Το μεγαλύτερο μάθημα η Άννα το φύλαξε για το τέλος. Ο έρωτας πονάει…
Από τα μάτια πιάνεται, στα χείλη κατεβαίνει κι από τα χείλη… Πάντα με μπέρδευε αυτή η διαδρομή. Αντιθέτως, προτιμούσα το all time classic «O έρωτας περνάει από το στομάχι». Τι μπέρδεμα κι αυτό…
Όταν η μαμά της Καιτούλας, που πηγαίναμε μαζί δημοτικό, είπε στη μάνα μου πως τράβηξα τα μαλλιά της κόρης της, η μάνα μου είπε: «Ε, δεν τα ξέρετε, αυτά έχουν οι παιδικοί έρωτες». Εκείνη χαμογέλασε και λύθηκε το πρόβλημα, ούτε τιμωρία, ούτε τίποτα. Όταν η δασκάλα με ρώτησε, γιατί τραβούσα τα μαλλιά του Νικολάκη και τον κλωτσούσα, δε χρειάστηκε να το πολυσκεφτώ… «Ε, δεν τα ξέρετε, αυτά έχουν οι παιδικοί έρωτες». Σε αντίθεση με τη μαμά της Καίτης, η δασκάλα δε χαμογέλασε, μόνο με κοίταζε παράξενα. Κάλεσε τους γονείς μου και τους πρότεινε να δω παιδοψυχολόγο…
Ο θείος μου ο Κώστας ήρθε να βάλει τα πράγματα σε μία τάξη. Μου εξήγησε πως έρωτας είναι να αγαπάς ένα κορίτσι που δεν είναι μάνα σου, αδερφή σου, ξαδέρφη σου ή μέχρι τρίτου βαθμού συγγενής. Άμα δεν αγαπάς κορίτσι και αγαπάς αγόρι, δεν είναι έρωτας, είναι ανωμαλία (ή κουσούρι, όπως λέγεται εσχάτως). Όταν αγαπάς και αγόρι και κορίτσι, είναι μια καινούρια μόδα και λέγεται μπάι, αλλά και πάλι είναι κουσούρι. Όταν αγαπάς το σκύλο σου, πάλι δεν είναι έρωτας, είναι κτηνοβασία κι όταν αγαπάς τα αυτοκινητάκια σου, είναι φετίχ.
Πάντα τον θαύμαζα το θείο Κώστα, ήξερε ένα σωρό πράγματα και μου τα εξηγούσε καταπληκτικά. Για λίγο καιρό είχα ησυχάσει με όσα μου είπε ο θείος για τον έρωτα, αλλά στο γυμνάσιο δέχτηκα έναν ανελέητο βομβαρδισμό νέων πληροφοριών γύρω από το θέμα, που με μπέρδεψε και πάλι. Έμαθα πως πλατωνικός έρωτας δεν είναι να αγαπάς τον Πλάτωνα και τη φιλοσοφία, αλλά ν’ αγαπάς κάποιον από μακριά. Και ο Πλάτωνας όμως δεν είναι μακριά;
Αυτό το έμαθα στα φιλολογικά, αλλά τα θρησκευτικά ήταν αυτά που με έκαναν να χάσω το μπούσουλα. Ενώ ήμουν σίγουρος πως οι καλόγεροι και οι καλόγριες δεν είχαν καμία σχέση με τον έρωτα, ο θεολόγος είπε πως είχαν ερωτική σχέση με την Εκκλησία και το Χριστό. Και καλά, ο Χριστός ήταν μισός άνθρωπος, όμως η Εκκλησία… Ο θεολόγος δεν ήθελε να μου απαντήσει και με άφησε και μετεξεταστέο.
Άκουγα συνέχεια στο ραδιόφωνο πως ο Γ. Πάριος είναι ο «τραβαδούρος του έρωτα». Σκέφτηκα πως κάτι θα μάθω απ’ τα τραγούδια του. Όλοι οι σταθμοί έπαιζαν το «Πιο καλή η μοναξιά». Αυτό ήταν, είχα βρει τι είναι έρωτας. Χρειάστηκε λίγος καιρός για να συνειδητοποιήσω πως δεν ανακάλυψα τον έρωτα αλλά τη μ…
Σημαντική ήταν η συνεισφορά των ερωτικών ταινιών. Δε μπορούσαμε να δανειστούμε από το βιντεοκλάμπ, γιατί ήμασταν κάτω από δεκαοκτώ, αλλά ενώ τίτλοι, όπως «Οι πρωκταθλήτριες» και «Με την αρμύρα», μας μπέρδευαν, οι φωτογραφίες στα οπισθόφυλλα των ταινιών ήταν διαφωτιστικές.
Στο λύκειο, ο έρωτας δεν ήταν κάτι που ένιωθες, αλλά κάτι που έκανες. Κι άμα δεν το είχες κάνει, έπρεπε να το κάνεις επειγόντως. «Όταν το κάνεις, τότε γίνεσαι άντρας», έλεγε ο φίλος μου, ο Μήτσος. «Κι άμα δεν το κάνεις;», ρωτούσα ο αφελής. «Τότε είσαι ακόμα αγοράκι». Εμένα πάντως ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος δε μου μοιάζει με αγοράκι… «Έρωτας ίσον σεξ», συμπλήρωνε το Μήτσο ο Πάνος, «αλλά ποτέ δεν προτείνεις σε ένα κορίτσι να κάνετε σεξ, μόνο έρωτα».
Ο καιρός περνούσε και στη Β΄ Λυκείου νόμιζα πως ήμουν ο μόνος που δεν είχε γευθεί τους καρπούς του έρωτα, σε όλο το σχολείο. «Έλα, θα πάμε στη Γλύφα, ευκαιρία να σπάσεις την παρθενιά σου». Η αλήθεια είναι ότι σιχαινόμουν… Σηκωτό με πήγανε. «Καλώς το αγόρι το ζουμπουρλούδικο», είπε η μαντάμ Λόλα που έμοιαζε λίγο με μεσιέ. «Έλα, άγγιξε τα στήθια μου», είπε και έτεινε δύο καρπούζια προς το μέρος μου. «Αφού δεν είναι αληθινά!», είπα κι άκουσα τον εξάψαλμο. Κακήν κακώς μας πέταξε έξω η Λόλα, (πρώην Φώντας). Στην είσοδο τρακάραμε και το λυκειάρχη και έδεσε το γλυκό. Οι φόβοι μας, ευτυχώς, δεν επαληθεύτηκαν. Όχι μόνο δεν τιμωρηθήκαμε, αλλά δε μας ξανακάλεσε ποτέ στο γραφείο του.
Όπως καταλαβαίνετε, ο έρωτας με ταλαιπώρησε αρκετά, πολύ πριν τον γνωρίσω από πρώτο χέρι. Πού να φανταστώ ο δύσμοιρος, πως τα χειρότερα έπονται. Τέλειωνε το λύκειο και η Αννούλα είχε βάλει πλώρη για τη Νομική. Τι παιδί κι αυτή η Αννούλα. Όμως, έκανε συνέχεια παρέα με το χλεχλέ τον Αρίστο. «Θες να βρεθούμε το βράδυ να μελετήσουμε, θες να πάμε στο Μέγαρο Μουσικής με τη γιαγιά και τον παππού μου…». Μπλιαχ! Όποτε την έβλεπα, πάθαινα ταράκουλο, ξαφνικά γινόμουν βραδύγλωσσος και διανοητικά ανάπηρος. «Καλησπέρα Χάρη», «Κα… κα… καλημέρα Άννα».
Η πενταήμερη (κι όχι πενθήμερη, γιατί έτσι μας αρέσει) ήταν η μεγάλη ευκαιρία μου. Ο φλούφλης δε θα ερχόταν. Τον άκουσα που της το έλεγε: «Εγώ δε θα έρθω, δεν το εγκρίνει η μητέρα και ο πατέρας Ιάκωβος μου είπε πως σε αυτές τις εκδρομές συμβαίνουν τα Σόδομα και τα Γόμορρα». «Εγώ θα πάω, μια φορά μας δίνεται τέτοια ευκαιρία, δε θα τη χάσω…». «Πάντως αν αλλάξεις γνώμη, θα μπορούσαμε να μελετήσουμε παρέα, εξάλλου οι εξετάσεις πλησιάζουν και δε συμβιβάζομαι με τίποτα κάτω από 19,78».
Στη Ρόδο έμαθα τι εστί βερίκοκο. Η Άννα μου έψησε το ψάρι στα χείλη, ώσπου να πει το ναι και αφού το είπε, συνέχισε να το ψήνει με μεγαλύτερη όρεξη. Για χάρη της διάβασα και πέρασα κι εγώ Αθήνα. Έμαθα πως τον έρωτα δεν το νιώθεις, αλλά τον ζεις, δεν τον κάνεις, αλλά σε κάνει ό,τι θέλει. Μαζί μάθαμε τον έρωτα, άλλοτε γελώντας κι άλλοτε κλαίγοντας.
Το μεγαλύτερο μάθημα η Άννα το φύλαξε για το τέλος. Ο έρωτας πονάει… Όταν μένεις μόνος, ο έρωτας πονάει πάρα πολύ και τίποτα δε σε παρηγορεί.
Ήταν 14 Φλεβάρη, όταν χωρίσαμε. Η σοκολατένια καρδιά που της είχα αγοράσει, έλιωσε μες στην τσέπη μου. Ακόμα να φύγει ο λεκές… Από τότε, δεν ξέρω ποιες σκοτεινές δυνάμεις συνωμοτούν κι αυτή η μέρα με βρίσκει πάντα μόνο μου. Αφού δε βρίσκεται έστω και μία ελεύθερη κοπέλα και για μένα, ας χωρίσει κάποιος άλλος, βρε αδερφέ…
ΥΓ. Happy Valentine’s Day, γιατί οι ερωτευμένοι είναι πολύ ωραίοι τύποι και γιατί ο πατέρας μου τυχαίνει να έχει ανθοπωλείο.