας εξομοίωσης που ισχύει σε όλες τις όψεις του κοινωνικού βίου. Πλέον αν παραγγείλεις «τρελό παγωτό», «ορεάλ», «ποντίκι» ή ποικιλία ούζου μάλλον θα χαρακτηριστείς γραφικός νοσταλγός του παρελθόντος.
Τώρα θα πουν κάποιοι πως όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα στην εποχή μας. Οι φόροι, η ανεργία και η φτώχια μας έχουν τσακίσει, η πλαστικούρα στην παραλία μας μάρανε; Ίσως να είναι έτσι, καθώς όντως υπάρχουν σημαντικότερα θέματα να μας απασχολούν όπως η κρίση, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας και η ανάπτυξη. Μήπως όμως όλα αυτά συμπλέκονται κάπως;
Η χώρα πτώχευσε για πολλούς λόγους. Μερικοί από αυτούς αφορούν την έλλειψη σεβασμού προς τον πελάτη, τη φύση και το αρχιτεκτονικό τοπίο. Στη χώρα μας θεωρούσαμε πολλά πράγματα δεδομένα όπως στη Χαλκίδα θεωρούμε δεδομένους τους τουρίστες και τους πελάτες στην παραλία. Προτού όμως μας διαψεύσει πάλι η πραγματικότητα, θα ήταν ίσως σκόπιμο να προλάβουμε τις εξελίξεις, διαμορφώνοντας ένα διαφορετικό νομικό πλαίσιο το οποίο να επιβάλλει μια άλλη αισθητική, λίγο καλύτερη από αυτήν ενός θερμοκηπίου.
Αν πάλι κάποιος ισχυριστεί πως «De gustibus non disputandum est», τότε κανένα πρόβλημα και συγγνώμη για την ενόχληση. Η πλατεία του Άγιου Νικολάου να είναι καλά! Μεγάλη η χάρη και η «άπλα» του για τα παιδικά καροτσάκια και τους ΑΜΕΑ, που έχουν εξοριστεί από τα… cafe – bar της παραλίας. Αλλά αυτό, είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα για ανάλυση, το οποίο κρατάμε για επόμενο Square view…